Χαμηλές προσδοκίες στην Κύπρο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Χαμηλές προσδοκίες στην Κύπρο

Πρόοδος αλλά όχι υπόσχεση μιας συμφωνίας επανένωσης

Πολλοί από αυτούς τους παράγοντες έφτασαν σε κρίσιμο επίπεδο κατά την διάρκεια των συνομιλιών του Ιανουαρίου 2017, οι οποίες υποτίθεται ότι θα σηματοδοτούσαν το τελικό στάδιο των διαπραγματεύσεων με την ΟΗΕ για την επανένωση της Κύπρου. Η σύνοδος κορυφής, όσο κι αν ήταν ελπιδοφόρα, απέτυχε να παράξει μια λύση. Για παράδειγμα, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς, εγκατέλειψε απροσδόκητα την παραδοσιακή γραμμή της Ελλάδας να ακολουθεί την ελληνοκυπριακή ηγεσία, καλώντας για ένα διάλειμμα 10 ημερών ώστε να διατυπώσει μια θέση σχετικά με τα δικαιώματα των εγγυητριών δυνάμεων. Επιπλέον, προφανώς χωρίς διαβούλευση, πραγματοποίησε μια απρογραμμάτιστη συνέντευξη Τύπου για να καταθέσει ένα σύνολο μαξιμαλιστικών απαιτήσεων, εκτροχιάζοντας τις συνομιλίες μετά από μόλις μια ημέρα.

Η Ρωσία έχει επίσης περιπλέξει την κατάσταση. «Επειδή μια συμφωνία για το Κυπριακό θα είχε σοβαρό αντίκτυπο στην ανατολική Μεσόγειο, η Ρωσία δεν θα είναι ευχαριστημένη με αυτό», δήλωσε ο Δημήτριος Τριανταφύλλου, επικεφαλής των Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης. «Θα υπήρχε εγγύτητα μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας, Κύπρου, Ισραήλ και Αιγύπτου με λιγότερη ρωσική επιρροή και περισσότερη Δυτική επιρροή».

Από την εποχή των συνομιλιών του Ιανουαρίου, ο πρεσβευτής της Ρωσίας στην Κύπρο, Stanislav Osadchiy, συνέστησε να διευρυνθεί η συμμετοχή σε μελλοντικές συνόδους -που επί του παρόντος περιορίζονται στα κυπριακά κόμματα, στις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις του νησιού, και σε έναν παρατηρητή της ΕΕ- ώστε να συμπεριληφθούν και τα πέντε μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό ασφαλώς θα έδινε στην Μόσχα μια θέση στο τραπέζι, κάτι που θα μπορούσε να αποτελέσει πρόβλημα. «Με τις φιλοδοξίες της στην περιοχή, η Ρωσία έχει πλέον περισσότερους λόγους από ποτέ να ενεργεί ως σπόιλερ [στμ: φθοροποιός, «χαλαστής»] σε αυτές τις διαπραγματεύσεις», δήλωσε η Nathalie Tocci, αναπληρώτρια διευθύντρια του Istituto Affari Internazionali στην Ρώμη.

Όσον αφορά την Τουρκία, από τον Ιανουάριο το δεξιόστροφο εθνικιστικό κόμμα Εθνικής Δράσης (MHP) αύξησε την επιρροή του στην τουρκική πολιτική επειδή ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στηρίχθηκε στην υποστήριξή του για το συνταγματικό δημοψήφισμα τον Απρίλιο, το οποίο του έδωσε ένα άνευ προηγουμένου επίπεδο εκτελεστικών εξουσιών. Αυτή η συμμαχία περιορίζει το περιθώριο συμβιβασμών του Ερντογάν στο Κυπριακό, καθώς το MHP και πολλοί άλλοι Τούρκοι το βλέπουν ως εθνικιστική αιτία και θέλουν ασφάλεια για τους Τουρκοκύπριους -δηλαδή την διατήρηση των τουρκικών στρατευμάτων στο νησί και την διατήρηση της εγγύησης για παρέμβαση.

