Οι ευθύνες της Γερμανίας για την κρίση του ευρώ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι ευθύνες της Γερμανίας για την κρίση του ευρώ

Ο ρόλος του ηγέτη και η συμπεριφορά του εγωιστή
Περίληψη: 

Ούσα η μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, ήταν δουλειά της Γερμανίας να σταθεροποιήσει το σύστημα όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα σημάδια οικονομικής δυσπραγίας. Αντ' αυτού, η Γερμανία έκανε το ακριβώς αντίθετο. Το ερώτημα εάν θα επιβιώσει το ευρώ, θα εξαρτηθεί από το εάν το Βερολίνο σκοπεύει να αναλάβει τελικά το ρόλο της ως ηγέτη.

Ο MATTHIAS MATTHIJS είναι βοηθός Καθηγητή στη Διπλωματική Σχολή του American University και λέκτορας στη σχολή Johns Hopkins of Advanced International Studies.
Ο MARK BLYTH είναι Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Brown.

«Ποτέ άλλοτε δεν βρέθηκε ένα πλοίο που βυθίζεται με καπετάνιο και πλήρωμα πιο ανίδεους για τους λόγους της συμφοράς ή πιο ανίκανους για να κάνουν οτιδήποτε σχετικά με αυτό». Αυτή ήταν η δριμεία κριτική του Eric Hobsbawm [1] αναφορικά με τις πολιτικές με τις οποίες αντέδρασε η τότε ελίτ στη Μεγάλη Ύφεση. Καθώς εκείνοι οι ηγέτες κατέληξαν στην χρήση παρωχημένων τρόπων αντίδρασης όπως η εξισορρόπηση των προϋπολογισμών, η μείωση των δασμών και η επαναφορά του κανόνα του χρυσού, απλώς επιδείνωσαν την κρίση. Η ίδια κριτική θα μπορεί σύντομα να διατυπωθεί για τη Γερμανία και για το ρόλο που διαδραματίζει στο εν εξελίξει ευρωπαϊκό δράμα για τα κρατικά χρέη.

Αφού πρώτα ολόκληρος ο πλανήτης παρακολούθησε τις οικονομίες της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας να καταβαραθρώνονται, τα βλέμματα τώρα είναι στραμμένα στην Ιταλία, την όγδοη μεγαλύτερη εθνική οικονομία στον κόσμο και τρίτη μεγαλύτερη στην αγορά ομολόγων. Η διάγνωση είναι, δυστυχώς, ευανάγνωστη: Η Ευρώπη πρέπει να αποπληθωριστεί για να γυρίσει στην ανάπτυξη με το να επιμείνει σ’ έναν κανόνα όπως εκείνος του χρυσού: ένα σκληρό γερμανοκρατούμενο ευρώ. Εν τω μεταξύ, οι Έλληνες, βρισκόμενοι υπό τεράστια διεθνή πίεση, αντικατέστησαν τον σοσιαλιστή πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου με τον Λουκά Παπαδήμο, πρώην αξιωματούχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ενώ οι Ιταλοί τοποθέτησαν στη θέση του Σίλβιο Μπερλουσκόνι τον οικονομολόγο και πρώην Ευρωπαίο Επίτροπο, Mario Monti, ή αλλιώς «Super Mario». Ωστόσο, και παρά το πραξικόπημα της ΕΕ, η απόδοση των δεκαετών ιταλικών ομολόγων ξεπέρασε το 7% μέσα σε μόλις είκοσι τέσσερις ώρες μετά την ανάληψη καθηκόντων από τον Monti.

Αποτελεί κάτι περισσότερο από ειρωνεία το γεγονός ότι οι δύο αυτοί θεμελιώδεις πολιτισμοί της Δύσης – ο ελληνικός και οι ρωμαϊκός - που ήταν μεταξύ των πρώτων που πειραματίστηκαν με τη δημοκρατία, τώρα πρέπει να αφήσουν τις οικονομικές υποθέσεις τους σε μη εκλεγμένους «ευρωοκράτες». Σε όλη αυτή την ιστορία, υπάρχει ένα άρωμα της δεκαετίας του 1930, καθώς αδύναμοι δημοκράτες παραγκωνίζονται για να παραχωρήσουν τις θέσεις τους σε ισχυρούς ηγέτες που δρουν κατ 'εντολή των διεθνών δανειστών. Όπως σημείωσε ο Hobsbawm, τη τελευταία φορά αυτή η εξέλιξη δεν είχε αίσιο τέλος.

Αυτό που πρέπει να αναρωτηθούμε είναι πώς έχει οδηγηθεί η Ευρώπη σε αυτό το σημείο. Από την αρχή της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, οι αναλυτές έχουν προσφέρει πολλαπλές εξηγήσεις. Οι αμερικανοί οικονομολόγοι την αποκαλούν «κρίση σχεδιασμού», υποστηρίζοντας ότι η Ευρώπη έβλεπε τι ερχόταν. Τα δημοσιονομικά γεράκια που παρατηρούν όλο τον κόσμο, προτιμούν την εξήγηση του προϋπολογισμού, δίνοντας έμφαση στις κρυφές δημόσιες δαπάνες, το τεράστιο κράτος και το γενναιόδωρο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ελλάδας. Στη συνέχεια, γενικεύουν αυτά τα προβλήματα σε όλη την Ευρώπη (μη δίνοντας σημασία στο ότι το χρέος του δημόσιου τομέα καθώς και οι δημόσιες δαπάνες της Ιταλίας είναι σχετικά χαμηλές σε σύγκριση με τις περισσότερες άλλες αναπτυγμένες χώρες). Από την πλευρά τους, οι ελίτ στη Γερμανία κατηγορούν το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας και τους "πολύ υψηλούς" πραγματικούς μισθούς στις χώρες της Μεσογείου. Άλλοι υποδεικνύουν ως υπεύθυνες τις ενδο-ευρωπαϊκές μακροοικονομικές ανισορροπίες. Πιθανόν να υπάρχει μία κοινή συνισταμένη σε όλες αυτές τις εξηγήσεις. Αλλά το βάθος και η διάρκεια αυτής της κρίσης κάνουν επιτακτική μία πιο πολύπλοκη, συστημική και ιστορική καταγραφή. Άλλωστε, όταν εξηγείς τους λόγους κατάρρευσης μιας γέφυρας, δεν έχει νόημα να κατηγορείς το τελευταίο όχημα που την διέσχισε.

Η πολυπλοκότητα, ωστόσο, των αιτιών της κρίσης έχει μία κοινή ρίζα: την αποτυχία της Γερμανίας να ενεργήσει υπεύθυνα ως ηγεμόνας της Ευρώπης. Δεν πρόκειται ασφαλώς για καμιά υποχρέωση της Γερμανίας να ανατρέπει δημοκρατίες και να επιβάλει τον αποπληθωρισμό, όπως έχει προσπαθήσει να κάνει με την εγκατάσταση Παπαδήμου στην Ελλάδα και Monti στην Ιταλία. Αντιθέτως, θα πρέπει να σταθεροποιήσει την ευρωζώνη, παρέχοντας ένα φάσμα δημόσιων αγαθών που τα ξεχωριστά θεσμικά όργανα και οι πολιτικές της περιοχής έχουν αποτύχει να εγκαθιδρύσουν. Για την επίλυση της ευρωπαϊκής κρίσης και την αποφυγή των λαθών που έγιναν στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και εκείνης του 1930, αυτοί που κυβερνούν στο Βερολίνο και τις Βρυξέλλες θα πρέπει να αφήσουν στην άκρη τις ιδέες του Andrew Mellon [2] και να διαβάσουν λίγο Charles Kindleberger [3].

Στο βιβλίο του «Ο Κόσμος σε Ύφεση: 1929-1939» (The World in Depression: 1929-1939), ο Kindleberger υποστήριξε ότι «το 1929 η ύφεση ήταν τόσο μεγάλη, τόσο βαθιά και τόσο μακρά σε διάρκεια επειδή το διεθνές οικονομικό σύστημα κατέστη ασταθές από την ανικανότητα των Βρετανών και την απροθυμία των ΗΠΑ να αναλάβουν την ευθύνη για τη σταθεροποίηση του». Πράγματι, η κριτική του Kindleberger για το ρόλο που έπαιξαν οι Ηνωμένες Πολιτείες στην κρίση εκείνης της εποχής θα μπορούσε κάλλιστα να έχει γραφτεί για τη σημερινή Γερμανία: «Το Παγκόσμιο Οικονομικό συνέδριο του 1933 δεν είχε έλλειψη από ιδέες... [αλλά] η μόνη χώρα που ήταν ικανή να ηγηθεί ήταν σαστισμένη λόγω εσωτερικών ανησυχιών και στάθηκε στην άκρη.»

Για να εξασφαλιστεί η αντοχή οποιουδήποτε διεθνούς οικονομικού συστήματος, ο Kindleberger εξήγησε ότι ένας σταθεροποιητής - μόνο ένας σταθεροποιητής – χρειάζεται για να παρέχει πέντε δημόσια αγαθά: μία αγορά για αγαθά σε κίνδυνο (αγαθά που δεν μπορούν να βρουν αγοραστή), αντι-κυκλικό μακροπρόθεσμο δανεισμό, σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες, συντονισμό της μακροοικονομικής πολιτικής και πραγματικό δανεισμό εσχάτης καταφυγής στη διάρκεια οικονομικών κρίσεων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν παρείχαν αυτά τα αγαθά στη δεκαετία του 1930. Η Γερμανία σήμερα αποτυγχάνει και στα πέντε στοιχεία που αναφέραμε παραπάνω.