Τι έμαθε η Ελλάδα από την κρίση | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τι έμαθε η Ελλάδα από την κρίση

Και πώς πρέπει να προχωρήσει

Οι συνέπειες, ωστόσο, της κρίσης δεν ήταν εξίσου δραματικές σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες. Τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα στις ΗΠΑ, την Αυστρία, την Γερμανία και την Γαλλία, όπου η ύφεση κυμάνθηκε από -20 έως -30%, σχετικά ήπια στη Μεγάλη Βρετανία, το Βέλγιο, την Ολλανδία και την Ελλάδα, όπου η ύφεση δεν ξεπέρασε το -10%, ενώ άγγιξε απλώς την Ιταλία, την Πορτογαλία, την Δανία κ.ά. με μείωση του ΑΕΠ μικρότερη του -5% από το 1929 μέχρι το 1938 (Heikinnen στο Psalidopoulos (ed.) 2012: 42). Η πολιτική τού New Deal έφερε 15 μείζονες μεταρρυθμίσεις στις πρώτες 100 μέρες τής προεδρίας Roosevelt το 1933, σε όλους τους τομείς τής οικονομικής δραστηριότητας: τράπεζες, νομισματική κυκλοφορία, αγροτική πίστη, βιομηχανική πολιτική. Η Γαλλία αφού γνώρισε μια πενταετία πολιτικής αστάθειας και μεγάλων κοινωνικών αναταραχών, αντιμετώπισε την βαθειά ύφεση και τον αντιπληθωρισμό με την παρεμβατική οικονομική και κοινωνική πολιτική των 4 σοσιαλιστικών κυβερνήσεων του Front Populaire (1936 –38). Η Γερμανία και η Ιταλία είχαν φασιστικές κυβερνήσεις με μια ούτως ή άλλως διευθυνόμενη οικονομική πολιτική. Πρακτικά, μόνον η Αυστρία ακολούθησε μια φιλελεύθερη πολιτική μένοντας πιστή στο δόγμα τού Αυστρομονεταρισμού, γι’ αυτό και οι συνέπειες της κρίσης υπήρξαν ολέθριες, τόσο για το οικονομικό σύστημα, όσο και για την πολιτική της τάξη αλλά και για την ίδια την εθνική της ανεξαρτησία (Klausinger στο Psalidopoulos (ed.) 2012: 147). Συνολικά, το σύστημα επανέκαμψε μέσω μιας επιθετικής δημοσιονομικής πολιτικής με στόχο την ενίσχυση της συνολικής ζήτησης, συνδυασμένης με την άνοδο ενός πρωτοφανούς οικονομικού εθνικισμού.

Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ 2008 ΚΑΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ

Αποτελεί πλέον κοινή διαπίστωση, ότι η βασική αιτία τής κρίσης ήταν η ανεξέλεγκτη επέκταση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Με πολύ απλά λόγια, οι Αμερικανοί ιδιοκτήτες κατοικιών καταχράστηκαν τις δυνατότητες ενυπόθηκου δανεισμού που τους προσέφερε η απορρυθμισμένη αγορά, και παρασύρθηκαν από μια χωρίς προηγούμενο καταναλωτική μανία αγοράς εισαγόμενων προϊόντων. Έτσι εκτινάχθηκε το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ έναντι της Ευρώπης, της Κίνας και της Ιαπωνίας. Παράλληλα, η άνοδος των τιμών των ακινήτων συνοδεύτηκε από την δημιουργία μιας παράλληλης αγοράς τίτλων ενυπόθηκων δανείων που «επανασυσκευάστηκαν» και μεταπωλήθηκαν ως επισφαλή παράγωγα (ομόλογα υψηλού κινδύνου γνωστά και ως «τοξικά» ομόλογα). Όταν το 2007 έσκασε η «φούσκα» των ακινήτων, οι κάτοχοι τέτοιων τίτλων έτρεξαν να τους ρευστοποιήσουν όσο-όσο, παρασύροντας σε κατάρρευση και τις επενδυτικές τράπεζες που τους εξέδωσαν. Η πρωταρχική αιτία τής κρίσης τού 2008 είναι η -χωρίς κρατικό έλεγχο- άνοδος του «τιτλοποιημένου δανεισμού» (Ferguson 2008: 85). Η κρίση οδήγησε σε μια δεύτερη, μετά το 1929, κατάρρευση του μύθου τής παντοδυναμίας τής αγοράς: οι ελεύθερες αυτορυθμιζόμενες αγορές δεν είναι ούτε αλάνθαστες, ούτε οδηγούν σε ηθικώς αποδεκτές λύσεις και δεν είναι καν αποτελεσματικές. Στο συλλογικό τόμο των Hemerijck et alii (2010), 24 σημαίνοντες Ευρωπαίοι και Αμερικανοί πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες διαπίστωσαν την αναγκαιότητα ρύθμισης των αγορών από το κράτος ή κάποιους διακρατικούς οργανισμούς. Εύστοχα μας θυμίζει ο Delors την ρήση, «ισχύς χωρίς ρύθμιση επιφέρει κατάχρηση» (op.cit.458).