Με την σειρά του, αυτό σημαίνει ότι η μόχλευση που είχαν κάποτε οι Βρυξέλλες στην Τουρκία για την κυπριακή διαμάχη είναι τώρα σε μεγάλο βαθμό ανύπαρκτη. Η Τουρκία δεν επιθυμεί πλέον την ένταξή της στην ΕΕ, κάτι που είχε εξαρτηθεί εν μέρει από την επίλυση της κυπριακής διαμάχης. Όσον αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο, με το Μπρέξιτ να κυριαρχεί στην πολιτική του ατζέντα, ο υπουργός Εξωτερικών Μπόρις Τζόνσον έχει κάνει μέχρι στιγμής ελάχιστα εκτός από το να επαναλάβει την μακρόχρονη βρετανική υποστήριξη για μια διευθέτηση μέσω διαπραγματεύσεων.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ομοίως, παραμένουν βασικοί παίκτες, αλλά βρίσκονται επίσης στο κενό. Οι σχέσεις της Άγκυρας με τις Ηνωμένες Πολιτείες έγιναν τεταμένες αφού η Ουάσιγκτον αποφάσισε να εξοπλίσει τους Σύρους Κούρδους, τους οποίους η Τουρκία θεωρεί τρομοκράτες, στον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους (ή ISIS). Επιπλέον, η Άγκυρα αμφισβητεί την συνέχιση της συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, επίσης, παραμένουν βασικοί παίκτες, αλλά βρίσκονται και στο κενό. Οι σχέσεις της Άγκυρας με τις Ηνωμένες Πολιτείες απέκτησαν εντάσεις αφού η Ουάσιγκτον αποφάσισε να προωθήσει τους Σύρους Κούρδους, τους οποίους η Τουρκία θεωρεί τρομοκράτες, στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους (ISIS). Επιπλέον, η Άγκυρα αμφισβητεί την συνέχιση της συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ.

«Οι ΗΠΑ ήταν η κύρια ελπίδα μας,» μου είπε η Ayla Gürel, μια ανώτερη ερευνητική σύμβουλος στο Peace Research Institute Oslo στην Λευκωσία. «Με την ελληνική Κύπρο να είναι μέλος της ΕΕ, οι Βρυξέλλες ανέκαθεν θεωρούνταν από την τουρκική πλευρά ως μεροληπτικές. Πριν από δύο χρόνια, όμως, οι ΗΠΑ ήρθαν και βοήθησαν να ξεκινήσουν τα πράγματα. Μια λύση του Κυπριακού ταιριάζει με την ατζέντα των ΗΠΑ, καθώς θα ήταν επωφελής για την ενεργειακή ανάπτυξη στην περιοχή και θα εξομάλυνε τις εντάσεις μεταξύ των συμμάχων των ΗΠΑ, δηλαδή της Ελλάδας, του Ισραήλ και της Τουρκίας. Έτσι, η Ουάσιγκτον έκανε μια σοβαρή προσπάθεια. Τώρα όμως, με την αλλαγή της διοίκησης, δεν είμαστε σίγουροι για το τι να περιμένουμε».

Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Μάικ Πενς, συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Κύπρου, Νίκο Αναστασιάδη, στην Ουάσινγκτον στα μέσα Ιουνίου, επαναλαμβάνοντας την υποστήριξή του για μια διευθέτηση, και ο Αναστασιάδης προώθησε ενεργά την ελληνοκυπριακή υπόθεση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά όπως προειδοποίησε ο Τριανταφύλλου, «Πρέπει να περιμένουμε. Υπάρχουν άνθρωποι που αμφισβητούν το εάν ο σερίφης δεν έχει συγκατανεύσει σε αυτό».

Ωστόσο, ο χρόνος κυλάει. Τον Ιούλιο, η Total Gas & Power ξεκινά την εξερεύνηση για πετρέλαιο και φυσικό αέριο και πάλι στα ύδατα της Κύπρου –ένα γεγονός που προηγουμένως έχει σταματήσει τις συνομιλίες, δεδομένου ότι η Τουρκία και οι Τουρκοκύπριοι αμφισβητούν τα θαλάσσια σύνορα του νησιού. Εν τω μεταξύ, τον Φεβρουάριο του 2018, οι Ελληνοκύπριοι πάνε στις κάλπες για να επιλέξουν τον επόμενο πρόεδρό τους. Παραδοσιακά, οι εκλογικές περίοδοι βλέπουν σκλήρυνση των εθνικιστικών θέσεων στο νησί.

Με δεδομένους αυτούς τους περιορισμούς, μια θετική διεθνής ατμόσφαιρα γίνεται πιο κρίσιμη από ποτέ, εάν πρόκειται να επιτευχθεί μια συμφωνία. Ωστόσο, καθώς η διάσκεψη συνεχίζεται στο Crans-Montana, η ελπίδα για επανένωση παραμένει περιορισμένη -ακόμη και μεταξύ των διαδηλωτών στην Λευκωσία.

Copyright © 2017 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.