Ξεπερνώντας την Αίγυπτο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ξεπερνώντας την Αίγυπτο

Ώρα να ξαναμελετηθούν οι σχέσεις
Περίληψη: 

Για δεκαετίες, η συνεργασία μεταξύ της Αιγύπτου και των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν ένας ακρογωνιαίος λίθος του αμερικανικού ρόλου στην Μέση Ανατολή. Σήμερα, είναι ένα απλό απομεινάρι μιας άλλης εποχής. Δεν υπάρχουν πλέον επιτακτικοί λόγοι στην Ουάσιγκτον ώστε να στηρίξει ιδιαίτερα στενούς δεσμούς με το Κάιρο.

Ο MICHAEL WAHID HANNA είναι βασικός συνεργάτης στο Century Foundation και επίκουρος βασικός συνεργάτης στο Κέντρο Νόμου και Ασφάλειας στην Νομική Σχολή του Πανεπιστήμιου της Νέας Υόρκης. Μπορείτε να τον ακολουθείτε στο Twitter @mwhanna1.

Για δεκαετίες, η συνεργασία μεταξύ της Αιγύπτου και των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν ένας ακρογωνιαίος λίθος του αμερικανικού ρόλου στην Μέση Ανατολή. Σήμερα, είναι ένα απλό απομεινάρι μιας άλλης εποχής. Δεν υπάρχουν πλέον επιτακτικοί λόγοι στην Ουάσιγκτον ώστε να στηρίξει ιδιαίτερα στενούς δεσμούς με το Κάιρο. Αυτό που κάποτε ήταν μια ισχυρή συμβολική συμμαχία με σαφή πλεονεκτήματα για αμφότερες τις πλευρές έχει γίνει μια καθαρή συναλλακτική σχέση -και μια σχέση που ωφελεί τους Αιγυπτίους περισσότερο από τους Αμερικανούς. Έχει έρθει η ώρα και για τις δύο πλευρές να αναγνωρίσουν αυτή την πραγματικότητα, και για τις Ηνωμένες Πολιτείες να μεταβάλλουν ριζικά την προσέγγισή τους [1] προς την Αίγυπτο: Υποβαθμίζοντας την προτεραιότητα που δίνεται στην σχέση, μειώνοντας το επίπεδο της οικονομικής και στρατιωτικής στήριξης [2] που προσφέρουν στο Κάιρο και δένοντας πιο στενά την βοήθεια που τελικά δίνουν με τις πολιτικές, στρατιωτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις που θα κάνουν την Αίγυπτο πιο αξιόπιστο εταίρο.

Οι σύγχρονες αμερικανο-αιγυπτιακές σχέσεις ξεκίνησαν στον απόηχο του αραβο-ισραηλινού πολέμου το 1973 και διαμορφώθηκαν από την λογική του Ψυχρού Πολέμου, με την Αίγυπτο να μεταβαίνει από το σοβιετικό στο αμερικανικό στρατόπεδο με αντάλλαγμα διάφορα είδη υποστήριξης. Κατά την διάρκεια του τετάρτου του αιώνα από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, άλλοι παράγοντες, όπως η συνεργασία στο πλαίσιο της ειρηνευτικής διαδικασίας στην Μέση Ανατολή και ο αγώνας κατά της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας, έδωσαν νέες αιτίες για την συνέχιση της συνεργασίας. Αλλά σε αυτό το σημείο, μετά από μια λαϊκή εξέγερση που ακολουθήθηκε από μια αυταρχική υποτροπή στο Κάιρο, και με την ειρηνευτική διαδικασία ετοιμοθάνατη και με τον τζιχαντισμό να είναι πλέον μια χρόνια κατάσταση, οι αμερικανο-αιγυπτιακές σχέσεις έχουν γίνει ένας αναχρονισμός που στρεβλώνει την αμερικανική πολιτική στην περιοχή.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν παίρνουν τίποτα από την σχέση. Τα αμερικανικά πολεμικά πλοία έχουν άμεση πρόσβαση στην διώρυγα του Σουέζ (έστω και με την καταβολή ακριβών ναύλων) και η Αίγυπτος επιτρέπει στα αμερικανικά στρατιωτικά αεροσκάφη να πετούν πάνω από τον αιγυπτιακό εναέριο χώρο, πράγματα που βοηθούν την Ουάσιγκτον να προβάλλει ισχύ στην Μέση Ανατολή και να διαχειρίζεται τις στρατιωτικές της αναπτύξεις. Η Αίγυπτος παρέχει επίσης κάποια διπλωματική υποστήριξη στις αμερικανικές περιφερειακές πολιτικές και παραμένει ένας δυνητικά πολύτιμος εταίρος στην καταπολέμηση του αυτοαποκαλούμενου Ισλαμικού Κράτους (επίσης γνωστού ως ISIS), στο οποίο έχουν υποσχεθεί υποταγή μαχητές στην γειτονική Λιβύη και στην Χερσόνησο του Σινά στην Αίγυπτο. Όμως οι παροχές αυτές δεν δικαιολογούν την προσοχή και τους πόρους που χαρίζει η Ουάσιγκτον στην Αίγυπτο, η οποία έχει προγραμματιστεί να λάβει 1,3 δισεκατομμύρια δολάρια σε στρατιωτική βοήθεια και έως 150 εκατομμύρια δολάρια σε οικονομική βοήθεια από τις Ηνωμένες Πολιτείες φέτος, καθιστώντας την Αίγυπτο τον δεύτερο μεγαλύτερο αποδέκτη της αμερικανικής γενναιοδωρίας. Και ακόμα κι αν η Ουάσιγκτον περικόψει την βοήθειά της, το Κάιρο θα έχει πολλούς λόγους για να συνεχίσει την συνεργασία του.

Σίγουρα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επωφελούντο σε μεγάλο βαθμό από τους στενούς δεσμούς με μια ισχυρή, ευημερούσα Αίγυπτο που θα είχε μια αντιπροσωπευτική κυβέρνηση και ικανό στρατό -μια χώρα που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως σημείο αναφοράς για τις περιφερειακές προσπάθειες ασφάλειας και αντιτρομοκρατίας, να συμβάλει στην συγκράτηση του Ιράν και να ανταποκριθεί στον ιστορικό της ρόλο ως ηγέτιδας και πρότυπου για τον αραβικό κόσμο. Αλλά μια τέτοια Αίγυπτος δεν υπάρχει σήμερα και φαίνεται απίθανο να αναδυθεί σύντομα [3]. Στα δύο χρόνια από τότε που ηγήθηκε ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος, ο Αιγύπτιος πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι δεν έχει δώσει κανένα λόγο ελπίδας ότι μπορεί να αναπτύξει βιώσιμα την οικονομία της χώρας ή να βελτιώσει τις βασικές υπηρεσίες και την ασφάλεια. Εν τω μεταξύ, ο ίδιος καταστέλλει [4] σχεδόν όλες τις μορφές των αντιφρονούντων και της αντιπολίτευσης. Το καθεστώς Σίσι απλώς δεν παρέσχε κανέναν αξιόπιστο οδικό χάρτη για το μέλλον της Αιγύπτου.

Όταν ο Σίσι ανέτρεψε τον πρώτο δημοκρατικά εκλεγμένο πρόεδρο της Αιγύπτου, τον Μοχάμεντ Μόρσι, τον Ιούλιο του 2013, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα αρνήθηκε να ονομάσει την πράξη στρατιωτικό πραξικόπημα, εν μέρει διότι αυτό θα απαιτούσε, σύμφωνα με την νομοθεσία των ΗΠΑ, να κόψει αμέσως την βοήθεια προς το Κάιρο. Ακόμα, σε συνέντευξή του στο CNN τον επόμενο μήνα, ο Ομπάμα παραδέχθηκε ότι η σχέση δεν θα μπορούσε να «επιστρέψει στο business as usual» [5]. Αλλά ως επί το πλείστον, αυτό έχει γίνει. Παρά το γεγονός ότι ο Ομπάμα έχει τερματίσει την ικανότητα της Αιγύπτου να αποκτά στρατιωτικό υλικό με πίστωση και έχει θέσει νέα όρια για το πώς η Αίγυπτος μπορεί να δαπανά την αμερικανική βοήθεια που λαμβάνει, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συνεχίσουν να παρέχουν στην Αίγυπτο 1,3 δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο για το άμεσο μέλλον, με πολύ λίγες προϋποθέσεις. Τον περασμένο Αύγουστο, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Κέρι, ταξίδεψε στο Κάιρο για να λάβει μέρος στον πρώτο «στρατηγικό διάλογο» που είχαν οι Αμερικανοί αξιωματούχοι με τους Αιγύπτιους ομολόγους τους από το 2009, ανακοινώνοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επαναλάβουν σύντομα κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με την Αίγυπτο, τις οποίες ο Ομπάμα είχε αναστείλει το 2013. Καθώς έφτανε ο Κέρι, η αμερικανική πρεσβεία στο Κάιρο χαιρέτισε δημοσίως την παράδοση των οκτώ αμερικανικής κατασκευής F-16 στην Πολεμική Αεροπορία της Αιγύπτου.