Επιστροφή στην διατροφική αυτάρκεια | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Επιστροφή στην διατροφική αυτάρκεια

Οι επισιτιστικές κρίσεις αποκαλύπτουν τι πρέπει να κάνουν χώρες όπως η Ελλάδα
Περίληψη: 

Το κυρίαρχο μοντέλο της παραγωγής τροφίμων έχει αλλάξει δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες. Πλέον, συνασπισμοί μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων ελέγχουν από το πολλαπλασιαστικό υλικό (δηλαδή τους σπόρους) και την τεχνολογία των τροφίμων ως τις εναλλακτικές καλλιέργειες και τα χρηματιστηριακά παράγωγα επί ποσοτήτων τροφίμων. Αυτού του είδους η κεντρική διαχείριση αποτελεί κίνδυνο για την ελευθερία των κοινωνιών και των κρατών. Τα κράτη, όπως η Ελλάδα, μπορούν και πρέπει να ξαναγυρίσουν σε μια αυτάρκεια παραγωγής τροφίμων.

Ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΡΙΤΣΟΣ είναι Διευθύνων Σύμβουλος της Εταιρείας Γεωπολιτικών Ερευνών.

Πέρα από τις χρηματοπιστωτικές, ενεργειακές, περιβαλλοντικές και πολιτικές κρίσεις, η ανθρωπότητα βιώνει συνεχώς επιδεινούμενες επισιτιστικές κρίσεις. Όλες αυτές οι κρίσεις συναρτώνται απόλυτα και αλληλοκαθορίζονται μεταξύ τους. Δεδομένου ότι η σίτιση αποτελεί την πρωταρχική ανάγκη για την επιβίωση της ανθρωπότητας, η επισιτιστική κρίση είναι μία από τις κρισιμότερες παραμέτρους τόσο σε κρατικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.

Αποτέλεσμα της τεράστιας ανάπτυξης στους τομείς φυτοπροστασίας, σποροπαραγωγής, ζωικής παραγωγής και γενετικής των τελευταίων 60 ετών είναι το γεγονός ότι η γη μπορεί να θρέψει τουλάχιστον 12 δισ. παγκόσμιου πληθυσμού έναντι πληθυσμού 7 δισ. που ζουν στον πλανήτη τώρα. Παρ’ όλα αυτά , σήμερα 1 δισ. άνθρωποι υποφέρουν μόνιμα από την πείνα και προβλέπονται αυξητικές τάσεις αυτού του πληθυσμού στο άμεσο μέλλον. Το φαινόμενο αυτό είναι άμεσα συνυφασμένο με την εξάρτηση πολλών χωρών από ανεπτυγμένα κράτη και από πολυεθνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο χώρο της αγροτικής παραγωγής και τροφίμων. Η αναποτελεσματική διαχείριση των υδάτινων πόρων επιβαρύνει επίσης την όλη κατάσταση όσον αφορά το θέμα της ερημοποίησης μεγάλων εκτάσεων αγροτικής γης.

Επί του παρόντος το επισιτιστικό πρόβλημα εμφανίζεται σαν πρόβλημα τιμών και όχι σαν πρόβλημα έλλειψης σε βασικά είδη διατροφής. Η άνοδος των τιμών των αγροτικών προϊόντων επηρεάζει και το επίπεδο ζωής των ανεπτυγμένων χωρών με έμμεσο τρόπο, μέσω της αύξησης του πληθωρισμού. Ο βαθμός έκθεσης μιας χώρας σε πιθανή επισιτιστική κρίση εξαρτάται από παράγοντες όπως το κατά κεφαλή εισόδημα των κατοίκων της, το ποσοστό δαπάνης για τρόφιμα στον οικογενειακό προϋπολογισμό και το ισοζύγιο εισαγωγών – εξαγωγών τροφίμων ως ποσοστό του ΑΕΠ της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι όσο αυξάνεται το κατά κεφαλήν εισόδημα τόσο ελαττώνεται το ποσοστό δαπάνης για τρόφιμα στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και κατά συνέπεια μειώνεται ο βαθμός έκθεσης μιας χώρας σε πιθανή επισιτιστική κρίση.

Η βασικότερη, όμως, αιτία που το επισιτιστικό πρόβλημα έχει πάρει οικουμενικές διαστάσεις είναι η σταδιακή απώλεια της διατροφικής αυτοδυναμίας όλων των εθνικών οικονομιών. Αυτό έχει προκύψει βαθμιαία μέσα από μια διαδικασία πολιτικο-οικονομικής ολοκλήρωσης όπου η παραγωγή, η διανομή, η ανταλλαγή προϊόντων καθώς και η κατανάλωση γίνονται πλέον σε παγκόσμια κλίμακα. Αυτή η διαδικασία ξεκίνησε μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με την δημιουργία διεθνών φορέων και οργανισμών, όπως η ΕΟΚ και η NAFTA, που ως στόχο είχαν την σταδιακή φιλελευθεροποίηση της διακίνησης προϊόντων και υπηρεσιών σε μια διεθνοποιημένη αγορά. Μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων στην ανατολική Ευρώπη το φιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο αντικατέστησε το μοντέλο της κεντρικά κατευθυνόμενης οικονομίας των πρώην κομμουνιστικών χωρών.

Στην σημερινή παγκοσμιοποιημένη αγορά η διαμόρφωση τιμών καθορίζεται πλέον από παράγοντες όπως η ζήτηση που, ανεξάρτητα από συγκυρίες, αυξάνει συνεχώς. Σε αυτό συντελεί η αύξηση κατανάλωσης τροφίμων από τις αναπτυσσόμενες χώρες καθώς και από τις πρώην κομμουνιστικές χώρες. Αξιοσημείωτη είναι και η αύξηση της ζήτησης στην Κίνα του 1,2 δισ. κατοίκων και του κεντρικά ελεγχόμενου οικονομικού μοντέλου ανάπτυξης.

Όσον αφορά την παγκόσμια αγροτική παραγωγή, ο όγκος της παρουσιάζει μια πτωτική τάση που οφείλεται σε κλιματικές αλλαγές, φυσικές καταστροφές, αναποτελεσματική διαχείριση των υδάτινων πόρων και την δέσμευση ευφόρων εκτάσεων για μη διατροφική χρήση, συγκεκριμένα για την παραγωγή προϊόντων που χρησιμοποιούνται ως βιοκαύσιμα (καλαμπόκι, σόργο, ελαιοκράμβη).
Κυρίαρχο ρόλο πλέον στη διαμόρφωση των τιμών των τροφίμων έχει η αγορά των χρηματιστηριακών παραγώγων τροφίμων. Η μεταφορά κεφαλαίων από τον χρηματοπιστωτικό τομέα στον τομέα των παραγώγων τροφίμων τον τελευταίο χρόνο παρουσίασε μια αύξηση της τάξης του 40% – 80%,ανάλογα με το προϊόν, σε σχέση με το 2008. Τα συμβόλαια με τους παραγωγούς μετατρέπονται σε χρηματιστηριακούς τίτλους και επηρεάζουν την διαμόρφωση του γενικού επιπέδου τιμών των αγροτικών προϊόντων.

Αν στα ανωτέρω προστεθούν και οι διακυμάνσεις της τιμής του πετρελαίου, των λιπασμάτων και άλλων εισροών στην αγροτική οικονομία, το συμπέρασμα είναι ότι οι παραγωγοί τροφίμων ελάχιστη συμμετοχή έχουν στην διαμόρφωση της τελικής τιμής των προϊόντων τους.

Η ανθρωπότητα επιβίωσε δια μέσου των αιώνων, ενάντια σε κάθε αντιξοότητα , χάρις στην εφευρετικότητά της και στην ικανότητα να μετατρέπει την κάθε κρίση σε ευκαιρία. Έτσι και στην επισιτιστική κρίση, υπάρχουν κράτη, πολυεθνικές εταιρείες, χρηματοπιστωτικοί και ασφαλιστικοί φορείς που εκμεταλλεύονται προς όφελός τους την όλη κατάσταση και διαμορφώνουν σε μεγάλο ποσοστό τις γεωπολιτικές ισορροπίες του πλανήτη μας.

Τα εργαλεία ελέγχου αγροτικής παραγωγής που χρησιμοποιούνται για την επίτευξη κέρδους από την κρίση και για τον επηρεασμό των γεωπολιτικών ισορροπιών είναι κοινά για όλους τους ανωτέρω φορείς. Ζωτικότερο εργαλείο, όσον αφορά και τον έλεγχο της διατροφής της ανθρωπότητας, είναι η αποξένωση των παραγωγών από την παραγωγή τους. Η κατοχή και διάθεση πολλαπλασιαστικού υλικού δεν ανήκει πλέον στους παραγωγούς αλλά αποτελεί αποκλειστικότητα των εταιρειών εκείνων που έχουν την τεχνογνωσία να το παράγουν και να εξασφαλίσουν την παγκόσμια αποκλειστικότητα για όλο το κύκλωμα παραγωγής – διάθεσης. Ως φυσική συνέχεια για την ολοκλήρωση του διατροφικού ελέγχου της ανθρωπότητας παρατηρούμε ότι επεκτείνονται τόσο ο έλεγχος του εδάφους, του υδάτινου και ενεργειακού πλούτου από ιδιωτικές εταιρείες όσο και ο έλεγχος της παραγωγής τροφίμων μέσα από πολυεθνικούς μηχανισμούς εμπορίας και διακίνησης.

ΠΟΛΥΕΘΝΙΚΕΣ ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ

Εμπλεκόμενοι σ’ αυτό το κερδοσκοπικό παιχνίδι είναι τράπεζες, συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστικές εταιρείες, κρατικοί οργανισμοί και όμιλοι ιδιωτικών εταιρειών.