Αντεπανάσταση στο Κίεβο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αντεπανάσταση στο Κίεβο

Οι Ελπίδες Σβήνουν για την Ουκρανία

Στις αρχές του μήνα Νοεεμβρίου, ο Alexander J. Motyl έγραψε από το Κίεβο σχετικά με το επερχόμενο δοκίμιο που εκπόνησε με τον Rajan Menon για το τεύχος Δεκεμβρίου – Ιανουαρίου του Foreign Affairs:
-------------
Όταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου που δίκαζε την πρώην πρωθυπουργό της Ουκρανίας Γιούλια Τιμοσένκο για κατάχρηση εξουσίας μουρμούριζε την απόφαση –επτά χρόνια φυλάκιση, τρία χρόνια στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων και ένα βαρύ πρόστιμο – η Τιμοσένκο γύρισε προς το ακροατήριο και τις τηλεοπτικές κάμερες και ανακοίνωσε ότι πρόκειται να συνεχίσει τον αγώνα και κάλεσε τους ουκρανούς να κάνουν το ίδιο.
Απέξω, αρκετές χιλιάδες υποστηρικτές της Τιμοσένκο χλεύασαν την απόφαση, ενώ μερικές εκατοντάδες επικριτές της από το φιλοκυβερνητικό Κόμμα των Περιφερειών ζητωκραύγαζε. Η ρητορική που χρησιμοποιήθηκε από τους υποστηρικτές της πρώην πρωθυπουργού ήταν αδιάλλακτη: Αποκάλεσαν την κυβέρνηση του ουκρανού προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς φασιστική και ονόμασαν τον ίδιο και τους συμμάχους του «κακοποιούς». Παράλληλα, ο πρόεδρος του δικαστηρίου παρομοιάστηκε με τον διαβόητο αρχηγό των μυστικών υπηρεσιών του Στάλιν, Λαβρέντι Μπέρια.

Σε αντιδιαστολή, οι επικριτές της Τιμοσένκο στριφογύριζαν στον περιφραγμένο χώρο που είχαν καταλάβει κυματίζοντας ασπρόμαυρες σημαίες χωρίς πολύ ενθουσιασμό. Το ίδιο εντυπωσιακή ήταν και η σύνθεση των δύο ομάδων: Της Τιμοσένκο αποτελείτο από άνδρες και γυναίκες, νέους και ηλικιωμένους και αντιπροσώπους από όλες τις περιφέρειες της χώρας. Στο στρατόπεδο του Κόμματος των Περιφερειών, όμως, έβλεπε κανείς κυρίως νεαρούς άνδρες, προφανώς στρατολογημένους από το Κίεβο.

Παρότι ήταν απολύτως αναμενόμενη, η απόφαση του δικαστηρίου αποτέλεσε ένα σοκ, στο μέτρο που υπήρχαν σημάδια ότι η κυβέρνηση του Γιανουκόβιτς φάνηκε επιτέλους να καταλαβαίνει τις τελευταίες εβδομάδες ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν πράγματι πολύ σοβαρή σχετικά με την εφαρμογή των νόμων και ότι οι ελπίδες του Κιέβου για την υπογραφή μιας φιλόδοξης συμφωνίας σύνδεσης με την Ε.Ε. θα μπορούσαν να τεθούν σε κίνδυνο από μια καταδικαστική απόφαση.

Η υπόθεση εργασίας ανάμεσα στους ειδήμονες και τους σχολιαστές στο Κίεβο είναι ότι η κυβέρνηση Γιανουκόβιτς θα αναζητήσει κάποιο μηχανισμό προκειμένου να διασώσει το πρόσωπό της και να βγει από το αδιέξοδο στο οποίο από μόνο της εγκλωβίστηκε. Μια αμνήστευση δεν πρόκειται να είναι αποτελεσματική καθώς η Τιμοσένκο αρνείται να δεχτεί οποιοδήποτε μέτρο παραπέμπει σε ενοχή της. Μια άλλη πιθανότητα, την οποία υπαινίχθηκε ο ίδιος ο Γιανουκόβιτς, είναι ότι το κοινοβούλιο της Ουκρανίας θα μπορούσε ταχύτατα να ψηφίσει ένα νόμο που θα αποποινικοποιεί τα «εγκλήματα» της Τιμοσένκο με έναν τρόπο ex post facto (σ.σ.: μεταγενέστερο). Μια άλλη λύση είναι η ανατροπή της καταδικαστικής απόφασης από ένα άλλο, ανώτερο δικαστήριο.

Όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα, η κυβέρνηση Γιανουκόβιτς θα υποφέρει από αυτό το σοβαρό χτύπημα στη νομιμοποίησή της, τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς. Στην καλύτερη περίπτωση, θα οπισθοχωρήσει και έτσι θα φανεί ανίκανη και όχι αποφασιστική. Αρκετές από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ που υποστηρίζουν τον Γιανουκόβιτς ή εργάζονται στην κυβέρνησή του πιστεύουν ήδη ότι η δίκη ήταν ένα σοβαρό λάθος το οποίο υπονόμευσε την προσπάθειά τους να βελτιώσουν την εικόνα τους και να προωθήσουν τα επιχειρηματικά τους συμφέροντα στη Δύση. Ο συρρικνούμενος αριθμός των υποστηρικτών της κυβέρνησης επίσης θα αναρωτιέται αν η αμείωτη ικανότητα της διοίκησης Γιανουκόβιτς να κάνει σοβαρά λάθη και να επιδίδεται σε πισωγυρίσματα υποδεικνύει απλώς ότι δεν ξέρει τι της γίνεται. Και οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι, οι οποίοι είναι ήδη σκεπτικοί σχετικά με την δέσμευση του Γιανουκόβιτς στις δημοκρατικές αξίες, θα αναρωτιούνται αν μπορούν να εμπιστευτούν έναν άνθρωπο ο οποίος πιστεύει πως θα ξεπεράσει εύκολα μια δίκη-οπερέτα ενώ προσπαθεί να φέρει τη χώρα του πιο κοντά στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Εν τούτοις η Ε.Ε. έχει να πάρει κάποιες αποφάσεις: Είτε θα «παγώσει» τη συμφωνία σύνδεσης, πιθανώς πλήττοντας έτσι όλους τους ουκρανούς ενώ ταυτόχρονα θα βάζει τον Γιανουκόβιτς στη γωνία, είτε θα συνεχίσει να ενθαρρύνει την ενσωμάτωση της Ουκρανίας στη Δύση έτσι ώστε να διαμορφώσει την μακροπρόθεσμη πορεία της.

