Περίπλοκες Συμμαχίες στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Περίπλοκες Συμμαχίες στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο

Ευκαιρίες αλλά και στρατηγικά κενά στην προσέγγιση Ελλάδας και Κύπρου με Αίγυπτο και Ισραήλ

Σήμερα, με τις ΗΠΑ να επικροτούν και να ενθαρρύνουν την προσέγγιση Ελλάδας, Κύπρου, Αιγύπτου και Ισραήλ για την δημιουργία ενός νέου περιβάλλοντος σταθερότητας στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο, ουσιαστικά οι τέσσερις χώρες τού νέου «Συμφώνου», με την πρωτοβουλία τους αυτή και έχοντας εκείνες τον έλεγχο της κατάστασης, προσκαλούν τις ΗΠΑ σε μια δεύτερη ευκαιρία λόγου και ρόλου τους στην ευαίσθητη περιοχή. Την στιγμή που το Τουρκικό ερευνητικό σκάφος «Μπαρμπαρός» έπλεε ανενόχλητο εντός τής κυπριακής ΑΟΖ, με την πρωτοβουλία των τριμερών συναντήσεων και τις ΗΠΑ να συναινούν στην προσέγγιση, ενεργοποιήθηκαν και οι υπόλοιπες μεγάλες δυνάμεις που έτρεξαν να πλειοδοτήσουν σε ανακοινώσεις εναντίον τής παραβίασης της διεθνούς νομιμότητας στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο από την Τουρκία. Μετά την στήριξη του Λευκού Οίκου στην Κυπριακή Δημοκρατία, θέση υπέρ τής Κύπρου - αν και καθυστερημένα - πήραν το Πεκίνο και η Μόσχα, με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να ακολουθεί. Υπό το πρίσμα αυτό, η τετραμερής συνεννόηση δεν αποτελεί μόνο μια περιφερειακή πρωτοβουλία. Δίνει την ευκαιρία στις ΗΠΑ να κρατηθούν επίκαιρες στην Ν.Α. Μεσόγειο, το μαγνητικό δυναμικό των ΗΠΑ έλκει και τις υπόλοιπες μεγάλες δυνάμεις αναγκάζοντάς τες να στηρίζουν το εγχείρημα, και έτσι η σημασία τής συνεργασίας αποκτά ευρύτερο διεθνή χαρακτήρα.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΑ ΚΕΝΑ ΚΑΙ ΝΕΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ

Η στρατηγική προσέγγιση Ελλάδας, Κύπρου, Αιγύπτου και Ισραήλ έχει μοναδικές και ιστορικές ευκαιρίες για τις συμμετέχουσες στην συμμαχία χώρες, έχει όμως και κινδύνους που αν αγνοηθούν στον σχεδιασμό, θα υπονομεύσουν την προσπάθεια και θα απειλήσουν σημαντικά τα συμφέροντα των συμμαχικών χωρών στην περιοχή. Οι κίνδυνοι κρύβονται στις λεπτομέρειες και σε σημαντικές παραμέτρους που αρκούν για να ανατρέψουν μεσοπρόθεσμα το αρχικό πλεονέκτημα της τετραμερούς προσέγγισης. Και οι κίνδυνοι αυτοί ακουμπούν Ελλάδα και Κύπρο περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον στην περιοχή.

-Οι απόψεις τού Λευκού Οίκου δεν ταυτίζονται αναγκαστικά με την πολιτική των ΗΠΑ στην περιοχή.

Το σύστημα λήψης αποφάσεων στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ είναι πολύπλοκο και πολυδιάστατο. Για τους μη γνωρίζοντες τις λεπτομέρειες του πώς στην πράξη λαμβάνονται οι αποφάσεις στις ΗΠΑ, οι ενθαρρυντικές δηλώσεις τού αντιπροέδρου Μπάιντεν για το Κυπριακό και το δικαίωμα της Κύπρου να ασκεί κυριαρχία επί των ενεργειακών της αποθεμάτων, δείχνει ευμενή μεταστροφή και προσέγγιση των ΗΠΑ προς τις Ελληνο-κυπριακές θέσεις. Στην πραγματικότητα, και ιδιαίτερα μετά το πρόσφατο καταστροφικό εκλογικό αποτέλεσμα για τους Δημοκρατικούς στα δύο Σώματα του Κογκρέσου, ο Αμερικανός αντιπρόεδρος και ο Λευκός Οίκος πρακτικά δεν εκφράζουν παρά προσωπικές απόψεις. Οι ΗΠΑ είναι ένα βαθιά δημοκρατικό κράτος με δομές, θεσμούς και τέτοια επίπεδα λήψης αποφάσεων που για να υλοποιηθούν η θέληση και οι αποφάσεις τού Λευκού Οίκου ως πολιτική τού αμερικανικού κράτους, χρειάζεται η συμφωνία τού Κογκρέσου και η έμπρακτη συνεργασία τής αμερικανικής διπλωματίας και των μηχανισμών που διαθέτει για την επίτευξη των σκοπών και των αποφάσεων που συμφωνήθηκαν σε πολιτικό επίπεδο.

Σύμφωνα με όλα τα στοιχεία που υπάρχουν, τις φιλελεύθερες απόψεις τού Λευκού Οίκου δεν δείχνουν να τις συμμερίζονται η γραφειοκρατία τού State Department, δεν τις συμμερίζεται ένα μεγάλο και ισχυρό κομμάτι των Δημοκρατικών, ενώ θεσμικά οι αποφάσεις αυτές, ανά πάσα στιγμή, μπορούν να μπλοκαριστούν από το, ελεγχόμενο από τους Ρεπουμπλικάνους, Κογκρέσο. Σε μια κίνηση ιδιαίτερης σημασίας και με αφορμή την συνταξιοδότηση του σημερινού αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Bill Burns, ο πρόεδρος Ομπάμα διόρισε στην θέση του, τον αναπληρωτή Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας τού Λευκού Οίκου, Tony Blinken. Ο παραπάνω διορισμός επιβεβαιώνει τις εδώ και χρόνια πληροφορίες για διάσταση απόψεων μεταξύ Λευκού Οίκου και State Department και ερμηνεύεται σαφέστατα ως προσπάθεια του Αμερικανού προέδρου να ελέγξει το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ με έναν άνθρωπο ικανό να επικοινωνήσει και να προωθήσει την πολιτική τού Λευκού Οίκου στην αμερικανική διπλωματία.

Ένα επιπλέον στοιχείο που θα πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη στον σχεδιασμό μας, είναι ότι σε κάθε περίπτωση οι σημερινοί ένοικοι του Λευκού Οίκου το 2016 θα είναι παρελθόν. Άρα, το να προχωρούμε σε στρατηγικές συμμαχίες στην περιοχή μας, στηριζόμενοι στις προσωπικές απόψεις και παροτρύνσεις των σημερινών ενοίκων τού Λευκού Οίκου, με τους όποιους περιορισμούς έχουν, είναι από μόνο του πολύ παρακινδυνευμένο. Θα πρέπει ο σχεδιασμός να συμπεριλαμβάνει συνολικότερα την στρατηγική των ΗΠΑ για την περιοχή, να λαμβάνει υπόψη την δυναμική και τις ισορροπίες που διαμορφώνονται μεταξύ των αντικρουόμενων συμφερόντων στην Ουάσιγκτον, ώστε η πρωτοβουλία που ξεδιπλώνεται στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο να τύχει ευμενούς υποδοχής και από την επόμενη αμερικανική ηγεσία.

-Συμφωνία των ΗΠΑ δεν σημαίνει και βρετανική συγκατάθεση.

Οι εξελίξεις των καιρών μας έρχονται να διαψεύσουν μια στερεότυπη εικόνα που είχε διαμορφωθεί για τις σχέσεις ΗΠΑ-Βρετανίας. Πράγματι για πολλές δεκαετίες, και ιδιαίτερα μετά την διμερή σχέση που είχαν αναπτύξει η Βρετανίδα πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ με τον Αμερικανό πρόεδρο Ρόναλντ Ρήγκαν, υπήρχε σύμπνοια μεταξύ των δύο κρατών στις αποφάσεις τους σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, σε τέτοιο βαθμό που όλοι μιλούσαν για τον Αγγλο-αμερικανικό άξονα. Μετά το 2008 και ιδιαίτερα μετά το 2010, το σκηνικό αυτό μεταβάλλεται. Κυρίως δύο στοιχεία συντελούν προς τούτο.