Γιατί το Ισραήλ θα επιθυμήσει τον Μόρσι | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί το Ισραήλ θα επιθυμήσει τον Μόρσι

Καθώς ο αιγυπτιακός στρατός καταστέλλει τις διαδηλώσεις, η χερσόνησος του Σινά βυθίζεται στο χάος
Περίληψη: 

Ακόμη και την ώρα που οι Αιγύπτιοι στρατηγοί συνεχίζουν τη βίαιη καταστολή των υποστηρικτών τού έκπτωτου προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι, το Ισραήλ ασκεί πιέσεις στη Διεθνή Κοινότητα για να δώσει στο στρατό την πλήρη υποστήριξή της. Αλλά, καθώς η χερσόνησος του Σινά βυθίζεται στο χάος, το Ισραήλ μπορεί να διαπιστώσει ότι ήταν καλύτερα με τον Μόρσι στην εξουσία.

Ο ZACK GOLD είναι αναλυτής τού μεσανατολικού με έδρα την Ουάσιγκτον και διεξάγει έρευνα πάνω στη συνεργασία Αιγύπτου-Ισραήλ σε θέματα ασφάλειας στη χερσόνησο του Σινά. Ακολουθήστε τον στο Twitter @ ZLGold [1].

Ακόμη και την ώρα που οι Αιγύπτιοι στρατηγοί συνεχίζουν τη βίαιη καταστολή των υποστηρικτών τού έκπτωτου προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι, το Ισραήλ ασκεί πιέσεις στη Διεθνή Κοινότητα για να δώσει στο στρατό την πλήρη υποστήριξή της. Όσοι σχεδιάζουν την πολιτική στο Ισραήλ ανησυχούν ευλόγως για την Μουσουλμανική Αδελφότητα, και θεωρούν δεδομένο ότι η ισλαμιστική οργάνωση θέλει να δει την καταστροφή του εβραϊκού κράτους. Όμως, η συνεργασία των υπηρεσιών ασφάλειας και πληροφοριών μεταξύ του Ισραήλ και της Αιγύπτου πραγματικά άνθισε κατά τη διάρκεια της προεδρίας Μόρσι [3]. Και ιδιαίτερα στον απόηχο της σφαγής των 25 Αιγύπτιων αστυνομικών στη Ράφα, μιας πόλης στα σύνορα της Λωρίδας της Γάζας, στο βόρειο Σινά, το Ισραήλ ίσως να διαπιστώσει ότι ήταν καλύτερα με τον Μόρσι στην εξουσία.

Για το Ισραήλ, το χειρότερο δυνατό αποτέλεσμα της πολιτικής αναταραχής στο Κάιρο είναι να επικρατήσει χάος κατά μήκος των νότιων συνόρων του. Η χερσόνησος του Σινά παρέμεινε σχετικά ήρεμη για δεκαετίες αφότου το Ισραήλ την επέστρεψε στην Αίγυπτο το 1982, μετά τη Συνθήκη ειρήνης των δύο χωρών, το 1979. Η τρομοκρατία, το λαθρεμπόριο και οι διασυνοριακές προκλήσεις δεν ξεκίνησαν με την κατάρρευση του καθεστώτος Μουμπάρακ, αλλά το Σινά άρχισε να βυθίζεται σε συνολική ανομία όταν ο μηχανισμός της αστυνομίας εξαφανίστηκε από εκεί όταν ξέσπασε η επανάσταση του Φεβρουαρίου του 2011. Και η κατάσταση της ασφάλειας έχει επιδεινωθεί δραματικά ύστερα από την απομάκρυνση του Μόρσι από το στρατό στις 3 Ιουλίου, και από τότε και μετά υπήρξε μια σημαντική άνοδος [4] σε θανατηφόρες επιθέσεις εναντίον Αιγύπτιων στρατιωτών και αστυνομικών στο Σινά.

Η βία στο Σινά θα μπορούσε σύντομα να διαχυθεί στο Ισραήλ. Το Ισραήλ παραμένει ένας προφανής στόχος για τζιχαντιστές, που το βλέπουν ως δύναμη κατοχής τής μουσουλμανικής γης. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις τρομοκρατικές ομάδες που έχουν έδρα τη Γάζα και δρουν στο Σινά, όπως το «Συμβούλιο των Μουτζαχεντίν Σουρά στα Περίχωρα της Ιερουσαλήμ». Επιπλέον, ορισμένες ομάδες της Τζιχάντ στο Σινά, όπως η Ansar Jerusalem, βλέπουν στις διασυνοριακές επιθέσεις έναν δευτερεύοντα επωφελή σκοπό: να δείξουν την αδυναμία και την ανικανότητα του αιγυπτιακού στρατού να προστατεύσει τα σύνορά του. Πράγματι, η δράση τής Τζιχάντ κατά τα τελευταία δύο χρόνια έχει σκόπιμα προσπαθήσει να φέρει σε δύσκολη θέση τον αιγυπτιακό στρατό, να εκθέσει την ισραηλινο-αιγυπτιακή συνεργασία και να οδηγήσει το Ισραήλ σε ενέργειες σε διασυνοριακό επίπεδο. Όπως και με την αυξημένη δραστηριότητα της τζιχάντ στο Σινά από τότε που ο στρατός πήρε τον πλήρη έλεγχο, οι τρομοκρατικές ομάδες τού Σινά ενδέχεται να επιλέξουν να εντείνουν αυτή τη στρατηγική προκειμένου να εμπλέξουν το Ισραήλ στον αγώνα τους.

Σε επιδρομές εναντίον του Ισραήλ το 2011 και το 2012, οι επιτιθέμενοι φορούσαν αντίγραφα αιγυπτιακών στρατιωτικών στολών [5] και οδηγούσαν αιγυπτιακά στρατιωτικά οχήματα [6], τόσο για να μπερδεύουν τις ισραηλινές αντεπιθέσεις όσο και για να δημιουργήσουν την αίσθηση ότι ήταν ο αιγυπτιακός στρατός που εμπλεκόταν σε τέτοια περιστατικά, και ότι οι Ισραηλινοί πυροβολούσαν Αιγύπτιους στρατιώτες. Μια αεροπορική επιδρομή τον Ιούλιο ενάντια σε μια συστοιχία εκτοξευτών πυραύλων της Ansar Jerusalem στο Σινά ίσως να πραγματοποιήθηκε από το Ισραήλ, μπορεί και όχι [7], αλλά οι τζιχαντιστές του Σινά είχαν κάθε λόγο να προβούν σε αυτόν τον ισχυρισμό [8] ως έναν τρόπο να απαντήσουν στη στρατιωτική πίεση και να δημιουργήσουν ένα ρήγμα ανάμεσα στους στρατηγούς και το λαό.

Ο βασικός φόβος του Ισραήλ είναι ότι οι τζιχαντιστές που έχουν τη βάση τους στο Σινά, θα στοχεύσουν εμπορικές πτήσεις με προορισμό τη νότια τουριστική πόλη του Ισραήλ, Εϊλάτ. Πράγματι, στις 8 Αυγούστου, ήταν στα σκαριά ένα τέτοιο σχέδιο [9], αναγκάζοντας το Ισραήλ να κλείσει το αεροδρόμιο για αρκετές ώρες. Λιγότερο από μια εβδομάδα αργότερα, μια ισραηλινή βάση του αντιαεροπορικού συστήματος Iron Dome εντόπισε μια εκτόξευση πυραύλου από το Σινά [10] προς το Εϊλάτ, για πρώτη φορά. Παρά το γεγονός ότι το Ισραήλ θα πρέπει να είναι ευτυχές που ματαίωσε την επίθεση και ότι η Αίγυπτος δεν έκανε μεγάλο θέμα για τη χρήση του Iron Dome τόσο κοντά στα σύνορά της, το Ισραήλ θα πρέπει να είναι περισσότερο ανήσυχο γι’ αυτό καθ’ αυτό το γεγονός ότι αναγκάστηκε να θέσει σε λειτουργία το σύστημα.

Εν μέσω της σημερινής αναταραχής, αξίζει να θυμηθούμε ότι, για όσο ο Μόρσι ήταν πρόεδρος, οι πολιτικές σχέσεις μεταξύ τού Ισραήλ και της Αιγύπτου ήταν, αν όχι φιλικές, σίγουρα σταθερές. Ο αρχηγός της Αδελφότητας δεν ήθελε να έχει καμία σχέση με τους σιωνιστές ομολόγους του, κι έτσι άφησε τη σχέση αποκλειστικά στην ευθύνη του στρατού και των υπηρεσιών πληροφοριών. Ουσιαστικά, ο Μόρσι βρισκόταν στην κορυφή μιας σχέσης συνεργασίας επί της οποίας ο ίδιος δεν είχε καμία συμβολή. Αυτή η δυναμική βοήθησε να περιοριστεί οποιαδήποτε κριτική της Αδελφότητας ή των ισλαμιστών για τη σχέση Αιγύπτου-Ισραήλ.

Πράγματι, το πιο δύσκολο σημείο στις σχέσεις Αιγύπτου – Ισραήλ μετά την ανατροπή του Χόσνι Μουμπάρακ δεν ήταν, όπως πολλοί θα υπέθεταν, το ξέσπασμα του πολέμου μεταξύ της Χαμάς και του Ισραήλ, το Νοέμβριο του 2012, μια εποχή κατά την οποία ο Μόρσι είχε τον έλεγχο. Παρά την συγγένεια της Αδελφότητας με τη Χαμάς, η κυβέρνηση Μόρσι συνεργάστηκε με τις δύο πλευρές ως διαμεσολαβητής και εγγυητής τής κατάπαυσης του πυρός. Εκείνη την εποχή, οι παρατηρητές [11] δεν έβλεπαν μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην προσέγγιση της κυβέρνησης Μόρσι και εκείνη του καθεστώτος Μουμπάρακ, κατά τη διάρκεια του 2008-09, στην επιχείρηση του Ισραήλ στη Γάζα.