Όσο για την Τιμοσένκο, στη χειρότερη περίπτωση θα γίνει ακόμα πιο δημοφιλής και, είτε ελεύθερη είτε φυλακισμένη, θα παραμείνει ένα σύμβολο αντίστασης απέναντι σε ένα σκληρό και άδικο καθεστώς. Η ειρωνεία είναι ότι ο Γιανουκόβιτς ήλπιζε ότι θα εξουδετέρωνε την απειλή από την Τιμοσένκο με την δίκη. Αντί για αυτό το μόνο που κατάφερε είναι να προσφέρει στην αντιπολίτευση μια αιτία δόξας και ένα σημείο συσπείρωσης. Το πιο σημαντικό ίσως είναι ότι, κρίνοντας από την εικόνα των χιλιάδων που συγκεντρώθηκαν μπροστά από το δικαστήριο, ο Γιανουκόβιτς έχει αποξενωθεί τελείως από ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού. Οι άνθρωποι που αποκαλούσαν αυτόν και την κυβέρνησή του φασίστες δεν πρόκειται να συμφιλιωθούν με την εξουσία του. Το ίδιο και όσοι έχουν οικονομικά παράπονα, όπως ένας κάτοικος της περιοχής Donbas, που με πλησίασε έξω από το δικαστήριο και κατήγγειλε τον Γιανουκόβιτς ότι κατέστρεψε την ιδιαίτερη πατρίδα του, την πόλη Konstantinovka, όταν υπηρετούσε ως κυβερνήτης της επαρχίας Donetsk, από το 1997 ως το 2002.

Η Τιμοσένκο μπορεί να καταδικάστηκε σε φυλάκιση αλλά είναι ο Γιανουκόβιτς που έχει σοβαρό πρόβλημα. Δυστυχώς, χάρη στην ανικανότητα και τη σκληρότητα της κυβέρνησής του, το ίδιο ισχύει και για την Ουκρανία.

***

Η Ουκρανία, που δεν είναι άμαθη από κρίσεις, βρίσκεται πάλι σε αναταραχή. Ο πρόεδρος Βίκτορ Γιανουκόβιτς απέτυχε να πραγματοποιήσει οποιαδήποτε από τις προεκλογικές του υποσχέσεις - οικονομική μεταρρύθμιση, μεγαλύτερη ευημερία και πάταξη της διαφθοράς – αντίθετα έφερε τη δημοκρατία σε χειρότερη κατάσταση όπως και το κράτος δικαίου, ενώ μεγέθυνε την πολιτική, περιφερειακή και γλωσσική διαίρεση της χώρας. Πέτυχε μόνο στο να στρέψει την Ουκρανία εναντίον του εαυτού του και της κυβέρνησής του. Σύμπτωμα της ανικανότητας και της κακοδιοίκησης της κυβέρνησής του είναι και η δίκη για «κατάχρηση εξουσίας» της πρώην πρωθυπουργού Γιούλια Τιμοσένκο, της φλογερής δημοκρατικής πολιτικού που παραλίγο να τον νικήσει στις προεδρικές εκλογές του 2010 και η οποία παραμένει η βασική πολιτική του αντίπαλος. Οι κατηγορίες εναντίον της είναι παράλογες και η δίκη χαλύβδωσε την αντιπολίτευση. Επίσης, απαξίωσε την Ουκρανία ακριβώς την ώρα που προσπαθούσε να κινηθεί προς την Δύση με την υπογραφή μιας συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η κυβέρνηση Γιανουκόβιτς σπατάλησε την ευκαιρία να ανοικοδομήσει μια χώρα που έχασε τον δρόμο της τα τελευταία χρόνια της διακυβέρνησης του πρώην προέδρου Βίκτορ Γιούσενκο, ο οποίος είχε εκλεγεί μετά την Πορτοκαλί Επανάσταση του 2004 και ηγήθηκε ενός συνασπισμού δυνάμεων μαζί με την Τιμοσένκο. Η κυβέρνηση Γιανουκόβιτς ενεπλάκη επίσης σε πολλές αδιέξοδες καταστάσεις από τις οποίες δεν ήταν εύκολο να ξεμπλέξει. Παρότι η συζήτηση που εξαπλώνεται στην Ουκρανία περί της πτώσης της κυβέρνησης είναι μάλλον πρόωρη, ο Γιανουκόβιτς και το κυβερνητικό Κόμμα των Περιφερειών έχουν σίγουρα χάσει την υποστήριξη και την εμπιστοσύνη των περισσότερων ουκρανών, οι οποίοι χρεώνουν στην κυβέρνηση την ευθύνη για την φτώχεια και την αποξένωσή τους. Η ανικανότητα του Γιανουκόβιτς να κυβερνήσει αποτελεσματικά δημιουργεί το ρίσκο της απομόνωσης της Ουκρανίας και από τη Δύση όσο και από τη Ρωσία, επιδεινώνοντας την αυξανόμενη αποξένωσή του στο εσωτερικό με την απομόνωσή του και στο εξωτερικό.

Εκτός από την περίπτωση που ο Γιανουκόβιτς αντιστρέψει την πορεία του, συνεργαστεί με την δημοκρατική αντιπολίτευση και παράλληλα προχωρήσει σε δραματικές πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις που θα είναι σκληρές τόσο για το κόμμα του όσο και για τον λαό του, η κρίση στην Ουκρανία θα βαθύνει και η χώρα θα γίνεται με αυξανόμενο ρυθμό αυταρχική, πιο φτωχή, πολωμένη και ασταθής. Ένα τέτοιο σενάριο ανησυχεί τη Δύση, καθώς η Ουκρανία είναι μια χώρα με 46 εκατομμύρια ανθρώπους, και βρίσκεται σε μια στρατηγικά σημαντική περιοχή μεταξύ της Ε.Ε. και της Ρωσίας. Η αστάθεια της Ουκρανίας θα μπορούσε να υπονομεύσει την ομαλοποίηση των σχέσεων μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας, να απειλήσει τις συνεχιζόμενες προσπάθειες της Ευρώπης για οικονομική σταθεροποίηση και να ενθαρρύνει τη Μόσχα να σκεφθεί μια κάποια μορφή παρέμβασης, η οποία πρόκειται, σχεδόν αναπόφευκτα, να αποσταθεροποιήσει την ίδια τη Ρωσία – όλα τα παραπάνω κάνουν τους ανθρώπους που χαράσσουν πολιτική στην Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες αυξανόμενα νευρικούς.

