Όταν διπλωμάτες και κατάσκοποι πρέπει να φύγουν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Όταν διπλωμάτες και κατάσκοποι πρέπει να φύγουν

Απελαύνοντας Ρώσους, τότε και τώρα
Περίληψη: 

Ο συντονισμένος γύρος απελάσεων αποτελεί ένα μεγάλο βήμα στην συνεχιζόμενη προσπάθεια να αμφισβητηθεί η Ρωσία για τις προκλήσεις της. Αλλά αυτό θα λειτουργήσει; Είναι αρκετό; Η σύντομη απάντηση είναι: Όχι ακόμα.

Ο DANIEL FRIED είναι διακεκριμένος συνεργάτης στο Atlantic Council. Υπήρξε αξιωματούχος του Υπουργείου Εξωτερικών από το 1977 έως το 2017, κατέχοντας θέσεις όπως βοηθός υφυπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και πρεσβευτής στην Πολωνία.

Η δηλητηρίαση [1] ενός Ρώσου πρώην κατασκόπου και της κόρης του σε βρετανικό έδαφος στις 4 Μαρτίου -μια πράξη που θα μπορούσε να εκτελεστεί μόνο από τη Μόσχα- έχει ξεκινήσει μια αλυσίδα διπλωματικών απελάσεων και αντι-απελάσεων που θυμίζουν τον Ψυχρό Πόλεμο. Στις 26 Μαρτίου, το Ηνωμένο Βασίλειο απέλασε 23 Ρώσους αξιωματούχους, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέλασαν 60 και 19 άλλες χώρες, κυρίως σύμμαχοι του ΝΑΤΟ, απέλασαν σχεδόν 50 ακόμη. Εντός ολίγων ημερών, οι Ρώσοι απάντησαν, απελαύνοντας 60 Αμερικανούς και 50 Βρετανούς διπλωμάτες, μαζί με άλλους Δυτικούς διπλωμάτες σε αριθμούς ίσους με τον αριθμό των Ρώσων που απελάθηκαν. Ίσως αυτά να μην έχουν τελειώσει.

Η επιθετικότητα της Ρωσίας στο Ηνωμένο Βασίλειο απαίτησε μια οξεία απάντηση, οπότε οι Βρετανοί πρέπει να επαινεθούν για την επιμονή στην συμμαχική αλληλεγγύη, και η διοίκηση Trump [2] και άλλες Δυτικές κυβερνήσεις πρέπει να επαινεθούν επειδή την επέδειξαν. Ο συντονισμένος γύρος απελάσεων αποτελεί ένα μεγάλο βήμα στην συνεχιζόμενη προσπάθεια να αμφισβητηθεί η Ρωσία για τις προκλήσεις της. Αλλά αυτό θα λειτουργήσει; Είναι αρκετό;

04042018-1.jpg

Ένα αεροπλάνο που μεταφέρει απελαθέντες Ρώσους διπλωμάτες και τις οικογένειές τους απογειώνεται από το αεροδρόμιο Stansted, στο Λονδίνο, τον Μάρτιο του 2018. CHRIS RADBURN / REUTERS
----------------------------------------------------------------------------------------

Η σύντομη απάντηση είναι: Όχι ακόμα. Οι διπλωματικές απελάσεις είναι ένας καθιερωμένος αν και ακραίος τρόπος να δείξεις οργή. Αλλά μιλώντας από πλευράς τακτικής, έχουν μικτά αποτελέσματα. Η εμπειρία δείχνει ότι οι απελάσεις λειτουργούν καλύτερα ως μέρος μιας ευρείας στρατηγικής για να εμποδιστεί, να πιεστεί και τελικά να αλλάξει η συμπεριφορά του αντιπάλου. Χωρίς αυτό το στρατηγικό πλαίσιο, οι ενέργειες της διοίκησης του Trump κινδυνεύουν να ερμηνευτούν σαν μια συμβολική επίπληξη που προορίζεται απλά για να διαχειριστεί έναν κύκλο ειδήσεων.

ΠΕΡΑΣΕ ΕΞΩ

Στην διπλωματική γλώσσα, όταν ένας ανεπιθύμητος αλλοδαπός με διπλωματική ιδιότητα απελαύνεται, δηλώνεται ως persona non grata, ή PNG. Οι απελάσεις συνεπάγονται συνήθως το κυνήγι διπλωματών και αξιωματικών πληροφοριών υπό διπλωματική κάλυψη και επειδή οι απελάσεις συνήθως απαντώνται ισόποσα από την χώρα-στόχο, είναι δύσκολο να πούμε ποια πλευρά κερδίζει. Στην περίπτωση των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας, οι αμοιβαίες εκδιώξεις των κατασκόπων μπορεί να λειτουργήσουν προς όφελος της Αμερικής. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι Ρώσοι κατάσκοποι στο έδαφος των ΗΠΑ, λειτουργώντας όπως λειτουργούν σε μια πιο ανοιχτή κοινωνία, μπορεί να έχουν περισσότερο περιθώριο να επιχειρούν, παρά τις καλύτερες προσπάθειες του FBI να τους περιορίσουν, ενώ οι Αμερικανοί ομόλογοί τους στην Ρωσία είναι ήδη αρκετά περιορισμένοι. Οι αμοιβαίες εκδιώξεις διπλωματών, από την άλλη πλευρά, μπορεί να λειτουργήσουν προς όφελος της Ρωσίας, επειδή η έλλειψη ελεύθερων μέσων μαζικής ενημέρωσης στην Ρωσία σημαίνει ότι οι διπλωμάτες των ΗΠΑ πρέπει να μιλούν στις ρωσικές επαφές τους για να μάθουν τι συμβαίνει. Αντίθετα, οι Ρώσοι διπλωμάτες έχουν απλώς να πάνε στο διαδίκτυο για να μάθουν την κατάσταση και εφόσον αυτό μπορεί να γίνει από οπουδήποτε, η απέλασή τους βλάπτει τη Μόσχα λιγότερο.

Ωστόσο, για να κρίνουμε πραγματικά τον αντίκτυπο ενός γύρου απελάσεων, πρέπει να εξετάσουμε το στρατηγικό πλαίσιο στο οποίο συμβαίνουν. Μερικές φορές, οι απελάσεις είναι απλώς μια διόρθωση -μια οξεία αλλά περιορισμένη απάντηση σε μια μοναδική πράξη και δεν προορίζεται να στείλει ένα ευρύτερο μήνυμα. Τον Μάρτιο του 2001 [3], η κυβέρνηση Τζορτζ Μπους [του νεότερου] απομάκρυνε 50 Ρώσους λίγο μετά την σύλληψη του Robert Hanssen, ενός παλαίμαχου πράκτορα του FBI, κατηγορούμενου για κατασκοπεία υπέρ της Ρωσίας. Οι Ρώσοι ανταπέδωσαν με την απέλαση του ίδιου αριθμού Αμερικανών. Αλλά η κυβέρνηση Μπους έδωσε στους Ρώσους να καταλάβουν ότι ήταν μια εφάπαξ κίνηση, δικαιολογημένη αλλά όχι προορισμένη να εκτροχιάσει αυτό που ήλπιζε ότι θα γινόταν καλύτερες σχέσεις. Οι Ρώσοι αντιλήφθηκαν και τις δύο πλευρές του μηνύματος, και ο Μπους και ο Πούτιν πραγματοποίησαν την πρώτη συνάντησή τους τον Ιούνιο, η οποία προκάλεσε μια περίοδο καλών σχέσεων που απέδωσε όταν η Ρωσία παρείχε κάποια αντιτρομοκρατική συνεργασία μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001.

Πολύ μεγαλύτερος και πιο δυσάρεστος ήταν ο κύκλος των απελάσεων που ήρθε το 1986. (Ήμουν στο γραφείο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την Σοβιετική Ένωση τότε). Ξεκίνησε τον Αύγουστο στη Νέα Υόρκη με την σύλληψη του Γκενάντι Ζαχάροφ, ενός Σοβιετικού αξιωματικού πληροφοριών επ’ αυτοφώρω στην παραλαβή διαβαθμισμένων εγγράφων σε μια πλατφόρμα μετρό. Σε αντίποινα, οι Σοβιετικοί συνέλαβαν τον Nicholas Daniloff, έναν Αμερικανό δημοσιογράφο στη Μόσχα (και όχι έναν κατάσκοπο). Τον Σεπτέμβριο, οι Ηνωμένες Πολιτείες απάντησαν απελαύνοντας 25 Σοβιετικούς από την αποστολή του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη και τον επόμενο μήνα, άλλους 55 από την σοβιετική πρεσβεία στην Ουάσινγκτον και το προξενείο στο Σαν Φρανσίσκο. Οι Σοβιετικοί, σε αντίποινα, όχι μόνο απέλασαν Αμερικανούς αξιωματούχους αλλά και απέσυραν Σοβιετικούς από την δουλειά τους ως βοηθητικό προσωπικό στην πρεσβεία των ΗΠΑ και στις κατοικίες διπλωματών. Αμερικανοί αξιωματούχοι στη Μόσχα σύντομα ξόδευαν τον ελεύθερο χρόνο τους ξεφορτώνοντας φορτηγά και σφουγγαρίζοντας πατώματα.

Οι επιφανειακοί παραλληλισμοί με τον τρέχοντα κύκλο [απελάσεων] είναι προφανείς: Ζοφερές ανακοινώσεις απελάσεων, δυσοίωνες προγνώσεις περί εξάπλωσης σε άλλους τομείς σχέσεων, αβεβαιότητα για το πόσο πολύ τα πράγματα επιδεινώνονται πριν οι σχέσεις πιάσουν πάτο. Αλλά οι υποκείμενες διαφορές είναι διδακτικές: Ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ ήξερε τι ήθελε από τη Μόσχα και κατάλαβε τι θα απαιτούσε αυτό, και ο Ρώσος ηγέτης ήταν πρόθυμος να εξετάσει μια νέα και καλύτερη προσέγγιση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Δύση.