Η επιλογή του Μπακού | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η επιλογή του Μπακού

Πώς το Ιράν και η Ρωσία ερωτοτροπούν με το Αζερμπαϊτζάν

Στις 8 Αυγούστου, οι ηγέτες του Αζερμπαϊτζάν, του Ιράν και της Ρωσίας συγκεντρώθηκαν για μια σπάνια τριμερή σύνοδο κορυφής στην πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν, Μπακού. Στα χαρτιά, η σύνοδος κορυφής αφιερώθηκε κυρίως στα περιφερειακά σχέδια οικονομικής ολοκλήρωσης, ιδιαίτερα στον Διάδρομο Μεταφορών Βορρά-Νότου, έναν προτεινόμενο εμπορικό δρόμο δια ξηράς και θαλάσσης που βασίζεται σε που συνδέει την Ινδία προς την Ευρώπη μέσω του Ιράν, του Νοτίου Καυκάσου και της Ρωσίας. Υπάρχουν όμως και άλλα θέματα που ήταν επίσης στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, συμπεριλαμβανομένων των συγκρούσεων στο Ιράκ και την Συρία και της απειλής της ισλαμικής τρομοκρατίας. Η σύνοδος κορυφής τερματίστηκε με τα τρία κράτη να υπογράφουν μια δήλωση για την «σφαιρική καταπολέμηση» της τρομοκρατίας και του εξτρεμισμού.

Η συμπερίληψη του Αζερμπαϊτζάν στην σύνοδο κορυφής είναι εντυπωσιακή. Μόνο πριν από λίγα χρόνια, το Μπακού ήταν απρόθυμο να επιδιώξει στενή συνεργασία για την οικονομία ή την ασφάλεια είτε με την Μόσχα είτε με την Τεχεράνη, παρά την γεωγραφική εγγύτητά του και με τις δύο. Το Αζερμπαϊτζάν είδε την ανεξαρτησία του το 1991 από την Σοβιετική Ένωση ως μια ευκαιρία να ξεφύγει από την παραδοσιακή αυθαιρεσία της Ρωσίας στην αντιμετώπιση των μικρότερων γειτόνων της, και ήταν αδιάφορο στις εκκλήσεις της Τεχεράνης προς το Αζερμπαϊτζάν [1] και την κοινή σιιτική πίστη του με το Ιράν. Αλλά η βαθιά απογοήτευση του Αζερμπαϊτζάν από την κυβέρνηση Ομπάμα για το γεγονός ότι υποτίθεται ότι εξέλαβε την χώρα ως δεδομένη, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη απειλή του μαχητικού ισλαμισμού στην ευρύτερη περιοχή του Καυκάσου, έχει αφήσει την ηγεσία του έθνους με λίγες επιλογές.

ΤΑ ΚΙΝΗΤΡΑ ΤΟΥ ΑΖΕΡΜΠΑΪΤΖΑΝ

Τα κίνητρα του Μπακού για την παρακολούθηση της συνόδου κορυφής βασίζονται τόσο στην γεωπολιτική όσο και στην ασφάλεια [2]. Στις αρχές Απριλίου, οι υπουργοί Εξωτερικών των τριών εθνών υποσχέθηκαν συνεργασία σε μια σειρά από θέματα, αλλά ήταν η υπόσχεση της μη παρέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις του άλλου που ξεχώρισε. Οι παρατηρητές ερμήνευσαν την υπόσχεση ως άμεσο κέντρισμα στην Ουάσιγκτον, την οποία το Μπακού έχει εκλάβει ότι κατ’ επανάληψη έχει υπονομεύσει την εξουσία του προέδρου του Αζερμπαϊτζάν, Ιλχάμ Αλίεφ, ιδίως με την κριτική για την μεταχείριση που επιφυλάσσει ο Aliyev στην αντιπολίτευση.

Η σύνοδος του Απριλίου, επίσης, ήρθε λίγες μέρες μετά τον τελευταίο γύρο των αψιμαχιών μεταξύ δυνάμεων του Αζερμπαϊτζάν και της Αρμενίας στην διαφιλονικούμενη περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ [3], ένα αρμενικής πλειοψηφίας έδαφος εντός των συνόρων του Αζερμπαϊτζάν. Για το Μπακού, οι υποσχέσεις που διατυπώθηκαν από το Ιράν και την Ρωσία κατά την σύνοδο κορυφής ότι θα εργαστούν προς την κατεύθυνση επίλυσης της σύγκρουσης στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ -ακόμα και αν είναι απλώς συμβολικές- είναι προτιμότερες από αυτό που εκλαμβάνει ως χρόνια αμερικανική αδράνεια στο θέμα.