Η κρίση έφτασε στην Ελλάδα με καθυστέρηση δύο χρόνων. Οι αιτίες τής κρίσης είναι οικονομικές και πολιτικές. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο πλαίσιο του στρεβλού πελατειακού μας πολιτικού συστήματος. Γενιές νεοελλήνων ανατράφηκαν με το δεδομένο ότι υπάρχουν δύο τρόποι για να πετύχεις τον σκοπό σου: ο ευθύς και ο «άλλος», ο πλάγιος. Σε κάθε κοινωνική μας δραστηριότητα, από το σχολείο, τον Στρατό, το Νοσοκομείο, τους χώρους δουλειάς ή την επιχείρηση, για ένα δάνειο ή μια πρόσληψη, δημιουργήσαμε πολλά αμοιβαία χρέη, μεταξύ μας και με τους πολιτικούς μας εκπροσώπους. Μετά το 1981, το πελατειακό κράτος κοινωνικοποιήθηκε. Ζητούμενο έγινε πλέον η ικανοποίηση όλων των διαφορετικών κοινωνικών συμφερόντων των «μη-προνομιούχων», μέσα από το κράτος και τους αυξανόμενους πόρους του από την ΕΟΚ/ΕΕ και από δανεικά (Κωστής 2013: 809).
Έτσι χρεώσαμε τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας σε μια πελατειακή συμπεριφορά που μετέτρεψε την εξυπηρέτηση των εγωιστικών μας (ατομικών ή συλλογικών) μικροσυμφερόντων σε ύψιστη πολιτική αρχή για κάθε νομοθετική πρωτοβουλία ή πολιτικό πρόγραμμα. Έτσι βρεθήκαμε με 155 ασφαλιστικά ταμεία, και ένα άναρχο και παντελώς άδικο σύστημα, όπου άτομα με ίδια κατά τα άλλα εργασιακά χαρακτηριστικά είχαν εντελώς διαφορετικά συνταξιοδοτικά δικαιώματα (Ματσαγγάνης 2010). Ταυτόχρονα επιτρέψαμε σε νέους ανθρώπους, άνδρες και γυναίκες, να βγαίνουν σε πρόωρη σύνταξη μόλις πιάσουν την ηλικία των 40. Ξεχάσαμε ότι κάθε γενιά δίνει στις προηγούμενες γενιές ό,τι θα λάβει από τις επόμενες. Αποτέλεσμα: πολλοί συνταξιούχοι, λίγες εισφορές και αμέτρητες προνομιακές εξαιρέσεις που δεν κατακτήθηκαν με αγώνες, αλλά με συντεχνιακές πιέσεις σε σκοτεινούς διαδρόμους. Το ίδιο κάναμε με το πολύπαθο σύστημα υγείας. Χρεώναμε το 2010 τα Ταμεία με 6 δισ. ετησίως για φάρμακα, δύο φορές παραπάνω από το Βέλγιο με τον ίδιο πληθυσμό! Ταυτόχρονα, κανένα δημόσιο νοσοκομείο δεν ήταν σε θέση να ελέγξει τις δαπάνες του επειδή δεν διέθετε διπλογραφικό λογιστικό σύστημα.