Η βόμβα του Μπλερ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η βόμβα του Μπλερ

Πώς η αποστασιοποίηση της Σκωτίας ανατίναξε τις βρετανικές βουλευτικές εκλογές

Στην μέση της προβολής τους, η Nicola Sturgeon, η νέα αρχηγός του SNP και Πρώτη Υπουργός του Κοινοβουλίου της Σκωτίας, έχει αναγνωριστεί ως μια από τις πιο χαρισματικές πολιτικούς της γενιάς της στην Βρετανία. Μια από τις ομιλίες της Sturgeon στις 28 Μαρτίου στην Γλασκώβη περιγράφηκε από έναν Βρετανό πολιτικό σχολιαστή ως «το είδος ομιλίας . . . που ένας πολιτικός του Εργατικού Κόμματος στην Σκωτία θα ήθελε να κάνει κι ένας ψηφοφόρος του Εργατικού Κόμματος της Σκωτίας θα ήθελε να ακούσει». [2] Η Sturgeon και το SNP έχουν κινητοποιήσει τους ψηφοφόρους με το μήνυμά τους κατά της ελίτ του Westminster και υπέρ των πολιτών. Άλλοι παίκτες του Εθνικού Κόμματος, όπως το Plaid Cymru της Ουαλίας και το Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα της Βόρειας Ιρλανδίας, τα οποία θα κερδίσουν και τα δύο έδρες στο Westminster, θα βοηθήσουν στην ενίσχυση αυτού του μηνύματος.

Αυτό είναι ένα μήνυμα που έχει επίσης απήχηση στην Αγγλία, αλλά για διαφορετικούς λόγους. Στην δεκαετία του 1990, οι Σκωτσέζοι αισθάνθηκαν αποστασιοποιημένοι από το Λονδίνο λόγω των συντηρητικών κυβερνητικών πολιτικών κατά την προηγούμενη δεκαετία, πολιτικές οι οποίες είχαν συγκεντρώσει την πολιτική και οικονομική δύναμη στο Westminster. Τώρα οι Άγγλοι αισθάνονται αποξενωμένοι από το Λονδίνο λόγω της αποκέντρωσης της εξουσίας από το Westminster. Από το 1999, η δυσαρέσκεια αυξήθηκε στο αγγλικό εκλογικό σώμα για εκείνο που μερικές φορές ονομάζεται ζήτημα «West Lothian»: Οι βουλευτές της Σκωτίας, της Ουαλίας και της Βόρειας Ιρλανδίας έχουν την δυνατότητα να ψηφίσουν επί όλων των θεμάτων που επηρεάζουν την Βρετανία, αλλά οι Άγγλοι βουλευτές δεν έχουν λόγο στην νομοθετική διαδικασία στις αποκεντρωμένες περιοχές.

07052015-2.jpg

Ο Πρωθυπουργός της Βρετανίας και αρχηγός του Συντηρητικού Κόμματος, Ντέιβιντ Κάμερον κατά την διάρκεια ομιλίας στο Μάντσεστερ, στις 28 Μαρτίου του 2015 PHIL NOBLE / REUTERS

Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, υπήρξαν λίγα αιτήματα στην Αγγλία για την συμπλήρωση του Κοινοβουλίου της Σκωτίας και της Εθνικής Συνέλευσης της Ουαλίας από αυτόνομους αγγλικούς φορείς, αλλά τώρα οι Άγγλοι ψηφοφόροι αισθάνονται ότι εξαπατήθηκαν από το νέο σύστημα και τους δικούς τους βουλευτές. Η Σκωτία και η Ουαλία φαίνεται να έχουν ευημερήσει με τους νέους τους θεσμούς, και οι Βρετανοί πολιτικοί ηγέτες αγωνίζονται για να αντιμετωπίσουν τις απαιτήσεις των ψηφοφόρων της Σκωτίας και της Ουαλίας. Αντίθετα, τα βασικά πολιτικά κόμματα φαίνεται να παραμελούν τα εξειδικευμένα προβλήματα των διαφόρων περιοχών της Αγγλίας. Το αντι-ευρωπαϊκό Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου έχει ωφεληθεί από αυτήν την θλιβερή κατάσταση, αποσπώντας υποστήριξη από το Συντηρητικό Κόμμα καθώς και από το Εργατικό Κόμμα σε ολόκληρη την Αγγλία.

Όποιος υποψήφιος κι αν διατελέσει πρωθυπουργός μετά τις βουλευτικές εκλογές, θα έχει να αντιμετωπίσει την κρίση διακυβέρνησης στο Ηνωμένο Βασίλειο και να καταπιαστεί με την προοπτική του εξορθολογισμού και της επισημοποίησης της υπάρχουσας εξειδικευμένης αρχιτεκτονικής. Το δίλημμα θα είναι εντονότερο για τον Μίλιμπαντ, ο οποίος πρέπει πρώτα να αποδείξει ότι διαθέτει επαρκή εμπειρία, ικανότητα και «καλή επικοινωνία με τον λαό» για να εκτελέσει πρωθυπουργικά καθήκοντα. Για να σχηματιστεί κυβέρνηση, ο Μίλιμπαντ θα χρειαστεί μια σαφή πλειοψηφία στις 8 Μαΐου. Το SNP και η Σκωτία κρατούν το κλειδί γι’ αυτήν την πλειοψηφία. Η Sturgeon είναι έτσι ο «άνθρωπος που κινεί τα νήματα» (δεν είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που μια γυναίκα στην Σκωτία διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην πολιτική εξουσία του Λονδίνου).

Αλλά μια κυβέρνηση συνασπισμού με το SNP θα μπορούσε να αποδυναμώσει ακόμη περισσότερο το Εργατικό Κόμμα και την Ένωση. Η ανεξαρτησία της Σκωτίας παραμένει ο τελικός στόχος του SNP, ακόμα και μετά την ήττα στο δημοψήφισμα του περασμένου χρόνου. Στις 26 Απριλίου, ο Μίλιμπαντ απέκλεισε ακόμη και την πιθανότητα μιας συμμαχίας του Εργατικού Κόμματος με το SNP. Αλλά μπορεί ακόμα να αναγκαστεί να βασιστεί στις ψήφους του SNP κάθε φορά που θα προσπαθεί να περάσει μια νομοθεσία. Κάποιοι Βρετανοί σχολιαστές έχουν συμβουλέψει τον Μίλιμπαντ να συγκαλέσει μια Συντακτική Συνέλευση για την αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής [2]. Ο Μίλιμπαντ, όπως υποστηρίζουν, θα πρέπει να δεσμευτεί για την εξισορρόπηση των εξουσιών μεταξύ του Λονδίνου και της υπόλοιπης Αγγλίας, καθώς και της Σκωτίας, της Ουαλίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, με την δημιουργία ενός πραγματικού συντάγματος -το πρώτο στην πολύχρονη ιστορία του Ηνωμένου Βασιλείου.

Μια αδύναμη κυβέρνηση Εργατικού Κόμματος δεν θα ήταν σε θέση να αναλάβει ένα τέτοιο μνημειώδες έργο. Παρόμοιες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις καταποντίστηκαν στην Ισπανία και αμέσως απέναντι από την Μάγχη, στην Γαλλία, όπου ο πρωθυπουργός, Manuel Valls, μάχεται για την βελτιστοποίηση των πολύπλοκων στρωμάτων τοπικής αυτοδιοίκησης της Γαλλίας. Παρ’ όλα αυτά, ο Μίλιμπαντ και το Εργατικό Κόμμα δεν μπορούν να αποστασιοποιηθούν από την αντιμετώπιση των συνεπειών της πολιτικής αποκέντρωσης των εξουσιών του Μπλερ από την δεκαετία του 1990. Πράγματι, κανένας μέλλων πρωθυπουργός δεν θα ήταν σε θέση να αγνοήσει την περιφερειακή πολιτική έξω από το Westminster. Η ανάδυση της Σκωτίας, το όλο και μεγαλύτερο SNP, η σύγχυση των διακρίσεων στο βρετανικό πολιτικό τοπίο, η ομογενοποίηση των κομματικών ελίτ και οι γεμάτες προβλήματα βουλευτικές εκλογές είναι όλα κληρονομιά του Τόνι Μπλερ. Μετά την 7η Μαΐου, η πολιτική στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα είναι ποτέ ξανά η ίδια.

Copyright © 2015 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/united-kingdom/2015-05-04/blair-...