Η υστέρηση της κεντροαριστεράς | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η υστέρηση της κεντροαριστεράς

Τι μπορούν να μάθουν οι Ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες από το Ισραήλ

Η κεντροαριστερά στην Ευρώπη παλεύει για την επιβίωση [1]. Πέρυσι μόνο, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της ηπείρου έχασαν 12 από τις 18 εθνικές εκλογές [2], και υποστήριξαν την πλευρά των ηττημένων σε κρίσιμα δημοψηφίσματα στην Ιταλία [3] και το Ηνωμένο Βασίλειο [4]. Και καθώς οι ψηφοφόροι στην Γαλλία, την Γερμανία, την Ιταλία και την Ολλανδία κατευθύνονται προς τις κάλπες το 2017, το μέλλον της κεντροαριστεράς φαίνεται ακόμα πιο δυσοίωνο.

Υπάρχουν πολλοί λόγοι για την πτώση αυτή -η διάλυση της παραδοσιακής εργατικής τάξης [5] είναι ένας από αυτούς- αλλά όλοι μοιράζονται μια κοινή αιτία, ζοφερή όσο και απλή: Οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι γυρίζουν την πλάτη τους στα εργατικά κόμματα. Σε μεγάλα τμήματα της ηπείρου, οι εργαζόμενοι ψηφοφόροι είτε απέχουν από τις κάλπες είτε υποστηρίζουν λαϊκιστές. Στις προεδρικές εκλογές του Δεκεμβρίου στην Αυστρία, το 85% των εργαζομένων [6] ψήφισαν υπέρ του δεξιού λαϊκιστή Norbert Hofer, και στις περιφερειακές εκλογές της Γερμανίας το 2016, το λαϊκιστικό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» έλαβε υποστήριξη πάνω από το 60% [7] των εργαζόμενων και των ανέργων. Μια παρόμοια ιστορία εκτυλίσσεται στην Γαλλία, όπου στις περιφερειακές εκλογές του 2015, μόνο το 20% των εργαζομένων [8] ψήφισαν υπέρ του Σοσιαλιστικού Κόμματος -μια οδυνηρή πτώση από το 70% το 1970- και το 43% υπέρ του δεξιού Εθνικού Μετώπου. Ένας σημαντικός λόγος είναι ότι τα κεντροαριστερά κόμματα έχουν εγκαταλείψει τα συμφέροντα των εργαζομένων και μετατοπίστηκαν προς το ιδεολογικό κέντρο. Αρχίζοντας στην δεκαετία του 1990, σοσιαλδημοκράτες ηγέτες όπως ο Βρετανός πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ και ο Γερμανός καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ επανεφηύραν τα κόμματά τους, υποστηρίζοντας την ανάγκη για οικονομικές μεταρρυθμίσεις υπέρ της αγοράς, τις ιδιωτικοποιήσεις και την απορρύθμιση. Ως αποτέλεσμα, πολλοί εργαζόμενοι ψηφοφόροι έμειναν χωρίς πολιτική στέγη.

