Ρωσικά παιχνίδια κατασκοπείας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ρωσικά παιχνίδια κατασκοπείας

Ο Ράιαν Φογκλ και ο νέος Ψυχρός Πόλεμος
Περίληψη: 

Από τις περούκες ως τις κρυψώνες για την ανταλλαγή πληροφοριών, οι κατασκοπικοί καυγάδες μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας παίζονται όλο και περισσότερο με τους κανόνες του Ψυχρού Πολέμου – συμπεριλαμβανομένης της δημόσιας διαπόμπευσης των άτυχων κατασκόπων που συλλαμβάνονται.

Ο EDWARD LUCAS είναι διεθνής ανταποκριτής του The Economist και συγγραφέας. Το πιο πρόσφατο βιβλίο του έχει τίτλο «Εξαπάτηση: Η άγνωστη ιστορία της σημερινής κατασκοπείας ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση».

Η περίπτωση του Ράιαν Φογκλ, ενός 29χρονου τρίτου τη τάξει γραμματέα στην πολιτική υπηρεσία της πρεσβείας των ΗΠΑ στη Μόσχα, ο οποίος συνελήφθη προσφάτως από τις ρωσικές Αρχές, προκάλεσε σάλο στα ΜΜΕ, αντάξιο επεισοδίων του Ψυχρού Πολέμου. Η ρωσική κυβέρνηση τον κατηγόρησε ότι είναι στέλεχος της CIA, ισχυριζόμενη ότι είχε σταλεί στον Βόρειο Καύκασο για να συναντηθεί με Ρώσους αξιωματικούς της ασφάλειας, και στη συνέχεια να καθοδηγήσει τους αδελφούς Τσαρνάεφ, τους δύο Τσετσένους που εμπλέκονται στην πρόσφατη βομβιστική επίθεση της Βοστώνης. Ο Φογκλ έφυγε από τη Μόσχα άρον-άρον. Όμως, σε περίπτωση που κάποιος σκέφτηκε ότι το επεισόδιο ήταν ένα και μοναδικό, τα ΜΜΕ διέρρευσαν ένα ακόμη [1]: την απέλαση, στις 5 Μαΐου, του Τόμας Φάιαρστοουν, ενός εξέχοντος Αμερικανού δικηγόρου στη Μόσχα, ο οποίος εργαζόταν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και είναι ένας καυστικός και καλά πληροφορημένος παρατηρητής της επίσημης διαφθοράς στη Ρωσία. Η ρωσική υπηρεσία ασφαλείας, η FSB (Federalnaya Sluzhba Bezopasnosti), είχε προφανώς προσπαθήσει αλλά αποτύχει να τον στρατολογήσει.

Παρ’ ότι θα ήταν σκάνδαλο εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες πιάνονταν να κατασκοπεύουν τον Καναδά και το Ηνωμένο Βασίλειο, κανέναν δεν θα πρέπει να εκπλήσσει το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες κατασκοπεύουν τη Ρωσία - ή το αντίστροφο. Η Ρωσία δεν είναι μέλος των «Five Eyes», της συμμαχίας που μοιράζεται τις πληροφορίες μεταξύ των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασιλείου, του Καναδά, της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας, συμμαχία που είναι ό,τι πιο κοντινό διαθέτει η κοινότητα των υπηρεσιών πληροφοριών σε αυτό που θα λέγαμε οικογένεια έμπιστων μελών. Η Ρωσία δεν είναι καν μέλος του ΝΑΤΟ - και οι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ, όπως η Ελλάδα και η Τουρκία, κατασκοπεύουν ο ένας τον άλλο [2] συνεχώς.

Παρ’ όλες τις συνομιλίες για την αναθέρμανση των σχέσεων, εξάλλου, η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν αντίπαλοι. Η Ρωσία δεν είναι πλέον η κορυφαία προτεραιότητα των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά όντως κάνει πρόβες για στρατιωτικά πλήγματα [3] εναντίον στόχων του ΝΑΤΟ, τα μέσα ενημέρωσής της είναι γεμάτα από αντιδυτική προπαγάνδα [4] και οι υπηρεσίες ασφαλείας της χώρας καταγράφουν αντιφατικές επιδόσεις όταν πρόκειται να ασχοληθούν με εξτρεμιστές ισλαμιστές. Μερικές φορές τους καταστέλλουν με σκληρό τρόπο. Μερικές φορές τους χρησιμοποιούν για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα της Ρωσίας. Οι Ρώσοι συνέλαβαν τον Αϋμάν αλ-Ζαουάχρι, τον σημερινό ηγέτη της Αλ Κάιντα, το 1996, αλλά τον άφησαν ελεύθερο για λόγους που παραμένουν ασαφείς.

Έτσι, είναι πολύ φυσικό το ότι οι αξιωματικοί της CIA στην αμερικανική πρεσβεία της Μόσχας, οι οποίοι εργάζονται κάτω από διπλωματική κάλυψη, αναζητούν και καλλιεργούν πιθανές πηγές πληροφοριών. Και στην πραγματικότητα, οι πρόσφατες επιδόσεις της CIA στη στρατολόγηση Ρώσων είναι εξαιρετικές. Πέτυχε τη μεταστροφή του Aλεξάντερ Ποτέγεφ [5], του νούμερο δύο της Ρωσικής Υπηρεσίας Πληροφοριών Εξωτερικού (SVR) στο τμήμα που ασχολείται με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Ποτέγεφ, με τη σειρά του, πρόδωσε τα «διαμάντια» της υπηρεσίας: δέκα μυστικούς πράκτορες στη Βόρεια Αμερική. Αυτό οδήγησε στη σύλληψη της Άννα Τσάπμαν, μιας Ρωσίδας υπηκόου (η οποία είχε δίκτυο επαφών στο Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη [6], πιθανόν για να δημιουργήσει μια ιστορία κάλυψης για μετέπειτα χρήση) και των συνεργατών της. Ο Ποτέγεφ, που ήταν στα πρόθυρα της σύλληψης, διέφυγε από τη Ρωσία εφαρμόζοντας τους τρόπους διαφυγής της CIA. Τα «ωστικά κύματα» από αυτό το γεγονός συνεχίζουν να οδηγούν σε νίκες. Οι γερμανικές Αρχές συνέλαβαν τον Αντρέας και την Χάιντρουν Άνσλαγκ [7], δύο Ρώσους που ζούσαν στη Γερμανία για περισσότερο από δύο δεκαετίες με πλαστές ταυτότητες, και οι οποίοι προφανώς είχαν δώσει πληροφορίες σχετικά με τις γερμανικές, ευρωπαϊκές και ΝΑΤΟϊκές πολιτικές ασφαλείας στην SVR.

Στην άλλη πλευρά του κόσμου, η αντιμετώπιση των ρωσικών προσπαθειών κατασκοπείας αποτελούν μια μακροπρόθεσμη προτεραιότητα για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, οι Ηνωμένες Πολιτείες προσέλαβαν τον Σεργκέι Τρετγιάκοφ, έναν υπάλληλο της SVR στη ρωσική αποστολή στα Ηνωμένα Έθνη, στη Νέα Υόρκη. Έδωσε λεπτομερή στοιχεία των ρωσικών προσπαθειών για στρατολόγηση Αμερικανών και Καναδών αξιωματούχων και για δημιουργία παραπληροφόρησης στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης. Προς το παρόν, όμως, η συνεργασία έχει κριθεί ως πιο σημαντική, ειδικά όταν πρόκειται για τρομοκρατικούς πυρήνες στη Ρωσία. Από τις βομβιστικές επιθέσεις στη Βοστώνη και μετά, οι ρωσικές Αρχές ήταν φιλικές, αλλά η βοήθειά τους ήταν προσωρινή και μερική [8]. Έτσι, αν προέκυπτε η ευκαιρία να στρατολογηθεί ένας υπάλληλος των ρωσικών υπηρεσιών ασφαλείας που ασχολούνται με τον Βόρειο Καύκασο, όπως κατηγορείται ότι έκανε ο Φογκλ, ο σταθμός της CIA στη Μόσχα θα περιέπιπτε σε παράλειψη καθήκοντος, αν δεν είχε τουλάχιστον εξετάσει την επιδίωξη αυτή.
Τι πραγματικά συνέβη με τον δύσμοιρο [9] τον Φογκλ, ο οποίος φορούσε μια φθηνή ξανθιά περούκα κατά τη στιγμή της σύλληψής του, δεν μπορεί παρά να είναι αντικείμενο σπέκουλας. Και η κάλυψή του από τη ρωσική τηλεόραση και τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης αποτελεί στην καλύτερη περίπτωση μόνο ένα μέρος της ιστορίας. Ως παρατηρητής κατασκοπείας κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών, θα υπέθετα ότι το επεισόδιο ήταν αυτό που λέμε «κρέμασμα» - παγίδα στην κατασκοπική διάλεκτο-, δηλαδή προσπάθησε να επικοινωνήσει με μια πιθανή πηγή αλλά συνελήφθη από αξιωματικούς της FSB που τον περίμεναν.