Μαθήματα πολιτικού πόκερ από τον Ρισελιέ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μαθήματα πολιτικού πόκερ από τον Ρισελιέ

Ένα πορτρέτο του πολιτικού ως τζογαδόρου

Ο Αρμάν-Ζαν Ντι Πλεσί, πιο γνωστός στην ιστορία ως καρδινάλιος Ρισελιέ (1585–1642), πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της σταδιοδρομίας του αγωνιζόμενος να αποκτήσει και, στη συνέχεια, να ασκήσει τον έλεγχο επί μιας βαθιά διχασμένης, χρεωμένης και δυσλειτουργικής υπερδύναμης. Η πολιτική στην πατρίδα του ήταν φαύλη και η διακυβέρνηση της χώρας παραλυτικά περίπλοκη. Με λίγα λόγια, αν ο Ρισελιέ επέστρεφε σήμερα στη ζωή και βρισκόταν στην Ουάσιγκτον, θα αισθανόταν σαν στο σπίτι του.

Οι Γάλλοι ιστορικοί επί μακρόν χαρακτήριζαν τον Ρισελιέ ως τον αρχιτέκτονα της απόλυτης μοναρχίας η οποία κυριάρχησε στην Ευρώπη καθ’ όλη τη διάρκεια του 17ου και του 18ου αιώνα. Στο βιβλίο του με τίτλο Diplomacy, ο Χένρι Κίσινγκερ τον αποκάλεσε «πατέρα του σύγχρονου ευρωπαϊκού κρατικού συστήματος». Ακόμη και επικριτές του, όπως ο Αλέξανδρος Δουμάς, ο οποίος στους Τρεις Σωματοφύλακες τον παρουσίασε ως παλιάνθρωπο, δεν μπορούν να κρύψουν τον θαυμασμό τους για το ψυχρό savoir-faire του Ρισελιέ, αυτό ακριβώς που αποδίδεται από τον ζωγράφο Φιλίπ ντε Σαμπέν στο πορτρέτο του Ρισελιέ που κοσμεί το εξώφυλλο της νέας βιογραφίας του από τον Ζαν-Βενσάν Μπλανσάρ. Όπως θα επιθυμούσε και ο ίδιος, το πορτρέτο παρουσιάζει έναν πολιτικό παίκτη πρώτης γραμμής, με την αναγκαία για την επίτευξη των επιδιώξεών του αναλγησία. Την πρώτη θέση στους στόχους του κατείχε το μεγαλείο της Γαλλίας.

Ο Ρισελιέ υπήρξε πράγματι ένα πρότυπο πολιτικού άνδρα, αλλά όχι για τους λόγους που συνήθως προβάλλονται. Παρά τη μακροχρόνια αναγνώρισή του (την οποία ο Μπλανσάρ σε γενικές γραμμές επιδοκιμάζει), στην πραγματικότητα ο καρδινάλιος δεν υπήρξε ο αρχιτέκτονας σπουδαίων θεσμών και ασφαλώς όχι εκείνος που ασχολήθηκε με το να κάνει τη Γαλλία αυτό που ο Μπλανσάρ αποκαλεί «διοικητικά σύγχρονο κράτος». Ούτε, βεβαίως, ισχύουν οι ισχυρισμοί του Κίσινγκερ ότι ο Ρισελιέ ήταν αυτός που καθιέρωσε μια διεθνή τάξη βασισμένη στο «εθνικό συμφέρον» (raison d’ état). Ο καρδινάλιος δεν υπήρξε καν ο πρώτος Ευρωπαίος πολιτικός που τοποθέτησε το εθνικό συμφέρον πάνω από ηθικές ή θρησκευτικές επιταγές. Μάλιστα, το σύγχρονο ευρωπαϊκό κρατικό σύστημα, με την ισορροπία δυνάμεων και τις συμμαχίες του, δεν έλαβε την ολοκληρωμένη και σταθερή μορφή του παρά μόνο μετά τη Συνθήκη της Βεστφαλίας, έξι χρόνια μετά τον θάνατο του Ρισελιέ. Ωστόσο, ο Ρισελιέ έμεινε στην ιστορία ως ένα από τα πλέον εξέχοντα παραδείγματα άσκησης πολιτικής με όρους τζόγου και διακρίθηκε όχι τόσο για όσα έκανε αλλά για το πώς τα έκανε.

