Γιατί η Μόσχα Λέει Όχι | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί η Μόσχα Λέει Όχι

Ένα Ζήτημα Ρωσικών Συμφερόντων, Όχι Ψυχολογίας
Περίληψη: 

Πολύ συχνά μέσα στις δύο τελευταίες δεκαετίες, αυτοί που διαμορφώνουν την πολιτική στην Ουάσιγκτον βλέπουν την Μόσχα να αντιστέκεται στις αμερικανικές πολιτικές μέσα από το πρίσμα της ψυχολογίας. Στην πραγματικότητα, η ρωσική εξωτερική πολιτική καθοδηγείται από τα δικά της εθνικά συμφέροντα

Ο ANDREI SHLEIFER είναι καθηγητής Οικονομίας στο Harvard University. Ο DANIEL TREISMAN είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο University of California στο Λος Άντζελες και Visiting Fellow στο Institute for Human Sciences της Βιέννης. Είναι συγγραφέας του βιβλίου The Return: Russia's Journey From Gorbachev to Medvedev.

Η διεθνής συμπεριφορά της Ρωσίας κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας προβλημάτισε πολλούς Αμερικανούς παρατηρητές. Η άποψη της Ουάσιγκτον είναι πως οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι της εποχής μας (τρομοκρατία, μαζική παραγωγή πυρηνικών όπλων, κλιματική αλλαγή) είναι παγκόσμιοι και απειλούν όλες τις χώρες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες επιχείρησαν να οργανώσουν πολυμερείς αντιδράσεις. Μέχρι στιγμής, όμως, το Κρεμλίνο παραδόξως δεν ανταποκρίνεται. Επί χρόνια, οι Ρώσοι διαπραγματευτές προκαλούν σκόπιμες καθυστερήσεις στις προσπάθειες να υποχρεωθεί το Ιράν και η Κορέα σε εγκατάλειψη των πυρηνικών τους προγραμμάτων. Στο ίδιο διάστημα, η Μόσχα άσκησε οικονομικές και διπλωματικές πιέσεις προκειμένου να αποτρέψει τα γειτονικά της κράτη από την ένταξη στο ΝΑΤΟ, καθώς επίσης και από το να επιτρέψουν στα αμερικανικά στρατεύματα να χρησιμοποιήσουν τις βάσεις τους στον πόλεμο κατά των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν. Τον Αύγουστο του 2008, η Ρωσία εισέβαλε στη Γεωργία και απέσπασε δύο ορεινούς θύλακες από την επικράτειά της.

Πιο πρόσφατα, ορισμένοι διέγνωσαν ίχνη ομαλοποίησης στις αμερικανο-ρωσικές σχέσεις. Τον Ιούνιο, ο Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα και ο Ρώσος πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεβ φλυάρησαν μασουλώντας χάμπουργκερ στην Ουάσιγκτον και ανακοίνωσαν ότι η σχέση των δύο χωρών τους μπαίνει σε φάση «επανεκκίνησης». Η Μόσχα υπέγραψε νέα συνθήκη για την αντικατάσταση της εκπνέουσας START (Strategic Arms Reduction Treaty) και υποστήριξε την απόφαση του ΟΗΕ για αυστηρές κυρώσεις κατά του Ιράν.

Αλλά, σε άλλους τομείς το Κρεμλίνο εξακολουθεί να απογοητεύει. Η Ρωσία συμφώνησε μόνο στην επιβολή κυρώσεων κατά του Ιράν, πράγμα που της επέτρεψε να συνεχίσει να πουλά στο Ιράν μονάδες πυρηνικής ενέργειας, αναπτύσσοντας -προφανώς- τον τομέα του αερίου και του πετρελαίου της. Πιο κοντά στη γειτονιά της, η Ρωσία διεξήγαγε στρατιωτικές ασκήσεις προσομοίωσης εισβολής στην Πολωνία και ανέπτυξε στην Αμπχαζία τελευταίας τεχνολογίας αντιαεροπορικούς πυραύλους.
ΤΟ ΡΩΣΙΚΟ ΥΠΕΡΕΓΩ
Προκειμένου να ερμηνεύσουν αυτήν τη συμπεριφορά, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι και σχολιαστές καταφεύγουν συνήθως στην ψυχολογία. Οι Ρώσοι, λένε, ενεργούν έτσι λόγω πληγωμένης υπερηφάνειας. Παρορμητικοί, συναισθηματικά ασταθείς και συχνά παρανοϊκοί, οι Ρώσοι εξαπολύουν επιθέσεις κατά των γειτόνων τους, σε μια προσπάθεια να αμβλύνουν τις πληγές της πρόσφατης ιστορίας και να εξάψουν τη χαμένη αίσθηση μεγαλείου.

