Το Ιράκ και η πετρελαϊκή αγορά | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το Ιράκ και η πετρελαϊκή αγορά

Πόσο θα αυξηθούν οι τιμές;
Περίληψη: 

Όπως έχουν τα πράγματα, το χάος στο Ιράκ δεν θα αλλάξει δραματικά την αγορά πετρελαίου, εκτός εάν τα πράγματα γίνουν πολύ χειρότερα στο εσωτερικό τής χώρας. Το Ιράκ έχει προβλήματα εδώ και αρκετό καιρό - αλλά ο κόσμος μόλις άρχισε να δίνει προσοχή.

Ο JOHN SFAKIANAKIS είναι επικεφαλής επενδυτικής στρατηγικής στην MASIC.

Είναι αυτονόητο ότι μια από τις συνέπειες της κρίσης στο Ιράκ θα είναι μια μεταβολή των τιμών τού πετρελαίου. Πράγματι, η βία στη δεύτερη μεγαλύτερη παραγωγό τού ΟΠΕΚ έχει ήδη στείλει τις τιμές του πετρελαίου σε υψηλά δέκα μηνών. Μια πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) το έθεσε καλά: «ενώ η παραγωγή τού Ιράκ είναι τεράστια, το ίδιο είναι και τα πολιτικά εμπόδια που αντιμετωπίζει - και τίποτα δεν παρέχει ένα σαφέστερο παράδειγμα αυτού του κινδύνου από την στρατιωτική εκστρατεία».

Ωστόσο, δεν είναι η ώρα για πανικό. Κατ’ αρχήν, το Ιράκ δεν είναι το μόνο μελανό σύννεφο που αιωρείται πάνω από την παγκόσμια αγορά πετρελαίου. Η Λιβύη, με τα 48 δισεκατομμύρια βαρέλια των αποθεμάτων της, αντλεί μόλις το 10% από όσο μπορεί, καταγράφοντας το χαμηλότερο επίπεδο από τον Σεπτέμβριο του 2011. Διάφορα σαμποτάζ έχουν μειώσει σημαντικά την ροή πετρελαίου επίσης από τη Νιγηρία. Και, αν το Ιράν και η Δύση δεν μπορέσουν να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα τον Ιούλιο, το Ιράν θα μπορούσε σύντομα να αντιμετωπίζει νέες κυρώσεις στην πετρελαϊκή βιομηχανία του. Με άλλα λόγια, το Ιράκ ίσως είναι η μικρότερη από τις ανησυχίες τού κόσμου.

Επιπλέον, παρά τις κάποιες αδυναμίες στην παραγωγή, η παγκόσμια προσφορά πετρελαίου είναι στην πραγματικότητα αρκετά υγιής αυτή την στιγμή - ένα εκατομμύριο βαρέλια την ημέρα περισσότερα από όσα ακριβώς έναν χρόνο πριν. Δεν είναι λόγω του ΟΠΕΚ. (Σε μια πρόσφατη συνάντηση στην Βιέννη, τα μέλη τού ΟΠΕΚ αποφάσισαν να διατηρήσουν την παραγωγή στα 30 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, όπως έχουν κάνει επί σχεδόν τρία χρόνια). Αντίθετα, η προσφορά είναι αυξημένη λόγω της παραγωγής τής Βορείου Αμερικής. Επιπλέον, η Κίνα έχει διαφοροποιήσει τις πηγές εισαγωγής πετρελαίου και αποθήκευσε σημαντικές ποσότητες πετρελαίου τους τελευταίους μήνες, μετριάζοντας τον κίνδυνο μιας παγκόσμιας έλλειψης από την απώλεια της ιρακινής παραγωγής πετρελαίου.

Τούτων λεχθέντων, εάν το Ιράκ βλέπει μια μείζονα διακοπή τού εφοδιασμού για παρατεταμένο χρονικό διάστημα – μια διακοπή που αφάνισε σχεδόν όλη την εξαγωγική του ικανότητα για πολλούς μήνες - και αν άλλες χώρες τής περιοχής συνεχίζουν να έχουν μειωμένη παραγωγή, υπάρχουν πολλά πράγματα που η Σαουδική Αραβία, ο ΟΠΕΚ, και οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να κάνουν για να καλύψουν το κενό. Η Σαουδική Αραβία, η χώρα με την πιο πλεονασματική παραγωγική ικανότητα, θα μπορούσε να επανέλθει στον παραδοσιακό της ρόλο να προσφέρει επιπλέον πετρέλαιο. Και, σε περίπτωση πανικού στην αγορά, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να απελευθερώσουν επιπλέον πετρέλαιο μέσω των δικών τους στρατηγικών αποθεμάτων. Από τις δύο επιλογές, ο ρόλος τής Σαουδικής Αραβίας είναι πιο σημαντικός.

ΣΑΟΥΔΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ

Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που η Σαουδική Αραβία, ο μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο, κλήθηκε να βοηθήσει στην σταθεροποίηση της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου και να συγκρατήσει τις αυξήσεις των τιμών στον απόηχο των προβλημάτων τροφοδοσίας από την Λιβύη. Η χώρα αύξησε την παραγωγή της στα μέσα τού 2011 και, στη συνέχεια, πάλι το 2012. Ως αποτέλεσμα, η προσφορά αυξήθηκε και οι τιμές άρχισαν να υποχωρούν μετά από μια κορύφωση.

Φέτος, επίσης, η Σαουδική Αραβία αύξησε την παραγωγή αργού πετρελαίου σε ένα μέσο όρο 9,7 εκατ. βαρέλια την ημέρα, σχεδόν 5% περισσότερο από όσο την ίδια περίοδο το 2013. Ακόμη και τη απουσία πρόσθετης πίεσης από το Ιράκ, η Σαουδική Αραβία θα πρέπει να συνεχίσει να αυξάνει την παραγωγή, δεδομένου ότι το σημείο που κάνει break even - η τιμή τού πετρελαίου ανά βαρέλι που απαιτείται για μια χώρα εξαγωγής πετρελαίου ώστε να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό της - αυξάνεται χρόνο με το χρόνο. Το βασίλειο διαθέτει ακόμη πάνω από 2,7 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα σε αχρησιμοποίητη δυναμικότητα παραγωγής - ως αποτέλεσμα ετών επενδύσεων σε υποδομές πετρελαίου - και είναι αποφασισμένο να ρυθμίζει την προσφορά, όπως το απαιτεί η ζήτηση. Καμία άλλη χώρα δεν θα μπορούσε να κάνει το ίδιο.

Εκτός από την Σαουδική Αραβία, και άλλες χώρες τού ΟΠΕΚ θα μπορούσαν επίσης να διαδραματίσουν έναν ρόλο για την διάσωση της παγκόσμιας αγοράς ενέργειας - αλλά σε αυτό το μέτωπο τα πράγματα δεν φαίνονται πολλά υποσχόμενα. Τα μέλη τού ΟΠΕΚ ήταν σε θέση να συμφωνήσουν στην πρόσφατη απόφαση να μην αλλάξουν την παραγωγή τους, αλλά αυτές τις μέρες η συνεργασία είναι σπάνια. Δεν υπάρχει τιμή για το πετρέλαιο που να ταιριάζει σε όλα τα μέλη, δεδομένου ότι τα σημεία ισοσκελισμού των προϋπολογισμών τους ποικίλλουν ευρέως. Εκείνα με υψηλά σημεία θέλουν να δουν τις τιμές τού πετρελαίου ψηλά, ακόμη και αν οι πολύ υψηλές τιμές τελικά θα μειώσουν την ζήτηση. Εκείνα τα μέλη με χαμηλό σημείο δεν θέλουν να δουν τις ποσοστώσεις τους στον ΟΠΕΚ να περικόπτονται για να κατευναστούν τα άλλα μέλη.

Εκτός τού Κουβέιτ, του οποίου το κόστος παραγωγής βυθίστηκε το 2013 λόγω μειωμένων επενδύσεων, τα σημεία ισοσκελισμού για όλες τις μεγάλες χώρες παραγωγής πετρελαίου εκτιμάται ότι έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια. Η Αλγερία, το Ιράν, το Ιράκ και η Νιγηρία απαιτούν το πετρέλαιο να είναι πάνω από 120 δολάρια ανά βαρέλι. Από το 2014, η Αγκόλα, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν ένα σημείο ισοσκελισμού γύρω στα 95 δολάρια. Για όλες αυτές τις χώρες, εάν οι τιμές τού πετρελαίου βυθιστούν, η παραγωγή πετρελαίου μειωθεί και οι δαπάνες αυξηθούν, τα ελλείμματα τελικά θα μονιμοποιηθούν.

Πέρα από την Σαουδική Αραβία και τον ΟΠΕΚ, κάποιοι βλέπουν προς τις Ηνωμένες Πολιτείες για καθοδήγηση στην αγορά ενέργειας. Αλλά η αλήθεια είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν λίγη δύναμη εκτός από την διπλωματία. Κατ’ αρχήν, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν να φτάσουν την παρεμβατική ικανότητα της Σαουδικής Αραβίας. Παρά το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι έτοιμες να κάνουν εξαγωγές ενέργειας ενδεχομένως ύψους δισεκατομμυρίων, έχουν πολύ δρόμο να διανύσουν προτού να γίνουν ο ύστατος προμηθευτής, αν γίνουν ποτέ.