ΟΙ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΙ

Από την εκλογή του Γιανουκόβιτς στις αρχές του 2010, η κυβέρνησή του αποστασιοποιήθηκε από τις αξίες της προκατόχου «πορτοκαλί» κυβέρνησης, αυτής του Γιούσενκο. Κατ’ αρχήν ο Γιανουκόβιτς αντικατέστησε την μετρίως φιλοδυτική εξωτερική πολιτική με έναν αποφασιστικά φιλορωσικό προσανατολισμό. Αυτό εκδηλώθηκε ξεκάθαρα με τις συμφωνίες του Χαρκίβ (Kharkiv) τον Απρίλιο του 2010, με τις οποίες επεκτάθηκαν τα δικαιώματα των ρώσων στη ναυτική βάση της Κριμαίας στη Μαύρη Θάλασσα για άλλα 25 χρόνια, με αντάλλαγμα υποτιθέμενες μειώσεις στην τιμή του ρωσικού φυσικού αερίου αλλά και μιας πιστωτικής γραμμής δύο δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ακόμα και ουκρανοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι παραδέχθηκαν σε ιδιωτικές συζητήσεις ότι αυτή ήταν μια κακή συμφωνία: Η Ουκρανία εξακολουθεί να πληρώνει εξαιρετικά υψηλές τιμές για το φυσικό αέριο και απέτυχε να διαπραγματευθεί ένα επαρκές ενοίκιο για τη ναυτική βάση, ενώ η Ρωσία πέτυχε να τοποθετηθεί μακροπρόθεσμα στην εξαιρετικά φιλορωσική Κριμαϊκή χερσόνησο. Ακολούθως, ο Γιανουκόβιτς αχρήστευσε τις δημοκρατικές προσδοκίες του Γιούσενκο και έκανε μια ακλόνητη στροφή προς τον αυταρχισμό: μετέτρεψε το ουκρανικό κοινοβούλιο σε ένα θεσμό-σφραγίδα ο οποίος ελέγχεται από το Κόμμα των Επαρχιών, εξάρτησε τα δικαστήρια στην εξουσία του και συγκέντρωσε στα χέρια του τεράστια δύναμη. Αυτή η στροφή προς τον αυταρχισμό κωδικοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2010 όταν το κοινοβούλιο ενέκρινε ένα Σύνταγμα που κατοχύρωνε την προεδρική κυριαρχία. Τελικώς, ο Γιανουκόβιτς αντέστρεψε τις φιλο-ουκρανικές πολιτιστικές πρωτοβουλίες του Γιούσενκο με το να τοποθετήσει τον αντι-ουκρανό Ντμίτρο Τάμπατσνικ (Dmytro Tabachnyk) στη θέση του υπουργού Παιδείας και Επιστημών και επιτρέποντάς του να πάρει πίσω μια σειρά από προγράμματα υπό κρατική χρηματοδότηση που στόχευαν στο να προωθήσουν την ουκρανική γλώσσα και κουλτούρα.

Όλα αυτά μαζί τα στοιχεία του συστήματος Γιανουκόβιτς προκάλεσαν αμέσως την μήνιν σε μεγάλα τμήματα του ουκρανικού πληθυσμού, ιδίως στους υπέρμαχους της δημοκρατίας, ουκρανόφωνους που ζουν στην κεντρική και Δυτική Ουκρανία. Αυτές οι ίδιες εκλογικές περιφέρειες άσκησαν κριτική στον Γιανουκόβιτς για την αποτυχία του να ενώσει τη χώρα και να διορθώσει τα πολλά λάθη του Γιούσενκο, από το να μην θεσμοθετήσει την οικονομική μεταρρύθμιση ως το να παραμελήσει να αντιμετωπίσει την εγγενή διαφθορά και την διοικητική ανικανότητα. Όντως, το πλέον εντυπωσιακό επίτευγμα του Γιανούκοβιτς είναι ότι ένωσε το μεγαλύτερο μέρος της χώρας εναντίον του.

Οι πολιτικές του Γιανουκόβιτς δεν αποτελούν έκπληξη δεδομένης της προέλευσής του και της πολιτικής του βάσης. Προέρχεται από ένα σοβιετοποιημένο, εργατικό περιβάλλον στην βιομηχανική καρδιά της Ουκρανίας, το Ντόνμπας, όπου το γρονθοκόπημα και η υποταγή στην εξουσία αξιολογούνται περισσότερο από την ορθολογική συζήτηση και την δημοκρατική διαβούλευση. Οι υποστηρικτές του είναι κατά συντριπτική πλειοψηφία βασισμένοι σε περιοχές φιλο-ρωσικές και ρωσόφωνες, στα ανατολικά και στο νότο της χώρας. Το Κόμμα των Περιφερειών είναι μια συλλογή από πρώην σοβιετικούς υπαλλήλους που συγκέντρωσαν πλούτο μέσω της διαφθοράς, έχουν μια ανεπαρκή κατανόηση της δημοκρατίας και ακόμη λιγότερη εκτίμηση στην ουκρανική ταυτότητα.

Αυτά τα μειονεκτήματα επιδεινώθηκαν από δύο επιπλέον αδυναμίες της κυβέρνησης Γιανουκόβιτς. Πρώτον, ο Γιανουκόβιτς και οι υπουργοί του –οι περισσότεροι εκ των οποίων επίσης ορμώνται από το Ντόνμπας – ήταν προηγουμένων επαρχιακοί άρχοντες κι έτσι έχουν μικρή εμπειρία κρατικής διοίκησης. Η στενότητα της αντίληψής τους, η έλλειψη εμπειρίας και η σοβιετικού τύπου υπεροψία δημιούργησαν ένα αντιεπαγγελματικό και αναποτελεσματικό στυλ διοίκησης το οποίο τελικώς απειλεί την ίδια τους την εξουσία. Ένα παράδειγμα είναι η μπερδεμένη εφαρμογή του καινούργιου και ελαττωματικού φορολογικού κώδικα. Το 2010, οι αναμορφωτές μέσα στην κυβέρνηση Γιανουκόβιτς ξόδεψαν μήνες δουλεύοντας σε έναν φορολογικό κώδικα που δεν άρεσε σε κανέναν, ούτε καν στο κυριαρχούμενο από τον Γιανουκόβιτς κοινοβούλιο. Από εκείνο το καλοκαίρι, αυξάνονται σε όλη τη χώρα οι διαδηλώσεις που οργανώνουν οι ιδιοκτήτες μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, με τους επιχειρηματίες να υποστηρίζουν ότι ο φορολογικός κώδικας θα τους εξοντώσει. Το Νοέμβριο του 2010, πάνω από 20.000 από αυτούς τους επιχειρηματίες διαδήλωσαν για δύο εβδομάδες στην πλατεία Ανεξαρτησίας του Κιέβου, εκεί όπου πραγματοποιήθηκε η Πορτοκαλί Επανάσταση. Τελικώς, μια αντιπροσωπεία των διαδηλωτών προσκλήθηκε σε συνάντηση με την κυβέρνηση. Όταν ένας από την αντιπροσωπεία ρώτησε έναν εκ των συμβούλων του Γιανουκόβιτς τι πιστεύει ο πρόεδρος για το νέο κώδικα, του απάντησαν ότι ο πρόεδρος δεν τον έχει διαβάσει. Σύντομα μετά από αυτό οι διαδηλωτές εκδιώχθηκαν από την πλατεία και ο Γιανουκόβιτς εισήγαγε κάποιες επιπόλαιες αλλαγές στον κώδικα – ο οποίος είναι ακόμη μη δημοφιλής και οδήγησε, όπως είχε προβλεφθεί, στο κλείσιμο πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Ένα άλλο παράδειγμα διοικητικής ανικανότητας ήταν η άκομψη απόφαση να δικάσουν την Τιμοσένκο για κατάχρηση εξουσίας. Η δίκη αντιμετωπίζεται ευρέως στην Ουκρανία ως πολιτικά υποκινούμενη και σχεδιασμένη έτσι ώστε να την εμποδίσει να κατέβει υποψήφια στις προεδρικές εκλογές του 2015. Η ειρωνεία στη γκάφα αυτή είναι ότι δεν χρειαζόταν να γίνει: ο καλύτερος τρόπος να απαλλαγεί κανείς από την Τιμοσένκο ήταν να την αφήσει ήσυχη. Η δημοτικότητά της είχε κατρακυλήσει από τις εκλογές του 2010 και πολύ λίγοι ουκρανοί δημοκράτες την υπολόγιζαν ως μια βιώσιμη ηγέτιδα της φιλελεύθερης παράταξης της χώρας. Με το να παραπέμψει την Τιμοσένκο σε δίκη, η κυβέρνηση Γιανουκόβιτς πέτυχε ακριβώς το αντίθετο από εκείνο που επεδίωκε.