Αν και όλοι οι ψυχολόγοι της Ουάσιγκτον αποδίδουν τους χειρισμούς της Ρωσίας στα συμπλέγματα των ηγετών της, εν τούτοις διαφέρουν μεταξύ τους ως προς την ακριβή διάγνωση. Ορισμένοι βλέπουν ως παιδιάστικη αντίδραση τον ρωσικό αρνητισμό απέναντι στην αμερικανική πολιτική. Στη δεκαετία του 1990, όταν οι Ρώσοι αξιωματούχοι εκδήλωναν σφοδρή αντίθεση στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, καθώς επίσης και την οργή τους για τον βομβαρδισμό της Σερβίας, κύκλοι στην Ουάσιγκτον εξέλαβαν τις αντιδράσεις τους ως συμπτώματα υστερίας. Το 1994 ο Ρώσος πρόεδρος Μπορίς Γέλτσιν υπενθύμισε στον Αμερικανό πρόεδρο Μπιλ Κλίντον ότι «το ΝΑΤΟ δημιουργήθηκε την εποχή του Ψυχρού Πολέμου» και προειδοποίησε ότι η διεύρυνσή του προς την Κεντρική Ευρώπη «σπέρνει τον σπόρο της δυσπιστίας». Αργότερα, ένας βοηθός του Λευκού Οίκου έγραψε ότι αυτό το σχόλιο «κλόνισε την εμπιστοσύνη του [Κλίντον] στη συναισθηματική, φυσική και πολιτική σταθερότητα του Γέλτσιν». Στη διάρκεια εκείνης της δεκαετίας, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δαπάνησαν πολύ χρόνο στην προσπάθειά τους να καλμάρουν τα νεύρα των Ρώσων και να πείσουν τους ομολόγους τους ότι οι αμερικανικοί χειρισμοί λειτουργούν στην πράξη υπέρ των ρωσικών συμφερόντων. Μεταξύ τους, κάποιοι από αυτούς τους αξιωματούχους χαρακτήριζαν την προσπάθεια αυτή με το όνομα «χορήγηση της θεραπείας του σπανακιού».

Άλλοι πάλι αποδίδουν τον ρωσικό αρνητισμό σε ένα πληγωμένο εγώ. Ο Αμερικανός Richard Burt, πρώην διαπραγματευτής για τον έλεγχο των εξοπλισμών, υποστήριξε το 2006 ότι η πολιτική μεταρρύθμιση στη Ρωσία δεν είχε πιθανότητες επιτυχίας, λόγω του «αισθήματος ταπείνωσης και ήττας που πηγάζει από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου». Τον Αύγουστο του 2008 ο πόλεμος στη Γεωργία φάνηκε να επιβεβαιώνει αυτήν την υποψία : ένας σχολιαστής του Time απέδωσε τη ρωσική εισβολή σε «ξέσπασμα οργής»των ηγετών της «για τα χαμένα μεγαλεία». Στο Newsweek έγραψαν για την ψυχωσική απαίτηση των Ρώσων «να τους σέβονται».

Άλλη μία συνήθης διάγνωση είναι η παράνοια. Κοιτάζοντας τα πράγματα από αυτήν τη σκοπιά, η Ρωσία δεν έχει βάσιμο λόγο να αισθάνεται ότι απειλείται από την προώθηση του ΝΑΤΟ προς τα σύνορά της, από την εγκατάσταση αντιπυραυλικών συστημάτων στην Ανατολική Ευρώπη ή από την εχθρότητα ορισμένων γειτόνων της. Αντιθέτως, όταν η ρωσική ηγεσία αντιδρά με αρνητισμό απέναντι στην «πολύχρωμη επανάσταση» της Γεωργίας και της Ουκρανίας, ενδίδει σε «παρανοϊκή, επιθετική παρόρμηση», όπως δήλωσε η τότε Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κοντολίζα Ράις. Ή, όπως έγραψε την άνοιξη του 2008, μήνες πριν από τον πόλεμο στη Γεωργία, ο Βούλγαρος πολιτικός αναλυτής Ιβάν Κραστόφ, «για να κατανοήσει κανείς γιατί το Κρεμλίνο αντιδρά όπως αντιδρά, θα πρέπει πρώτα να αναγνωρίσει το πόσο στοιχειωμένο είναι από την αβεβαιότητα και την παράνοια».

Τέλος, η ψυχρή στάση των Ρώσων ηγετών απέναντι στα αμερικανικά σχέδια θεωρείται μερικές φορές απότοκο της «νοοτροπίας του Ψυχρού Πολέμου», ή ανικανότητα απόρριψης παρωχημένων τρόπων σκέψης. Πριν από τη διάσκεψη κορυφής του 2009 στη Μόσχα, ο Ομπάμα διαμαρτυρήθηκε για το γεγονός ότι ο Ρώσος πρωθυπουργός Βλαντιμίρ Πούτιν είναι ακόμη « με το ένα πόδι στον παλιό τρόπο να κάνει δουλειές».