Η κοινοτυπία της Μέρκελ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η κοινοτυπία της Μέρκελ

Γιατί οι Γερμανοί έχουν συγκλονιστεί από το κομμουνιστικό παρελθόν της Μέρκελ
Περίληψη: 

Με τις βουλευτικές εκλογές να πλησιάζουν στη Γερμανία το φθινόπωρο, η Άνγκελα Μέρκελ είδε τον εαυτό της να εμπλέκεται σε ένα σκάνδαλο για το νεανικό κομμουνιστικό της παρελθόν. Η αργοπορημένη κρίση για το παρελθόν της Μέρκελ αποκαλύπτει λίγα πράγματα για τις πολιτικές συμπάθειες της καγκελαρίου - και πολλά για την ιστορική άγνοια του γερμανικού κοινού.

Η MARCI SHORE είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Yale. Είναι η συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Μια γεύση από τέφρα: Η μετά θάνατον ζωή του ολοκληρωτισμού στην Ανατολική Ευρώπη.

«Στη Δυτική Γερμανία οι άνθρωποι δεν ξέρουν σχεδόν τίποτα για μια 35ετία από τη ζωή μου», είπε η Άνγκελα Μέρκελ, η σημερινή ισχυρή πρωθυπουργός μιας ενοποιημένης Γερμανίας, σε μια συνέντευξη της το 2004. Αυτό το απόσπασμα χρησιμεύει τώρα ως υπότιτλος στο νέο βιβλίο δύο Γερμανών δημοσιογράφων, του Günther Lachmann και του Ralf Georg Reuth, που αφορά στις ρίζες της Γερμανίδας καγκελαρίου στην Ανατολική Γερμανία. Οι συγγραφείς του Das Erste Leben der Angela M. («Ο πρότερος βίος της Άνγκελα Μ.») θέλουν να κάνουν τους αναγνώστες τους να καταλάβουν ότι η Άνγκελα Μέρκελ, η οποία έζησε τα πρώτα τριάντα πέντε χρόνια της ζωής της στην κομμουνιστική Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, ήταν μέρος αυτής της κοινωνίας με πολύ πιο βαθύ τρόπο από ό,τι έχει γίνει αντιληπτό.

Το βιβλίο έχει καταφέρει να προκαλέσει έντονη συζήτηση στη Γερμανία επικεντρωνόμενο στην πραγματική προσωπικότητα της Μέρκελ και τις πολιτικές της πεποιθήσεις. «Μόνο η ίδια η Άνγκελα Μέρκελ μπορεί να πει τι παραμένει σε ισχύ από την παλιά της ζωή», κατέληξε ένα πρόσφατο άρθρο του περιοδικού. Αυτό που αποκαλύπτει η αντιπαράθεση, όμως, δεν είναι ότι οι Γερμανοί γνωρίζουν πολύ λίγα πράγματα για την καγκελάριο, οκτώ χρόνια μετά την εκλογή της, αλλά μάλλον ότι γνωρίζουν πολύ λίγα για το κομμουνιστικό παρελθόν της Ανατολικής Γερμανίας, είκοσι τέσσερα χρόνια μετά την πτώση του κομμουνισμού.

Τα βασικά στοιχεία της βιογραφίας της Μέρκελ έχουν δημοσιοποιηθεί εδώ και καιρό. Η Μέρκελ γεννήθηκε το 1954 στην Δύση, στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Ο πατέρας τής Μέρκελ, ένας προτεστάντης ιερέας και σοσιαλιστής εκ πεποιθήσεως, μετακόμισε με την οικογένειά του στην ανατολική πλευρά, λίγο αργότερα. Είχε σταλεί εκεί από την εκκλησία του, της οποίας η ηγεσία ήθελε να υποστηρίξει τους Χριστιανούς που υφίσταντο παρενοχλήσεις από το κυβερνών Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα της Ανατολικής Γερμανίας. Οι συγγραφείς του Das Erste Leben der Angela M. τονίζουν ότι παρά το επάγγελμα τού πατέρα της, η Μέρκελ δεν έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη θεολογία. Τα ρωσικά ήταν προφανώς το αγαπημένο της θέμα. «Αγαπούσε τη ρωσική γλώσσα, επειδή ήταν γεμάτη συναίσθημα. Και τη μάθαινε με ενθουσιασμό», γράφουν. Περιγράφουν τον τρόπο που το 1970, έχοντας κερδίσει την Ολυμπιάδα της ρωσικής γλώσσας στην Ανατολική Γερμανία, η Μέρκελ ταξίδεψε στη Μόσχα για να συμμετάσχει στη διεθνή Ολυμπιάδα ρωσικών. Αυτό που υπονοείται είναι ότι η δεινότητά της στην εκμάθηση της ρωσικής γλώσσας ήταν ύποπτη.

