Το καλύτερο υποθετικό σενάριο για τη Συρία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το καλύτερο υποθετικό σενάριο για τη Συρία

Η κυβέρνηση Ομπάμα πρέπει να χρησιμοποιήσει στρατιωτικά πλήγματα για να κερδίσει συνομιλίες

Εντέλει, για πρώτη φορά σε περισσότερο από δύο χρόνια, φαίνεται η αίσθηση του επείγοντος να αφορά όχι μόνο τη Συρία αλλά και την Ουάσιγκτον, το Λονδίνο και το Παρίσι. Οι διογκούμενοι αριθμοί των νεκρών και οι αυξανόμενες ανησυχίες για ανεξέλεγκτη χρήση χημικών όπλων στη Συρία σημαίνουν ότι η προσοχή του κόσμου, όσο περιορισμένη και αν είναι, είναι απίθανο να στραφεί προς την Αίγυπτο ή οπουδήποτε αλλού τόσο γρήγορα όσο την προηγούμενη φορά. Το Κογκρέσο παραμένει διαιρεμένο όσο ποτέ σχετικά με τη Συρία - σε όλα τα σημεία, εκτός από ότι δεν θα πρέπει να σταλούν στη Συρία επίγειες στρατιωτικές δυνάμεις - αλλά τα χημικά όπλα και το Ιράν είναι επίσης σε αυτή την περίπτωση πιθανοί παράγοντες αλλαγής του παιχνιδιού, ιδιαίτερα εάν ο Λευκός Οίκος μπορεί να υποστηρίξει ότι είναι εφικτά χειρουργικά πλήγματα, από τα οποία θα κινδυνεύσουν λίγες αμερικανικές ζωές και θα υπάρξει μικρή εμπλοκή.

Ακόμη και αν ο Ομπάμα αποφασίσει να παρέμβει, το επόμενο ερώτημα είναι αν υπάρχει κάτι που οι Ηνωμένες Πολιτείες ή η διεθνής κοινότητα μπορεί να κάνει για να αλλάξει τη δυναμική στο έδαφος της Συρίας. Εξαρχής, οι προσπάθειες των ΗΠΑ - συμπεριλαμβανομένης της ανακοίνωσής τους για αποστολή όπλων προς τους αντάρτες, την περασμένη άνοιξη - ωχριούσαν σε σχέση με του Ιράν. Πράγματι, είναι δύσκολο να πει κανείς πώς οι προσπάθειες των ΗΠΑ θα μπορούσαν να αλλάξουν την ισορροπία δυνάμεων στη Συρία ή να τροποποιήσουν την αιματηρή πορεία αυτής της σύγκρουσης, εκτός εάν έχουν επαρκή ισχύ να ισοπεδώσουν το καθεστώς, και συνοδεύονται από ισχυρή διπλωματική πίεση στην κατεύθυνση της μετάβασης της εξουσίας σε μια οικουμενική κυβέρνηση, όπως περιγραφόταν στις συνομιλίες της Γενεύης τον Ιούνιο του 2012. Η αμερικανική επιφυλακτικότητα για ακόμη μια στρατιωτική επέμβαση στη Μέση Ανατολή σημαίνει ότι η πιθανότερη επιλογή είναι, αντ’ αυτού, η ανάπτυξη αμερικανικών πυραύλων. Το αν αυτοί θα είναι αρκετοί για να μεταβάλουν την ισορροπία ισχύος, παραμένει ζητούμενο.

Η καλή πλευρά -ένα παράπλευρο όφελος της πιθανολογούμενης επίθεσης χημικών όπλων- μπορεί να είναι η ανανέωση των διπλωματικών προσπαθειών για τον τερματισμό τού πολέμου. Οι υποστηρικτές της Συρίας στη Ρωσία, που είναι αφοσιωμένοι στους συμμάχους τους, δεν θέλουν να δουν τον αφοπλισμό των χημικών όπλων, ούτε είναι πρόθυμοι να δουν να πέφτει η εξουσία στα χέρια των εξτρεμιστών. Επίσης, είναι πιο πεπεισμένοι από ποτέ ότι είναι στο τραπέζι μια στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ– κάτι που θα μπορούσε να σημάνει το τέλος τού καθεστώτος Άσαντ ή τουλάχιστον να του προκαλέσει μεγάλο πλήγμα. Αν η Ρωσία πιστεύει ότι μπορεί να αποφευχθεί το κενό εξουσίας, θα επιδείξει, ως εκ τούτου, περισσότερο ενδιαφέρον για ειρηνευτικές συνομιλίες. Νωρίτερα αυτό το καλοκαίρι, οι Ρώσοι συμφώνησαν με τις Ηνωμένες Πολιτείες να προωθήσουν εκ νέου συνομιλίες Γενεύης Νο2, που τόσο έχουν καθυστερήσει.

Επιπλέον, αυτή την εβδομάδα, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν ήδη προγραμματίσει να έχουν συνομιλίες με την κατακερματισμένη, όπως είναι παγκοίνως γνωστό, ηγεσία των Σύρων ανταρτών, προκειμένου να προσπαθήσουν να την φέρουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ακόμη και ως τον Οκτώβριο. Το πλανόμενο φάντασμα της αμερικανικής στρατιωτικής επέμβασης θα πρέπει να κάνει αυτές τις συζητήσεις πολύ πιο συγκεκριμένες. Ομοίως, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ασκήσει εδώ και καιρό πιέσεις στο καθεστώς Άσαντ να λάβει μέρος σε ειρηνευτικές συνομιλίες. Μια πολιτική μετάβαση σε μια μεταβατική οικουμενική κυβέρνηση, όπως περιγραφόταν στη Γενεύη [2] τον περασμένο Ιούνιο, παραμένει η καλύτερη λύση για την χώρα, καθώς ο αριθμός των προσφύγων ανέρχεται στα δύο εκατομμύρια – με το ένα εκατομμύριο να είναι κάτω από την ηλικία των 18 ετών. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ακόμη και η απειλή των στρατιωτικών πληγμάτων μπορεί να είναι αρκετή για να φέρει το συριακό καθεστώς και τους Ρώσους υποστηρικτές του στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Αυτό είναι πράγματι δυνατό, αν και είναι δύσκολο να πει κανείς το πώς ο Άσαντ, ο οποίος μόλις το περασμένο Σάββατο υποστήριξε ότι η δική του πλευρά έχει το πάνω χέρι, θα λυγίσει κάτω από το ενδεχόμενο χειρουργικών πληγμάτων. Ο ίδιος γνωρίζει, επίσης, ότι η βούληση της Αμερικής για μια μακροχρόνια και ευρείας κλίμακας επέμβαση είναι περιορισμένη.

Τώρα, με τη στρατιωτική δράση να επίκειται, το ζήτημα δεν είναι αν έχουν αλλάξει οι υπολογισμοί τού Ομπάμα, αλλά αν έχουν αλλάξει εκείνοι του Άσαντ, και αν τα αντιμαχόμενα μέρη μπορούν να έρθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Για το καθεστώς Άσαντ, αυτός ο πόλεμος έχει από καιρό θεωρηθεί ως μια υπαρξιακή μάχη μέχρι τέλους, για την τελευταία φάση της οποίας προετοιμάζεται από το 1982. Είναι δύσκολο να πει κανείς πώς οι αμερικανικές στρατιωτικές επιθέσεις θα αλλάξουν αυτή την πραγματικότητα. Αλλά είναι σχεδόν αδύνατο να φανταστεί κανείς την αλλαγή του status quo στη Συρία χωρίς αυτές. Όπως επανέλαβε ο Λευκός Οίκος πριν από λίγες ημέρες, η σύγκρουση στη Συρία θα τελειώσει μόνο με μια πολιτική λύση. Με άλλα λόγια, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν τη δύναμη που έχουν, με τη μορφή τής συνεχούς πίεσης και των επικείμενων στρατιωτικών επιθέσεων, ώστε να βοηθήσουν να έρθουν όλες οι πλευρές γύρω από ένα τραπέζι. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει πλήγματα στρατηγικών στόχων τού καθεστώτος Άσαντ που σχετίζονται με το πρόγραμμα των χημικών του όπλων, ακόμη και την ώρα των διαπραγματεύσεων, με την ελπίδα ότι μπορεί να επιτευχθεί μια συμφωνία μεταξύ όλων των παραγόντων και ότι ο πόλεμος θα τελειώσει με μια μεταβίβαση της εξουσίας – ασχέτως του πόσο απίθανο μπορεί αυτό να φαίνεται τούτη τη στιγμή.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/139870/gayle-tzemach-lemmon/the-b...