Τι έμαθε η Ελλάδα από την κρίση | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τι έμαθε η Ελλάδα από την κρίση

Και πώς πρέπει να προχωρήσει

Σύμπτωμα συμφεροντολογικής συμπεριφοράς ήταν ότι ενώ καταδικάζαμε το μεγάλο και σπάταλο κράτος σπρώχναμε με κάθε τρόπο τα παιδιά μας να μπουν στο Δημόσιο. Αφού κατάφερναν να μπουν στο Δημόσιο χρησιμοποιούσαμε κάθε μέσον για να το υπηρετήσουν κοντά στα μεγάλα αστικά κέντρα και σε θέσεις χωρίς βαρύ αντικείμενο. Έτσι μεγάλωσε το Κράτος με τις εκατοντάδες δημόσιους οργανισμούς στο κέντρο, και τις αναιμικές του υπηρεσίες στην περιφέρεια. Με την ίδια συμφεροντολογική λογική, ενώ κατέρρευσε το σύστημα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δημιουργήσαμε 24 Πανεπιστήμια και 271 Τμήματα διεσπαρμένα σε όλη την ελληνική περιφέρεια, χωρίς σχεδιασμό, χωρίς υποδομές, χωρίς επαγγελματικά δικαιώματα για τους πτυχιούχους, μόνο για χαϊδέψουμε τα αυτιά των δημοτών τής επαρχίας. Με μοναδικό κριτήριο την ζήτηση για σπουδές, πολλαπλασιάσαμε και μαζικοποιήσαμε τα Πανεπιστήμια, μεταθέτοντας την ανεργία των νέων για 5-6 χρόνια, αφού, όμως, δαπανήσαμε ένα τεράστιο κόστος για την εκπαίδευση τους.

Τρομερότερο δε σύμπτωμα όλων είναι το «άθλημα της φοροδιαφυγής». Η Ελλάδα είναι ίσως η μόνη καπιταλιστική χώρα όπου το μέσο δηλωθέν εισόδημα των εμπόρων, βιομηχάνων, βιοτεχνών είναι χαμηλότερο από αυτό των μισθωτών υπαλλήλων τους. Φτωχά αφεντικά και πλούσιοι εργαζόμενοι! Φτωχοί γιατροί και πλούσιοι ασθενείς! Σύμφωνα με συντηρητικές εκτιμήσεις, το εισόδημα που αποκρύπτεται ως ποσοστό του πραγματικού εισοδήματος εκτιμάται σε 9,9% για το σύνολο του πληθυσμού ενώ αγγίζει το 23,6% για το πλουσιότερο 1% του πληθυσμού (Matsaganis - Flevotomou 2010). Παράλληλα, η Ελλάδα είναι η ευρωπαϊκή χώρα με τα μακράν μεγαλύτερα ποσοστά διαφυγόντος ΦΠΑ. Σχεδόν το 1/3 των δυνητικών εσόδων δεν εισπράττετο. Ίσως για το λόγο αυτό κανείς υπουργός Οικονομικών της μεταπολίτευσης δεν απολογήθηκε στην ελληνική Βουλή για το γεγονός ότι κανείς προϋπολογισμός δεν εκτελέστηκε σωστά.

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, οι δημόσιες δαπάνες αυξήθηκαν από 44% ΑΕΠ το 2005 σε 53% το 2009. Παράλληλα τα έσοδα μειώθηκαν από 39% ΑΕΠ το 2005 σε 37% το 2009 (ΚΕΠΕ 15/2011). Έτσι τα δημόσια ελλείμματα εκτροχιάστηκαν από το 1974, από 4% του ΑΕΠ σε 10% το 1981, σε 13% το 1990, σε 3% το 2000 και πάλι 15,4% το 2009. Τα ελλείμματα καλύφθηκαν με δανεισμό: το χρέος από 20% το 1974, έγινε 48% το 1981 και 109% το 1996 (Γιαννίτσης 2005: 82). Με δύο λόγια ενώ το ΑΕΠ της χώρας 2πλασιάστηκε, το χρέος της 6πλασιάστηκε! Στην πραγματικότητα, φτάσαμε στο Μνημόνιο επειδή χρεοκόπησε το μεταπολιτευτικό μοντέλο ανάπτυξης και διακυβέρνησης. Με την ένταξη στο ευρώ η πορεία επιταχύνθηκε καθώς υπήρχε πολύ πιο εύκολη πρόσβαση σε φθηνό δανεισμό. Στην χρεοκοπία έφτασε η Ελλάδα τους πρώτους μήνες τού 2010 όταν οι «αγορές» (δηλαδή τράπεζες, επενδυτικά κεφάλαια, ασφαλιστικά ταμεία και όσοι άλλοι διαχειρίζονται αποταμιεύσεις τοποθετώντας τις μεταξύ άλλων σε κρατικά ομόλογα) έχασαν την εμπιστοσύνη τους ότι η χώρα θα ήταν σε θέση να αποπληρώνει το χρέος της. Λόγω της διεθνούς κρίσης οι δανειστές ζητούσαν απαγορευτικά επιτόκια για να πάρουν το ρίσκο της ενδεχόμενης ελληνικής χρεοκοπίας.