Ωστόσο, η σύνοδος κορυφής του Αυγούστου ήταν κάτι πολύ περισσότερο από ένα απλό κέντρισμα στην Ουάσιγκτον. Οι Αζέροι ανησυχούν όλο και περισσότερο για τις συγκρούσεις στο Ιράκ και την Συρία, στις οποίες το Ιράν και η Ρωσία είναι οι κυριότεροι δρώντες [4]. Το Αζερμπαϊτζάν, μια σιιτικής πλειοψηφίας μουσουλμανική χώρα που είναι, ωστόσο σθεναρά κοσμική στην διακυβέρνησή του, για πρώτη φορά από την ανεξαρτησία του το 1991 έχει να αντιμετωπίσει την απειλή της τζιχάντ. Αυτή η πρόκληση ασφαλείας απαιτεί περιφερειακή συνεργασία. Σε μια δήλωση την 1η Αυγούστου, το Ισλαμικό Κράτος (ISIS) κήρυξε τζιχάντ εναντίον της Μόσχας, αλλά το Μπακού είναι απόλυτα δικαιολογημένο όταν βλέπει τις φιλοδοξίες του ISIS στον ευρύτερο Καύκασο ως άμεση απειλή για την δική του εθνική ασφάλεια.

Το περιφερειακό παρακλάδι του ISIS, το Εμιράτο του Καυκάσου, ιδρύθηκε το 2015 ως ένα κάλεσμα στα όπλα για τους σουνίτες τζιχαντιστές στον ρωσικό βόρειο Καύκασο. Αλλά πέρα από τα βουνά, στις ανεξάρτητες δημοκρατίες του Νοτίου Καυκάσου -όπως η Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν και η Γεωργία- οι αξιωματούχοι γνωρίζουν ότι μια αναζωπύρωση των ισλαμιστών στο εσωτερικό της Ρωσίας θα μπορούσε εύκολα να διαχυθεί στο έδαφός τους.

Από την δεκαετία του 1990, οι πόλεμοι της Ρωσίας στην Τσετσενία, το Νταγκεστάν και αλλού στον βόρειο Καύκασο έχουν φυσιολογικά βάλει την κεντρική κυβέρνηση της Μόσχας εναντίον των Ρώσων Μουσουλμάνων αυτονομιστών με φιλοδοξίες για ανεξαρτησία, και έχουν συμπεριλάβει μόνο λίγους διεθνείς τζιχαντιστές. Αλλά η ιδεολογία και η σύνθεση των ισλαμιστών στο Βόρειο Καύκασο εξελίσσονται ριζοσπαστικά, και αυτό είναι ένα πρόβλημα για το Αζερμπαϊτζάν. Ήδη από τον Ιανουάριο του 2015, ορισμένες εκθέσεις πρότειναν ότι μια σειρά από ισλαμιστές διοικητές [5] από ολόκληρο τον ρωσικό Καύκασο είχαν υποσχεθεί υποταγή στον αρχηγό του ISIS, τον Αμπού Μπακρ αλ-Μπαγκντάντι. Για το σιιτικής πλειοψηφίας Αζερμπαϊτζάν, ο μετασχηματισμός των Ρώσων ισλαμιστών σε θιασώτες του ISIS ήταν ανησυχητικός.

Σε αντίθεση με προηγούμενες μορφές εθνικιστικής ή ισλαμιστικής μαχητικότητας στην περιοχή, το ISIS έχει μια ολοκληρωτική ιδεολογία αφιερωμένη στην διεθνή τζιχάντ και την εδαφική επέκταση. Η γεωγραφική εγγύτητα του ISIS στο Αζερμπαϊτζάν ως εκ τούτου παρουσιάζει μια άνευ προηγουμένου δοκιμασία για το Μπακού. Εκτός από τον φόβο διάχυσης από τις συγκρούσεις στον βόρειο Καύκασο, το ίδιο το Αζερμπαϊτζάν έχει μια σουνιτική μειονότητα -κυρίως στις βόρειες περιοχές που συνορεύουν με την Ρωσία- και από το 2011 μερικές εκατοντάδες υπήκοοι του Αζερμπαϊτζάν συμμετέχουν στο ISIS και σε άλλες ισλαμιστικές ομάδες στο Ιράκ και την Συρία.

ΕΝΑ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟ ΣΧΕΔΙΟ

Το Αζερμπαϊτζάν δεν είναι η μόνη μεταξύ των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών που φοβάται τον βίαιο ισλαμισμό. Οι τζιχαντιστές έχουν στρατολογήσει με επιτυχία από όλα σχεδόν τα μετα-σοβιετικά κράτη στην Κεντρική Ασία, συμπεριλαμβανομένου του Καζακστάν, του Κιργιστάν, του Τατζικιστάν και του Ουζμπεκιστάν. Τον Ιούνιο, οι Ρώσοι αξιωματούχοι εκτιμούσαν ότι έως και 10.000 μαχητές από τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες πολεμούσαν στις τάξεις των τζιχαντιστικών ομάδων στην Μέση Ανατολή. Τον Οκτώβριο του 2015, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν προειδοποίησε τα μέλη του Οργανισμού της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (CSTO) -μια στρατιωτική συμμαχία των μετα-σοβιετικών κρατών- ότι οι δραστηριότητες του ISIS «έχουν πάει πολύ πέρα από το Ιράκ και την Συρία».

Ο Πούτιν δεν έχει παραλείψει να απεικονίζει τον εαυτό του ως μαχητή κατά της τζιχάντ. Όταν πρωτο-κατέβηκε για την προεδρία το 2000, υποστήριξε ως «ιστορική αποστολή» του την πλήρη εξάλειψη της αποσχιστικής μαχητικότητας στον βόρειο Καύκασο. Εκείνη την εποχή, ο Πούτιν συνέδεσε τις ρωσικές μουσουλμανικές αποσχιστικές τάσεις με την παγκόσμια τζιχάντ ως έναν τρόπο δυσφήμισης των εθνικιστικών κινημάτων στην Τσετσενία και το Νταγκεστάν. Αλλά σήμερα, με την άνοδο του ISIS, ο Πούτιν θα το βρει πολύ ευκολότερο να πείσει πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, συμπεριλαμβανομένου και του Αζερμπαϊτζάν, για την προφανή απειλή από τον ριζοσπαστικό ισλαμισμό.

Στην πραγματικότητα, από το 2011, αξιωματούχοι στην Μόσχα έκαναν τα στραβά μάτια όταν Ρώσοι Μουσουλμάνοι ταξίδευαν στο Ιράκ και την Συρία, όπου ρωσόφωνοι ελέγχουν ολόκληρες ταξιαρχίες του ISIS. Η φυγή αυτή συνέβαλε στα πρωτοφανή χαμηλά επίπεδα της τζιχαντιστικής βίας στο εσωτερικό της Ρωσικής Ομοσπονδίας τα τελευταία χρόνια. Αλλά με το ISIS να την κυνηγά [την Ρωσία] στην Μέση Ανατολή, πολλοί από τους ρωσόφωνους μαχητές του μπορεί να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Η διακοπή αυτής της ροής επιστροφής, ως εκ τούτου, είναι μια κρίσιμη προτεραιότητα, και αυτό συμβάλλει στην άνευ προηγουμένου συνεργασία μεταξύ των κυβερνήσεων της περιοχής. Ο υπουργός Πληροφοριών του Ιράν, ο Mahmoud Alavi -ένας άνθρωπος που πολύ σπάνια έχει ταξιδέψει στο εξωτερικό - ήταν πρόσφατα στην Κιργιζία για να διαβουλευθεί με αξιωματούχους ασφαλείας εκεί σχετικά με την απειλή της τρομοκρατίας στην ευρύτερη περιοχή.

Για τις μικρότερες χώρες της περιοχής, είναι κατανοητό το να κοιτάζουν προς το Ιράν και την Ρωσία για βραχυπρόθεσμη ηγεσία στην καταπολέμηση του σουνιτικού τζιχαντισμού. Ωστόσο, η χρήση σαρωτικής ισχύος υπήρξε η βάση της αντιτρομοκρατικής πολιτικής αμφοτέρων των περιφερειακών δυνάμεων –[μια πολιτική] που έχει σχεδόν λύσει το πρόβλημα της μαχητικότητας σε κάθε μια από τις δύο χώρες. Εν τω μεταξύ, η συγχώνευση του τζιχντισμού με τα παράπονα που έχουν κοινωνικοοικονομικά ελατήρια –η προτιμώμενη τακτική της Ρωσίας- είναι ένας σίγουρος τρόπος για να παραχθεί περισσότερη τζιχαντιστική βία σε όλο τον ευρύτερο Καύκασο. Πιο μακροπρόθεσμα, λοιπόν, το ερώτημα για χώρες όπως το Αζερμπαϊτζάν είναι αν η αντιτρομοκρατική πολιτική της Μόσχας ή της Τεχεράνης είναι κατάλληλη και για αυτές.

Υπάρχουν δύο κύριοι λόγοι για τους οποίους το Αζερμπαϊτζάν, μια χώρα περίπου εννέα εκατομμυρίων ανθρώπων, δεν έχει βιώσει πολλή ισλαμιστική βία από το 1991 που ανεξαρτητοποιήθηκε. Κατ’ αρχάς, οι Αρχές στο Μπακού αποφάσισαν αμέσως μετά την ανεξαρτησία να διατηρήσουν την σοβιετικής εποχής κοσμική ταυτότητα της χώρας και εργάστηκαν σκληρά για να ελαχιστοποιηθεί η ξένη θρησκευτική επιρροή, είτε από το σιιτικό Ιράν είτε από τα σουνιτικά κράτη του Περσικού Κόλπου. Ακόμη και στις αρχές του 1990, στο αποκορύφωμα της σύγκρουσης στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ με την χριστιανική Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν φρόντισε οι ισλαμιστές να μην μπορέσουν να μετατρέψουν την διαμάχη σε θρησκευτικό πόλεμο. (Ο Shamil Basayev, ο κορυφαίος πολέμαρχος της Τσετσενίας που έγινε ισλαμιστής, απέσυρε τους μαχητές του από εκείνον τον πόλεμο λόγω της δέσμευσης του Μπακού στην εκκοσμίκευση). Δεύτερον, χάρη στον πετρελαϊκό του πλούτο, το Αζερμπαϊτζάν γνώρισε σημαντική οικονομική ανάπτυξη και αποτελεί σήμερα μια χώρα μεσαίου προς τα πάνω εισοδήματος. Με άλλα λόγια, οι ευνοϊκές κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στο Αζερμπαϊτζάν έχουν μειώσει την ελκυστικότητα των ισλαμιστικών αφηγήσεων, σε αντίθεση με τον ρωσικό βόρειο Καύκασο, όπου οι εθνικιστικές φιλοδοξίες και η φτώχεια έχουν τροφοδοτήσει την ριζοσπαστικοποίηση.

Το Αζερμπαϊτζάν, το Ιράν και η Ρωσία έχουν πολλούς τομείς δυνητικής συνεργασίας, από τον Διάδρομο Μεταφορών Βορρά-Νότου μέχρι κοινές επενδύσεις σε ενεργειακά έργα μέχρι την κατάληξη –επιτέλους- σε μια απόφαση σχετικά με την οριοθέτηση της Κασπίας Θάλασσας. Ωστόσο, είναι σημαντικό για το Μπακού να ιεραρχήσει τις προτεραιότητές του. Η ιστορία, η δημογραφία και οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες του Αζερμπαϊτζάν του δίνουν την δυνατότητα να ακολουθήσει την δική του εκστρατεία εναντίον του βίαιου ισλαμισμού, χωρίς να χρειάζεται να υιοθετήσει μια συνολική φόρμουλα από την Μόσχα και την Τεχεράνη.

Copyright © 2016 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/azerbaijan/2016-08-11/bakus-choice

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2013-01-15/tangle-...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/2014-09-26/azerbaijan...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/armenia/2016-04-12/unfrozen-conf...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2016-04-21/mo...
[5] http://www.rferl.org/content/islamic-state-north-caucasus-insurgency-com...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition