Το τέλος του Μπερλουσκόνι και το μέλλον της Ιταλίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το τέλος του Μπερλουσκόνι και το μέλλον της Ιταλίας

Γιατί η λύση στο δράμα της Ρώμης είναι απλή αλλά και τρομερή
Περίληψη: 

Για σχεδόν δύο δεκαετίες ο πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι ενέπνευσε τους ψηφοφόρους με τον ενθουσιασμό του, αλλά δεν εισήγαγε καμία μεταρρύθμιση στην Ιταλία. Τώρα ο πιθανός διάδοχός του και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα καθορίζουν μια σειρά από μεταρρυθμίσεις, αλλά δεν δείχνουν τον απαιτούμενο ενθουσιασμό για να τις καθιερώσουν.

Ο GIANNI RIOTTA είναι αρθρογράφος στην La Stampa και διδάσκει new media στο Πανεπιστήμιο Princeton. Το πιο πρόσφατο βιβλίο του είναι το The Things I Learned (Le Cose Che Ho Imparato, Τα πράγματα που έμαθα).

Καθώς ο ιταλός πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι κατευθύνεται προς την έξοδο, η ιστορία συνεχίζεται. Τη Δευτέρα, ο κεντροδεξιός συνασπισμός του, ο οποίος έχει κυριαρχήσει στην ιταλική πολιτική σκηνή για σχεδόν 20 χρόνια, θα είναι ένα πράγμα του παρελθόντος, και η Ιταλία θα γλιτώσει από την οργή της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους. Η αντιπολίτευση πιστεύει ότι είναι καιρός να ανοίξει ένα Prosecco (σ.σ.: λευκός αφρώδης οίνος που μοιάζει με σαμπάνια).

Αλλά δεν πρόκειται. Η Ιταλία βρίσκεται μακριά ακόμη από την επίλυση των προβλημάτων της.

Ο Μπερλουσκόνι περπάτησε αρχικά στις υπέροχες αίθουσες του Palazzo Chigi –η ανακτορική κατοικία του πρωθυπουργού - το 1994, όταν ήταν ένας μεγιστάνας των μέσων ενημέρωσης, επιχειρηματίας του ποδοσφαίρου, ένας bon vivant, ένας δισεκατομμυριούχος και, ξαφνικά, ο ιδρυτής ενός πολιτικού κόμματος, του Forza Italia. Οι πιο εκλεπτυσμένοι αναλυτές απέρριψαν το νέο κόμμα, αλλά εδώ και δύο δεκαετίες το Forza Italia έχει «κλειδώσει» την υποστήριξη τουλάχιστον του ενός τρίτου του ιταλικού εκλογικού σώματος. Κέρδισε τρεις εθνικές εκλογές. Και όλα αυτά τα χρόνια, ο Μπερλουσκόνι παρέταξε δεκάδες χιλιάδες πολιτικά στελέχη για να διοικήσει τις μεγάλες περιφέρειες και τις πόλεις της χώρας, από τη Λομβαρδία ως τη Σικελία και από το Μιλάνο ως τη Ρώμη.

Οι ψηφοφόροι είχαν γοητευτεί από την αντικομφορμιστική «πολεμική κραυγή» του Μπερλουσκόνι: «Είμαι ένας αυτοδημιούργητος άνθρωπος και όχι ένας πολιτικός!». Αγάπησαν την αχαλίνωτη αισιοδοξία του, το λαϊκίστικο ύφος του. Ωστόσο, αν και ο πρωθυπουργός καταφερόταν εναντίον του status quo στις ομιλίες του, απέτυχε να μεταρρυθμίσει τη δύσκαμπτη οικονομία της Ιταλίας. Ποτέ δεν άγγιξε τους προνομιούχους – άτομα που φοροδιέφευγαν που διέπραξαν απάτη, κοσμικοί επιχειρηματίες που απέρριπταν την καινοτομία, μια ολόκληρη τάξη εκπροσώπων ομάδων συμφερόντων προσκολλημένους σε σκιώδεις συμφωνίες - ή τον τρόπο που κατανέμεται το δημόσιο χρήμα και η δημόσια περιουσία δίνοντας ελάχιστη προσοχή στην αξία και την παραγωγικότητα, αλλά αντ΄ αυτού προχώρησε σύμφωνα με το παλιό δίκτυο της οικογένειας και των φίλων του. Συγκρούστηκε συχνά με ισχυρές συνδικαλιστικές οργανώσεις της χώρας, αλλά ποτέ δεν κατάφερε να ενεργοποιήσει υποτονική αγορά εργασίας της Ιταλίας.

Ο τρόπος ζωής του Μπερλουσκόνι ήταν επιπόλαιος και υπερβολικός. Οι αριστερές εφημερίδες τακτικά οίκτιραν τον ίδιο και σεξουαλικά πάρτι του. (Πράγματι, έτσι έμαθε ο κόσμος την έννοια του bunga bunga). Υπήρχαν οι θηλυκοί ακόλουθοί του, οι πόρνες, οι λαμπεροί μεταλλικοί στύλοι για σεξουαλικούς χορούς στις βίλες του. Τα σκάνδαλα ποτέ δεν εντυπωσίασαν τους υποστηρικτές του, αλλά ούτε και τον έβλαψαν ποτέ. Σε τελευταία ανάλυση, ο Μπερλουσκόνι και ο πιστός σύμμαχος του, η Λίγκα του Βορρά του Umberto Bossi, απολαμβάνουν την υποστήριξη του 35% των ψηφοφόρων στις δημοσκοπήσεις – ποσοστό καθόλου άσχημο μετά από μια 20ετή παρουσία. Ακόμη και η Καθολική Εκκλησία, ενώ αποδοκιμάζει τον Μπερλουσκόνι για τις αμαρτίες του, ποτέ δεν έκοψε τους δεσμούς με το συνασπισμό του. Αξιοπρεπείς Καθολικοί ηγέτες παρέμειναν στην υπηρεσία της κεντροδεξιάς κυβέρνησης μέχρι το τέλος.

Αυτό που καταδίκασε τον Μπερλουσκόνι δεν ήταν το εξώφυλλο του Economist που τον κατέδειξε ως "ακατάλληλο" να κυβερνά την Ιταλία. Δεν ήταν οι γκάφες του ή οι κραυγές του προς τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, η αναστάτωση της βασίλισσας της Αγγλίας, τα πάρτι με τον Λίβυο ηγέτη Μουαμάρ αλ-Καντάφι και τον πρωθυπουργό της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν, ούτε το κρυφτούλι με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ.

Όχι, όταν η ιστορία αξιολογήσει το μακάβριο έπος του Μπερλουσκόνι, το bunga bunga δεν θα είναι τίποτα περισσότερο από μια ζουμερή υποσημείωση. Στο κάτω – κάτω, ο αρχαίος ρωμαίος ιστορικός Σουητώνιος (Gaius Suetonius Tranquillus) εμπλουτίζει τις βιογραφίες του Ιούλιου Καίσαρα με την βρώμικη πλευρά του σεξ στην αιώνια πόλη, αλλά στη συνέχεια, όπως και τώρα, η οικονομία υπερφαλαγγίζει τα όργια. Ο Μπερλουσκόνι καυχιόταν ότι είναι ένας άνθρωπος της αγοράς, αλλά ήταν η αγορά που καταβρόχθισε το κόμμα του, τον συνασπισμό του και την πρωθυπουργία του.

Τα οικονομικά σφάλματα του Μπερλουσκόνι ήταν παροιμιώδη. Απέτυχε να επενδύσει σε σχολεία, στα πανεπιστήμια ή την έρευνα, γεγονός που περιέκοψε την παραγωγικότητα με την πάροδο του χρόνου. Παραγνώρισε τον τομέα της τεχνολογίας. Ποτέ δεν προώθησε μια δίκαιη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος. Υποσχέθηκε περισσότερο από 1 δισ. δολάρια για την αναβάθμιση των ευρυζωνικών συνδέσεων, αλλά ποτέ δεν κατεύθυνε στο έργο αυτό ούτε ένα σεντ. Αντ 'αυτού, η Ιταλία σπατάλησε 20 χρόνια για τη δημιουργία ενός εθνικού χρέους ύψους 2,6 τρισεκατομμυρίων δολαρίων και τίποτα άλλο. Για σχεδόν ολόκληρη την τελευταία δεκαετία, η ιταλική οικονομία δεν αναπτύχθηκε ταχύτερα από 1% ετησίως. Με αυτό τον αργόσυρτο ρυθμό, θα χρειαστεί περισσότερο από μία δεκαετία για να ανακτήσει απλώς τις απώλειες από την οικονομική κρίση του 2008. Γι 'αυτό, η χώρα χρειάζεται μεγαλύτερη γεννητικότητα, μια ανθούσα οικονομία, περισσότερη καινοτομία, περισσότερες υποδομές, μεγαλύτερη παραγωγικότητα, περισσότερους πτυχιούχους και περισσότερες γυναίκες στους χώρους εργασίας και στα στελεχιακά γραφεία. Η πρόκληση που βρίσκεται μπροστά στην Ιταλία είναι μεγάλη.