Η κίνηση αυτή, όχι μόνο αύξησε το ανάστημα της Τιμοσένκο αλλά έδωσε και στην πρώην διχασμένη αντιπολίτευση της Ουκρανίας ένα κοινό σκοπό για να διαδηλώνει (πολλά κόμματα της αντιπολίτευσης σχημάτισαν της Επιτροπή Αντίστασης στην Δικτατορία) και δώρισε στην κυβέρνηση Γιανουκόβιτς ανανεωμένες επικρίσεις από το εξωτερικό, ακόμη και από τη Ρωσία, τον φαινομενικό προστάτη της. Τον Αύγουστο, ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών έκανε έκκληση ώστε η δίκη να είναι «δίκαιη και αμερόληπτη» και να ακολουθήσει «στοιχειώδεις ανθρωπιστικούς κανόνες και αρχές». (Πρέπει να σημειωθεί ότι οι ανησυχίες της Μόσχας δεν προήλθαν από μια ξαφνική εκτίμηση στα ανθρώπινα δικαιώματα αλλά από το φόβο ότι η δίκη μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σαν πρόσχημα για το Κίεβο ώστε να ανατρέψει την συμφωνία του 2009 που συνήψε η Τιμοσένκο για το φυσικό αέριο με τη Μόσχα, μια συμφωνία που αποδείχθηκε πολύ θετική για το Κρεμλίνο καθώς συνδέει το ήδη ψηλό τίμημα που πλήρωναν οι ουκρανοί για το ρωσικό αέριο με τις τιμές του πετρελαίου, οι οποίες εκτοξεύτηκαν μετά την υπογραφή της συμφωνίας).

Το δεύτερο βασικό ελάττωμα της κυβέρνησης Γιανουκόβιτς είναι ότι η εξάρτησή της από το Κόμμα των Περιφερειών ακυρώνει κάθε δυνατότητα για οικονομικές μεταρρυθμίσεις που είναι άκρως απαραίτητες. Παρότι ο Γιανουκόβιτς υποσχέθηκε προεκλογικά ότι θα εκσυγχρονίσει την οικονομία της χώρας και θα την οδηγήσει στην ομάδα των 20 πλουσιότερων χωρών του κόσμου, κι αυτός, όπως και η «πορτοκαλί» κυβέρνηση του Γιούσενκο και της Τιμοσένκο, δεν έκανε πρακτικά τίποτα. Στο μεταξύ η φτώχεια και ο πληθωρισμός στην Ουκρανία αυξήθηκαν. Αλλά όπου οι «πορτοκαλί» ηγέτες απέτυχαν κυρίως εξαιτίας των δικών τους προσωπικών αντιπαλοτήτων και των συνεχών εμποδίων από το Κόμμα των Περιφερειών, η ανικανότητα του Γιανουκόβιτς να αναμορφώσει την οικονομία πηγάζει από το γεγονός ότι οι υπουργοί και οι σύμβουλοί του δεν κατανοούν την οικονομία της αγοράς, καθώς έχουν περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους στο Ντόνμπας, όπου η παγιωμένη κομμουνιστική εξουσία αντικαταστάθηκε από την παγιωμένη ολιγαρχική εξουσία.

Πιο σημαντικό είναι ότι μια πραγματική αλλαγή προσανατολισμού υπέρ της ελεύθερης αγοράς, αντιβαίνει ευθέως στα συμφέροντα του Κόμματος των Περιφερειών, το οποίο ακμάζει εξαιτίας της ικανότητας του να ελέγχει τις επενδύσεις και τις χρηματοδοτήσεις, να απαλλοτριώνει πλεονάσματα και να διανέμει οικονομικούς πόρους ως σαν να είναι εργαλείο πατροναρίσματος. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι οι υψηλά ιστάμενοι αξιωματούχοι του ανθίστανται σε κάθε αλλαγή προσπαθούν να προωθήσουν τα μέλη μιας μικρής, απομονωμένης και τελικώς αναποτελεσματικής ομάδας οικονομολόγων και επιχειρηματιών με μεταρρυθμιστικές απόψεις μέσα στον στενό κύκλο του Γιανουκόβιτς. Οι περισσότεροι Ουκρανοί έχουν αγανακτήσει με τον επιδεικτικό πλούτο του Κόμματος των Περιφερειών και την αυξανόμενη κατάχρηση εξουσίας, ειδικά στις επαρχίες, όπου οι τοπικοί άρχοντες ζούνε σαν πασάδες. Ο Γιανουκόβιτς προσέφερε τροφή στην οργή του πλήθους με το να ζει σε ένα τεράστιο κτήμα έξω από το Κίεβο και κατέχοντας ένα σπίτι που εκτιμάται ότι αξίζει 10 εκατομμύρια δολάρια.

Μέχρι τώρα, κανείς δεν πιστεύει στην Ουκρανία τις υποσχέσεις του Γιανουκόβιτς για αναστροφή της αρνητικής πορείας της χώρας και για διάδοση της ευημερίας. Η κατάσταση στην ανατολικότερη επαρχία της χώρας, Luhansk, είναι ιδιαίτερα ανησυχητική για τον Γιανουκόβιτς. Όπως το Ντόνετσκ, η γειτονική επαρχία προς το νότο, το Luhansk αντιπροσωπεύει μια βάση για τον Γιανουκόβιτς - αλλά η υποστήριξη στο Κόμμα των Περιφερειών εκεί έχει ήδη συντριβεί. Σύμφωνα με μια μελέτη που διεξήχθη τον Απρίλιο του 2011 από το Πανεπιστήμιο Voldymyr Dahl στην Ανατολική Ουκρανία, πάνω από 53% των κατοίκων του Luhansk θα είχαν ψηφίσει υπέρ του κόμματος του Γιανουκόβιτς το Νοέμβριο του 2009 – και ο Γιανουκόβιτς έλαβε το 89% των ψήφων στο Luhansk στις προεδρικές εκλογές του 2010 - αλλά μόνο το 30% θα έκανε το ίδιο σήμερα. (Μια μελέτη που πραγματοποιήθηκε από έναν οργανισμό δημοσκοπήσεων του Ομίλου Sociolab με έδρα το Luhansk τοποθετεί το ποσοστό αυτό στο 26%). Ο λόγος για την πτώση αυτή είναι σαφής: άλλες έρευνες δείχνουν ότι οι κάτοικοι της επαρχίας ανησυχούν περισσότερο για την πτώση του βιοτικού τους επιπέδου, τον πληθωρισμό και την ανεξέλεγκτη διαφθορά. Όπως ήταν αναμενόμενο, το ποσοστό αποδοχής του Γιανουκόβιτς σε εθνικές δημοσκοπήσεις που πραγματοποιούνται από το think tank «Κέντρο Razumkov» που εδρεύει στο Κίεβο, έχει βυθιστεί: 41% απάντησαν ότι του παρέχουν «πλήρη υποστήριξη» τον Απρίλιο του 2010 ενώ μόνο το 11% έκανε το ίδιο το Μάιο του 2011. Η υποστήριξη προς το Κόμμα των Περιφερειών έπεσε από το 39% στο 16,5% κατά την ίδια περίοδο. Σύμφωνα με μια άλλη δημοσκόπηση από το «Κέντρο Razumkov», οι Ουκρανοί οι οποίοι πιστεύουν ότι η χώρα τους πηγαίνει σε λάθος κατεύθυνση αυξήθηκαν από 34% τον Απρίλιο του 2010 έως 63% το Μάιο του 2011.