Τα χαρίσματα του Ρισελιέ ως πολιτικού αναδεικνύονται ακόμη περισσότερο όταν αυτός συγκρίνεται με άλλες ηγετικές φυσιογνωμίες της ίδιας περιόδου, ιδιαιτέρως με τον μεγάλο αντίπαλό του, τον πρωθυπουργό της Ισπανίας κόμη-δούκα του Ολιβάρες, ο οποίος στερούνταν τόσο της έντονης διορατικότητας του καρδιναλίου όσο και της κλίσης του προς τον κίνδυνο, αλλά παρ’ όλα αυτά σε πολλές περιπτώσεις έφθασε πολύ κοντά στο να τον νικήσει. Γι’ αυτόν τον λόγο, η καλύτερη σύγχρονη θεώρηση της περίπτωσης Ρισελιέ παραμένει η δημοσιευμένη το 1984 πνευματώδης μελέτη του Βρετανού ιστορικού Τζ. Χ. Έλιοτ, με τίτλο «Ρισελιέ και Ολιβάρες». Η βιογραφία του Μπλανσάρ είναι ευχάριστη και καλογραμμένη, αλλά πλατειάζει κάπως και δίνει μια αίσθηση ελαφρότητας. Όντας ειδικός σε θέματα που αφορούν τη λογοτεχνία του 17ου αιώνα, ο Μπλανσάρ αντιμετωπίζει δυσκολίες στο να εντάξει τον Ρισελιέ στο ευρύτερο φάσμα της ευρωπαϊκής ιστορίας, ιδιαιτέρως όταν αγγίζει τη σύνθετη δυναμική της διοίκησης και της διπλωματίας του παλαιού καθεστώτος. Έχει, εντούτοις, μελετήσει προσεκτικά τις πλέον σημαντικές πρωτογενείς πηγές και είναι καλός κριτής των έγχρωμων απεικονίσεων του αντικειμένου του, διαθέτοντας επίσης μια γνήσια ευαισθησία για τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες του προσώπου το οποίο μελετά. Όσοι γνωρίζουν τον Ρισελιέ μόνο από τις ταινίες θα ανακαλύψουν μέσα από τις σελίδες του Μπλανσάρ έναν πολύ ανθρώπινο χαρακτήρα, ο οποίος θριάμβευσε σε ένα περιβάλλον πολύ πιο τρομακτικό από ό,τι έχει προσφάτως επινοήσει το Χόλυγουντ.

ΣΤΗΝ ΤΡΟΧΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑ

Ο χαρακτήρας της σταδιοδρομίας του Ρισελιέ προσδιορίστηκε από την άγρια και απρόβλεπτη πολιτική κουλτούρα εντός της οποίας αναδύθηκε. Ο Ερρίκος Γ΄ και ο Ερρίκος Δ΄, οι δύο πρώτοι βασιλείς της Γαλλίας στη διάρκεια της ζωής του Ρισελιέ, δολοφονήθηκαν. Ο επόμενος βασιλιάς, ο Λουδοβίκος ΙΓ΄, διέταξε να δολοφονήσουν στον δρόμο τον πρωθυπουργό του, Κονσινό Κονσινί, και κατόπιν το γυμνό πτώμα του κατακρεουργήθηκε και πετάχτηκε από την γέφυρα Πον Νεφ στον Σηκουάνα. (Σύμφωνα με ορισμένες αναφορές, κάποιοι από το μανιασμένο πλήθος έφθασαν στο σημείο να ψήσουν και να φάνε την καρδιά του Κονσινί). Αρκετές άλλες ηγετικές φυσιογνωμίες εκείνης της περιόδου ξεψύχησαν στα χέρια του δημίου, συμπεριλαμβανομένου και του δυστυχούς κόμη του Σαλαί, ο οποίος δεινοπάθησε στα χέρια ενός αδαούς εκτελεστή και κατέληξε ουρλιάζοντας, κατακρεουργημένος από μικρό τσεκούρι.

Ο ίδιος ο Ρισελιέ κινδύνευσε πολλές φορές να έχει παρόμοια τύχη. Ο κόμης του Σαλαί είχε οργανώσει σκευωρία για τη δολοφονία του με μαχαίρι, ενώ ένας άλλος εχθρός του είχε αποπειραθεί να τοποθετήσει βόμβα κάτω από το κάθισμα της άμαξάς του. Ο Ρισελιέ ήταν προστατευόμενος του Κονσινί και γλίτωσε από την οργή του παρισινού όχλου μόνο χάρη στην ετοιμότητά του να διατάξει τους υπηρέτες του να αρχίσουν να φωνάζουν «Ζήτω ο βασιλιάς!». Το να κατορθώσεις απλώς και μόνο να επιβιώσεις σε ένα τέτοιο περιβάλλον, πόσο μάλλον να ευημερήσεις, απαιτούσε εξαιρετική ικανότητα στην επιλογή του κατάλληλου χρόνου, τόλμη, απίστευτη ικανότητα να «διαβάζεις» και να χειρίζεσαι τους άλλους, καθώς επίσης και βούληση να διακινδυνεύεις στο έπακρον. Όλα αυτά τα πλεονεκτήματα, ο Ρισελιέ τα διέθετε σε αφθονία.

Ο Ρισελιέ αναδείχθηκε σε αξιώματα εθνικής εμβέλειας στη διάρκεια μιας ιδιαιτέρως επικίνδυνης περιόδου, στα χρόνια μετά τη δολοφονία του Ερρίκου Δ΄, το 1610. Ο διάδοχος του δημοφιλούς μονάρχη, ο Λουδοβίκος ΙΓ΄, ήταν μόλις οκτώ ετών όταν ανέβηκε στον θρόνο. Μεγαλώνοντας έγινε ένας αδέξιος και ανασφαλής νέος, με ένα χαρακτηριστικά κακό τραύλισμα, συντετριμμένος ψυχολογικά κάτω από τη θηριώδη επιρροή της υπερφιλόδοξης μητέρας του, της Μαρίας των Μεδίκων, που ήταν η αντιβασίλισσα. Οι Γάλλοι ευγενείς διαισθάνθηκαν τότε την ευκαιρία να ανακτήσουν από τη μοναρχία μέρος της παλαιάς δύναμής τους και οργάνωσαν μια σειρά εξεγέρσεων. Τελικά, ο Λουδοβίκος επαναστάτησε κατά της μητέρας του και θέλησε να πάρει ο ίδιος τον έλεγχο της διακυβέρνησης. (Ένα από τα μέτρα αυτής της διαδικασίας ήταν η δολοφονία του Κονσινί, ο οποίος ήταν ένας από τους εκλεκτούς συμβούλους της Μαρίας των Μεδίκων).

Η Μαρία ήταν η πρώτη που, στην αρχή αυτής της περιόδου, διέβλεψε τις δυνατότητες του Ρισελιέ, ενός μάλλον ελάσσονος ευγενούς από τη δυτική Γαλλία, ο οποίος εντάχθηκε στους κόλπους του κλήρου αποκλειστικά και μόνο για να διατηρήσει το οικογενειακό δικαίωμα στα έσοδα της επισκοπής. Η Μαρία ήταν εκείνη που πολύ γρήγορα εισήγαγε τον Ρισελιέ στον εσώτερο κύκλο της εξουσίας, αναθέτοντάς του, το 1616, την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής της Γαλλίας. Όταν το 1618 ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα στη μητέρα και τον γιο, ο Λουδοβίκος εξόρισε τον Ρισελιέ στην Αβινιόν. Όμως, ο νεαρός επίσκοπος κατόρθωσε να πείσει τον βασιλιά για την πίστη του και ο ρόλος του απεδείχθη ουσιαστικός στην επίτευξη της οικογενειακής συμφιλίωσης. Ύστερα από τον θάνατο, το 1621, του δούκα του Λυν, που ήταν ο βασικός σύμβουλος του Λουδοβίκου, ο Ρισελιέ εμφανίστηκε στο προσκήνιο ως ο πλέον έμπιστος και σημαντικός σύμβουλος του βασιλιά. Το 1622, ο πάπας έδωσε την έγκρισή του να χριστεί καρδινάλιος.

Για τις δύο δεκαετίες που ακολούθησαν, ο Ρισελιέ υπήρξε παίκτης ζωτικής σημασίας στη γαλλική και στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Η θέση του, όμως, επαφιόταν στην ικανότητά του να ικανοποιεί και να χειρίζεται τον ματαιόδοξο, πεισματάρη και κυκλοθυμικό βασιλικό αφέντη του, τον οποίο ο Μπλανσάρ εύστοχα περιγράφει ως άνθρωπο «καταπονημένο από τα εσωτερικά προβλήματα, τις στρατιωτικές μάχες και τα ξέφρενα κυνήγια». Όπως είχε πει χαρακτηριστικά ένας Ισπανός διπλωμάτης της εποχής, ο Ρισελιέ είχε φθάσει «πιο κοντά στον Δία, αλλά και στον κεραυνό του». Ίσως ο Μπλανσάρ θα έπρεπε να επιμείνει λίγο περισσότερο σ’ αυτήν τη συναρπαστική σχέση, στο πλαίσιο της οποίας ο Ρισελιέ όχι μόνο κολάκευε αδιάκοπα τον βασιλιά αλλά και φρόντιζε ο μονάρχης να περιτριγυρίζεται συνεχώς από γοητευτικές νεαρές γυναίκες. Πάνω απ’ όλα, ο Ρισελιέ έγινε ο μέντορας του Λουδοβίκου, αυτός που είχε τη δύναμη να επικρίνει, ενίοτε και δημοσίως, τον βασιλιά για τις ανεπάρκειές του.

Καθώς αναδυόταν το άστρο και η επιρροή του Ρισελιέ, η Μαρία των Μεδίκων εξοργιζόταν ολοένα και περισσότερο με τον πρώην προστατευόμενό της και η μεταξύ τους αναμέτρηση κατέστη αναπόφευκτη. Στις 11 Νοεμβρίου 1630 η Μαρία εξερράγη κατά του καρδιναλίου, ενώπιον του βασιλιά, και λούζοντάς τον με προσβολές τον ανάγκασε να ζητήσει έλεος γονατιστός. Ο Λουδοβίκος εμφανώς εμβρόντητος από το ξέσπασμα, αποχώρησε χωρίς να εκδηλώσει την υποστήριξή του προς τον Ρισελιέ. Οι υποστηρικτές της Μαρίας πανηγύρισαν για την πτώση του καρδιναλίου κάτω από το βάρος της εκδίκησής τους. Το ίδιο βράδυ, ο βασιλιάς έστειλε να καλέσουν τον Ρισελιέ στο κυνηγετικό περίπτερο των Βερσαλλιών. Εκείνος πίστεψε πως επρόκειτο να του ανακοινώσει την εκτέλεσή του, θεωρώντας πως είχε βγει χαμένος στην τελευταία παρτίδα σκληρού πόκερ στην πολιτική της αυλής. Ξεπερνώντας την ενστικτώδη επιθυμία του να το βάλει στα πόδια, ο Ρισελιέ υπάκουσε στην εντολή του βασιλιά και ανακάλυψε ότι η εύνοια προς το πρόσωπό του είχε αποκατασταθεί. Το ιστορικό αυτό επεισόδιο, γνωστό ως «Ημέρα των Θυμάτων» είχε ως κατάληξη τη σύλληψη -το επόμενο πρωί- των βασικών υποστηρικτών της Μαρίας. Το 1642, ο Λουδοβίκος έγραψε στον Ρισελιέ: «Ποτέ δεν σας αγάπησα περισσότερο. Ήμαστε μαζί τόσο πολύ καιρό, που ήταν αδύνατον να σας αποχωριστώ».

Ο ΤΖΟΓΑΔΟΡΟΣ

Η εξωτερική πολιτική του Ρισελιέ ήταν εξίσου ριψοκίνδυνη όσο και η πολιτική του σταδιοδρομία στο εσωτερικό. Το 1618 ξέσπασε ο πόλεμος που θα έμενε γνωστός στην ιστορία ως Τριακονταετής. Επρόκειτο για την πολεμική έκφραση της τελευταίας μεγάλης θρησκευτικής κρίσης στην Ευρώπη, στο πλαίσιο της οποίας το κέντρο της ηπείρου χωρίστηκε στα δύο, σε μια ξέφρενη σύγκρουση ανάμεσα σε μια σειρά προτεσταντικών κρατών από τη μια και στον οίκο των Αψβούργων με τους Καθολικούς συμμάχους του, από την άλλη. Η Γαλλία, αν και καθολικό κράτος, συμμάχησε με το στρατόπεδο των Προτεσταντών, με την ελπίδα να εκτοπίσει τον αυστριακό και ισπανικό κλάδο των Αψβούργων από τη θέση της ισχυρότερης δύναμης στην Ευρώπη.

Στην αρχή ο Ρισελιέ θεώρησε ότι η Γαλλία δεν μπορούσε να κάνει τίποτα περισσότερο από το να χρηματοδοτήσει τον αγώνα των Προτεσταντών και να εμπλακεί σε αυστηρά περιορισμένες στρατιωτικές εκστρατείες. Παραδόξως, ο Ρισελιέ υποψιαζόταν προδοσία εκ μέρους των Ουγενότων, της μικρής προτεσταντικής μειονότητας της Γαλλίας, οι οποίοι από παλιά διατηρούσαν δυσφορία κατά του γαλλικού κράτους, αλλά και τον έλεγχο σε ορισμένες στρατηγικής σημασίας πόλεις, όπως η Λα Ροσέλ, το γνωστό λιμάνι του Ατλαντικού. Αντιλαμβανόμενος ότι θα έπρεπε να αντιμετωπίσει την απειλή των Ουγενότων προτού αποφασίσει σοβαρή στρατιωτική παρέμβαση στο εξωτερικό, ο Ρισελιέ ξεκίνησε το 1627 πολιορκία στη Λα Ροσέλ και οδήγησε την πόλη σε λιμό, μέχρι την τελική υποταγή της. (Μέχρι το τέλος της επιχείρησης, ακόμη και οι αρουραίοι είχαν εξαφανιστεί, ενώ οι πεινασμένοι κάτοικοι της πόλης είχαν αναγκαστεί να βράζουν για φαγητό τα δέρματα των υποδημάτων τους).

Τότε ο Ρισελιέ προέβη σε μια από τις πιο τολμηρές ενέργειές του. Ενώ η Γαλλία ήταν εξαντλημένη και χρεωμένη, στρατολόγησε ταχύτατα άλλον στρατό και τον έστειλε σε επικίνδυνη πορεία προς τη βόρειο Ιταλία, μέσω των Άλπεων. Η ασταθής πολιτική κατάσταση που επικρατούσε εκεί, προσέφερε στη Γαλλία την ευκαιρία να σπάσει τις εκτεταμένες γραμμές ανεφοδιασμού των Αψβούργων. Το ρίσκο απέδωσε καρπούς και λίγους μήνες μετά την πτώση της Λα Ροσέλ, ο Ρισελιέ και ο Λουδοβίκος παρακολουθούσαν τις γαλλικές στρατιωτικές δυνάμεις να επελαύνουν και να θριαμβεύουν στις πεδιάδες της βόρειας Ιταλίας.

Μετά τη νίκη στην Ιταλία, η Γαλλία συνέχισε να ενθαρρύνει και να επιδοτεί προτεσταντικές δυνάμεις, όπως η Ολλανδία και η Σουηδία, χωρίς να προβαίνει σε πλήρη ανάληψη ενός ευρύτερου πολέμου. Μια σειρά νίκες των Καθολικών στις αρχές του 1630, ωστόσο, τελικά έπεισαν τον Ρισελιέ να εμπλακεί πλήρως και το Μάιο του 1635 έστειλε έναν φανταχτερά ντυμένο κήρυκα πέρα από τα σύνορα, στις ισπανοκρατούμενες Βρυξέλλες, για να επιδώσει μια επίσημη κήρυξη πολέμου.

Στην αρχή, η κίνηση φάνηκε να αποτελεί τρομερό λάθος. Οι ισπανικές δυνάμεις εισέβαλαν στις βόρειες επαρχίες της Γαλλίας το καλοκαίρι του 1636, καταλαμβάνοντας πολλά στρατηγικά οχυρά και φθάνοντας σε απόσταση μιας ημέρας από την πρωτεύουσα. Πανικόβλητο το πλήθος πλημμύρισε τους δρόμους του Παρισιού ζητώντας το κεφάλι του Ρισελιέ. Ο καρδινάλιος έπεσε σε βαθιά απελπισία. Ωστόσο, ο Φρανσουά Ζοζέφ Λε Κλέρκ ντι Τρεμπλέ, ο επονομαζόμενος και «Γκρίζος Σεβασμιώτατος», ο οποίος έμεινε στο πλευρό του Ρισελιέ για ένα μεγάλο μέρος της καριέρας του, κατάφερε να τον εμψυχώσει και ανακτώντας την αυτοκυριαρχία του ο πρωθυπουργός της Γαλλίας κατέβηκε στην γέφυρα Pont Neuf, εκεί που ο προκάτοχός του Κονσινί, είχε σφαγιαστεί δύο δεκαετίες νωρίτερα. Θαυμάζοντας το θάρρος του, το πλήθος ζητωκραύγαζε τον άνθρωπο αυτόν που μόλις καταριόταν. Εν τω μεταξύ, τα γαλλικά στρατεύματα κέρδισαν μια ανάπαυλα όταν οι Ισπανοί διέκοψαν την επίθεσή τους για να αποκρούσουν μια επίθεση από τους Ολλανδούς. Κατά τα επόμενα έξι χρόνια - τα τελευταία έξι χρόνια της ζωής του Ρισελιέ - η Γαλλία κατάκτησε νέες μεγάλες περιοχές και καθιερώθηκε ως κορυφαία δύναμη στην Ευρώπη.

