Η υπόθεση περί ευρωπαϊκών πυρηνικών | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η υπόθεση περί ευρωπαϊκών πυρηνικών

Γιατί η ήπειρος χρειάζεται το δικό της αποτρεπτικό όπλο
Περίληψη: 

Η αυξανόμενη ανησυχία ότι η Ευρώπη θα μπορούσε να καταλήξει να μείνει μόνη της απέναντι στην Ρωσία, έχει οδηγήσει στην προηγουμένως ακατονόμαστη ιδέα της ανάπτυξης μιας πανευρωπαϊκής πυρηνικής αποτροπής.

Ο DOUG BANDOW είναι βασικός συνεργάτης στο Ινστιτούτο Cato και πρώην ειδικός βοηθός του προέδρου Ronald Reagan. Είναι ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Foreign Follies: America’s New Global Empire [1] (Xulon, 2006).

Η Ευρώπη αισθάνεται λίγο εγκαταλελειμμένη αυτές τις μέρες. Συνηθισμένη στις τακτικές διαβεβαιώσεις από την Ουάσιγκτον για την δέσμευσή της στην διατλαντική ασφάλεια, οι Ευρωπαίοι ηγέτες μετατοπίζουν τώρα τις αμυντικές στρατηγικές τους [2] ως αντίδραση στα ανάμικτα μηνύματα του προέδρου Donald Trump [3] σχετικά με τον ρόλο των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ. Ακόμη και ο υπουργός Άμυνας, James Mattis, έχει γίνει σκληρός με την συμμαχία, απαιτώντας η Ευρώπη «να δείξει την υποστήριξή της στην κοινή μας άμυνα» αλλιώς η Ουάσιγκτον θα αλλάξει την φύση της μεταξύ τους συνεργασίας. Οι ανήσυχοι Ευρωπαίοι, όμως, μπορεί να παρηγορηθούν κάπως με την απόφαση του υπουργού των ΗΠΑ, Rex Tillerson, να παρακολουθήσει την συνεδρίαση των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στις 31 Μαρτίου, ενώ αρχικά σχεδίαζε να λείπει από την συνάντηση.

Ο φόβος ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ίσως να μην τηρήσουν τις υποσχέσεις τους, ιδιαίτερα για τα ανατολικά μέλη της συμμαχίας, έχει οδηγήσει σε μια μέτρια αύξηση των ευρωπαϊκών συμβατικών στρατιωτικών δαπανών [4], οι οποίες αυξήθηκαν κατά 0,5% το 2015 και κατά 3,8% το 2016 σε πραγματικούς όρους. Αυτό δεν είναι αρκετό για να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων, αλλά είναι μια αξιοσημείωτη μεταβολή. Η αυξανόμενη ανησυχία ότι η Ευρώπη θα μπορούσε να καταλήξει να μείνει μόνη της απέναντι στην Ρωσία, έχει οδηγήσει επίσης στην προηγουμένως ακατονόμαστη ιδέα της ανάπτυξης μιας πανευρωπαϊκής πυρηνικής αποτροπής [5].

Η προσάρτηση της ουκρανικής Κριμαίας από την Μόσχα το 2014 και η υποστήριξή της προς τους αυτονομιστές στην Donbass έχουν θυμίσει στα παλιά μέλη του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, ότι ο οργανισμός είναι μια στρατιωτική συμμαχία, όχι μια διεθνής κοινωνική λέσχη. Όταν το ΝΑΤΟ επέκτεινε τα μέλη του στις χώρες της Βαλτικής, ελάχιστοι πολιτικοί πίστευαν ότι θα γίνει κάποια μέρα επίκληση στο άρθρου 5 της συμμαχίας περί της υπόσχεσης αμοιβαίας ασφάλειας. Σήμερα, αναρωτιούνται για το πώς θα υπερασπιστούν τις ευάλωτες χώρες χωρίς τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Πέρυσι, ο Matthew Kroenig του Atlantic Council υποστήριξε ότι «το ΝΑΤΟ θα πρέπει να είναι σε θέση να αποτρέψει μια ρωσική πυρηνική επίθεση, να αντιμετωπίσει τον πυρηνικό εξαναγκασμό που συνδέεται με την στρατηγική υβριδικού πολέμου της Ρωσίας, και να διαβεβαιώσει τα μέλη του ΝΑΤΟ ότι η Συμμαχία είναι έτοιμη να τα υπερασπιστεί». Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτό θα «απαιτήσει την ενίσχυση των υφιστάμενων στρατηγικών και δυνατοτήτων πυρηνικής αποτροπής που διαθέτει το ΝΑΤΟ».

Η πιθανότητα χρήσης πυρηνικών όπλων από την Ρωσία είναι μια ιδιαίτερα εξοργιστική πρόκληση για την Ευρώπη ώστε να την αντιμετωπίσει από μόνη της. Με βάση τις ασκήσεις της Μόσχας στο πεδίο της μάχης, τις απειλές για χρήση πυρηνικών όπλων, και άλλους παράγοντες, πιστεύεται ευρέως [6] ότι η αδυναμία του συμβατικού στρατού της Ρωσίας την έκανε να μειώσει το όριό της για την ανάπτυξη πυρηνικών. Παρά το γεγονός ότι τα μέλη του ΝΑΤΟ, Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο, ανέπτυξαν τις δικές τους πυρηνικές δυνάμεις κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ποτέ δεν σχεδίαζαν να αντιμετωπίσουν την Σοβιετική Ένωση με σκοπό να προστατεύσουν την Δυτική Γερμανία. Το Παρίσι και το Λονδίνο δεν φαίνονται σήμερα περισσότερο διατεθειμένα να αναπτύξουν τα πυρηνικά όπλα τους για να υπερασπιστούν τα ανατολικά μέλη της συμμαχίας. Η υπόθεση ήταν πάντα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα κάνουν την αποφασιστική πυρηνική κίνηση εναντίον της Ρωσίας [7].

Σε δεύτερη σκέψη, όμως, ποιός Αμερικανός πρόεδρος θα ρίσκαρε να προκαλέσει μια πυρηνική σύρραξη [8] για να υπερασπιστεί την Εσθονία, την Λετονία ή την Λιθουανία; Το ΝΑΤΟ δημιουργήθηκε αρχικά για να εμποδίσει την Σοβιετική Ένωση να κυριαρχήσει στην Ευρασία. Για αυτόν τον στρατηγικό στόχο, η Ουάσιγκτον ήταν διατεθειμένη να πληρώσει ένα υψηλό τίμημα.

Αντίθετα, η κατάκτηση των χωρών της Βαλτικής από την Μόσχα -οι οποίες ήταν μέρος της ρωσικής [9] Αυτοκρατορίας και της ΕΣΣΔ μετά από μια σύντομη περίοδο ανεξαρτησίας στο μεταξύ- θα ήταν φρικτή γι’ αυτούς, αλλά όχι ιδιαίτερα απειλητική για τις Ηνωμένες Πολιτείες ή ακόμα και για την υπόλοιπη Ευρώπη. Στην πραγματικότητα, οι χώρες της Βαλτικής ενσωματώθηκαν στο ΝΑΤΟ μόνο και μόνο επειδή κανείς δεν πίστευε ότι θα ήταν απαραίτητο να τις υπερασπιστεί. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και μια επίσημη αμερικανική υπόσχεση για την προστασία της είναι, στην πραγματικότητα, αναξιόπιστη.

Αυτό εγείρει το ερώτημα εάν η Ευρώπη θα πρέπει να δημιουργήσει την δική της πυρηνική αποτρεπτική [δύναμη]. Οι προκλήσεις μιας τέτοιας προσέγγισης είναι προφανείς. Ούτε η Γαλλία ούτε το Ηνωμένο Βασίλειο φαίνονται διατεθειμένοι να δώσουν τον έλεγχο τον οπλοστασίου τους. Και είναι μάλλον απίθανο ότι μια πυρηνική Γερμανία, ή οποιοδήποτε άλλο ευρωπαϊκό κράτος, θα απειλούσε την Μόσχα για μια εδαφική εισβολή στην Πολωνία, πόσω μάλλον στην Εσθονία.

Ο Roderich Kiesewetter, ο οποίος κατέχει ηγετικό ρόλο για την εξωτερική πολιτική στην γερμανική ομοσπονδιακή βουλή (Bundestag), έχει προτείνει την στήριξη [της ευρωπαϊκής άμυνας] στην Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ θα χρηματοδοτείται ένα μεγαλύτερο οπλοστάσιο μέσω ενός κοινού ευρωπαϊκού στρατιωτικού προϋπολογισμού. Αυτά τα ευρωπαϊκά όπλα θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν ή να συμπληρώσουν τις αμερικανικές βόμβες. Ομοίως, ο Berthold Kohler, εκδότης της Frankfurter Allgemeine Zeitung, πιθανολόγησε ότι η Γερμανία θα μπορούσε να αυξήσει το γαλλικό και το βρετανικό οπλοστάσιο προκειμένου να αντιμετωπίσει την Ρωσία. Ο Γιάροσλαβ Καζίνσκι, πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος του εθνικιστικού Κόμματος του Νόμου και της Δικαιοσύνης της Πολωνίας, πρότεινε η Ευρώπη να αναπτύξει ένα πολύ μεγαλύτερο οπλοστάσιο για να αντισταθμίσει [εκείνο] της Ρωσίας.