Τα μυστικά της γερμανικής επιτυχίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τα μυστικά της γερμανικής επιτυχίας

Τι μπορεί να διδάξει στις ΗΠΑ η βιομηχανική ατμομηχανή της Ευρώπης

ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΩΝ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΩΝ
Οι γερμανοί πιστώνουν τόσο τον ιδιωτικό όσο και τον δημόσιο τομέα για την επιτυχία της χώρας τους. Η γερμανική κυβέρνηση, ιδιαίτερα υπό την ηγεσία του Γκέρχαρντ Σρέντερ ο οποίος ήταν Καγκελάριος από το 1998 ως το 2005, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Στις αρχές του 2005, ο Σρέντερ πέρασε από το κοινοβούλιο ένα τεράστιο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων το οποίο αποκάλεσε Ατζέντα 2010. Με την πράξη του αυτή δημιούργησε πολιτικό κόστος για την Καγκελαρία. Το κόμμα του υπέστη βαριά ήττα στις ανοιξιάτικες περιφερειακές εκλογές και όταν ο Σρέντερ προχώρησε σε πρόωρες εκλογές το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς, έχασε την εξουσία. Αλλά η Ατζέντα 2010 επιβίωσε και με επιτυχία περιέστειλε το κράτος πρόνοιας, μεταξύ άλλων μειώνοντας τα επιδόματα ανεργίας για να ενθαρρύνει την εργασία, χαλαρώνοντας τις αυστηρές ρυθμιστικές πρακτικές και διαμορφώνοντας μια μεγάλη συμφωνία με τα εργατικά συνδικάτα όπου οι συνδικαλιστές συμφώνησαν να κρατηθούν οι μισθοί σε χαμηλά επίπεδα με αντάλλαγμα την εξασφάλιση των θέσεων εργασίας.
Αυτή η εξασφάλιση της εργασίας έγινε γενικώς εφικτή μέσω ενός σχήματος «περικεκομμένης εργασίας»: Οι εργαζόμενοι δούλευαν λιγότερες ώρες προκειμένου να αποφευχθούν απολύσεις και η κυβέρνηση κάλυπτε μέρος του χαμένου εισοδήματός τους. Περίπου 1,5 εκατομμύρια γερμανοί εντάχθηκαν στο πρόγραμμα όταν αυτό ήταν στο απόγειό του, το Μάιο του 2009, με κόστος για το δημόσιο στα 4,6 δις. ευρώ μόνο για εκείνη τη χρονιά. Σύμφωνα με μια μελέτη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) το 2009, το πρόγραμμα αυτό διέσωσε περίπου 500.000 θέσεις εργασίας στη διάρκεια της πρόσφατης οικονομικής κρίσης.
Τουλάχιστον ίσης σπουδαιότητας ήταν ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα, ιδιαίτερα των αναρίθμητων μικρών και μεσαίων μεταποιητικών επιχειρήσεων που οι γερμανοί ονομάζουν Mittelstand. Αυτές οι επιχειρήσεις συνδυάζουν τα προτερήματα μιας σταθερής οικογενειακής ιδιοκτησίας με την επιδίωξη να κατασκευάζουν εξελιγμένα προϊόντα που οι αναδυόμενες αγορές δεν μπορούν εύκολα να αντιγράψουν. Όπως οι γερμανοί αρέσκονται να λένε «Φτιάχνουμε το πράγμα που πηγαίνει μέσα στο πράγμα που πηγαίνει μέσα στο πράγμα». Παρά το ότι οι οικογενειακές επιχειρήσεις υποκύπτουν σε θετικές και αρνητικές συνέπειες – μπλέκονται σε οικογενειακές διαμάχες και έχουν προβλήματα διαδοχής – η συνολική επιτυχία των εταιρειών αυτών αναγνωρίζεται γενικώς. Οι Mittelstand σήμερα απασχολούν εκατομμύρια εργαζόμενους και φαίνεται ότι έχουν ψηλότερα στις προτεραιότητές τους να μισθοδοτούν γερμανούς από όσο κάνουν οι εισηγμένοι πολυεθνικοί κολοσσοί. Πολλοί γερμανοί πιστεύουν ότι αφού οι Mittelstand ανήκουν σε ιδιώτες εστιάζουν περισσότερο στην μακροπρόθεσμη ανάπτυξη παρά στα βραχυπρόθεσμα κέρδη.