ΟΙ ΑΡΕΤΕΣ ΤΟΥ ΚΑΡΔΙΝΑΛΙΟΥ

Πολλοί σήμερα θα απέρριπταν τον τρόπο της ηγεσίας του Ρισελιέ ως αρχαϊκό, κάτι που έχει μικρή σχέση με την πολύ πιο δυσκίνητη διαδικασία της σύγχρονης πολιτειακής οργάνωσης, με τις στρατιές των γραφειοκρατών που αναλύουν όλες τις επιλογές πολιτικής σε τέτοια λεπτομέρεια που μουδιάζει το μυαλό. Ωστόσο, από το Μόναχο ως την πυραυλική κρίση της Κούβας και ως τη διάδοση των πυρηνικών όλπων, η πρόσφατη ιστορία είναι γεμάτη με περιπτώσεις διεθνούς πολιτικής που μοιάζει με ένα παιχνίδι πόκερ. Δεν ήταν η εισβολή στο Ιράκ το 2003 ένα στοίχημα, με την κυβέρνηση Μπους να έχει τη δική της αλά Ρισελιέ δύναμη πίσω από το θρόνο, να διαχειρίζεται έναν άπειρο νέο ηγέτη που αγωνιζόταν να βγει από τη σκιά του ισχυρού προγόνου του; Υπ’ αυτή την έννοια, οι δεξιότητες επιβίωσης που οι πολιτικοί αναπτύσσουν με την άνοδό τους στη εξουσία μπορεί να τους εξυπηρετήσουν απρόσμενα καλά όταν αναλαμβάνουν την ευθύνη για διεθνείς υποθέσεις, και ο Ρισελιέ μπορεί να προσφέρει ένα σχετικό μοντέλο.

Όσο για την ιστορική σημασία του στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της Γαλλίας, ο απολογισμός είναι λιγότερο σαφής. Ο Ρισελιέ κέρδισε σημαντικές νίκες απέναντι στους μεγάλους αντιπάλους της χώρας του, των Αψβούργων στην Αυστρία και την Ισπανία, αλλά δεν έχτισε πάνω σε αυτούς τους θριάμβους. Μάζεψε πολλαπλάσια φορολογικά έσοδα, επιτρέποντας στη Γαλλία να διεξάγει αποτελεσματικά τον Τριακονταετή Πόλεμο, αλλά στη διαδικασία πίεσε την αγροτιά και τις επαρχιακές ελίτ τόσο βάναυσα που προκάλεσε μια σειρά από καταστροφικές εξεγέρσεις οι οποίες κατέληξαν, λίγο μετά το θάνατό του, σε κανονικό εμφύλιο πόλεμο. Και παρόλο που ο Ρισελιέ αυτοσχεδίαζε έξοχα, όπως όταν έστειλε πράκτορες που ονόμαζε Αξιωματούχους, οπλισμένους με νέες αρμοδιότητες, να προωθήσουν τη συλλογή των φόρων και να ελέγξουν τον στρατό στις επαρχίες, δεν σχεδίασε νέες μόνιμες διοικητικές δομές.

Χρειάστηκε ένας άλλος μονάρχης και ένας άλλος πρωθυπουργός – ο Λουδοβίκος ο 14ος και ο Ζαν Μπαπτίστ Κολμπέρ – για να προχωρήσει η ιστορία στις δεκαετίες που ακολούθησαν. Ήταν αυτοί που εξασφάλισαν τα σύγχρονα σύνορα του γαλλικού κράτους, οι οποίοι συνεργάστηκαν πιο στενά με τις επαρχιακές ελίτ και απέσπασαν ακόμα μεγαλύτερη ποσά από τη χώρα με σημαντικά λιγότερες αντιπαραθέσεις (για να εξαπολύσουν ακόμη πιο φιλόδοξους πολέμους), και οι οποίοι μετέτρεψαν τους Αξιωματούχους του Ρισελιέ σε καθιερωμένους βραχίονες του κεντρικού κράτους. Ο Ρισελιέ, εν ολίγοις, δεν δημιούργησε τη σύγχρονη Γαλλία, ούτε την έκανε ηγετική δύναμη στην Ευρώπη. Αλλά οι ενέργειές του άνοιξαν το δρόμο για τους διαδόχους του να το πράξουν, κάτι το οποίο δεν είναι μικρό κατόρθωμα.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/137215/david-a-bell/poker-lessons...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/#!/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr