Θα αποδώσει η κατάκτηση; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Θα αποδώσει η κατάκτηση;

Στην Κριμαία, η Ρωσία θα μπορούσε να βγει κερδισμένη
Περίληψη: 

Οι ρωσικές κινήσεις στην Κριμαία μπορεί να αποτέλεσαν ένα σοκ, αλλά για χιλιετίες, οι κατακτήσεις και οι προσαρτήσεις ήταν το κύριο συστατικό για την συγκρότηση του κράτους και την διεθνή πολιτική. Σε γενικές γραμμές, δεν αποδίδουν για τον κατακτητή. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, θα μπορούσε να είναι αλλιώς.

Ο PETER LIBERMAN είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Queens College και στο Graduate Center του City University of New York. Είναι ο συγγραφέας τού βιβλίου με τίτλο Does Conquest Pay? The Exploitation of Occupied Industrial Societies [1].
Η JULIE A. GEORGE είναι επίκουρη καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών στο Queens College και στο Graduate Center του City University of New York. Είναι η συγγραφέας τού βιβλίου με τίτλο The Politics of Ethnic Separatism in Russia and Georgia [2].

Στο δημοψήφισμα του περασμένου Σαββατοκύριακου, οι άνθρωποι της χερσονήσου τής Κριμαίας αποφάσισαν κατά πόσον η περιοχή τους θα πρέπει να παραμείνει μέρος τής Ουκρανίας ή να ενταχθεί στην Ρωσική Ομοσπονδία ως αυτόνομη επικράτεια. Εν τω μεταξύ, η ρωσική Δούμα εξετάζει ένα νόμο που θα καταστήσει ευκολότερο να προσαρτήσει γειτονικές περιοχές στις οποίες «οι άνθρωποι έχουν εκφράσει την ξεχωριστή θέληση και επιθυμία να γίνουν μέρος τής Ρωσίας». Μετά την Κριμαία, με άλλα λόγια, η Ρωσία μπορεί να προσπαθήσει να προσαρτήσει μεγαλύτερες και οικονομικά πιο σημαντικές περιοχές τής ανατολικής Ουκρανίας, οι οποίες περιλαμβάνουν επίσης σημαντικό αριθμό Ρώσων και των ρωσόφωνων.

Οι ρωσικές κινήσεις μπορεί να αποτέλεσαν ένα σοκ, αλλά για χιλιετίες, οι κατακτήσεις και οι προσαρτήσεις ήταν το βασικό συστατικό για την συγκρότηση ενός κράτους και για την διεθνή πολιτική. Η προκαταρκτική δουλειά για την ανάδυση των Ηνωμένων Πολιτειών στην παγκόσμια κυριαρχία έγινε με την πρόδηλα μοιραία πολιτική τής εδαφικής επέκτασης προς τα δυτικά, συμπεριλαμβανομένης της κατάκτησης των νοτιοδυτικών περιοχών και της Καλιφόρνιας και την προσάρτηση της αποσχισθείσας από το Μεξικό, Δημοκρατίας τού Τέξας.

Αλλά αυτό το είδος τού ιμπεριαλισμού έχει σχεδόν εξαφανιστεί μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Υπάρχουν ορισμένες αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, όπως η κατάκτηση της πορτογαλικής Γκόα το 1961 από την Ινδία, η βίαιη κατάληψη από την Κίνα αμφισβητούμενου αλλά οριακού εδάφους της Ινδίας το 1962, και η απορρόφηση του Νότιου Βιετνάμ από το Βόρειο Βιετνάμ το 1975. Μερικές άλλες παρατεταμένες καταλήψεις έχουν διακοπεί πριν να γίνουν επίσημες προσαρτήσεις, όπως η ισραηλινή κατοχή τής Δυτικής Όχθης και της Γάζας από το 1967, η αρμενική απόσπαση τού Ναγκόρνο-Καραμπάχ από το Αζερμπαϊτζάν στις αρχές τού 1990, και η ρωσική «απελευθέρωση» της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας από την Γεωργία το 2008. Αλλά σε σύγκριση με τους προηγούμενους αιώνες, η εδαφική επέκταση ήταν σπάνια.

Υπάρχουν πολλές πιθανές αιτίες. Κατά πρώτον, οι νικητές τού Β’ Παγκοσμίου Πολέμου απαγόρευσαν την επιθετικότητα στον νέο Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Και κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι υπερδυνάμεις ήλεγχαν επιμελώς τις επεκτάσεις εντός και μεταξύ των αντίπαλων στρατοπέδων. Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, οι Ηνωμένες Πολιτείες συνέχισαν να εμποδίζουν τις απόπειρες κατακτήσεων, όπως το παιχνίδι του Ιράκ με το Κουβέιτ και την ανεπιτυχή προσπάθεια της Σερβίας να πάρει ένα μεγάλο μέρος τής Βοσνίας.

Κάποιοι - από τους Βρετανούς υπέρμαχους του ελεύθερου εμπορίου τού 19ου αιώνα μέχρι τους σύγχρονους θεωρητικούς των διεθνών σχέσεων, όπως ο Richard Rosecrance και ο Stephen Brooks - έχουν υποστηρίξει ότι το παγκόσμιο εμπόριο έχει μειώσει την αποδοτικότητα μιας κατάκτησης. Τα κράτη, λέει το επιχείρημα αυτό, μπορούν να αποκτήσουν κεφάλαια και αγαθά και να διεισδύσουν σε αγορές πιο εύκολα μέσα από φιλικούς οικονομικούς δεσμούς από ό, τι μέσω μιας κατάκτησης. Το ότι εξαρτώνται από εκτεταμένες συναλλαγές, εξάλλου, καθιστά τους κατακτητές ευάλωτους στις οικονομικές κυρώσεις που επιβάλλονται από εξωτερικές δυνάμεις που επιδιώκουν να τιμωρήσουν ή να αντιστρέψουν την επιθετικότητα.

Άλλες εξηγήσεις για την μείωση ενδιαφέροντος στην δόμηση αυτοκρατοριών εστιάζονται στις σχέσεις μεταξύ κατακτητών και κατακτημένων. Οι Rosecrance, Stephen Van Evera και άλλοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η ξένη εξουσία πάνω στις σύγχρονες εθνικιστικές κοινωνίες καταλήγει ως μια απώλεια για τους κατακτητές, γιατί απαιτεί δαπανηρή καταστολή και αποστραγγίζει τον δυναμισμό τής τοπικής οικονομίας. Ακόμα, άλλοι, όπως ο πολιτικός επιστήμονας Gil Merom, υποθέτουν ότι οι φιλελεύθερες δημοκρατίες δεν έχουν τα κότσια για να καταστείλουν πολιτικά εχθρικούς πληθυσμούς. Και ένα τυπικό συμπέρασμα της δημοκρατικής θεωρίας τής ειρήνης είναι ότι οι φιλελεύθερες δημοκρατίες είναι ιδιαίτερα απρόθυμες να κυριαρχούν σε άλλες δημοκρατίες.

Οι παράγοντες αυτοί προφανώς δεν έχουν αποτρέψει την Ρωσία από την προσάρτηση της Κριμαίας, και δεν είναι ακόμη σαφές ότι θα εμποδίσουν την Ρωσία να προχωρήσει σε κάποια αρπαγή γης τής ανατολικής Ουκρανίας. Η Κριμαία είναι οικονομικά ασήμαντη, αλλά διαθέτει μια σημαντική ναυτική βάση στην Σεβαστούπολη, την οποία η Ρωσία μισθώνει σήμερα από την Ουκρανία. Η ανατολική Ουκρανία, ωστόσο, παράγει πάνω από το ήμισυ της βιομηχανικής παραγωγής τής Ουκρανίας και το 40% του ΑΕΠ της, το οποίο είναι ισοδύναμο με περίπου 4% του συνόλου τής ρωσικής οικονομίας. Επιπλέον, η ουκρανική οικονομία έχει αναπτυχθεί με μέσο όρο 3,6% ετησίως κατά την τελευταία δεκαετία, δηλαδή με ρυθμό ανάπτυξης μόνο μια ποσοστιαία μονάδα χαμηλότερη από την Ρωσία κατά την ίδια περίοδο. Επιπλέον, παρόλο που η Ουκρανία παραμένει λιγότερο ανεπτυγμένη από την Ρωσία, είναι μεταξύ των δέκα κορυφαίων εξαγωγέων όπλων και παραγωγών χάλυβα παγκοσμίως.

Η συμβολή μιας προσαρτημένης ανατολικής Ουκρανίας στην οικονομία τής Ρωσίας θα εξαρτηθεί, φυσικά, από την ικανότητα της Ρωσίας να κυβερνήσει, να φορολογήσει και να διατηρήσει την οικονομική ανάπτυξη στην περιοχή - κάτι που οι εξεγέρσεις, οι ταραχές και η μετανάστευση θα μπορούσαν να κάνουν σχεδόν αδύνατο.

Η Κριμαία θα ήταν σίγουρα το ευκολότερο έδαφος για να «χωνευτεί» από την Ρωσία. Παρά το γεγονός ότι διαθέτει μια έντονα αντι-ρωσική μειονότητα Τατάρων, είναι η μόνη περιοχή στην Ουκρανία η οποία κυριαρχείται από μια πλειοψηφία ρωσικού πληθυσμού. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση που διενεργήθηκε από τους πολιτικούς επιστήμονες Grigore Pop-Eleches και Graeme Robertson, μόνο το 30% των ερωτηθέντων στην Κριμαία προσδιόρισε την Ουκρανία ως πατρίδα τους. Οι περισσότεροι ταυτίζονται με την δική τους περιοχή, αντί για την Ρωσία. Αλλά η προοπτική τους θα μπορούσε να είναι παρόμοια με εκείνη των κατοίκων τής Αμπχαζίας, οι οποίοι μερικές φορές ενοχλούνται από την ρωσική επέκταση, αλλά προτιμούν πολύ περισσότερο την ρωσική προστασία έναντι της γεωργιανής εναλλακτικής.