Όπως ήταν αναμενόμενο, η κοινωνική αναταραχή έχει αυξηθεί. Το 43% των ερωτηθέντων σε μια άλλη δημοσκόπηση του «Κέντρου Razumkov» τον Απρίλιο του 2011, δήλωσαν ότι ήταν έτοιμοι να ενταχθούν σε «νομικές ενέργειες διαμαρτυρίας» κατά του πληθωρισμού, το 34% θα το κάνει για να διαμαρτυρηθεί για την μη καταβολή μισθών, 22% θα διαμαρτυρηθούν για τις υπερβολές των τοπικών αρχών, και 15% θα το κάνει για την υποστήριξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Διανοούμενοι, φοιτητές, και ουκρανόφωνοι δημοκράτες συμμετέχουν ήδη σε επαναλαμβανόμενες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας κατά της αντι-ουκρανικής πολιτικής του Tabachnyk και του αυξανόμενου αυταρχισμού και φιλο-ρωσικής κλίσης της υπόλοιπης διοίκησης Γιανουκόβιτς. Μια αυτοαποκαλούμενη «νέα αριστερά» έχει προκύψει, ανάλογη των φοιτητικών κινημάτων που συγκλόνισαν τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δυτική Ευρώπη στη δεκαετία του 1960, απαιτώντας την κατάργηση των κοινωνικών ανισοτήτων, του καπιταλισμού και της ολιγαρχικής διακυβέρνησης. Την ίδια στιγμή, ένα πρώην ασήμαντο ουκρανικό δεξιό εθνικιστικό κίνημα έχει ατσαλωθεί από τις αντι-ουκρανικές πολιτικές του Tabachnyk και τώρα μιλά για επανάσταση και ρωσικό ιμπεριαλισμό. Οι ακτιβιστές της FEMEN, μιας ομάδας γυναικών, έστρεψαν την προσοχή στην πολιτική διαφθορά, την κοινωνική αδικία και την ανισότητα των δύο φύλων μέσα από θεατρικές διαδηλώσεις στις οποίες συχνά εμφανίζονται τόπλες. Οι επιχειρηματίες και, όλο και περισσότεροι ρωσόφωνοι εργαζόμενοι στις ανατολικές και νότιες επαρχίες, διαδηλώνουν ενάντια στην οικονομική στασιμότητα. Ειδικότερα, η δίκη Τιμοσένκο και η 20ή επέτειος της ανεξαρτησίας της Ουκρανίας στις 24 Αυγούστου χρησίμευσαν ως σημεία εστίασης της δημόσιας δυσαρέσκειας και προσέφεραν την ευκαιρία για μαζικές διαδηλώσεις. Με λίγα λόγια, η Ουκρανία αντιμετωπίζει μεγάλη αναταραχή που θα μπορούσε να ξεσπάσει με απότομο και απρόσμενο τρόπο, και ιδίως από τους νέους μέσω των social media, καθώς αμφότεροι απέδειξαν την ικανότητά τους να κατακυριεύσουν ένα φαινομενικά ισχυρό καθεστώς κατά τη διάρκεια της Πορτοκαλί Επανάστασης.

Η διοίκηση Γιανουκόβιτς έχει παγιδευτεί από τις δικές της πολιτικές. Η τριάδα που αποτελείται από τον αντι-ουκρανικό πολιτισμό, τον πολιτικό αυταρχισμό, και την φιλο-ρωσική εξωτερική πολιτική, έχει αποτύχει να προσφέρει μια ελκυστική εναλλακτική πρόταση απέναντι στην εποχή Γιούσενκο. Ακόμη χειρότερα, δεν έχει καταφέρει να αναζωογονήσει την οικονομία, να ενοποιήσει τον πληθυσμό ή να προσφέρει ελπίδα, ειδικά στους νέους, ότι ένα καλύτερο μέλλον τους περιμένει. Αντιμέτωπος με μια αυξανόμενη ανομία που έχει λάβει διαστάσεις κρίσης ήδη από τα μέσα του 2011, ο Γιανουκόβιτς επέλεξε αυτό που φαινόταν σαν ο πιο εύκολος και λιγότερο επώδυνος τρόπος αντιμετώπισης των δεινών του: στρεφόμενος προς τη Δύση. Αλλά η στροφή έχει αποδειχθεί ότι είναι πιο δύσκολη από όσο μπορούσε να προβλεφθεί. Για να την κάνει πειστική, ο Γιανουκόβιτς θα πρέπει να συνεχίσει τα φιλο-ουκρανικά πολιτιστικά προγράμματα και τις φιλο-δημοκρατικές πολιτικές, τις οποίες το Κόμμα των Περιφερειών σιχαίνεται και οι οποίες σχεδόν σίγουρα θα προκαλέσουν αντιδράσεις από τον πάλαι ποτέ σύμμαχο του Γιανουκόβιτς, τη Ρωσία.

ΚΟΛΛΗΜΕΝΟΣ ΜΑΖΙ ΣΟΥ ΣΤΗ ΜΕΣΗ

Η πιο ξεκάθαρη εκδήλωση του ενδιαφέροντος του Γιανουκόβιτς να στρέψει την Ουκρανία πιο κοντά προς τη Δύση είναι μια συμφωνία που τώρα βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση μεταξύ Κίεβου και Βρυξελλών που ονομάζεται «Βαθιά και Σφαιρική Συμφωνία Ελευθέρων Συναλλαγών» (Deep and Comprehensive Free Trade Agreement). Φαινομενικά με στόχο την σταδιακή κατάργηση των δασμών στις εμπορικές σχέσεις ΕΕ-Ουκρανίας, η συμφωνία, ως μέρος ενός ευρύτερου προτεινόμενου συμφώνου σύνδεσης, στην πραγματικότητα πηγαίνει πολύ πιο μακριά: απαιτεί την εναρμόνιση των κανονισμών σχετικά με θέματα που κυμαίνονται από το περιβάλλον και την ενεργειακή πολιτική ως τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, καθώς και μέτρα για την προώθηση της δημοκρατίας και της χρηστής διακυβέρνησης. Προβλέπει, επίσης, κατάργηση της βίζας για τα ταξίδια των ουκρανών σε χώρες της Ε.Ε.. Στον αντίποδα, η κυβέρνηση Γιανουκόβιτς φαίνεται, εν τέλει, να είναι σοβαρή σχετικά με τη συμφωνία και να καταλαβαίνει ότι για να απολαύσει τα οφέλη του ελεύθερου εμπορίου με την Ε.Ε., η Ουκρανία θα πρέπει να εφαρμόσει τις αρχές της συμφωνίας που αφορούν τη δημοκρατική διακυβέρνηση και τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις προσανατολισμένες προς την αγορά . Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Γιανουκόβιτς, παρά τις εκκλήσεις (και την πίεση, όπως λένε ορισμένοι ουκρανοί αξιωματούχοι) από τη Μόσχα, έχει επιλέξει να εντάξει την Ουκρανία σε μια ζώνη ελεύθερου εμπορίου με την Ε.Ε. αντί να συμμετάσχει στην κυριαρχούμενη από τη Ρωσία Τελωνειακή Ένωσης (CU), η οποία περιλαμβάνει επίσης τη Λευκορωσία και το Καζακστάν.

Ουκρανικοί αξιωματούχοι και ομόλογοί τους της Ε.Ε. φαίνονται πεπεισμένοι ότι η συμφωνία θα υπογραφεί, όπως είχε προγραμματιστεί, ως το τέλος του 2011, παρά την οικονομική κρίση της Ευρώπης και την αυξανόμενη ανησυχία σχετικά με τη μετανάστευση. Ο Γιανουκόβιτς θέλει απελπισμένα να σημειώσει μια νίκη και επιδιώκει να χρησιμοποιήσει την συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών ως αντιστάθμισμα των εσωτερικών του αποτυχιών, της φθίνουσας δημοτικότητάς του και της αυξανόμενης εγχώριας αστάθειας. Μια απτή πρόοδος προς την ένταξη στην Ε.Ε. είναι ένα από τα λίγα ζητήματα στα οποία σχεδόν όλοι οι Ουκρανοί συμφωνούν. Η Ε.Ε., ακόμη και με τα τρέχοντα οικονομικά προβλήματά της, υπόσχεται την ευημερία, τη σταθερότητα και την ασφάλεια - όλα αυτά που η Ουκρανία στερείται.

Κατά την παραμονή τους στην εξουσία, Γιούσενκο και Τιμοσένκο έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους για την ένταξη της Ουκρανίας στη Δυτική Ευρώπη, αλλά λόγω της απροθυμίας της Ε.Ε. να ενσωματώσει με μια μεγάλη και φτωχή χώρα αλλά και να διακινδυνεύσει την αποξένωσή της από τη Ρωσία, η Ευρώπη αντιστάθηκε, και οι προσπάθειες των Γιούσενκο και Τιμοσένκο τελείωσαν μέσα σε αμοιβαία δυσαρέσκεια και αντεγκλήσεις. Αν ο Γιανουκόβιτς, του οποίου η καριέρα έχει οικοδομηθεί πάνω σε φιλο-ρωσικές συμπάθειες, μπορέσει να επιτύχει ό, τι η «πορτοκαλί» ηγεσία απέτυχε να κάνει, τότε θα τονώσει το ανάστημά του στο εσωτερικό της χώρας και θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η κυβέρνησή του είναι προοδευτική στο κάτω – κάτω της γραφής.

Η συμφωνία θα ενισχύσει επίσης το προσωπικό γόητρο του Γιανουκόβιτς, κάτι που ειδικά επιθυμεί. Σαν ένα φτωχό αγόρι που τα κατάφερε καλά, ο Γιανουκόβιτς απολαμβάνει να χτυπά στον ώμο τους ηγέτες της Ε.Ε. Ομοίως, αν και η ζώνη ελεύθερου εμπορίου με κανένα τρόπο δεν αποτελεί εγγύηση συμμετοχής στην Ε.Ε., η προοπτική να είναι ο πρόεδρος ο οποίος έθεσε τις βάσεις για μια αίτηση ένταξης στην Ε.Ε. έχει σημασία για τη στην ματαιοδοξία ενός ανθρώπου που έκανε το πρώτο του επίσημο ταξίδι στο εξωτερικό ως πρόεδρος στις Βρυξέλλες, όχι στη Μόσχα. Αντίθετα, δεδομένου του κυρίαρχου ρόλου της Ρωσίας στην Τελωνειακή Ένωση (CU), το να συμμετάσχει σε αυτή την Ένωση θα μετέτρεπε τον Γιανουκόβιτς σε σατράπη του πρωθυπουργού της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν, τον οποίο ο Γιανουκόβιτς εκλαμβάνει ως την προσωποποίηση της ρωσικής αλαζονείας. Ο Γιανουκόβιτς έχει βάσιμους λόγους να ανησυχεί. Μόλις ανέλαβε την εξουσία, εγκατέλειψε την εχθρική στάση του Γιούσενκο προς τη Ρωσία, προσφέροντας στον ρωσικό στόλο της Μαύρης Θάλασσας μια μακροχρόνια μίσθωση στην Κριμαία και ανακοινώνοντας ότι η Ουκρανία δεν πρόκειται να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και, αντίθετα, θα υιοθετήσει μια πολιτική μακριά από συνασπισμούς. Ωστόσο, η Ρωσία δεν έχει ανταμείψει την πίστη του. Η Μόσχα εξακολουθεί να επιμένει -όπως ακριβώς συνέβη και κατά τα χρόνια που κυβερνούσε ο Γιούσενκο - στις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου, γεγονός που υποδηλώνει ότι θα μπορούσε να τις μειώσει ως αντάλλαγμα για τον έλεγχο του δικτύου αγωγών φυσικού αερίου της Ουκρανίας και το γενικό δικαίωμα να αντιμετωπίζει την Ουκρανία ως υποτελές κράτος.

Αν και ο Γιανουκόβιτς δεν θεωρεί τη στροφή του προς τη Δυτική Ευρώπη ως αντι-ρωσική (μάλλον το αντίθετο, μάλιστα: λέει ότι δεσμεύεται να διατηρήσει μια «στρατηγική συνεργασία» με τη Μόσχα), το Κρεμλίνο διατηρεί επιφυλάξεις για την προτεινόμενη συμφωνία μεταξύ ΕΕ-Ουκρανίας και αντί για αυτήν θέλει το Κίεβο να ενταχθεί στην CU. Κάποιοι αξιωματούχοι της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Γιανουκόβιτς, έχουν εισάγει την ιδέα ενός σχήματος «3 + 1», μια ασαφώς μελετημένη ιδέα που θα μπορούσε με κάποιο τρόπο να επιτρέψει στην Ουκρανία να υπογράψει τη συμφωνία με την ΕΕ και επίσης να απολαύσει το ειδικό καθεστώς στο πλαίσιο της CU. Ωστόσο, οι Ρώσοι θέλουν το Κίεβο να επιλέξει είτε την ΕΕ είτε την Τελωνειακή Ένωση (CU). Παρ 'όλα αυτά, ο Γιανουκόβιτς έχει καταστήσει σαφές ότι δεν θα δεχθεί το τελεσίγραφο της Μόσχας, και εμφανίζεται αποφασισμένος να οριστικοποιήσει τη συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η Ρωσία θα θεωρήσει μια τέτοια επιλογή ως ακόμη πιο απειλητική από ό, τι, για παράδειγμα, το φλερτ της Γεωργίας με τη Δύση. Η Ουκρανία έχει το μέγεθος της Γαλλίας και περικλείει έναν εθνοτικό ρωσικό πληθυσμό 7-8 εκατομμυρίων, που ζουν κυρίως στα ανατολικά και τα νότια της χώρας. Έχει επίσης ιστορική και πολιτιστική σύνδεση με τη Ρωσία ήδη για έναν αιώνα. Ο Πατριάρχης Κύριλλος, επικεφαλής της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και επίτιμος επικεφαλής του κλάδου της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας η οποία υπάγεται στο Πατριαρχείο Μόσχας, είναι ο πιο συχνός επισκέπτης υψηλού επιπέδου στην Ουκρανία και οραματίζεται μία παν-σλαβική κοινότητα με τη Ρωσία ως ηγέτη και την Ορθοδοξία ως την πίστη της. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Μόσχα βλέπει τη συμφωνία ελευθέρων συναλλαγών όχι ως μια συνηθισμένη εμπορική Συνθήκη, αλλά ως μια υπαρξιακή επιλογή σχετικά το πού βρίσκεται το μέλλον της Ουκρανίας.

Η απόφαση του Γιανουκόβιτς να μην επιδιώξει ένταξη στο ΝΑΤΟ δεν εξομάλυνε αυτούς τους ενδοιασμούς. Παρά τις δηλώσεις Γιανουκόβιτς περί της διατήρησης της Ουκρανία ως χώρας εκτός συνασπισμών, το Κίεβο συνεχίζει να λαμβάνει μέρος στις ασκήσεις του ΝΑΤΟ, επιτρέπει τα πλοία του ΝΑΤΟ να πλέουν στη Μαύρη Θάλασσα, και συμμετέχει σε ΝΑΤΟϊκές ειρηνευτικές επιχειρήσεις και εκπαιδευτικές αποστολές στο Αφγανιστάν, το Ιράκ και το Κοσσυφοπέδιο. Ως μέρος της συμφωνίας σύνδεσης με την Ε.Ε., η Ουκρανία σχεδιάζει να εφαρμόσει μια «τρίτη δέσμη μέτρων για την ενέργεια», η οποία, μεταξύ άλλων, επιδιώκει τον διαχωρισμό του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των ενεργειακών αποθεμάτων από την κυριότητα των συστημάτων μεταφοράς ενέργειας. Η Ρωσία τότε θα πιεστεί σκληρά για να αποκτήσει άμεσα τον έλεγχο του συστήματος αγωγών φυσικού αερίου της Ουκρανίας, κάτι που έχει από καιρό επιδιώξει, γιατί μετά τη σύνδεση αυτό θα απαιτούσε έγκριση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ουκρανία πραγματοποιεί ήδη το ένα τρίτο των συνολικών εμπορικών συναλλαγών της με την Ε.Ε., αλλά ίδιο ποσοστό καταλαμβάνουν και οι εμπορικές συναλλαγές της με την Ρωσία. Η Μόσχα φοβάται ότι το μερίδιό της θα μειωθεί αν η Ουκρανία προχωρήσει στην πολύπλευρη ενσωμάτωσή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Από το 1992, η Ρωσία έχει δηλώσει, και μάλιστα απέδειξε, ότι θεωρεί το έδαφος της πρώην Σοβιετικής Ένωσης ως καίριας σημασίας για την ευημερία και την ασφάλειά της. Κατά συνέπεια, η Μόσχα επιδιώκει να διατηρήσει την κυρίαρχη θέση της στην περιοχή αποκρούοντας τις απειλές για τα συμφέροντά της. Όλα αυτά καθιστούν απίθανο ότι η Ρωσία θα αντιμετωπίσει παθητικά την πρόοδο της Ουκρανίας προς την επίτευξη συμφώνου ελεύθερου εμπορίου με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Για αρχή, η Ρωσία άφησε να εννοηθεί ότι η υπογραφή της Ουκρανίας σε αυτή την συμφωνία θα μπορούσε μελλοντικά να επηρεάσει την τιμή που πληρώνει η Ουκρανία για το ρωσικό φυσικό αέριο και ότι η Ουκρανία μπορεί να κληθεί να εξοφλήσει το ενεργειακό χρέος της προς τη Ρωσία, γρήγορα και στο ακέραιο. Η Ρωσία θα μπορούσε να προσπαθήσει να επηρεάσει μεμονωμένα κράτη της ΕΕ, όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία (που έχουν υπάρξει πιο ευαίσθητες σχετικά με την ρωσική εξωτερική πολιτική από ό, τι άλλα μέλη της ΕΕ), ώστε να καθυστερήσουν ή ακόμη και να εκτροχιάσουν το σύμφωνο. Αν και το τεράστιο μέγεθος της Ουκρανίας κάνει το λεγόμενο «σενάριο της Γεωργίας» - με άλλα λόγια, τη χρήση στρατιωτικής βίας από τη Ρωσία – κάτι σχεδόν αδύνατο να φανταστεί κανείς, μια εκτεταμένη κρίση μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας δεν είναι απίθανη.

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ

Ο Γιανουκόβιτς θα είναι σε θέση να ασχοληθεί με τη ρωσική πίεση μόνο με την επιστροφή στη μετρημένη εξωτερική πολιτική που ακολουθήθηκε από κάθε προηγούμενο Ουκρανό Πρόεδρο - συμπεριλαμβανομένου του φιλοδυτικού Γιούσενκο, μετά την ανεξαρτησία της χώρας το 1991 – δηλαδή την ισορροπία μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, με καλές σχέσεις και με τους δύο και με στόχο τη μακροπρόθεσμη ενσωμάτωση της Ουκρανίας στην παγκόσμια οικονομία και τη Δυτική Ευρώπη. Αλλά για να αποκαταστήσει παραγωγικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και η ΕΕ, θα πρέπει να εγκαταλείψει τους άλλους δύο πυλώνες του συστήματος του: την απολυταρχική διακυβέρνηση και μία αντι-ουκρανική πολιτιστική πολιτική. Ο απλούστερος τρόπος για να το επιτύχει αυτό, και να κερδίσει την υποστήριξη μεταξύ των ψηφοφόρων, πρέπει να απολύσει τον Tabachnyk, να θεσπίσει μια αμερόληπτη προσέγγιση του Ουκρανικού και του Ρωσικού πολιτισμού, να σφυρηλατήσει ένα μεγάλο συνασπισμό με τη δημοκρατική αντιπολίτευση και να προωθήσει σοβαρές οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, μια τέτοια εξέλιξη θα είχε ως αποτέλεσμα να εγκαταλείψει το «σύστημα Γιανουκόβιτς» και να υποβιβάσει το Κόμμα των Περιφερειών σε ένα απλό μέλος πολιτικού συνασπισμού. Αυτό θα σήμαινε, επίσης, ότι το κράτος δεν θα παρεμβαίνει πλέον στα μέσα ενημέρωσης της χώρας και δεν θα καταδιώκει τους πολιτικούς του αντιπάλους.