Η Μέρκελ έγινε στη συνέχεια φυσικός. Ενώ ήταν νέα ερευνήτρια στην Ακαδημία των Επιστημών στο Ανατολικό Βερολίνο, συνέχισε τη συμμετοχή της στην Freie Deutsche Jugend (Ελεύθερη Γερμανική Νεολαία), τη σοσιαλιστική οργάνωση νεολαίας που πριμοδοτείτο από το κράτος. Ποτέ δεν απέκρυψε τη συμμετοχή της. Ο πυρήνας της κατηγορίας του βιβλίου που εκλαμβάνεται σήμερα ως σκανδαλώδης είναι το γεγονός ότι η Μέρκελ δεν ήταν, όπως η ίδια είχε υποστηρίξει, ένα «πολιτιστικό στέλεχος» της οργάνωσης, αλλά, μάλλον, μια «γραμματέας κινητοποίησης και προπαγάνδας». Η Μέρκελ συνήθιζε να διοργανώνει εξορμήσεις στο θέατρο και αναγνώσεις Σοβιετικών συγγραφέων. Ο Lachmann και ο Reuth καταγράφουν τον πρώην υπουργό Μεταφορών, Günther Krause, να λέει ότι το πρόσωπο που κατείχε αυτή τη θέση ήταν «υπεύθυνο για την πλύση εγκεφάλου με τη μαρξιστική έννοια. Αυτό ήταν το έργο της και δεν ήταν πολιτιστικό έργο».

Η Άνγκελα Μέρκελ δεν προσποιήθηκε ποτέ ότι ήταν από τους αντιφρονούντες. («Όντως δεν ήμουν ακτιβίστρια της αντίστασης», έχει πει για τον εαυτό της). Παρ' όλ' αυτά, οι Γερμανοί ψηφοφόροι θα πρέπει να έχουν σοκαριστεί, αναφέρουν οι συγγραφείς, από το ενδεχόμενο η Μέρκελ να ήταν ίσως κατά κάποιο τρόπο μια μεταρρυθμίστρια κομμουνίστρια -δηλαδή, μια από τους δυσαρεστημένους με το καθεστώς της Ανατολικής Γερμανίας που προσέβλεπε στις μεταρρυθμίσεις του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ μετά το 1985 ως ένδειξη ότι ο δρόμος προς ένα δημοκρατικό σοσιαλισμό θα μπορούσε να υπάρξει. «Η Άνγκελα Μέρκελ», γράφουν, «η οποία είχε μια ιδιαίτερα στενή σχέση με όλα όσα ήταν ρωσικά, θεωρούσε την υπόσχεση της γκλάσνοστ και της περεστρόικα ως μια ουσιαστική ευκαιρία».

Εκείνο που συχνά ξεχνάμε είναι ότι ακόμη και οι αντιφρονούντες, όσοι ήταν πιο θαρραλέοι και ειλικρινείς από την Μέρκελ, προέρχονταν συχνά από το μαρξισμό. Οι ήρωες του 1989, δεν ήταν όλοι φιλελεύθεροι της Δύσης από τα γεννοφάσκια τους, οι οποίοι κατανοούσαν πάντα το «Τέλος της Ιστορίας», με τον τρόπο του Francis Fukuyama. Οι πιο ισχυρές επικρίσεις του κομμουνιστικού συστήματος προέκυψαν από γνώσεις που θα μπορούσαν να προέλθουν μόνο από τη συμμετοχική εμπειρία. Η εξέχουσα προσωπικότητα της πολωνικής αντιπολίτευσης, ο Adam Michnik ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα όταν ήταν ένας ώριμος έφηβος με ενδιαφέροντα στον ρεβιζιονιστικό μαρξισμό. Η πρώτη σύλληψη του Michnik, το 1965, προέκυψε από τη διανομή τής «Ανοικτής Επιστολής προς το Κόμμα» των Jacek Kuroń και Karol Modzelewski, η οποία διακήρυσσε ότι η επανάσταση των εργατών είχε προδοθεί.

Ακόμη και οι διαφωνούντες που δεν ήταν ποτέ μαρξιστές δεν εξιδανίκευαν απαραίτητα τη Δύση. Οι Lachmann και Reuth φέρουν την Μέρκελ να λέει στην γυναίκα ενός θεολόγου, «Αν μεταρρυθμίσουμε τη ΛΔΓ, δεν θα χρησιμοποιήσουμε το μοντέλο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας». Αυτό θα μπορούσε να μπει σε ένα γενικότερο πλαίσιο: ο Václav Havel, ο επί μακρόν φυλακισμένος αντιφρονών της Τσεχίας που έγινε ο μετα-κομμουνιστικός Πρόεδρος της χώρας, γράφει στο περίφημο παράνομο (σαμιζντάτ) δοκίμιό του, το 1978 «Η δύναμη των αδύναμων»: «Δεν υπάρχει πραγματική απόδειξη ότι η δυτική δημοκρατία ... μπορεί να προσφέρει πιο βαθιές λύσεις».