Ένα σημαντικό μέρος της γερμανικής βιομηχανικής επιτυχίας μπορεί να ανιχνευθεί σε δύο μεταποιητικούς τομείς. Ο πρώτος, κυριαρχείται από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (Mittelstand) και περιλαμβάνει τις επιχειρήσεις που κατασκευάζουν τις εξελιγμένες εργαλειομηχανές τις οποίες χρειάζονται οι αναδυόμενες οικονομίες προκειμένου να αναπτύξουν την δική τους μεταποίηση. Αυτό μπορεί να μοιάζει σαν να πουλά κάποιος όπλα στον αντίπαλό του αλλά έχει δουλέψει καλά για τη Γερμανία. Ο δεύτερος τομέας περιλαμβάνει τις εμβληματικές γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες (BMW, Daimler, Porsche, Audi, κ.λπ.). Η αυτοκινητοβιομηχανία, βεβαίως, αποτελεί το κέντρο της γερμανικής οικονομίας, συνθέτοντας περί το 20% του ΑΕΠ της. Ειδικότερα, τα ακριβά και πολυτελή αυτοκίνητα έχουν γίνει ανάρπαστα για τους πλούσιους καταναλωτές στις ταχέως αναπτυσσόμενες νέες αγορές, όπως η Κίνα, η οποία καλύπτει μόνη της το 25% των συνολικών κερδών της BMW.
Κάποιοι προειδοποιούν ότι η γερμανική οικονομία είναι υπερβολικά προσανατολισμένη προς τις εξαγωγές και έτσι γίνεται ευάλωτη στις μεταπτώσεις της διεθνούς οικονομίας. Όμως η επιτυχία της χώρας σας εξαγωγέας δημιούργησε έναν ενάρετο οικονομικό κύκλο που ενίσχυσε την γερμανική οικονομία. Οι αυξημένες εξαγωγές δημιούργησαν αυξημένα κέρδη και περισσότερες θέσεις εργασίας, και αυτές από την πλευρά τους ενίσχυσαν την εγχώρια ζήτηση για καταναλωτικά προϊόντα. Οι εξαγωγές της Γερμανίας τον Φεβρουάριο του 2011 ήταν 21% αυξημένες σε σχέση με ένα χρόνο πριν, και οι εισαγωγές της ήταν 27% περισσότερες.
ΚΑΚΟ ΓΙΑ ΤΗΝ Ε.Ε., ΚΑΛΟ ΓΙΑ ΜΕΝΑ
Παρά το γεγονός ότι ο γερμανικός δημόσιος και ιδιωτικός τομέας αξίζουν τεράστιο έπαινο για τα επιτεύγματά τους, οι αιτίες για τον οικονομικό θρίαμβο της Γερμανίας είναι πιο πολύπλοκες. Δεν έχουν όλες οι πολιτικές της Γερμανίας θετικό αντίκτυπο – ιδιαίτερα η απόφαση να συγκρατηθούν οι μισθοί. Σύμφωνα με μια αναφορά του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας τον Δεκέμβριο του 2010, οι πραγματικές αποδοχές στη χώρα έπεσαν κατά 4,5% στη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας. Με άλλα λόγια παρότι η Γερμανία πουλούσε περισσότερο και εύρισκε καινοτόμους τρόπους για να κρατά απασχολούμενους τους περισσότερους πολίτες της, απέτυχε να προσφέρει στους περισσότερους γερμανούς βελτιωμένη ποιότητα ζωής. Αναπόφευκτα δε, οι μισθοί μπορεί να κρατηθούν χαμηλά για καιρό μόνο όσο αντιστοιχούν σε μια κατά τα άλλα υγιή οικονομία. Έτσι, οι πραγματικές αποδοχές άρχισαν να αυξάνουν – κατά 1,5% το 2010 – οριακά διαβρώνοντας την γερμανική ανταγωνιστικότητα.
Ταυτόχρονα, το πρόγραμμα περικεκομμένης εργασίας επηρέασε δυσμενώς την παραγωγικότητα: Μεταξύ του 2007 και του 2009, το ανά εργαζόμενο ΑΕΠ μειώθηκε κατά 5% στη Γερμανία ενώ αυξήθηκε κατά 2% στις ΗΠΑ. Η προσπάθεια να επιτευχθούν δύο διαφορετικοί στόχοι, από τη μια η μεγιστοποίηση της παραγωγικότητας ή της ανταγωνιστικότητας και από την άλλη η αύξηση της απασχόλησης είναι κάτι που όλες οι ανεπτυγμένες χώρες αντιμετωπίζουν. Κατά κάποιο τρόπο η Γερμανία και οι ΗΠΑ βρίσκονται στα δύο αντίθετα άκρα αυτού του φάσματος. Η Γερμανία μεγιστοποιεί την απασχόληση και το ΑΕΕΠ της υποφέρει. Η ευέλικτη οικονομία των ΗΠΑ τείνει να μεγιστοποιήσει την παραγωγικότητα και σαν αποτέλεσμα έχει μεγαλύτερη ανεργία.