Αντιμέτωπα με αυτή την υπαρξιακή απειλή, τα κεντροαριστερά κόμματα της Ευρώπης μετατοπίζονται τώρα προς τα αριστερά στα κοινωνικο-οικονομικά θέματα, σε μια προσπάθεια να σταματήσουν την παρακμή. Ο Σεργκέι Στάνισεφ, πρόεδρος του Κόμματος των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, συνέλαβε αυτή τη νέα συναίνεση σε ένα άρθρο γνώμης τον Δεκέμβριο στο Politico [9], όπου έγραψε ότι η «στρατηγική νίκης» για τους Σοσιαλδημοκράτες ήταν να δώσουν την «μάχη για τα κοινωνικά δικαιώματα, την αλληλεγγύη και την ισότητα». Μόλις αυτή την εβδομάδα, για παράδειγμα, ο ένθερμος αριστερός αουτσάιντερ Benoît Hamon κέρδισε τον πρώτο γύρο των προκριματικών για το γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, βασιζόμενος σε μια υπόσχεση να εισαγάγει ένα καθολικό βασικό εισόδημα. Ομοίως, ο Jeremy Corbyn, ο αρχηγός του βρετανικού Εργατικού Κόμματος, προώθησε πρόσφατα την σχετική ιδέα της καθιέρωσης «κάποιου είδους ορίων στις υψηλές αποδοχές» [10], ενώ ο Αυστριακός καγκελάριος και αρχηγός του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Christian Kern έχει υποσχεθεί στην χώρα του ένα «New Deal». Ο Kern επικαλέστηκε [11] μια «δημοκρατική επανάσταση» στο στυλ του Bernie Sanders, πλήρη με «αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, ... υψηλότερες ελάχιστες αμοιβές», και «κατάργηση φορολογικών ωφελημάτων για τις τράπεζες και τους υπερ-πλούσιους».

Για την αιμορραγούσα υποστήριξη της εργατικής τάξης προς τα κεντρο-αριστερά κόμματα, αυτή η στροφή στην οικονομική αριστερά φαίνεται σαν μια πειστική στρατηγική. Αλλά αν θέλουν να γνωρίζουν αν αυτή θα λειτουργήσει, οι Σοσιαλδημοκράτες της Ευρώπης θα πρέπει να κοιτάξουν προς τα έξω, σε μια χώρα που την έχει ήδη δοκιμάσει: Το Ισραήλ.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ

Όπως οι κεντροαριστεροί ομόλογοί του στην Ευρώπη, το ισραηλινό Εργατικό Κόμμα ήταν για δεκαετίες μια πολιτική δύναμη που λαμβανόταν υπόψη. Από την ίδρυση της χώρας το 1948 μέχρι το 1977, κάθε Ισραηλινός πρωθυπουργός προερχόταν από το Εργατικό Κόμμα [12]. Παρά το γεγονός ότι η επιτυχία του εξασθένισε κατά τα επόμενα έτη, κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1980 και του 1990 το Εργατικό Κόμμα νικούσε ακόμα περιστασιακά στις κάλπες, σημειώνοντας την τελευταία ολοκληρωτική νίκη του το 1999, όταν ο Εχούντ Μπαράκ έγινε πρωθυπουργός με βάση τα διαπιστευτήριά του ως «ο Νούμερο Ένα Στρατιώτης του Ισραήλ», σύμφωνα με τα λόγια των διαφημίσεων της προεκλογικής του εκστρατείας.

Σήμερα, όμως, η κεντρο-αριστερά του Ισραήλ είναι περιθωριοποιημένη [13]. Το Εργατικό Κόμμα δεν είχε πρωθυπουργό μετά την ήττα του Μπαράκ από τον Αριέλ Σαρόν το 2001, και η δημοτικότητά του μόνο μειώθηκε στο μεσοδιάστημα. Σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις [14], αν γίνονταν εκλογές σήμερα, η Σιωνιστικη Ένωση, ένας συνασπισμός ανάμεσα στους Εργατικούς και το φιλελεύθερο κόμμα Hatnuah, θα λάμβανε οκτώ έδρες στην Κνεσέτ -λιγότερες ακόμη και από το Αντι-σιωνιστικό Κοινό Ψηφοδέλτιο, το οποίο κυριαρχείται από αραβικά κόμματα.

Οι λόγοι για την πτώση αυτή είναι πολύπλοκοι. Σε ένα επίπεδο, το Εργατικό Κόμμα πληρώνει το τίμημα για την προσκόλλησή του στην εξουσία. Ξανά και ξανά, το Εργατικό Κόμμα εντάχθηκε ως βοηθητικός εταίρος σε κυβερνήσεις υπό συντηρητική ηγεσία παρά τις επαναλαμβανόμενες εκλογικές ήττες του. Από το 2001 έως το 2013, το Εργατικό Κόμμα δεν κατάφερε να κερδίσει έστω μια και μοναδική εκλογή, αλλά υπηρέτησε σε τέσσερις διαφορετικούς κυβερνητικούς συνασπισμούς. Όπως ήταν αναμενόμενο, αυτή η προσέγγιση κατέστρεψε την αξιοπιστία του κόμματος ως ανεξάρτητη δύναμη αλλαγής και διεύρυνε το χάσμα μεταξύ των Εργατικών και του πυρήνα τους εκλογικού του σώματος -την πολιτισμικά φιλελεύθερη ελίτ των Ασκενάζι της χώρας. Αυτό ήταν ιδιαίτερα οδυνηρό σε μια εποχή που η εκλογική σημασία αυτού του εκλογικού σώματος ήταν φθίνουσα. Αρχίζοντας στην δεκαετία του 1990, το Ισραήλ καλωσόρισε 1,6 εκατομμύρια μετανάστες από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Ίσως προκαλεί έκπληξη, με δεδομένη την από πρώτο χέρι εμπειρία τους με τον υπαρκτό σοσιαλισμό, οι μετανάστες αυτοί ήταν απρόθυμοι να αγκαλιάσουν ακόμη και μετρίως σοσιαλιστικά ιδεώδη όπως αυτά που υπερασπιζόταν η ισραηλινή αριστερά. Αντί για αυτό, οι νέες αφίξεις συνέρρεαν στα συντηρητικά και θρησκευτικά κόμματα, μεταμορφώνοντάς τα, αντί για Εργατικά, στους παραστάτες των ψηφοφόρων με χαμηλό εισόδημα.

Πιο σημαντικό από τις δημογραφικές αλλαγές, όμως, ήταν το θέμα της ασφάλειας. Ακόμη και καθώς ηγέτες των Εργατικών όπως ο Γιτζάκ Ράμπιν και ο Σιμόν Πέρες βραβεύθηκαν με το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης για τις διαπραγματεύσεις με την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης στην ειρηνευτική διαδικασία του Όσλο, οι Ισραηλινοί ψηφοφόροι γίνονταν όλο και πιο αβέβαιοι για το αν το Εργατικό Κόμμα θα μπορούσε να τους κρατήσει ασφαλείς, επειδή η διαδικασία απέτυχε να παράγει απτά αποτελέσματα. Όταν η ειρηνευτική διαδικασία του Όσλο τελικά κατέρρευσε το 2000 [15], μετά την απόρριψη της ισραηλινής προσφοράς από τον Γιασέρ Αραφάτ στο Καμπ Ντέιβιντ, το εκλογικό σώμα κατηγόρησε τους Εργατικούς, οι οποίοι είχαν πιέσει για τις συνομιλίες. Έτσι, όταν ο Μπαράκ διαβόητα δήλωσε ότι δεν υπήρχε «κανένας εταίρος για την ειρήνη» [16] το 2001, ο ίδιος ακούσια υπονόμευσε έναν από τους κύριους πυλώνες της ισραηλινής αριστεράς -την δυνατότητα μιας ειρηνικής λύσης με τους Παλαιστινίους. Στα ταραγμένα χρόνια έκτοτε, η εκλαμβανόμενη ως κακοδιαχείριση από υψηλού προφίλ Εργατικούς κυβερνητικούς υπουργούς -όπως η κακή απόδοση του υπουργού Άμυνας, Αμίρ Πέρετζ, στον δεύτερο πόλεμο του Λιβάνου το 2006- έχει τροφοδοτήσει την αντίληψη ότι μόνο η πολιτική δεξιά θα μπορούσε να εγγυηθεί την ασφάλεια.

27012017-1.jpg

Γαλλικά «ΜΑΤ» φρουρούν μια βιτρίνα στο Παρίσι κατά την διάρκεια διαδηλώσεων εναντίον της προτεινόμενης μεταρρύθμισης της εργατικής νομοθεσίας, τον Ιούνιο του 2016. JOE PENNEY / REUTERS
----------------------------------------------------------

Σε μια προσπάθεια να ξεπεραστεί αυτή η κατάσταση, το Εργατικό Κόμμα τα τελευταία χρόνια έχει μετατοπίσει την προσοχή του από την ειρήνη και την ασφάλεια στα κοινωνικο-οικονομικά ζητήματα. Τον Νοέμβριο του 2005 εγκατέστησε τον Αμίρ Πέρετζ, τον ηγέτη της αριστερής πτέρυγας της συνδικαλιστικής εργατικής ένωσης Χισταντρούτ, στο τιμόνι του κόμματος. Ο Πέρετζ χλεύασε τον αντιληπτό ελιτισμό και τις νεοφιλελεύθερες θέσεις των Εργατικών –τα οποία είχε υιοθετήσει ως υποπροϊόν των συνεχών συμφωνιών για συνασπισμούς με την πολιτική δεξιά- και ορκίστηκε να «εξαλείψει την παιδική φτώχεια μέσα σε δύο χρόνια», εστιάζοντας την προεκλογική του εκστρατεία το 2006 στα οικονομικά και κοινωνικά θέματα. Το αποτέλεσμα ήταν μια αύξηση 0,6% του μεριδίου των ψήφων των Εργατικών. Η Shelly Yachimovich, η οποία ανήλθε στην ηγεσία των Εργατικών το 2011, επίσης έδωσε έμφαση στο στεγαστικό, την ανισότητα, και την διαφθορά, ενώ σχεδόν αρνήθηκε να αντιμετωπίσει τα παραδοσιακά θέματα της ισραηλινής πολιτικής: Την ειρήνη και την ασφάλεια -μια στρατηγική που συνέχισε να ακολουθεί από τότε που εξελέγη στην Κνεσέτ.

Αυτή η στροφή προς μια έμφαση στην οικονομία είχε τις ρίζες της σε πραγματικές ανησυχίες. Στο κάτω-κάτω, το 2011 εκατοντάδες χιλιάδες Ισραηλινοί είχαν διαμαρτυρηθεί κατά των διογκωμένων τιμών των κατοικιών και ενός αυξανόμενου κόστους ζωής, κοινές ανησυχίες όχι μόνο στην πλειοψηφία των Ισραηλινών, αλλά ακόμη και κατά 85% [17] των δεξιών ψηφοφόρων του Λικούντ. Αλλά όπως η αριστερά σύντομα θα ανακάλυπτε, οι δημοσκοπήσεις και οι εκλογές δεν είναι πάντα σε συγχρονισμό. Η Δεξιά ήταν σε θέση να ενισχύσει την θέση της χάρη σε ένα αμφιλεγόμενο Παλαιστινιακό εγχείρημα για κρατική υπόσταση στα Ηνωμένα Έθνη, μια έντονη εκστρατεία για το ζήτημα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, και μια επιτυχημένη συμφωνία ανταλλαγής κρατουμένων, φτιαγμένη από τον πρωθυπουργό του Λικούντ, Βενιαμίν Νετανιάχου, που έφερε στην πατρίδα τον Ισραηλινό στρατιώτη Gilad Shalit μετά από την αιχμαλωσία του από Παλαιστίνιους. Στις εκλογές του 2013, η Yachimovich του Εργατικού Κόμματος έλαβε απλώς 11,3% -κάτω από το 15,1% του 2006- και ήρθε τρίτη πίσω από το Λικούντ και το νεοσύστατο Yesh Atid.

Με βάση αυτή την εμπειρία το κόμμα για άλλη μια φορά υποσχέθηκε αλλαγή: Ο Isaac Herzog, ο γιος του πρώην προέδρου Chaim Herzog, αντικατέστησε την Yachimovich τον Νοέμβριο του 2013 και αρχικά επικεντρώθηκε στην ασφάλεια. Αλλά στις εκλογές του 2015 το Εργατικό Κόμμα για άλλη μια φορά έκανε προεκλογική καμπάνια για την ανεργία και το κόστος διαβίωσης. κατεβαίνοντας ως το επικεφαλής μέλος της εκλογικής λίστας της αριστερής Σιωνιστικής Ένωσης, το κόμμα βελτίωσε τις επιδόσεις του το 2013, πετυχαίνοντας 18% και την εγκατάσταση του Herzog ως ηγέτη της αντιπολίτευσης. Αλλά απέτυχε στον στόχο του να βγάλει τον Νετανιάχου από την εξουσία. Σύμφωνα με τα λόγια του Ισραηλινού δημοσιογράφου Sever Plocker [18], «η εμμονή του Herzog με την οικονομία ήρθε σε βάρος της οριακής έως αμελητέας εμπλοκής σε κρίσιμα εθνικά θέματα». Πολύ απλά, το Εργατικό Κόμμα είχε αποτύχει να αντιμετωπίσει τις πραγματικές προτεραιότητες του ισραηλινού κοινού, για το οποίο οι απειλές για την ασφάλεια που αντιπροσωπεύει η περιφερειακή κρίση, η ιρανική απειλή και οι Παλαιστίνιοι, υπερκέρασαν τις λογικές οικονομικές ανησυχίες.

LIBERTÉ, EGALITÉ, SECURITÉ

Η διολίσθηση της ισραηλινής αριστεράς περιέχει σημαντικά διδάγματα για την Ευρώπη σήμερα. Αν και σίγουρα υπάρχουν σημαντικές διαφορές, η Ευρώπη έχει με πολλούς τρόπους μετατραπεί εν πολλοίς σε Ισραήλ. Αντιμέτωπη με πραγματικές ή εκλαμβανόμενες ως υπαρξιακές απειλές από τη μετανάστευση και την τρομοκρατία, η ασφάλεια και η ταυτότητα έχουν φθάσει να επισκιάζουν τις οικονομικές ανησυχίες σε μεγάλα τμήματα της Ευρώπης. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη δημοσκόπηση του Ευρωβαρόμετρου τον Ιούλιο του 2016 η μετανάστευση και η απειλή της τρομοκρατίας είναι μακράν τα πιο πιεστικά προβλήματα για τους Ευρωπαίους ψηφοφόρους [19] -πολύ μπροστά από την οικονομία, τα δημόσια οικονομικά και την ανεργία.

Υπό αυτές τις συνθήκες, μια καλά υποστηριζόμενη αλλά μονόπλευρη εστίαση στην οικονομία δεν είναι πανάκεια, και μπορεί πράγματι να είναι δηλητηριώδης -όπως έδειξε ο ασθένεια της ισραηλινής αριστεράς. Αντί να κάνουν προεκλογικές εκστρατείες στενά ριζωμένες στην παραδοσιακή αριστερή ιδεολογία τους, τα ευρωπαϊκά κεντροαριστερά κόμματα θα πρέπει να αντιμετωπίσουν ένα ευρύτερο φάσμα θεμάτων, όπως οι ανησυχίες των ψηφοφόρων για την ασφάλεια και η πρόκληση του ελέγχου της μετανάστευσης, χωρίς να παραδώσουν την βασική πίστη τους στην διεθνή αλληλεγγύη και συνεργασία. Αυτό αποτελεί πρόκληση, δεδομένου ότι οι εναπομείναντες κεντροαριστεροί ψηφοφόροι έχουν σε πολλές περιπτώσεις τοποθετήσει στο επίκεντρο της πολιτικής τους ατζέντας την στάση τους κατά του ρατσισμού και υπέρ της μετανάστευσης. Αλλά η αντιληπτή σύγκρουση μεταξύ της ασφάλειας και της αλληλεγγύης δεν είναι αδύνατο να ξεπεραστεί, όπως αποδεικνύεται από τον Καναδά. Αν και ο φιλελεύθερος πρωθυπουργός Τζάστιν Τρουντό [20] έχει αποδεχτεί την ανθρωπιστική ευθύνη για πρόσφυγες από την Συρία, έχει συνδυάσει αυτή την «ανοικτής αγκάλης» προσέγγιση με τους ελέγχους του παρελθόντος [κάθε μετανάστη], με ρεαλιστικά όρια στην εισερχόμενη μετανάστευση, καθώς και ένα πολυεπίπεδο πρόγραμμα που να διευκολύνει την πραγματική ενσωμάτωση των προσφύγων.

Ένας άλλος τρόπος για να αντιμετωπιστεί αυτό το δίλημμα θα ήταν να επαναλανσαριστεί η Ευρώπη ως ένα προπύργιο σταθερότητας και ασφάλειας σε έναν συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο. Πρόκειται για μια προσέγγιση που διερευνήθηκε πρόσφατα από τους Γερμανούς Σοσιαλδημοκράτες, των οποίων ο μέλλων κομματικός αρχηγός και υποψήφιος για την καγκελαρία, Martin Schulz, δήλωσε την Τρίτη [21] ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ήταν «μια βασική προϋπόθεση για την ειρήνη και την ευημερία» και ότι η αντιμετώπιση της «βαθιάς αβεβαιότητας» του εκλογικού σώματος ήταν απαραίτητη.

Μια τέτοια στρατηγική μπορεί να πετύχει ή να αποτύχει. Εν όψει της αυξανόμενης οικονομικής και πολιτικής αβεβαιότητας, ωστόσο, είναι επιτακτική ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι ανησυχίες των Ευρωπαίων ψηφοφόρων για την ασφάλεια, καθώς και να υιοθετηθεί η παραδοσιακή εστίαση της σοσιαλδημοκρατίας στην δικαιοσύνη. Αν η κεντροαριστερά δεν το πράξει, θα μπορούσε να επιταχύνει την κάθοδό της στην ασημαντότητα˙ αλλά εάν επιτύχει, ίσως να μην προστατεύσει μόνο μια ένδοξη κληρονομιά χειραφέτησης, ισότητας και δικαιοσύνης, αλλά και να εξασφαλίσει ένα ένδοξο μέλλον.

Copyright © 2017 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/2017-01-26/center-left-be...

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/2016-12-07/dark-age-europ...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/2016-06-03/rise-populism-...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/italy/2016-12-05/after-italian-r...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/2016-11-30/brexit-s-path-forward
[5] https://www.foreignaffairs.com/reviews/review-essay/2016-06-13/capitalis...
[6] http://www.zeit.de/politik/ausland/2016-12/wahlergebnis-oesterreich-waeh...
[7] https://www.tagesschau.de/inland/wahlanalyse-101.html
[8] http://www.liberation.fr/elections-presidentielle-legislatives-2017/2016...
[9] http://www.politico.eu/sponsored-content/in-the-red-corner-and-ready-to-...
[10] https://www.theguardian.com/politics/blog/live/2017/jan/10/jeremy-corbyn...
[11] http://derstandard.at/2000050241656/Forderungen-junger-Sozialdemokraten-...
[12] https://www.foreignaffairs.com/articles/israel/2016-06-08/end-old-israel
[13] https://www.foreignaffairs.com/articles/israel/2015-03-24/israels-right-...
[14] http://www.haaretz.com/israel-news/1.762333
[15] https://www.foreignaffairs.com/articles/israel/2016-12-12/how-build-midd...
[16] http://www.nytimes.com/2001/07/30/opinion/israel-needs-a-true-partner-fo...
[17] http://news.nana10.co.il/Article/?ArticleID=819412
[18] http://www.ynetnews.com/articles/0,7340,L-4663211,00.html
[19] http://europa.eu/rapid/press-release_IP-16-2665_en.htm
[20] https://www.foreignaffairs.com/articles/north-america/2015-11-18/trudeau...
[21] https://www.ft.com/content/3a426f44-e246-11e6-8405-9e5580d6e5fb

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition