Ο πληθωρισμός καλείται να σώσει την οικονομία της ευρωζώνης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο πληθωρισμός καλείται να σώσει την οικονομία της ευρωζώνης

Ασύγχρονοι κύκλοι και σύγκλιση στην ΕΕ
Περίληψη: 

Η μελέτη των οικονομικών στοιχείων συχνά αποκαλύπτει ότι οι ευρέως διαδεδομένες πεποιθήσεις δεν στηρίζονται πάντα σε γερές βάσεις. Το ίδιο ισχύει σχετικά με τις διαφορές μεταξύ ευρωπαϊκού βορρά και ευρωπαϊκού νότου. Σήμερα, καθώς η κρίση «ωριμάζει» έρχεται η ώρα να χρησιμοποιηθούν τα υπάρχοντα στοιχεία ώστε να δοθεί μια καθοριστική θεραπεία στην οικονομία και να επανέλθει η Ευρώπη στην ανάπτυξη.

Ο ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΚΟΓΚΑΣ είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Ανάπτυξης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης
Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΑΓΓΙΔΗΣ είναι λέκτορας στο Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης

Μετά την κρίση του 2008 οι κυβερνήσεις και οι επενδυτές έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στην επόμενη ημέρα. Έπειτα από τέσσερα χρόνια σκληρής μάχης για την αποκατάσταση της ρευστότητας στο παγκόσμιο σύστημα, αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες που προκύπτουν από τον αργό ρυθμό ανάπτυξης της πραγματικής οικονομίας σχεδόν σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου. Η λογιστική αποτύπωση της κρίσης στην Ευρωζώνη δίνει τη θέση της στην ανάγκη χάραξης και υλοποίησης μιας μακροχρόνιας οικονομικής πολιτικής. Έπειτα από 11 χρόνια κυκλοφορίας του ευρώ και μιας ισχυρής κρίσης έχουμε τα δεδομένα ώστε να εξάγουμε με ικανοποιητικό βαθμό ασφάλειας ορισμένα χρήσιμα συμπεράσματα για τη λειτουργία της οικονομίας της Ευρωζώνης αλλά και για το μέλλον το οποίο ίσως για πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της κρίσης διαγράφεται λιγότερο σκοτεινό και αβέβαιο.

ΑΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΚΥΚΛΟΙ

Το κυριότερο ερώτημα είναι πώς θα καταφέρουν να συμβιώσουν οι χώρες του Νότου με τις χώρες του Βορρά στο πλαίσιο ενός κοινού νομίσματος. Η κοινή άποψη υποστηρίζει ότι η έλλειψη εθνικής συναλλαγματικής πολιτικής θα οδηγήσει σε περαιτέρω ύφεση τις χώρες του Νότου, αφού το ζητούμενο είναι η υποτίμηση του ευρώ για την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας. Οι χώρες του σκληρού πυρήνα από την άλλη πλευρά, υποστηρίζουν ένα πιο σκληρό ευρώ ώστε να μην διαταραχθεί αφενός η εμπιστοσύνη των αγορών στο κοινό νόμισμα και αφετέρου να μην αντιμετωπίσουν πρόβλημα εισαγόμενου πληθωρισμού με αρνητικές συνέπειες για την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων και υπηρεσιών τους στις διεθνείς αγορές. Η παραγωγή πολλών προϊόντων βασίζεται στην εισαγωγή ενδιάμεσων αγαθών, το κόστος των οποίων θα αυξηθεί ως συνέπεια μιας υποτίμησης, συμπαρασύροντας παράλληλα το κόστος παραγωγής και άλλων προϊόντων οδηγώντας με αυτόν τον τρόπο τις οικονομίες σε πληθωρισμό και μείωση της ανταγωνιστικότητας. Στην Διεθνή Νομισματική Θεωρία το πρόβλημα αυτό είναι γνωστό ως το πρόβλημα των «ασύγχρονων επιχειρηματικών κύκλων» (asynchronous business cycles).

