Πώς και γιατί η Κύπρος βυθίστηκε στην κρίση | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς και γιατί η Κύπρος βυθίστηκε στην κρίση

Τα πραγματικά αίτια και οι ευθύνες

Το έτερο μεγάλο πρόβλημα των κυπριακών τραπεζών ήταν η κατοχή ομολόγων του ελληνικού δημοσίου σε βαθμό δυσανάλογο του μεγέθους της κυπριακή οικονομίας - συγκεκριμένα ελληνικά κρατικά ομόλογα αξίας περί τα 6 δισ. ευρώ. Τράπεζες κρατών με υπερ-δεκαπλάσιο προϋπολογισμό από την κυπριακή, όπως οι γερμανικές ή οι γαλλικές, κατείχαν μόλις 22 δισ. και 15 δισ. αντίστοιχα. Είναι γεγονός ότι σημαντικό μερίδιο ευθύνης για το ζήτημα αυτό φέρει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία επέτρεψε στις εμπορικές τράπεζες των κρατών-μελών της ευρωζώνης να συγκεντρώσουν επισφαλή κρατικά ομόλογα σε τόσο μεγάλη έκταση και βαθμό. Η εξαιρετική αξιολόγηση της Ελλάδας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης μέχρι τον Σεπτέμβριο 2009, οδήγησε σε μια ανεξέλεγκτη αγορά ελληνικών κρατικών ομολόγων, κάτι που υποβοηθήθηκε με την διακρατική συμφωνία Βασιλεία ΙΙ που πραγματοποίησε η ΕΚΤ. Από την άλλη, η κρίσιμη αγορά ελληνικών ομολόγων από τις κυπριακές τράπεζες έγινε κατά την διετία 2009-2010, σε μια περίοδο κατά την οποία η Ελλάδα ήταν πλέον σε βαθιά οικονομική ύφεση και η υπογραφή μνημονίου ήταν ορατή. Στο τέλος του 2010 η έκθεση του κυπριακού τραπεζικού συστήματος στα ελληνικά ομόλογα και σε ελληνικές επιχειρήσεις υπερέβαινε κατά 2,5 φορές το ΑΕΠ. Η επέκταση των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα σε σχέση με τις συνολικές τους δραστηριότητες, ήταν εξαιρετικά δυσανάλογη, αφού ένα μεγάλο ποσοστό των δανείων των δύο μεγαλύτερων κυπριακών τραπεζών (1/2 της Λαϊκής Τράπεζας και 1/3 της Τράπεζας Κύπρου) είχαν διατεθεί σε ελληνικές επιχειρήσεις, οργανισμούς και νοικοκυριά.

Το κούρεμα των ελληνικών κρατικών ομολόγων συνέθλιψε την αξία των μετοχών των δύο μεγαλύτερων κυπριακών τραπεζών και κατέστησε αδύνατη την ανακεφαλαιοποίησή τους. Η σημερινή θέση της κυπριακής κυβέρνησης είναι ότι, αν δεν είχαν γίνει τόσο μεγάλες επενδύσεις σε ελληνικά ομόλογα και αν η επέκταση στην ελληνική αγορά ήταν πιο συντηρητική, τότε δεν θα υπήρχε μεγάλη έκθεση στην ελληνική οικονομία και η επίπτωση του PSI θα ήταν μικρότερη, με αποτέλεσμα η χώρα να μην χρειαζόταν να ζητήσει την ένταξη στο μηχανισμό στήριξης. Αυτή η προσέγγιση, όμως, παραγνωρίζει εντελώς το γεγονός ότι και η κυπριακή κυβέρνηση με την σειρά της άφησε ακάλυπτη την κυπριακή οικονομία και το κυπριακό τραπεζικό σύστημα. Μέχρι και την δραματική εξάπλωση της κρίσης, η κυπριακή κυβέρνηση εξέφραζε την βεβαιότητα ότι η κυπριακή οικονομία δεν θα επηρεαστεί από την παγκόσμια κρίση επειδή διαθέτει ένα δυνατό, σύγχρονο και αποτελεσματικό τραπεζικό σύστημα, το οποίο δεν διαβρώθηκε από τα «τοξικά ομόλογα». Η έλλειψη ρεαλισμού κατά τον κρίσιμο χρόνο οπωσδήποτε δεν βοηθά στην διαχείριση του προβλήματος, αλλά εγκυμονεί κινδύνους πλήρους οικονομικής κατάρρευσης. Κάτι παράλληλο, δηλαδή, με αυτό που έγινε στην Ισλανδία, όπου κατέρρευσε το τραπεζικό σύστημα και κατ’ επέκταση η οικονομία της χώρας. Στην περίπτωση, βέβαια, εκείνη διαλύθηκε και η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός δικάζεται σήμερα για αμέλεια. Είναι γεγονός πως η απόφαση για το κούρεμα των ελληνικών κρατικών ομολόγων λήφθηκε με την συναίνεση της Κυπριακής Δημοκρατίας, χωρίς να τεθεί ως προϋπόθεση, όπως παρατήρησε ο τέως Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, Αθανάσιος Ορφανίδης, «όπως οι κυπριακές τράπεζες αντλήσουν κεφάλαια από τον Μηχανισμό Στήριξης της ΕΕ, αντί αυτό να χρειαστεί να γίνει μέσα από το κράτος».

Στη βάση των πιο πάνω δεδομένων η Κυπριακή Δημοκρατία ανέλαβε να λειτουργήσει ως ανάδοχος της άσκησης δικαιωμάτων του ομίλου της Λαϊκής Τράπεζας, χρηματοδοτώντας από τον κρατικό προϋπολογισμό την τράπεζα μέσα από την έκδοση δικαιωμάτων ύψους 2,8 δισ. ευρώ, με ουσιαστικά ασαφείς όρους. Η κρατική στήριξη, όμως, δεν φαίνεται να συνοδεύεται από συγκεκριμένη στρατηγική αναβάθμισης του τραπεζικού συστήματος. Ούτε και μπορεί να παραγνωριστεί πως η συμμετοχή του κράτους σε άλλους παρόμοιους οργανισμούς μέσω ασαφών σχεδίων διάσωσης, όπως η διαχείριση του κρατικού αερομεταφορέα, της Cyprus Airways, αποδείχθηκε ανεπαρκής. Το μοντέλο του κράτους-τραπεζίτη δεν φαίνεται να παρέχει τα εχέγγυα μιας μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη ο κίνδυνος ελέγχου της τράπεζας από μικροκομματικά συμφέροντα, όμοια με εκείνα που έχουν οδηγήσει σε διόγκωση και αδράνεια τον δημόσιο τομέα. Ο Κύπριος φορολογούμενος βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπος με ένα πακέτο διάσωσης των τραπεζών που υπάρχει κίνδυνος να ξεπεράσει τα 10 δισ. ευρώ, ποσό που είναι σχεδόν ίσο με το 50% του ΑΕΠ.

Τα πραγματικά αίτια της κρίσης θα πρέπει επομένως σε μεγάλο βαθμό να αναζητηθούν στην αδυναμία της κυπριακής κυβέρνησης να κατανοήσει τους μηχανισμούς λειτουργίας του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος και στην ιδεολογική άρνηση συνδιαλλαγής με τις δομές των διεθνών αγορών. Ως καταδείξαμε ανωτέρω, η άνευ ρεαλιστικού βάθρου, πεποίθηση πως η κυπριακή οικονομία δεν θα επηρεαζόταν από τη διεθνή κρίση άφησε την κυπριακή οικονομία απροετοίμαστη για να αντιμετωπίσει την κρίση. Αυτό, σε συνδυασμό με την αδυναμία πρόληψης των μεγάλων προβλημάτων του τραπεζικού τομέα, τις οικονομικές συνέπειες από την έκρηξη στο Μαρί, το κούρεμα των ελληνικών ομολόγων και την καθυστέρηση στην λήψη μέτρων, οδήγησε στην οικονομική κατάρρευση. Η αδικαιολόγητη καθυστέρηση στο να διενεργηθεί ουσιαστική διαπραγμάτευση με την τρόικα και η διαρκής υποβάθμιση της αξιοπιστίας των κυπριακών τραπεζών από την ίδια την κυπριακή κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να απεκδυθεί ευθυνών, επέτεινε ακόμα περισσότερο το πρόβλημα και τραυμάτισε θανάσιμα την αξιοπιστία της κυπριακής οικονομίας.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

[1] Π.χ. αφιέρωμα «Πάμε για Κραχ;» περιοδικό Σύγχρονη Άποψη, Απρίλιος 2008, σελ. 48-57.
[2] βλ. Π. Πασιαρδής κ.α., Έκρηξη στο Μαρί: Κόστος και Συμπεράσματα Πολιτικής, Κέντρο Οικονομικών Ερευνών Πανεπιστημίου Κύπρου, Αύγουστος, 2011.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.