Οι παράμετροι στις εξελίξεις μεταξύ Ισραήλ - Παλαιστινίων
Το αμείωτης έντασης κύμα εθνο-θρησκευτικής βίας στην Ανατολική Ιερουσαλήμ από τον Ιούλιο του 2014 μέχρι σήμερα, ανέδειξε την αδυναμία τόσο της Παλαιστινιακής Αρχής όσο και της Χαμάς να μετουσιώσουν πολιτικά τα αιτήματα της αραβικής κοινής γνώμης τής πόλης. Οι απειλές για μεταβολή τού status quo όσον αφορά τα δικαιώματα λατρείας στο «Όρος των Τεμενών» (ή «Όρος του Ναού») προσέδωσαν έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα στο ήδη τεταμένο συγκρουσιακό κλίμα μεταξύ του εβραϊκού και του παλαιστινιακού στοιχείου. Με την πάροδο των μηνών και την ολοένα αυξανόμενη ένταση, το ερώτημα περί έναρξης ή μη μιας τρίτης Ιντιφάντα προσλαμβάνει περισσότερο θεωρητικό παρά πρακτικό περιεχόμενο. Η αδυναμία εξεύρεσης πολιτικής λύσης δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την υιοθέτηση μέτρων πρόληψης και καταστολής, ενώ, ως αντίβαρο της απουσίας ηγεσίας στην αραβική κοινωνία τής Ανατολικής Ιερουσαλήμ, ΗΠΑ και Ισραήλ αποφασίζουν να αναβαθμίσουν τον επί πολλά χρόνια ξεχασμένο ιορδανικό παράγοντα. Οι πρώτοι πέντε μήνες των βίαιων επεισοδίων κατέδειξαν τις βασικές παραμέτρους που επηρεάζουν τις εξελίξεις.
Ο ΓΑΒΡΙΗΛ ΧΑΡΙΤΟΣ είναι δικηγόρος, με μεταπτυχιακό στις Διεθνείς, Πολιτικές και Οικονομικές Σχέσεις στη Μεσόγειο από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου και υποψήφιος διδάκτωρ του Τμήματος Ευρωπαϊκών και Διεθνών Σπουδών τού Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Η μελέτη του «Ο εκδημοκρατισμός των αραβικών χωρών ως προτεραιότητα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Η περίπτωση της Ιορδανίας και της Τυνησίας» δημοσιεύθηκε από το Ίδρυμα Διεθνών Νομικών Μελετών καθ. Ηλία Κρίσπη και δρος. Αναστασίας Σαμαρά-Κρίσπη και κυκλοφορεί από τις νομικές εκδόσεις Σάκκουλα.
3. Παρά την μεγάλη χρονική διάρκεια και συνεχή ένταση των επεισοδίων, δεν παρατηρήθηκε συγκεκριμένος οργανωτικός μηχανισμός, δυνάμει του οποίου επιλέγονται συγκεκριμένοι στόχοι, κινητοποιούνται πυρήνες εκπαιδευτών ή στρατεύονται μαχητές πόλεων. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν δοθεί στην δημοσιότητα, οι επιθέσεις με ΙΧ αυτοκίνητα, με μαχαίρια ή πέτρες κατά Ισραηλινών πολιτών δεν πραγματοποιούνταν σύμφωνα με κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο δράσης. Έτι περαιτέρω, η πλειοψηφία των δραστών ήταν περισσότερο συμπαθούντες παρά οργανωμένα μέλη ένοπλων ομάδων ή παρατάξεων – γεγονός το οποίο καθιστά ακόμα δυσκολότερη την σκιαγράφηση του προφίλ ενός πιθανού δράστη.
4. Με την αύξηση του θρησκευτικού χαρακτήρα των διαμαρτυριών, εντάθηκαν και οι δηλώσεις για την προάσπιση του ισχύοντος θρησκευτικού status quo τόσο εκ μέρους τής Παλαιστινιακής Αρχής δια στόματος του προέδρου της Μαχμούντ Αμπάς, όσο και εκ μέρους της στρατιωτικής πτέρυγας της Χαμάς. Παρ' όλα αυτά, και παρά τις ανακοινώσεις τής Χαμάς ή του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PFLP) ότι οι δράστες επιθέσεων ανήκουν στους κόλπους τους, οι βίαιες αναμετρήσεις των Αράβων νεαρών τής πόλης πόρρω απέχουν από το να προσλάβουν παραταξιακό πρόσημο. Σε αντίθετη περίπτωση, η επικρατούσα παράταξη θα είχε ήδη διακηρύξει την έναρξη της τρίτης Ιντιφάντα, δεδομένου ότι έχουν ήδη παρέλθει πέντε μήνες ταραχών. Η πραγματικότητα, όμως, αποδεικνύει ότι, παρά την μεγάλη διάρκεια, συχνότητα και ένταση των επεισοδίων, δεν έχει ακόμα αναδειχθεί συγκεκριμένος ιδεολογικός φορέας, ηγέτης ή πολιτικός εκφραστής συλλογικών αιτημάτων, που θα μπορούσε να παρακινήσει το παλαιστινιακό στοιχείο στην Ιερουσαλήμ, στην Δυτική Όχθη, στην Γάζα και εντός τής ισραηλινής επικράτειας σε μια εκτεταμένη εθνική κινητοποίηση.
Επομένως, ο όρος «Ιντιφάντα» υπό την έννοια που έγινε γνωστός κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, θα πρέπει να θεωρηθεί παρωχημένος ως προς την συγκεκριμένη ιδιόμορφη κατάσταση εθνο-θρησκευτικής βίας τού αραβικού στοιχείου τής Ιερουσαλήμ έναντι του εβραϊκού.
Το συμπέρασμα αυτό δεν ανάγεται σε συγκεκριμένη ιδεολογικοπολιτική επιλογή, ούτε εκπορεύεται από διάθεση υποτίμησης της σημασίας των επεισοδίων βίας που συνεχίζονται με αμείωτη ένταση. Η έλλειψη οργανωτικής δομής, η απουσία σταθερά εκπεφρασμένης ιδεολογικής γραμμής και η απουσία συγκεκριμένων πολιτικών στόχων – όλα αυτά τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των αραβικών κινητοποιήσεων στην σημερινή Ανατολική Ιερουσαλήμ, δεν συγκλίνουν στην έννοια της Ιντιφάντα που είχε γνωρίσει η τότε επικαιρότητα.
ΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΑΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΓΙΓΝΕΣΘΑΙ
Φαίνεται πως κατά την παρούσα παλαιστινιακή πολιτική πραγματικότητα, ούτε ο πρόεδρος Μαχμούντ Αμπάς ούτε οι αξιωματούχοι τού πολιτικού ή του στρατιωτικού σκέλους τής Χαμάς δεν είναι σε θέση να ισχυρισθούν πως ελέγχουν ή ηγούνται του κύματος βίας των τελευταίων μηνών. Συγκεκριμένα:
Όσον αφορά το πολύ περιορισμένο εύρος πολιτικών ελιγμών της Παλαιστινιακής Αρχής και του Προέδρου Μαχμούντ Αμπάς κατά την παρούσα συγκυρία, είναι χρήσιμο να επισημανθούν τα εξής:
Πρώτον, η Παλαιστινιακή Αρχή, λόγω της μετριοπαθούς στάσης που επιδεικνύει από τη σύστασή της έως και σήμερα, δεν κατάφερε να εμπεδώσει στην παλαιστινιακή κοινή γνώμη ότι πράγματι συνεχίζει το επαναστατικό πνεύμα τού πρώτου της προέδρου. Το γεγονός ότι αποτελεί τον μόνο διεθνώς αναγνωρισμένο πολιτικό εκπρόσωπο του παλαιστινιακού λαού δεν φαίνεται να της προσδίδει τον ίδιο σεβασμό στα μάτια των κατοίκων τής Δυτικής Όχθης, πέραν του γεγονότος ότι η διοικητική της ύπαρξη αφ' ενός εξασφαλίζει την απορρόφηση οικονομικών πόρων από το εξωτερικό και αφ' ετέρου προάγει την οικονομική ανάπτυξη μιας συνεχώς αναδεικνυόμενης φιλο-καθεστωτικής μεσαίας αστικής τάξης στα αστικά κέντρα τής Δυτικής Όχθης. Όσα οφέλη προκύπτουν στις άλλες παλαιστινιακές πόλεις από καθαυτή την ύπαρξη της Παλαιστινιακής Αρχής - δεν γίνονται αισθητά στην αραβική κοινωνία τής Ανατολικής Ιερουσαλήμ.
Επίσης, η Παλαιστινιακή Αρχή συνεχίζει να είναι δέσμια των συμφωνιών τού Όσλο και του Οδικού Χάρτη, δυνάμει των οποίων το τελικό πολιτικό στάτους τής Ιερουσαλήμ θα τεθεί προς συζήτηση μόνο εφόσον θα έχουν επιλυθεί όλα τα υπόλοιπα ζητήματα που σχετίζονται με την επίλυση της αραβοϊσραηλινής διένεξης επί τη βάσει «δύο έθνη-δύο κράτη». Αυτό το δεδομένο έχει ως αποτέλεσμα ότι η κυβέρνηση της Ραμάλα επί της ουσίας και υπό τις παρούσες συνθήκες είναι ουσιαστικά αναρμόδια και κυρίως αδύναμη να εκφέρει αποτελεσματικό πολιτικό λόγο ως προς το τι συμβαίνει στην Ιερουσαλήμ, όχι μόνο ως προς την οικιστική ισραηλινή δραστηριότητα αλλά και ως προς την αραβική κοινωνία του ανατολικού τομέα. Η αραβική κοινή γνώμη τής Ανατολικής Ιερουσαλήμ έχει πλήρη επίγνωση αυτής της αδυναμίας, με αποτέλεσμα να μην θεωρεί την Παλαιστινιακή Αρχή ως τον φορέα εκείνο που θα συνδράμει στην ικανοποίηση των αιτημάτων της, ή ότι έστω θα νομιμοποιείται πολιτικά να μιλήσει επ' ονόματί της.
Ακόμη, η Παλαιστινιακή Αρχή εκ των πραγμάτων, και λόγω της διεθνούς της αναγνώρισης, δεν είναι σε θέση να απεκδυθεί της οιονεί κρατικής της οντότητας και να μεταλλαχθεί εκ νέου σε μια επαναστατική ΟΑΠ της δεκαετίας τού '80. Μπορεί να αφήνει τους αξιωματούχους και τα ΜΜΕ της να εκφράζουν τα συνθήματα της δεκαετίας εκείνης, επισήμως όμως, εάν υιοθετήσει μια τέτοια επαναστατική γραμμή και στηρίξει μια νέα «Ιντιφάντα», το μόνο που θα μπορέσει να επιτύχει είναι βαθμιαία να χάσει την διεθνή της υπόσταση και να εξομοιωθεί είτε με τη διεθνώς απομονωμένη Χαμάς είτε ακόμα και με άλλες ακραίες εκφάνσεις του πολιτικού Ισλάμ, από το οποίο η Δύση αυτήν την χρονική συγκυρία δείχνει να απειλείται.
Από την άλλη πλευρά, ούτε και η Χαμάς υπό την παρούσα πραγματικότητα δεν φαίνεται να είναι σε θέση να ηγηθεί μιας τρίτης Ιντιφάντα για τους εξής λόγους :