Το τέλος της εποχής του Πετρέους | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το τέλος της εποχής του Πετρέους

Η άνοδος και η πτώση της αντιεξέγερσης

Πολλοί από τους σημερινούς αξιωματικούς, όμως, αναδύθηκαν μέσα από τις τάξεις εκείνων που πολεμούσαν σε αυτούς τους «μη πολέμους, πολέμους» (όπως τους αποκάλεσε κάποιος), στο Ελ Σαλβαδόρ, στον Παναμά, τη Σομαλία, την Αϊτή και τα Βαλκάνια, οι οποίοι δεν έδειχναν να είναι και τόσο χαμηλής έντασης και σίγουρα έδιναν την αίσθηση πολέμου. Ο ίδιος ο Πετρέους πέρασε τα πρώτα χρόνια της καριέρας του ως αξιωματικός της Αεροπορίας Στρατού στη Γαλλία και την Ιταλία, όπου πέτυχε έναν σωρό βιβλίων που διαλαλούσαν αυτό που οι Γάλλοι αποκαλούν «επαναστατικές εχθροπραξίες»: το μυθιστόρημα του Ζαν Λαρτεγκύ (Jean Lartéguy) «The Centurions», το Street Without Joy και το Hell in a Very Small Place του Μπέρναρντ Φολ (Bernard Fall), και, εκείνο με την μεγαλύτερη επιρροή, το Counterinsurgency Warfare: Theory and Practice, του Νταβίντ Γκαλουλά (David Galula). Ο Γκαλουλά, ο οποίος ήταν παρατηρητής αλλά είχε και ο ίδιος πολεμήσει σε αρκετές αντιεξεγέρσεις, ήταν διαφορετικός από οποιονδήποτε συγγραφέα είχε διαβάσει ο Πετρέους. Όπως δήλωνε στο βιβλίο του, «ο επαναστατικός πόλεμος έχει ειδικούς κανόνες, διαφορετικούς από εκείνους του συμβατικού πολέμου». Είναι σαν μια μάχη μεταξύ ενός λιονταριού και ενός ψύλλου: ο ψύλλος δεν μπορεί να δώσει γροθιά για νοκ-άουτ και το λιοντάρι δεν μπορεί να πετάξει. Ο επαναστατημένος μπορεί να σπείρει την αταξία οπουδήποτε, ενώ η αντεπαναστάτης - μαχόμενος για λογαριασμό της κυβέρνησης - θα πρέπει να διατηρήσει την τάξη παντού. Για να νικηθούν οι ψύλλοι απαιτείται η αποστράγγιση του βάλτου που τους στηρίζει. Για να νικηθούν οι εξεγέρσεις απαιτείται η προστασία, και μετά το «φλερτάρισμα» ή η ενσωμάτωση στον πληθυσμό που στηρίζει τον στόχο τους. Όπως περιγράφεται ο Γκαλουλά, ένας στρατιώτης σε μια εκστρατεία αντιεξέγερσης πρέπει «να είναι προετοιμασμένος να γίνει προπαγανδιστής, κοινωνικός λειτουργός, πολιτικός μηχανικός, δάσκαλος, νοσοκόμος». Ομοίως, «ένας πολύγραφος μπορεί να αποδειχθεί πιο χρήσιμος από όσο ένα πολυβόλο», και «οι υπάλληλοι έχουν μεγαλύτερη ζήτηση από όσο οι τουφεκιοφόροι». Αυτά τα είδη των πολέμων, υπολόγισε ο Galula αναφέροντας τον Μάο, είναι «20% στρατιωτική δράση και 80% πολιτική».

Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ο Πετρέους πέρασε ένα καλοκαίρι ως βοηθός του στρατηγού Τζον Γκάλβιν (John Galvin), του επικεφαλής της Νότιας Διοίκησης των ΗΠΑ. Η Κεντρική Αμερική ταλανιζόταν τότε από τα είδη των εξεγέρσεων που ο Πετρέους είχε μόνο διαβάσει προηγουμένως. Στο Ελ Σαλβαδόρ, αμερικανοί στρατιωτικοί σύμβουλοι επινοούσαν κάτι που έμοιαζε με σχέδιο αντιεξέγερσης. Προς το τέλος της παραμονής του, ο Πετρέους σκιαγράφησε ένα άρθρο για τον Γκάλβιν με τίτλο "Uncomfortable Wars: Toward a New Paradigm» (Άβολοι πόλεμοι: Προς ένα νέο παράδειγμα), το οποίο καλούσε τον στρατό να εγκαταλείψει την εμμονή του στους μεγάλους πολέμους και την μεγάλη δύναμη πυρός και να αναγνωρίσει την επικράτηση νέων ειδών πολέμου – την υπονόμευση, την τρομοκρατία, τις εξεγέρσεις ανταρτών. Όταν επέστρεψε στις ΗΠΑ, ο Πετρέους εργάστηκε πάνω σε αυτά τα σημεία σε μια διδακτορική διατριβή στο Πρίνστον για την «μυωπική» - μετά το Βιετνάμ - αποστροφή του στρατού σε τέτοιου είδους συγκρούσεις και την ανάγκη να αλλάξει αναλόγως το δόγμα του, την τακτική του και τις πολιτικές για την επάνδρωσή του.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, ο Πετρέους διετέλεσε επικεφαλής των επιχειρήσεων στην (υπό αμερικανική ηγεσία) πολυεθνική ειρηνευτική δύναμη στην Αϊτή, κάτι που ήταν η πρώτη του εμπειρία σε πλήρη οικοδόμηση έθνους. Λίγα χρόνια αργότερα, το 2001, είχε τοποθετηθεί στο Σεράγεβο, ως βοηθός του επικεφαλής του ΝΑΤΟ για τις πολεμικές επιχειρήσεις και αναπληρωτής διοικητής μιας μυστικής μονάδας που ονομαζόταν Joint Interagency Counterterrorism Task Force (Κοινή Διυπηρεσιακή Αντιτρομοκρατική Ομάδα Εργασίας). Μια ενημέρωση για το σχέδιο της εκστρατείας του, τόνιζε την ανάγκη τόσο να κυνηγηθούν οι τρομοκράτες άμεσα όσο και να αντιμετωπιστούν οι βαθύτερες αιτίες του προβλήματος, με την αντιμετώπιση της ανεργίας, του θέματος των ορμητηρίων και του διεφθαρμένου συστήματος δικαιοσύνης.

Το 2003, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπήκαν σε πόλεμο με το Ιράκ, και το σχέδιο της εκστρατείας που επινοήθηκε από τον υπουργό Άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ και τον Τόμυ Φρανκς (Tommy Franks), τον επικεφαλής της αμερικανικής Κεντρικής Διοίκησης, δεν έκανε καμία χρήση σε οτιδήποτε από αυτά. Είχε ως στόχο να είναι μια εκστρατεία «σοκ και δέους» για την γρήγορη ανατροπή του καθεστώτος και στη συνέχεια να παραδώσει την ευθύνη της χώρας σε κάποιον, οποιονδήποτε άλλο – σε συμμάχους των Αμερικανών, Ιρακινούς εξορίστους, αδιάφθορους τοπικούς ηγέτες, οποιουσδήποτε. Ο Πετρέους διοικούσε την 101η Αερομεταφερόμενη Μεραρχία κατά τη διάρκεια της σύντομης αλλά έντονης όδευσης προς την Βαγδάτη.

Ήταν μετά την πτώση του Σαντάμ που ο Πετρέους έβαλε τη σφραγίδα του. Έχοντας την εντολή να καταλάβει την επαρχία της Νινευή στο βόρειο Ιράκ, συμπεριλαμβανομένης της πόλης της Μοσούλης, εφάρμοσε όλα τα μαθήματα που είχε μάθει κατά τη διάρκεια της θητείας του στην Κεντρική Αμερική, την Αϊτή και την Βοσνία και από τις αναγνώσεις των βιβλίων του Γκαλουλά και των άλλων κλασικών της αντιεξέγερσης (που τα είχε μαζί του και τα συμβουλευόταν συχνά). Έψαξε, βρήκε και συνεργάστηκε στενά με τους ηγέτες της κάθε κοινότητας, έλεγξε υποψήφιους για τις νέες τοπικές εκλογές, έκανε τα βενζινάδικα να λειτουργούν, ξανάνοιξε το πανεπιστήμιο, άνοιξε ακόμη και τα σύνορα της επαρχίας με τη Συρία. Ο Πετρέους τα έκανε όλα αυτά με δική του πρωτοβουλία. Λίγοι άλλοι διοικητές εντόπισαν την δημιουργία μιας εξέγερσης. Ακόμα λιγότεροι κατάλαβαν τις επιπτώσεις της. Δεν είχαν διαβάσει για την στρατηγική της αντιεξέγερσης: δεν είχε αποτελέσει μάθημα στο West Point ή σε οποιοδήποτε από τα πολεμικά κολέγια του στρατού πρόσφατα, και δεν είχε δημοσιευθεί εγχειρίδιο σχετικά με το θέμα εδώ και 20 χρόνια.