Αν και ο Γιανουκόβιτς θα αντισταθεί σε τέτοιες παραχωρήσεις, η εντεινόμενη κρίση στη χώρα και το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο έχει οδηγήσει τον εαυτό του μπορεί να τον αναγκάσουν να το κάνει - λιγότερο για το καλό της χώρας και περισσότερο για την δική του πολιτική επιβίωση. Αλλά θα πρέπει να κινηθεί αργά, δεδομένης της αντίστασης του Κόμματος των Περιφερειών. Θα είναι επίσης δύσκολο, αν όχι αδύνατο, για τον Γιανουκόβιτς να πείσει τη Δυτική Ευρώπη για την δημοκρατική καλή πίστη του υπό το πρίσμα της δίκης Τιμοσένκο. Και δεν είναι σαφές εάν ο Γιανουκόβιτς κατανοεί ότι το Σύμφωνο περί ελεύθερου εμπορίου της Ουκρανίας με την Ε.Ε. δεν είναι σίγουρο ότι θα επιτευχθεί. Για κλείσει η συμφωνία, η ουκρανική κυβέρνηση θα πρέπει να πληροί μια σειρά από κριτήρια, μερικά εκ των οποίων θα απειλούσαν την ευνοιοκρατία, τη διαφθορά, και την κηδεμόνευση, στοιχεία που είναι ουσιώδη για την σημερινή πολιτική εξουσία. Το πιο σημαντικό είναι ότι μια καταδικαστική απόφαση για την Τιμοσένκο θα καθιστούσε δύσκολο για τις Βρυξέλλες να πιστοποιήσουν ότι η Ουκρανία έχει αποδείξει τη δέσμευσή της για δημοκρατική διακυβέρνηση.

Ακόμα κι αν ο Γιανουκόβιτς φροντίσει για την Τιμοσένκο να λάβει μια ποινή με αναστολή συνοδευόμενη από μια απαγόρευση της συμμετοχής της σε πολιτική δραστηριότητα για μερικά χρόνια ή αν της αποδώσει χάρη αφότου το δικαστήριο την καταδικάσει σε φυλάκιση, η αρνητική δημοσιότητα που δημιουργήθηκε από την υπόθεση αυτή έχει κάνει τη ζημιά της. Πολλοί στην Δύση τώρα αμφιβάλλουν αν η κυβέρνηση Γιανουκόβιτς μπορεί να απολαύσει εμπιστοσύνη για το σεβασμό της στις δημοκρατικές αρχές. Ήδη, αυτοί οι φόβοι οδήγησαν τους αντιπολιτευόμενους ουκρανούς δημοκράτες, ευρωπαίους διανοούμενους, καθώς και εξέχοντες δυτικούς αναλυτές να καλέσουν την ΕΕ να θέσει τη διαδικασία ολοκλήρωσης σε αναμονή.

Η Ε.Ε. και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να αντισταθούν στον πειρασμό και αντί αυτού να επιμένουν στην ενσωμάτωση της Ουκρανίας στη Δύση. Η συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την ΕΕ δεν είναι, όπως οι επικριτές επιμένουν, μια ανταμοιβή για τον Γιανουκόβιτς και τους φίλοι του. Είναι ένα μέσο για να προωθηθούν σημαντικές αλλαγές στο εσωτερικό της Ουκρανίας και έτσι να ενισχύσουν τον ουκρανικό λαό να αντισταθεί στον αυταρχισμό και να διεκδικήσει τα δημοκρατικά και οικονομικά δικαιώματά του . Με τη σειρά τους, καθώς επιδιώκουν «επανεκκίνηση» των σχέσεών τους με τη Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα κάνουν καλά να θυμούνται ότι η Ρωσία είναι λιγότερο πιθανό να είναι σταθερή και δημοκρατική αν η Ουκρανία γίνει ασταθής και ακόμα πιο αντιδημοκρατική.

Καθώς ο Γιανουκόβιτς προσπαθεί να τα αποκτήσει όλα στις εξωτερικές σχέσεις – να προσεγγίσει την Ε.Ε., ενώ παραβιάζει τις ευρωπαϊκές αξίες και να διατηρεί καλές σχέσεις με τη Ρωσία, ενώ απορρίπτει τη Τελωνειακή Ένωση (CU) - ο χρόνος εξαντλείται για την κυβέρνησή του στην Ουκρανία. Ο συνεχιζόμενος αυταρχισμός, η διαφθορά, η ανικανότητα, ο ερασιτεχνισμός και η έλλειψη μεταρρυθμίσεων εξοργίζουν όλους τους ουκρανούς, ακόμη και εκείνους που αποτελούν την πιο πειθήνια παραδοσιακή του βάση, στα ανατολικά και νότια τμήματα της χώρας. Το πιθανότερο αποτέλεσμα θα είναι η κρατική παράλυση και η αυξανόμενη κοινωνική αστάθεια και, ίσως, ακόμη και μια μεγάλη έκρηξη της δημόσιας οργής κάποια στιγμή το επόμενο έτος.

Δύο γεγονότα, και τα δύο προγραμματισμένα για τα μέσα έως τα τέλη του 2012, θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως καταλύτες. Το πρώτο είναι η διοργάνωση της UEFA 2012, που θα πραγματοποιηθεί το επόμενο καλοκαίρι στην Πολωνία και την Ουκρανία. Έως και ένα εκατομμύριο ξένοι οπαδοί του ποδοσφαίρου αναμένεται να επισκεφθούν τις ουκρανικές πόλεις Ντόνετσκ, Χάρκοβο, Κίεβο και Lviv. Η αντιπολίτευση στην Ουκρανία θα χρησιμοποιήσει πιθανώς την παρουσία τόσων πολλών αλλοδαπών για να προβάλλει τις θέσεις της στη Δύση με την διοργάνωση συλλαλητηρίων. Δεν θα είναι εύκολο για την κυβέρνηση Γιανουκόβιτς να αντισταθεί στις σπασμωδικές κατασταλτικές παρορμήσεις της, αλλά με τόση προσοχή της διεθνούς κοινότητας στη χώρα, θα πρέπει να κάνει το καλύτερο δυνατό. Ακόμα κι αν το Κίεβο κάνει αυτό το κατόρθωμα, η πραγματική σπίθα θα μπορούσε να συμβεί σε λίγους μήνες αργότερα: όταν οι βουλευτικές εκλογές διεξαχθούν τον Οκτώβριο του 2012. Αν το Κόμμα των Περιφερειών προσπαθήσει να χειραγωγήσει τις εκλογές- και, με τη δημοτικότητά του μειώνεται, αυτό μπορεί να είναι ο μόνος τρόπος τον οποίο μπορεί να σκεφθεί για να παραμείνει στην εξουσία - οι Ουκρανοί θα μπορούσαν εύκολα να βγουν στους δρόμους. Σε περίπτωση που Ουκρανοί στα ανατολικά και τα δυτικά της χώρας ενώσουν τις δυνάμεις τους, η παρεπόμενη κοινωνική αναταραχή θα μπορούσε να κάνει τον σάλο της Πορτοκαλί Επανάστασης να φαίνεται ασήμαντος.

Πρωτότυπο: http://www.foreignaffairs.com/articles/136408/rajan-menon-and-alexander-...

Copyright © 2002-2010 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.