Η ουτοπία του ανεξάρτητου Χονγκ Κονγκ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ουτοπία του ανεξάρτητου Χονγκ Κονγκ

Τι σημαίνουν οι εκλογές στις 4 Σεπτεμβρίου

Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη ότι παρά το σχετικά θετικό έργο της σημερινής κυβέρνησης του Χονγκ Κονγκ, οι υποστηρικτές των Δημοκρατικών και του κινήματος των Αυτοχθόνων κατηγορούν τον Λέουνγκ Τσουν Γινγκ πως λειτουργεί ως υποχείριο της κινεζικής ηγεσίας. Η δυσπιστία απέναντι στην πολιτική ηγεσία του Χονγκ Κονγκ από μεγάλο μέρος των πολιτών του, κυρίως νεαρής ηλικίας, αποτυπώθηκε στις πρωτοφανείς -για τα εκεί δεδομένα- ταραχές [5] που διαδραματίστηκαν στην πολυσύχναστη γειτονιά του Μονγκ Κοκ κατά τη διάρκεια της κινεζικής πρωτοχρονιάς του 2016. Καθώς πλησιάζουμε στις εκλογές της 4ης Σεπτεμβρίου, η πίεση στην ηγεσία του Χονγκ Κονγκ κορυφώνεται, ιδίως μετά τον αποκλεισμό έξι υποψηφίων [6], συμπεριλαμβανομένου και του Έντουαρντ Λέουνγκ, εκπροσώπου των Αυτοχθόνων, που τάσσονται υπέρ της ανεξαρτησίας από την Κίνα. Ο αποκλεισμός εδράζεται νομικά στο αίτημά τους για ανεξαρτητοποίηση του Χονγκ Κονγκ, κάτι που βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με τον Βασικό Νόμο, η εναρμόνιση με τον οποίο αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση του εκλέγεσθαι στο Χονγκ Κονγκ. Στην πραγματικότητα όμως, η νομική βάση και τα πραγματικά περιστατικά της συγκεκριμένης υπόθεσης θέτουν σοβαρά ζητήματα νομιμότητας της απόφασης αυτής.

30082016-1.jpg

Τραύματα φαίνονται στο πρόσωπο του Edward Leung, του de facto ηγέτη του κινήματος για την ανεξαρτησία του Χονγκ Κονγκ, δύο ημέρες μετά από μια μάχη του με έναν δημοσιογράφο που ισχυρίστηκε ότι ήταν από μια φιλοκυβερνητική εφημερίδα. Η φωτογραφία ελήφθη στις 15 Αυγούστου 2016. REUTERS/Bobby Yip
-------------------------------------------------------------

Ενώ όμως το Πεκίνο συνεχίζει την εφαρμογή της ιδιαίτερα επιτυχημένης στρατηγικής του, η πόλωση στην πολιτική σκηνή του Χονγκ Κονγκ έχει προκαλέσει παράλυση στην λειτουργία του Νομοθετικού Συμβουλίου [7] και δυσχεραίνει το έργο της πολιτικής ηγεσίας. Έχοντας εστιάσει αποκλειστικά στο ζήτημα των σχέσεων με την Κίνα και στον ρόλο του Κυβερνήτη Λέουνγκ Τσουν Γινγκ, ο πολιτικός διάλογος αγνοεί σημαντικά ζητήματα των προκλήσεων που αντιμετωπίζει το Χονγκ Κονγκ και έχει οδηγήσει τα τελευταία χρόνια σε μικροπολιτικούς υπολογισμούς που θέτουν εμπόδια στην οικονομική, διοικητική και πολιτική ζωή της πόλης. Τις προηγούμενες εβδομάδες σημειώθηκε ένα πρωτοφανές σκάνδαλο σχετικά με την λειτουργία της Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς που αποτελούσε σημείο αναφοράς στον, ούτως ή άλλως, υψηλής ποιότητας γραφειοκρατικό μηχανισμό της πόλης. Το έργο του Νομοθετικού Συμβουλίου έχει πέσει επανειλημμένως θύμα μικροπολιτικών υπολογισμών και σημαντικές νομοθετικές πρωτοβουλίες, όπως για παράδειγμα η αναθεώρηση του νόμου για τον πειθαρχικό έλεγχο των γιατρών, έχουν παρεμποδιστεί.

Πέρα όμως από τον ρόλο του Πεκίνου στην οικονομική και πολιτική ζωή του Χονγκ Κονγκ, θα πρέπει κανείς να σταθεί με κριτική διάθεση απέναντι στις στρατηγική των Αυτοχθόνων. Το αίτημα τους για ανεξαρτητοποίηση, το οποίο μάλιστα διατυπώνεται σε υψηλούς τόνους, είναι ουτοπικό, δεν συνεισφέρει στην επίλυση σημαντικών προβλημάτων του Χονγκ Κονγκ και έχει ωθήσει το Πεκίνο να αντιμετωπίζει το ζήτημα των διμερών σχέσεων ως ζήτημα εθνικής ασφάλειας. Επιπλέον, τα αιτήματα των Αυτοχθόνων και η άκαμπτη τακτική διαπραγμάτευσης των θέσεων που έχουν υιοθετηθεί από τις περισσότερες πλευρές, δεν επιτρέπουν την εκκίνηση του απαραίτητου πλέον διαλόγου για την διακυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ μετά την λήξη της συμφωνίας Κίνας-Μεγάλης Βρετανίας που εγγυάται στους κατοίκους του την διατήρηση της καπιταλιστικής οικονομίας και του τρόπου ζωής τους έως το 2047.

Παρά την συμπάθεια που εισπράττουν οι Αυτόχθονες δεν μπορεί κανείς παρά να εντοπίσει μια σειρά από ασάφειες και αστοχίες στην ατζέντα τους. Το σημαντικότερο είναι ότι δεν αντιλαμβάνονται πως ένα ανεξάρτητο Χονγκ Κονγκ αποτελεί ουτοπία καθώς είναι αδύνατο η κινεζική ηγεσία, με την σημερινή μορφή της, να συναινέσει σε οποιαδήποτε εκδοχή ανεξαρτητοποίησής του. Η εθνική ενοποίηση της Κίνας με την ενσωμάτωση της Ταιβάν μπορεί να μην είναι ένας ρεαλιστικός στόχος, αποτελεί ωστόσο θεμελιώδη αρχή λειτουργίας κάθε κινεζικής ηγεσίας μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου και την εδραίωση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας στην εξουσία. Η διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Κίνας και η αντιμετώπιση αποσχιστικών τάσεων στο Θιβέτ και στην δυτική επαρχία Σιντζιάνγκ αποτελεί βασική προτεραιότητα και κινητήρια δύναμη πίσω από διάφορες πολιτικές της ηγεσίας του Πεκίνου με πιο χαρακτηριστική την πρωτοβουλία «Μία Ζώνη-Ένας Δρόμος». Έχοντας να αντιμετωπίσει συγκεκριμένες αποσχιστικές τάσεις, τις σχέσεις της με την Ταϊβάν, καθώς και εσωτερικές πιέσεις από στρατιωτικούς και πολιτικούς κύκλους, πολλές απο τις οποίες ασκούνται πίσω από κλειστές πόρτες, η κινεζική ηγεσία δεν έχει το παραμικρό περιθώριο ελιγμού όσον αφορά στις σχέσεις της με το Χονγκ Κονγκ. Οποιαδήποτε υποχώρηση θα θεωρηθεί ως ένδειξη αδυναμίας, θα θέσει σε κίνδυνο την πολιτική και κοινωνική ομαλότητα στην Κίνα και θα υποσκάψει τον κυρίαρχο ρόλο του Κουμμουνιστικού Κόμματος της Κίνας.