Το σχέδιο «Ελλάς επί Τέσσερα» | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το σχέδιο «Ελλάς επί Τέσσερα»

Πώς εξελίχθηκαν οι προσπάθειες για τις ΑΟΖ και… σταμάτησαν το 2009
Περίληψη: 

Στον αγώνα της Ελλάδας να διασφαλίσει τα νόμιμα και ζωτικά της συμφέροντα, ιδιαίτερο ρόλο παίζει την τελευταία δεκαετία η ανακήρυξη των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών που της αναλογούν. Αυτές εκτείνονται σε τέσσερις θάλασσες, το Ιόνιο, το Κρητικό – Λιβυκό πέλαγος, το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Μέχρι τώρα υπάρχουν εξελίξεις, τόσο από τη θετική όσο και από την αρνητική πλευρά, αλλά τα σημαντικότερα δεν έχουν ακόμα συμβεί.

Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΛΗΝΑΚΗΣ είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο London School of Economics. Διετέλεσε υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις και βουλευτής Δωδεκανήσου.

Με έκταση που υπολογίζεται από διεθνείς ερευνητές σε περίπου 500.000 τετρ. Χλμ [1], η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ ) της Ελλάδας είναι περίπου τέσσερεις φορές η έκταση της ξηράς της. Από αυτά και μόνο τα μεγέθη των αριθμών γίνεται αμέσως αντιληπτή η σημασία της ως πηγής πλούτου και ισχύος για την χώρα μας. Πολλά έχουν γραφεί τον τελευταίο καιρό για το ζήτημα της ΑΟΖ, όχι όμως πάντα με την δέουσα προσοχή στην πολυπλοκότητα του ζητήματος, τόσο από τη σκοπιά του διεθνούς δικαίου, όσο και από εκείνη της εξωτερικής πολιτικής. Απουσιάζουν επίσης συνήθως (άραγε τυχαία; ) οι αναφορές στη συστηματική και βάσει σχεδίου προσπάθεια που έγινε στο πρόσφατο παρελθόν από την χώρα μας έναντι των γειτόνων της.

Ο σχεδιασμός αυτός για την ελληνική ΑΟΖ χρονολογείται από το 2004 και αποτελούσε μια ολοκληρωμένη πολιτική με συνολικό οραματικό στόχο και πρόβλεψη για σταδιακά βήματα προς την υλοποίηση, με ελληνικές ενέργειες αλλά και ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες. Η ΑΟΖ στο πλαίσιο αυτό δεν θεωρήθηκε ποτέ ως πανάκεια ή το «μαγικό ραβδί» που θα σώσει τη χώρα μας σε μια νύχτα από τα δημοσιονομικά και άλλα δεινά της. Η πραγματικότητα της διεθνούς πολιτικής είναι εξαιρετικά περίπλοκη και δεν προσφέρεται για συνθηματολογία. Και η προώθηση των εθνικών συμφερόντων δεν γίνεται με σπασμωδικές κινήσεις της στιγμής και κομπασμό των υπεύθυνων χειριστών ενώπιον των ΜΜΕ. Το άρθρο αυτό επιχειρεί στο πλαίσιο αυτό να αποκαταστήσει την ιστορική αλήθεια με υπευθυνότητα, φωτίζοντας ορισμένες σημαντικές πτυχές του ζητήματος, έτσι τουλάχιστον που απασχόλησαν τον γράφοντα με την ιδιότητα του υφυπουργού Εξωτερικών κατά την διακυβέρνηση της χώρας επί πρωθυπουργίας Κώστα Καραμανλή. Επιχειρεί, επίσης, να σκιαγραφήσει τους επιμέρους πυλώνες του σχεδιασμού αυτού που πήρε την κωδική ονομασία «Ελλάς επί Τέσσερα-Η Ελλάς των τεσσάρων θαλασσών».

Όποιος ασχοληθεί σοβαρά με τα ζητήματα του δικαίου της θάλασσας και των σχετικών πολιτικο-στρατιωτικών αντιπαραθέσεων, αντιλαμβάνεται τη σημασία αλλά ταυτόχρονα και τις εγγενείς διεθνείς δυσκολίες διευθέτησης των διενέξεων αυτών, όταν μάλιστα διακυβεύονται τεράστιες πλουτοπαραγωγικές πηγές [2]. Χρήσιμο είναι επίσης να υπενθυμισθεί εδώ και η απόσταση που υπάρχει συχνά διεθνώς, ανάμεσα, από την μια μεριά στους συνήθως μαξιμαλιστικούς σχεδιασμούς που κάνουν τα κράτη (οι ηγεσίες, οι υπηρεσίες και οι επιστήμονες τους) διεκδικώντας το καθένα όσο το δυνατόν μεγαλύτερη έκταση στη θάλασσα (και κάτω από αυτήν) έναντι των γειτόνων τους, και από την άλλη στην τελική σύναψη μιας διεθνούς συμφωνίας οριοθέτησης. Εντάσεις, κρίσεις, στρατιωτικές αντιπαραθέσεις, ακόμη και πόλεμοι μεσολαβούν συχνά ανάμεσα στα δύο αυτά στάδια. Σε πολλές περιπτώσεις οι διενέξεις μεταξύ γειτόνων διαρκούν επί δεκαετίες με συνέπεια, πέραν όλων των άλλων, να μην μπορούν να επωφεληθούν από τον πλούτο που η εκμετάλλευση των θαλασσών μπορεί να τους εξασφαλίσει.

Το διεθνές δίκαιο της θάλασσας προσφέρει ένα εξαιρετικά χρήσιμο κίνητρο, εργαλείο αλλά και ελπίδα ειρηνικών και δίκαιων διευθετήσεων, αλλά δυστυχώς ερμηνεύεται ορισμένες φορές τελείως διαφορετικά από τα διάδικα κράτη και καμιά φορά διαστρεβλώνεται προκλητικά από ορισμένα από αυτά (βλ. Τουρκία) [3]. Σύμφωνα με τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 (UNCLOS ΙΙΙ) [4] αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) θεωρείται η θαλάσσια έκταση, εντός της οποίας ένα κράτος έχει δικαίωμα έρευνας ή άλλης εκμετάλλευσης όλων των θαλασσίων πόρων, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής ενέργειας από το νερό και τον άνεμο [5]. Εκτείνεται πέραν των εθνικών υδάτων μιας χώρας (συνήθως 12 ναυτικών μιλίων) αλλά όχι πέραν των 200 ν. μ. από την ακτογραμμή ή γραμμή βάσης (baseline). Γενικά γίνεται δεκτό ότι η ΑΟΖ μιας χώρας εκτείνεται στα 200 ν.μ. (370 χλμ) από την ακτογραμμή της, εκτός εάν οι ΑΟΖ δύο ή περισσοτέρων χωρών αλληλοεφάπτονται, όταν δηλαδή οι ακτογραμμές των εν λόγω χωρών απέχουν λιγότερο από 400 ν.μ. (740 χλμ). Στην περίπτωση αυτή, έγκειται στις χώρες που τις διεκδικούν να τις οριοθετήσουν. Η ουσιαστική διαφορά μεταξύ υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ είναι ότι η μεν πρώτη αφορά στον βυθό και το υπέδαφός του, ενώ η ΑΟΖ περιλαμβάνει και την υπερκείμενη στήλη των υδάτων - επομένως διευρύνει τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους και στους τομείς της αλιείας, περιβάλλοντος, αλλά και εκμετάλλευσης των υδάτων για παραγωγή ενέργειας.

ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ «ΕΛΛΑΣ ΕΠΙ ΤΕΣΣΕΡΑ»

Η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή είχε στα χέρια της το 2004 στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που επεξεργαστήκαμε κατ´ εντολή του την τελευταία περίοδο πριν τις εκλογές εκείνες. Το Σχέδιο αυτό με την ονομασία «Ελλάς επί τέσσερα» αποτέλεσε στη συνέχεια έναν από τους κεντρικούς άξονες της εξωτερικής πολιτικής της Διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας (2004-2009). Στην πραγματικότητα ο σχεδιασμός αφορούσε στις τρεις από τις τέσσερεις θάλασσες, δηλ. το Ιόνιο, το Κρητικό/Λιβυκό πέλαγος και την Ανατ. Μεσόγειο, αλλά όχι το Αιγαίο για το οποίο υπήρχε ο γενικότερος κυβερνητικός σχεδιασμός των ελληνοτουρκικών σχέσεων, μέρος του οποίου ήταν και οι διερευνητικές συνομιλίες με την Τουρκία που βρίσκονταν ήδη επί πολλά χρόνια σε εξέλιξη. Μια από τις κυριότερες παραμέτρους του Σχεδίου εξάλλου ήταν ότι θα έπρεπε, στα πρώτα τουλάχιστον στάδια, να γίνουν οι διπλωματικές προετοιμασίες και επαφές με μέγιστη διακριτικότητα έτσι ώστε να είναι αποτελεσματικότερες, αλλά και για να αποφευχθεί η κινητοποίηση της τουρκικής πλευράς. Η Τουρκία θεωρείτο βέβαιο ότι θα προσπαθούσε με κάθε τρόπο, παραβιάζοντας φυσικά τις υποχρεώσεις της απέναντι στην Ελλάδα ως γείτονα και κράτος-μέλος της ΕΕ, αλλά και το διεθνές δίκαιο, να εμποδίσει την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών από την Ελλάδα (ακόμα και στο Ιόνιο) αφού κάθε προηγούμενο θα είχε άμεσες επιπτώσεις υπέρ των ελληνικών θέσεων και στο Αιγαίο.