Ξεπερνώντας την Αίγυπτο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ξεπερνώντας την Αίγυπτο

Ώρα να ξαναμελετηθούν οι σχέσεις

Αυτή η σιωπηρή επανάληψη της προ-πραξικοπήματος σχέσης έχει κάνει ελάχιστα για να ενισχύσει την περιφερειακή ασφάλεια, να δώσει στις Ηνωμένες Πολιτείες πρόσθετη μόχλευση ή να περιορίσει τις αυταρχικές τάσεις του Σίσι. Εν τω μεταξύ, έχει ενοχοποιήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες για την καταστολή των Ισλαμιστών, των κοσμικών ακτιβιστών και των δημοσιογράφων της Αιγύπτου που τόλμησαν να αμφισβητήσουν ή ακόμα και απλώς να επικρίνουν τον Σίσι. Και η Ουάσιγκτον έχει δει σχετική την επίδρασή της στο Κάιρο να μειώνεται ακόμη περισσότερο, καθώς πλούσιες χώρες του Κόλπου έχουν πλημμυρίσει την Αίγυπτο με κατ’ εκτίμηση 30 δισεκατομμύρια δολάρια σε διάφορες μορφές οικονομικής βοήθειας από τότε που ο Σίσι ανέλαβε την εξουσία.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει μερικές φορές να κάνουν παζάρια με αυταρχικά καθεστώτα. Και καθώς εξτρεμιστικές δυνάμεις υποδαυλίζουν αναταραχή και χάος στην Μέση Ανατολή, μπορεί να φαίνεται λογικό να βελτιώνονται οι σχέσεις με τους παραδοσιακούς συμμάχους στην περιοχή. Ωστόσο, για να αξίζουν τον κόπο τέτοιου είδους συμβιβασμοί, τα στρατηγικά οφέλη πρέπει να υπερβαίνουν το κόστος, και ο επαναλαμβανόμενος εναγκαλισμός της Ουάσιγκτον προς το Κάιρο δεν περνά αυτή την δοκιμασία. Η συνέχιση της τρέχουσας πολιτικής θα είναι ένας θρίαμβος της ελπίδας επί της εμπειρίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει αντ’ αυτού να αλλάξουν πορεία, να αποκλιμακώσουν [6] το πεδίο της σχέσης τους με την Αίγυπτο και να μειώσουν την υπερβολική προσοχή που δέχεται η χώρα, ενώ θα θέτουν αυστηρότερους όρους για την αμερικανική βοήθεια. Η Ουάσιγκτον δύσκολα χρειάζεται να αποκόψει το Κάιρο, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να σταματήσουν να το χαϊδεύουν.

11042016-1.jpg

Θα χυθεί αίμα: Ένας υποστηρικτής του Μόρσι χτυπημένος από τα «ΜΑΤ» στο Κάιρο, τον Ιούλιο του 2013. MOHAMED ABD EL GHANY / REUTERS
------------------------------------------------------------------

Ο ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΣ ΕΧΕΙ ΧΑΘΕΙ

Ο αραβο-ισραηλινός πόλεμος το 1973 και το αραβικό πετρελαϊκό εμπάργκο κατά των υποστηρικτών του Ισραήλ που ακολούθησε, σηματοδότησαν την αρχή μιας ιστορικής αναπροσαρμογής τόσο του κρατικού συστήματος στην Μέση Ανατολή όσο και των αραβικών σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτή η επανευθυγράμμιση ολοκληρώθηκε με την υπογραφή των συμφωνιών του Camp David το 1978 και μια συνθήκη ειρήνης μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ το επόμενο έτος. Οι υποσχέσεις του προέδρου των ΗΠΑ, Τζίμι Κάρτερ, για παρατεταμένη αμερικανική οικονομική και στρατιωτική βοήθεια προς την Αίγυπτο ήταν ένας βασικός παράγοντας στο να πείσει τον Αιγύπτιο πρόεδρο, Ανουάρ αλ Σαντάτ, να κάνει ειρήνη με το Ισραήλ. Η συμφωνία ήταν μια διπλωματική μαεστρία. Τράβηξε την Αίγυπτο στην τροχιά των ΗΠΑ, εκμηδένισε την πιθανότητα μιας άλλης μεγάλης κλίμακας συμβατικής αραβο-ισραηλινής σύγκρουσης (και ως εκ τούτου τον κίνδυνο σύγκρουσης των μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή), και δημιούργησε ένα πιο σταθερό και βιώσιμο πλαίσιο για τις διεθνείς αγορές πετρελαίου, και , κατ’ επέκταση, για την παγκόσμια οικονομία.

Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και κατά την διάρκεια της αμέσως μετά περιόδου, η αμερικανο-αιγυπτιακή συνεργασία και ο συντονισμός σε θέματα ασφάλειας άκμασαν, φθάνοντας στο αποκορύφωμα όταν η Αίγυπτος συμμετείχε στην πολυεθνική προσπάθεια για την απελευθέρωση του Κουβέιτ μετά την εισβολή του Ιράκ το 1990. Και με την έλευση των ανανεωμένων αραβο-ισραηλινών ειρηνευτικών προσπαθειών στις αρχές του 1990, οι αμερικανο-αιγυπτιακές σχέσεις έγιναν ακόμη πιο πολύτιμες στην Ουάσιγκτον, καθώς η Αίγυπτος αναδείχθηκε ως το αραβικό κράτος που συμμετείχε πλήρως στην διαδικασία.

Εν τω μεταξύ, εγχωρίως, το αυταρχικό καθεστώς υπό την ηγεσία του Σαντάτ και στην συνέχεια, μετά την δολοφονία του Σαντάτ το 1981, του διαδόχου του, Χόσνι Μουμπάρακ, εδραιώθηκε. Με την πάροδο του χρόνου, οι υπέρμαχοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι Αιγύπτιοι διαφωνούντες έκαναν έκκληση στην Ουάσιγκτον να χρησιμοποιήσει την επιρροή της για να πιέσει τον Μουμπάρακ για μεταρρυθμίσεις. Αλλά, καθώς η απειλή της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας μεγάλωσε, ιδιαίτερα στον απόηχο των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου, οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ αποφάσισαν να μην πιέσουν πάρα πολύ σκληρά, κάτι που [αν γινόταν] θα μπορούσε να διακυβεύσει την μειωμένη συνεργασία της Αιγύπτου στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας.

Μετά ήρθαν οι αραβικές εξεγέρσεις, κατά τις οποίες ο Μουμπάρακ εκδιώχθηκε στον απόηχο μιας ευρείας λαϊκής κινητοποίησης. Το 2012, μια κυβέρνηση που κυριαρχήθηκε από την Μουσουλμανική Αδελφότητα ήρθε στην εξουσία μέσω δημοκρατικών εκλογών, μόνο για να το παρακάνει καταστροφικά. Η κυβέρνηση αυτή, με επικεφαλής τον Morsi, τελικά ανατράπηκε από ένα πραξικόπημα του στρατού και της ακόμα ισχυρής αυταρχικής δομής ασφάλειας της χώρας –ένα πραξικόπημα που υποστηρίχθηκε από μαζικές διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης Morsi και βοηθήθηκε σε μεγάλο μέρος από την αδιαλλαξία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας έναντι της αντίθεσης του κοινού στην ατζέντα της.

Το αποτέλεσμα της όλης αναταραχής, τόσο στην Αίγυπτο όσο και στην ευρύτερη περιοχή, υπήρξε μια πολύ πιο οργανική ευθυγράμμιση [7] των αιγυπτιακών και των ισραηλινών συμφερόντων από οτιδήποτε θα μπορούσαν να επιτύχουν οι αμερικανικές διπλωματικές δωροδοκίες. Πράγματι, ορισμένοι Αιγύπτιοι και Ισραηλινοί ηγέτες καυχήθηκαν ότι οι μεταξύ τους σχέσεις είναι τώρα ισχυρότεροι από όσο οι δεσμοί τους με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό θα μπορούσε να είναι υπερβολή, αλλά είναι σαφές ότι η αμερικανική βοήθεια δεν είναι πλέον η κόλλα που συνδέει την σχέση μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ, και ωχριά μπροστά στα ποσά που δίδονται στο Κάιρο από τις ανήσυχες μοναρχίες του Κόλπου.