Στην περίπτωση αυτή, στο πλαίσιο μιας νομισματικής ένωσης όπως είναι η Ευρωζώνη, δημιουργείται ένα σοβαρό πρόβλημα στην άσκηση αποτελεσματικής νομισματικής πολιτικής όταν κάποιες χώρες-μέλη βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης ενώ άλλες βρίσκονται σε φάση κάμψης της οικονομικής τους δραστηριότητας ή ακόμα και ύφεσης. Αυτή είναι η πραγματικότητα που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Στις χώρες του βορά όπου η ανταγωνιστικότητα είναι υψηλή σε διεθνές επίπεδο, η πραγματική οικονομία αναπτύσσεται σταθερά. Το κύριο μέλημα της νομισματική πολιτικής εκεί πρέπει να είναι η αναχαίτιση των πληθωριστικών πιέσεων που προέρχονται από την άνθηση της οικονομίας και συνεπάγεται αυξημένα εισοδήματα και ενεργή ζήτηση. Για να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει να ακολουθηθεί μια συσταλτική νομισματική πολιτική (contractionary monetary policy) με περιορισμό της αύξησης της προσφοράς χρήματος. Αυτό επιτυγχάνεται με την αύξηση των επιτοκίων, τον περιορισμό της πιστωτικής επέκτασης και την πώληση κρατικών ομολόγων μέσω των «πράξεων ανοιχτής αγοράς» (open market operations).

Αντίθετα, για τις χώρες που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και βρίσκονται σε ύφεση ή και κρίση ως αποτέλεσμα της χαμηλής παραγωγικότητας και κατ’ επέκταση και ανταγωνιστικότητάς τους η ενδεδειγμένη νομισματική πολιτική είναι η αύξηση της προσφοράς χρήματος: μείωση επιτοκίων προκειμένου να δοθούν κίνητρα για νέες επενδύσεις, αγορά κρατικών ομολόγων με πράξεις ανοιχτής αγοράς έτσι ώστε να αυξηθεί η ρευστότητα στο τραπεζικό σύστημα η οποία θα οδηγήσει σε πιστωτική επέκταση μέσω χρηματοδότησης νέων επενδυτικών σχεδίων αλλά και της κατανάλωσης που πρέπει να τονωθεί.

Είναι προφανές ότι δεν υπάρχει μία νομισματική πολιτική η οποία να είναι αποτελεσματική για όλες τις χώρες που συμμετέχουν σε αυτή την νομισματική ένωση. Στην συγκεκριμένη περίπτωση της Ευρώπης είναι λογικό η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να σχεδιάζει και να εφαρμόζει τέτοια νομισματική πολιτική η οποία να είναι ευεργετική για τις χώρες των οποίων το ΑΕΠ αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 70% του συνολικού προϊόντος της Ευρωζώνης. Έτσι, βλέπουμε την εφαρμογή μιας συσταλτικής νομισματικής πολιτικής όπου η λέξη πληθωρισμός λείπει από το λεξιλόγιο των ειδικών. Φυσικά, εδώ, σημαντικό ρόλο παίζει και η «εντολή» (mandate) που έχει ως στόχο να υλοποιεί η ΕΚΤ σε αντίθεση, για παράδειγμα, με την Federal Reserve τις ΗΠΑ. Η ΕΚΤ από το καταστατικό της έχει ως κύριο στόχο της την λεγόμενη «νομισματική σταθερότητα», την αποφυγή με άλλα λόγια του πληθωρισμού. Η Fed από την άλλη έχει διττό στόχο: την νομισματική σταθερότητα αλλά και την πλήρη απασχόληση. Φυσικά οι δύο αυτοί στόχοι μπορεί πολλές φορές να είναι αντικρουόμενοι. Όμως, αυτή η διαφορά δίνει σημαντικά περιθώρια δράσης στην Fed σε αντίθεση με την EKT. Η ασυμβατότητα αυτή των οικονομικών προτεραιοτήτων οδηγεί πολλούς οικονομολόγους και πολιτικούς να προβλέπουν την διάλυση της Ευρωζώνης. Η προσεκτική παρατήρηση όμως των στοιχείων στη δεκαετία που πέρασε ίσως παραπέμπουν σε μια διαφορετική πραγματικότητα η οποία είναι σαφώς πιο αισιόδοξη.

ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΣΥΓΚΛΙΣΗΣ