Ο χειρότερος εχθρός της Κένυας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο χειρότερος εχθρός της Κένυας

Η αλ Σαμπάμπ δεν είναι το πραγματικό πρόβλημα
Περίληψη: 

Η αλ Σαμπάμπ έχει εκδιωχθεί από τα οχυρά της και έχει αποκοπεί από τις οικονομικές πηγές της. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η ικανότητα της οργάνωσης να επιτίθεται με τέτοια ευκολία στο εσωτερικό της Κένυας φαίνεται τόσο μυστηριώδης. Οι ηγέτες της Κένυας έχουν κατηγορήσει εδώ και καιρό τους μαχητές που έχουν σαν βάση την Σομαλία και τον πληθυσμό της μουσουλμανικής μειονότητας της χώρας. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι οι κύριοι υπαίτιοι είναι η κουλτούρα και οι πολιτικές της ίδιας της κυβέρνησης.

Ο PAUL HIDALGO είναι αναλυτής πολιτικής και εξτρεμισμού στο Κέρας της Αφρικής.

Η διαφθορά, η αδικία, η κατάχρηση, η απογοήτευση, η περιθωριοποίηση και η ριζοσπαστικοποίηση αποτελούν τα κληροδοτήματα των λανθασμένων πολιτικών που ακολουθούνταν για χρόνια στην Κένυα. Αφότου το βίαιο ξέσπασμα της αλ Σαμπάμπ στην Γκαρίσα επέφερε πάνω από 140 νεκρούς φοιτητές νωρίτερα αυτόν τον μήνα, τα ζητήματα αυτά είναι αδύνατο να αγνοηθούν. Αν το Ναϊρόμπι συνεχίσει να αρνείται να τα αντιμετωπίσει ή αποτύχει στο έργο του αυτό, η ήδη ταραγμένη χώρα της ανατολικής Αφρικής σύντομα θα γίνει ακόμα πιο ασταθής.

Η ριζοσπαστική ισλαμιστική ομάδα αλ Σαμπάμπ είναι υπεύθυνη για μια σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων που έπληξαν με σφοδρότητα την Κένυα κατά τα τελευταία χρόνια. Στην πραγματικότητα, όμως, η αλ Σαμπάμπ αποτελεί σκιά του παλιού της εαυτού. Η οργάνωση που συνδέεται με την αλ Κάιντα έχει εκδιωχθεί από όλες τις μεγάλες πόλεις στην Σομαλία και έχει αποκοπεί από τις οικονομικές πηγές της. Οι ηγέτες της έχουν αποδεκατιστεί από επιθέσεις μη επανδρωμένων αεροσκαφών, εσωτερικές διαμάχες και αποστασίες. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η ικανότητα της οργάνωσης να επιτίθεται με ευκολία στο εσωτερικό της Κένυας φαίνεται τόσο μυστηριώδης. Από την πλευρά τους, οι ηγέτες της Κένυας κατηγορούν εδώ και καιρό εξωκυβερνητικές οντότητες, δηλαδή τους μαχητές με βάσεις στην Σομαλία και τον πληθυσμό της μουσουλμανικής μειονότητας της χώρας. Αλλά η αλήθεια είναι ότι οι κύριοι υπαίτιοι είναι η κουλτούρα και οι πολιτικές της ίδιας της κυβέρνησης.

29042015-1.jpg

Σωματικός έλεγχος ενός αγοριού για οπλοκατοχή μπροστά σε καθολική εκκλησία στην Γκαρίσα, στις 5 Απριλίου του 2015. (Goran Tomasevic / Reuters)

Ας πάρουμε για παράδειγμα τις υπηρεσίες ασφαλείας της Κένυας, που αναγνωρίζονται ως ο πλέον διεφθαρμένος θεσμός σε μια από τις πιο διεφθαρμένες χώρες στον κόσμο [1]. Το παγιωμένο σύστημα νεποτισμού, η δωροδοκία και οι φυλετικοί δεσμοί έχουν οδηγήσει τους παρατηρητές στο συμπέρασμα ότι, στην πράξη, οι δυνάμεις μειώνουν την ασφάλεια περισσότερο από όσο την αυξάνουν [2]. Οι επίδοξοι εισβολείς εξαπλώνονται εύκολα στα 400 μιλίων σύνορα της Κένυας με την Σομαλία, τα οποία είναι επικίνδυνα πορώδη λόγω της έλλειψης προσωπικού και πόρων. Η διείσδυση γίνεται ακόμα πιο εύκολη εξαιτίας των συνοριοφυλάκων, οι οποίοι δωροδοκούνται εύκολα [3]. Οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που έγιναν απρόθυμα, απέτυχαν παταγωδώς. Μια πρωτοβουλία του περασμένου έτους αναφορικά με την πρόσληψη 10.000 νέων και αστυνομικών οι οποίοι θεωρητικά δεν ήταν διεφθαρμένοι [4] ανακόπηκε γιατί έγιναν καταγγελίες ότι οι υποψήφιοι αναγκάστηκαν να προβούν σε δωροδοκίες για να ενταχθούν στην διαδικασία εξέτασης πρόσληψης.

Η διαφθορά μπορεί να ανοίγει τον δρόμο για επιθέσεις, αλλά η ανικανότητα μετατρέπει τις τραγωδίες σε εθνικές καταστροφές. Τόσο η επίθεση στην Γκαρίσα όσο και η πολιορκία του εμπορικού κέντρου Westgate τον Σεπτέμβριο του 2013 αποτελούσαν επιδρομές χαμηλής τεχνολογίας που αφορούσαν μια μικρή ομάδα αφοσιωμένων ατόμων που ήταν οπλισμένοι με AK-47 [καλάσνικοφ] και χειροβομβίδες. Όπως αποδεικνύεται από την ένοπλη επίθεση στην Charlie Hebdo στο Παρίσι, αυτού του είδους οι επιθέσεις μπορούν να συμβούν σε οποιαδήποτε χώρα και δεν υπάρχει τέλεια ασφάλεια. Αλλά αυτό που κάνει την κατάσταση στην Κένυα τόσο ανησυχητική είναι ο επακόλουθος αντίκτυπος.

Προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη το γεγονός ότι τέσσερις ένοπλοι κατάφεραν να σκοτώσουν 67 ανθρώπους και στην συνέχεια να μείνουν ανυποχώρητοι στο Westgate Mall στο Ναϊρόμπι για περισσότερες από τρεις ημέρες ενώ βρίσκονταν αντιμέτωποι με τις παραστρατιωτικές ομάδες, τον στρατό και τις αστυνομικές δυνάμεις της Κένυας. Αν προσθέσει κανείς και το επίπεδο αποδιοργάνωσης μεταξύ των δυνάμεων ασφαλείας που οδήγησαν σε μια σειρά θυμάτων από φιλικά πυρά [5] και την αποκάλυψη ότι μέλη του στρατού της Κένυας λεηλάτησαν το εμπορικό κέντρο υπό το πρόσχημα της εμπλοκής τους με τους μαχητές [6], η αμηχανία μετατρέπεται σε οργή. Στην επίθεση στην Γκαρίσα, οι στρατιωτικές μονάδες που βρίσκονταν στο εσωτερικό της πόλης μετέβησαν στο πολιορκημένο Πανεπιστήμιο σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, παρ’όλο που τα μέλη των στρατιωτικών ομάδων υπερτερούσαν αριθμητικά και ήταν καλύτερα οπλισμένα από τους μαχητές, οι διοικητές πήραν την ανεξήγητη απόφαση να υπαναχωρήσουν και να περιμένουν την αντιτρομοκρατική μονάδα του Ναϊρόμπι να κάνει την δουλειά [7]. Επτά ώρες αργότερα, η μονάδα τελικά έφτασε. Μέχρι τότε, όλοι οι φοιτητές ήταν ήδη νεκροί.

29042015-2.jpg

Ο πρόεδρος, Uhuru Kenyatta, δίνει συνέντευξη Τύπου στο Προεδρικό Μέγαρο, στην πρωτεύουσα Ναϊρόμπι, στις 4 Απριλίου του 2015. (Thomas Mukoya / Reuters)

Ο χειρισμός από την πλευρά της Κένυας των προειδοποιήσεων από τις Υπηρεσίες πληροφοριών και τους ταξιδιωτικούς συμβούλους [8] έχει επίσης δεχθεί αμφισβήτηση. Οι δυνάμεις ασφαλείας δεν τέθηκαν σε κατάσταση συναγερμού, παρά την ειδική προειδοποίηση από τις υπηρεσίες πληροφοριών για πιθανή επίθεση σε κάποιο Πανεπιστήμιο. Μια ημέρα πριν το χτύπημα της αλ Σαμπάμπ, ο πρόεδρος της Κένυας, Uhuru Kenyatta, έφτασε στο σημείο ακόμα και να επιτεθεί λεκτικά στους συμβούλους [9], αποκαλώντας τους «ψεύτες». Η εχθρότητα απέναντι στις έγκυρες προειδοποιήσεις έχει υπάρξει ένα επαναλαμβανόμενο θέμα. Η κυβέρνηση της Κένυας φαίνεται να προτιμά να παραμένει στην άρνηση παρά να διακινδυνεύσει να χάσει τα τόσο αναγκαία δολάρια που αποφέρει η ταλαιπωρημένη τουριστική βιομηχανία της χώρας. Αυτή η έλλειψη σύνεσης διακινδυνεύει τις ζωές των πολιτών και των αλλοδαπών. Οι ηγέτες της Κένυας πρέπει να αναγνωρίσουν ότι η χώρα τους δεν είναι ασφαλής και να παραδεχτούν ότι οι προειδοποιήσεις είναι άξιες προσοχής.