Το ευρώ σε παρακμή | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το ευρώ σε παρακμή

Πώς το ευρωπαϊκό νόμισμα θα μπορούσε να καταστρέψει το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα

Ο δεύτερος παράγοντας, ωστόσο, που απαιτεί μια ευρωπαϊκή τραπεζική και χρηματοπιστωτική ένωση, είναι όπου η ΕΕ έχει δείξει μεγαλύτερη αδυναμία. Η βαθιά οικονομική ολοκλήρωση σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη απαιτεί ένα γενικό πλαίσιο για την προστασία από την μετάδοση τραπεζικών κρίσεων. Αν και υπήρξε κάποια κίνηση προς ένα τέτοιο πλαίσιο τραπεζικής ένωσης, αυτό παραμένει ημιτελές. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την υποστήριξη της ΕΚΤ, κατάφερε να επιτύχει συμφωνία για έναν ενιαίο εποπτικό μηχανισμό για τις τράπεζες της ευρωζώνης. Στην πρωτοβουλία αυτή πρωτοστατεί η ΕΚΤ και παρέχει ένα ενιαίο κείμενο κανόνων για όλες τις τράπεζες. Η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (European Banking Authority), η οποία δημιουργήθηκε το 2011, είναι ένας σημαντικός νέος θεσμός που ρυθμίζει την ευρωζώνη και τα κράτη-μέλη εκτός του ευρώ, ως μέρος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας (European System of Financial Supervision). Ωστόσο, αυτές οι κανονιστικές και θεσμικές εξελίξεις έχουν ακόμη να περιλάβουν κρίσιμα στοιχεία όπως η κοινή ασφάλεια των καταθέσεων, η οποία θα προστατεύει από έναν κατακλυσμιαίο τραπεζικό πανικό σε ολόκληρη την ΕΕ, και οι κανόνες για την διάλυση των τραπεζών που δεν έχουν ακόμη εφαρμοστεί για την αντιμετώπιση των μελλοντικών τραπεζικών κρίσεων.

Το τρίτο στοιχείο -η δημοσιονομική και οικονομική ένωση - παραμένει το πιο απομακρυσμένο από την ΕΕ. Αν και ορισμένοι υποστήριξαν [2] ότι η ΕΕ χρειάζεται μόνο την πιο εφικτή από πολιτική άποψη τραπεζική ένωση, η δημοσιονομική ένωση παραμένει κρίσιμη για την διαχείριση των αναπόφευκτων δεινών ενός κοινού νομίσματος, παρέχοντας μηχανισμούς δημοσιονομικής ανακατανομής και οικονομικής προσαρμογής. Μια δημοσιονομική ένωση περιλαμβάνει την δυνατότητα εξαγωγής εσόδων μέσω φόρων, αναδιανομής χρημάτων μέσω δημόσιων δαπανών και την συγκέντρωση πρόσθετων κεφαλαίων μέσω δημόσιων χρεογράφων. Η ΕΕ δεν διαθέτει σήμερα καμία από αυτές τις ρητές λειτουργίες, αν και (λιγότερο εμφανώς) αναδιανέμει κεφάλαια μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης και του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου. Οι προτάσεις [3] για τα «ευρωομόλογα» και άλλους τρόπους αμοιβαίου χρέους στην ευρωζώνη αποδείχθηκαν πολιτικά εμπρηστικοί [4], διότι αναφέρονται σε πολύ βαθύτερη πολιτική εναρμόνιση από όση πολλοί στην Ευρώπη είναι διατεθειμένοι να δεχθούν, ενώ παράλληλα δίνουν στην Γερμανία τον φόβο ότι θα είναι αγκιστρωμένη στις άκριτες δαπάνες των γειτόνων τους. Αντί για μια δημοσιονομική ένωση, η ηγεσία της ΕΕ και οι αρχηγοί των κρατών και των κυβερνήσεων επιδιώκουν επιθετικά να επιβάλουν προγράμματα λιτότητας, με τη μείωση του ελλείμματος και του χρέους στις κοινωνίες που εξακολουθούν να παραπατούν από τις συνέπειες της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Οι προσπάθειες αυτές μοιάζουν πολύ περισσότερο με τα προγράμματα χορήγησης δανείων υπό όρους και τα δάνεια διαρθρωτικής προσαρμογής του ΔΝΤ, παρά με ένα ενσωματωμένο σύστημα διακυβέρνησης που θα μπορούσε να κρατά συνεκτική μια νομισματική ένωση. Αυτά τα προγράμματα λιτότητας διακυβεύουν το μέλλον της ΕΕ και επομένως την σταθερότητα στην ευρύτερη παγκόσμια χρηματοοικονομική τάξη.

Τέλος, η ΕΕ στερείται επίσης μιας ευρύτερης πολιτικής ένωσης, η οποία είναι το νομιμοποιητικό θεμέλιο για όλα τα άλλα νομίσματα. Παρόλο που η ΕΕ έχει γίνει εξαιρετικά θεσμοθετημένη τα τελευταία 50 χρόνια, με ένα σαν συνταγματικό νομικό πλαίσιο και μια σειρά πολιτικών και πρακτικών που επηρεάζουν βαθιά την καθημερινή ζωή όλων των Ευρωπαίων [5], δεν έχει όλες τις παρόμοιες με κρατικές κυβερνητικές δομές που υποστηρίζουν όλα τα άλλα εθνικά νομίσματα. Προς ζημίαν της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας σταθερότητας, η ΕΕ απλά δεν δημιούργησε την κοινωνική αλληλεγγύη και τα νομιμοποιημένα πολιτικά θεσμικά όργανα για την κατάλληλη ενσωμάτωση του ευρώ σε ένα ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο.

Επειδή οι πολιτικοί μηχανισμοί για την σταθεροποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας παραμένουν ασαφείς, οι κρίσεις των προσφυγικών ροών και της επανεγκατάστασης των μεταναστών, το Brexit και η άνοδος των αντι-ΕΕ λαϊκιστικών ομάδων έχουν δημιουργήσει σοβαρές αμφιβολίες για το ευρύτερο ευρωπαϊκό σχέδιο και μαζί με αυτό μετέτρεψαν τον ρόλο της Ευρώπης από «βοηθό» σε εκείνο της «γεννήτριας ρίσκου» στην παγκόσμια χρηματοοικονομική τάξη.

Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΟΥ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ

Ωστόσο, οι θεσμικοί σχηματισμοί δεν είναι ο μόνος σημαντικός παράγοντας για την εξέταση της ασφάλειας του ρόλου της ΕΕ στην παγκόσμια χρηματοοικονομική τάξη. Οι ιδέες είναι επίσης κρίσιμα και αναπόφευκτα νομιμοποιητικά εργαλεία. Στην πραγματικότητα, η υπερ-ανεξάρτητη, μονωμένη πολιτικά ΕΚΤ [6] είναι από μόνη της μερικώς το αποτέλεσμα της ευρύτερης κουλτούρας του νεοφιλελευθερισμού, ενός συνόλου ιδεών που περιλαμβάνει μια σειρά πολιτικών όπως η αυστηρή ανάθεση ελέγχου της προσφοράς χρήματος σε ειδικούς που είναι αποστασιοποιημένες από την αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Η θεωρητική λογική πίσω από αυτή την ιδέα είναι απλή: Οι πολιτικοί που κυνηγούν τις ψήφους είναι πιθανό να προσπαθήσουν να χειραγωγήσουν την οικονομία με τρόπους που κάνουν τον πληθυσμό χαρούμενο βραχυπρόθεσμα, αγνοώντας τις πιθανότητες οι νομισματικές πολιτικές τους να δημιουργούν οικονομικά προβλήματα μακροπρόθεσμα. Η μόνωση των κεντρικών τραπεζών από την άμεση επιρροή των εκλεγμένων αξιωματούχων ήταν μια από τις παγκοσμίως πιο αξιοσημείωτες αλλαγές διακυβέρνησης στην δεκαετία του 1990. Η ΕΚΤ, που ιδρύθηκε το 1999, πήγε την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας στο έπακρο, με μόνο αδύναμα κανάλια πολιτικής αντιπροσώπευσης και εποπτείας.