Η άβολη συμμαχία του Ιράν με την Ρωσία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η άβολη συμμαχία του Ιράν με την Ρωσία

Το πλαίσιο της συνεργασίας τους στην Συρία

Για την Τεχεράνη, η μάχη στην Συρία είναι επίσης ένα κεντρικό τμήμα της περιφερειακής αντιπαλότητάς της με την Σαουδική Αραβία, η οποία υποστηρίζει τους αντιπάλους του Άσαντ. Το Ιράκ, ο Λίβανος, η Συρία, και, σε πολύ μικρότερο βαθμό, η Υεμένη είναι τα πεδία μάχης σε αυτή την αντιπαλότητα. Η Τεχεράνη πιστεύει ότι αν πέσει ο Άσαντ, θα αποδυναμωθούν η Χεζμπολάχ στον Λίβανο και η σιιτοκρατούμενη κυβέρνηση του Ιράκ. Σε αυτό το σενάριο, το Ιράν θα χάσει μεγάλο μέρος της δύναμής του στην Μέση Ανατολή. Η Σαουδική Αραβία, που υποστηρίζεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, θα μπορούσε στην συνέχεια να γίνει ένας περιφερειακός ηγεμόνας.

Και έτσι το Ιράν έχει επενδύσει πολλά σε χρήμα, αίμα και κύρος για να σώσει τον Άσαντ. Το Ιράν έχει βοηθήσει την συριακή κυβέρνηση να οργανώσει ένοπλες πολιτοφυλακές, έστειλε στρατιωτικούς συμβούλους στα πεδία μάχης και χρηματοδότησε την κινητοποίηση χιλιάδων Ιρακινών και Αφγανών Σιιτών για να πολεμήσουν στην Συρία. Τουλάχιστον μερικές εκατοντάδες Ιρανοί έχουν σκοτωθεί στον εμφύλιο πόλεμο.

Η στρατηγική ατζέντα της Ρωσίας είναι μόνο μερικώς συμβατή με του Ιράν. Αυτή την στιγμή, η Μόσχα και η Τεχεράνη μοιράζονται τον στόχο της υποστήριξης του Άσαντ και της κατανίκησης των αντιπάλων του. Και οι δύο χώρες είναι αποφασισμένες να πολεμήσουν την τρομοκρατία στην Συρία και το Ιράκ και θεωρούν το Ισλαμικό Κράτος (ISIS) και την Jabhat al-Nusra, που μετονομάστηκε πρόσφατα σε Jabhat Fateh al-Sham (Μέτωπο για την Κατάκτηση της Συρίας / του Λεβάντε), ως τρομοκρατικές ομάδες. Και οι δύο θεωρούν τους περισσότερους από τους αντιπάλους του Άσαντ ως τρομοκράτες, συμπεριλαμβανομένων των ομάδων που υποστηρίζονται από τους Αμερικανούς.

Η Ρωσία δύσκολα θα ενδιαφερόταν για τον λεγόμενο «Άξονα Αντίστασης» του Ιράν, ο οποίος εκτείνεται από το Ιράν στο Ιράκ, τον Λίβανο και την Συρία και ουσιαστικά αποτελείται από σιιτικές δυνάμεις. Δεδομένης της φιλοδοξίας της να γίνει μια μεγάλη δύναμη στην Μέση Ανατολή, δεν μπορεί να αποξενώσει τις σουνιτικές χώρες. Ούτε η Ρωσία ενδιαφέρεται να ανταγωνιστεί το Ισραήλ. Στην πραγματικότητα, οι σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και της Ρωσίας είναι εξαιρετικά φιλικές. Οι ρωσικές δυνάμεις στην Συρία δεν θα λάβουν μέρος σε οποιουσδήποτε επιθετικούς ελιγμούς κατά του Ισραήλ και μπορεί, στην πραγματικότητα, να αποτρέψουν την Χεζμπολάχ και το Ιράν από κάτι τέτοιο.

Η Ρωσία, με τις παγκόσμιες φιλοδοξίες της, είναι επίσης πιο πιθανό από όσο το Ιράν να συμβιβαστεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με τον Άσαντ και το μέλλον της Συρίας. Για παράδειγμα, η Ρωσία φαίνεται πολύ πιο έτοιμη από ό, τι το Ιράν να αποδεχθεί μια εναλλακτική λύση για τον Άσαντ που να είναι αποδεκτή από την Σαουδική Αραβία και που να αντιμετωπίζει τις ανάγκες ασφαλείας του Ισραήλ. Αλλά το Ιράν φαίνεται να είναι πρόθυμο να αναλάβει ρίσκο με την Ρωσία. Από την μια πλευρά, η Τεχεράνη χαιρέτισε και ενθάρρυνε την ρωσική στρατιωτική επέμβαση στην Συρία, αναγνωρίζοντας ότι χωρίς αυτήν οι πιθανότητες επιβίωσης του Άσαντ θα ήταν μάλλον χαμηλές. Στο κάτω-κάτω, οι αντίπαλοι του Άσαντ υποστηρίζονται από το Κατάρ, την Σαουδική Αραβία, την Τουρκία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Από την εποχή της παρέμβασης, η θέση του Assad, προς μεγάλη χαρά της Τεχεράνης, έχει βελτιωθεί. Από την άλλη πλευρά, η ρωσική στρατιωτική επέμβαση έχει κάπως μειώσει τον ρόλο του Ιράν στην Συρία. Το πρόσφατο σχόλιο του Dehghan είναι αποκαλυπτικό. Κατέδειξε ότι το Ιράν και η Ρωσία συμφώνησαν ότι το τρέχον πολιτικό σύστημα της Συρίας πρέπει να προστατευθεί, όπως και η εδαφική ακεραιότητα της χώρας, και ότι «ο Άσαντ πρέπει να παραμείνει αυτός που παίρνει τις αποφάσεις». Το πιο σημαντικό, λέει ότι έχουμε μια συμφωνία με την Ρωσία σύμφωνα με την οποία «το Ιράν θα πρέπει να ενημερώνεται για κάθε απόφαση σχετικά με την Συρία». Με άλλα λόγια, το Ιράν παραδέχθηκε ότι η έγκρισή του δεν είναι απαραίτητη για έναν πιθανό αμερικανο-ρωσικό συμβιβασμό.

ΟΥΤΕ ΑΝΑΤΟΛΗ, ΟΥΤΕ ΔΥΣΗ

Για την Ουάσιγκτον, η απόφαση του Ιράν να χορηγήσει στην Ρωσία πρόσβαση σε αεροπορική βάση του θα πρέπει να αποτελέσει έναν κώδωνα αφύπνισης.

Η χώρα στέλνει ένα σαφές μήνυμα σχετικά με την επίμονη αποφασιστικότητά της να υποστηρίξει τον Άσαντ. Την ίδια στιγμή, η Τεχεράνη, αβέβαιη για τις πολιτικές της επόμενης διοίκησης των ΗΠΑ, δείχνει ότι θα καλύψει τα νώτα της αναπτύσσοντας στενότερη στρατιωτική συνεργασία και συνεργασία ασφάλειας με την Ρωσία.

Προς το παρόν, η ιρανική εξωτερική πολιτική έχει γίνει σαφώς πιο προσανατολισμένη στην Ανατολή από όσο στην Δύση. Η κλίση προς την Ρωσία υπήρξε ζήτημα τακτικής. Ωστόσο, εάν το Ιράν γίνει στρατηγικός σύμμαχος της Ρωσίας, αυτό θα μπορούσε να έχει εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις για την Ουάσιγκτον. Το Ιράν και η Ρωσία, για παράδειγμα, μπορούν να αποτελέσουν ένα αντιαμερικανικό μπλοκ στην Κεντρική Ασία και τον Καύκασο [1].

Για να αποφευχθεί μια τέτοια έκβαση, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να προσπαθήσουν να φέρουν το Ιράν πιο κοντά στην προηγούμενη στάση του «Ούτε Ανατολή, ούτε Δύση». Για να γίνει αυτό, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, θα ήταν καλό να θέσει τις βάσεις για την πλήρη εφαρμογή των διατάξεων της πυρηνικής συμφωνίας και για την βελτίωση των οικονομικών σχέσεων μεταξύ του Ιράν και των Ηνωμένων Πολιτειών πριν από την αποχώρησή του. Το Ιράν έχει φτάσει σε δυνητικές συμφωνίες με την Airbus και την Boeing για την αγορά δεκάδων αεροπλάνων αξίας 35 – 45 δισ. δολαρίων, που είναι η μεγαλύτερη ενιαία οικονομική συναλλαγή μεταξύ του Ιράν και της Δύσης για πάνω από τέσσερις δεκαετίες. Παρά την αντίθεση του Κογκρέσου σε αυτή την συμφωνία, ο Ομπάμα θα πρέπει να λάβει μέτρα για να διασφαλίσει ότι θα προχωρήσει. Αυτό, με την σειρά του, θα μπορούσε να ξεκινήσει την επανένταξη του Ιράν στην παγκόσμια οικονομία, την βελτίωση των οικονομικών δεσμών μεταξύ του Ιράν και της Δύσης, και να ενισχύσει εκείνα τα μετριοπαθή στοιχεία στο Ιράν που επιθυμούν να έχουν μια ισορροπημένη -ή τουλάχιστον ουδέτερη- εξωτερική πολιτική.