Η συμφωνία τής 2/5/2010 ανάμεσα στην χώρα μας και την ΕΕ με το ΔΝΤ που αποτυπώθηκε στο Πρώτο Μνημόνιο ήταν διπλά χρήσιμη: 1ον) Με το δάνειο των 110 δισ. μας γλύτωσε από μιαν άμεση χρεοκοπία με συνέπειες δραματικά βαρύτερες. 2ον) Επέβαλε τη λήψη δημοσιονομικών μέτρων που καμιά κυβέρνηση δεν θα υιοθετούσε οικειοθελώς με δεδομένη την αδράνεια του πολιτικού μας συστήματος. Οπωσδήποτε υπήρχε καλύτερο μείγμα μέτρων – ως προς την κατανομή των βαρών στην κοινωνία και ως προς την στήριξη της παραγωγής, της απασχόλησης και των επενδύσεων – το οποίο όμως θα έπρεπε να έχει ισοδύναμο αποτέλεσμα στην διατηρήσιμη μείωση του ελλείμματος. Ο λόγος που δεν επιδιώχθηκε ένα άλλο μείγμα μέτρων ήταν οι αδράνειες των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που ακόμα και σε τόσο ακραίες συνθήκες προτιμούν να καταγγέλλουν όποιους έχουν την ευθύνη των αποφάσεων παρά να διαπραγματευθούν σοβαρά για κάτι καλύτερο, με ρεαλιστική επίγνωση των δυνατοτήτων. Το Μνημόνιο ήταν σαν την υπογραφή τής Συνθήκης τής Λοζάνης. Δεν ήταν η Μικρασιατική Καταστροφή που μας έφερε εκεί.

Υπήρχε άλλη λύση; Οι εναλλακτικές επιλογές την άνοιξη του 2010 ήταν τέσσερις:

1.Πτώχευση και άρνηση πληρωμής χρέους; Το σύνολο των οφειλών θα ήταν άμεσα απαιτητά και λόγω αδυναμίας ανταπόκρισης, η Ελλάδα θα έβγαινε εκτός δανειακών αγορών με άμεσες ολέθριες συνέπειες για το χρηματοπιστωτικό της σύστημα. Τα αποτελέσματα της πτώχευσης της Αργεντινής είναι ακόμη εδώ: η μονομερής διαγραφή τού χρέους το 2001 κράτησε την χώρα εκτός αγορών για δέκα χρόνια, με μηνιαίο πληθωρισμό έως και 10% και υποτίμηση του πέσο κατά 80%.

2.Έξοδος από το ευρώ; Ακόμη και αν υπήρχε διαδικασία εξόδου και συναινούσαν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, την επόμενη μέρα το εξωτερικό χρέος θα πολλαπλασιαζόταν αφού θα υπολογίζονταν στη νέα, προφανώς υποτιμημένη ισοτιμία ευρώ /δραχμής. Συνέπειες: άνοδος τιμών εισαγομένων, ελλείψεις φαρμάκων, καυσίμων, κρέατος και άλλων βασικών ειδών διατροφής, με δεδομένο το τεράστιο ελλειμματικό ισοζύγιο τροφίμων τής χώρας. Η κάλυψη των αυξήσεων θα οδηγούσε σε συνεχή εκτύπωση νέων δραχμών, πληθωρισμό, σταδιακό μηδενισμό τής αγοραστικής δύναμης, περαιτέρω υποτίμηση και ανάλογη αύξηση του χρέους.

3.Να δανειστούμε από αλλού, όπως ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα; Το πάθημα της Κύπρου τον Μάρτιο του 2013 έδειξε ότι δεν υπάρχουν πρόθυμοι να συνδράμουν μια χώρα σε απόγνωση, έστω και του πολύ μικρού μεγέθους τής Κύπρου.

4.Να δανειστούμε μόνον από την ΕΕ χωρίς το ΔΝΤ και τις πολιτικές λιτότητας της τρόικας; Τέτοιος ευρωπαϊκός μηχανισμός δεν υπήρχε και ως φαίνεται δεν το διαπραγματευτήκαμε (λόγω χρόνου;). Αντιθέτως, λάθη τακτικής (η διόγκωση του ύψους τού ελλείμματος του 2009 κατά 3,7 μονάδες), λάθη επικοινωνίας («Τιτανικός», απειλές για «πιστόλια στο τραπέζι»), και κυρίως η κωλυσιεργία και οι «δεύτερες σκέψεις» τής Ε.Ε., έφεραν την τριμερή επιτήρηση.