Το τέλος της συμφωνίας του Ιράν ίσως αποσταθεροποιήσει το Ιράκ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το τέλος της συμφωνίας του Ιράν ίσως αποσταθεροποιήσει το Ιράκ

Τι σημαίνει για την Βαγδάτη η αμερικανο-ιρανική αντιπαλότητα
Περίληψη: 

Ο ανανεωμένος ανταγωνισμός μεταξύ του Ιράν και των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους στον Κόλπο θα μπορούσε να υπενθυμίσει γρήγορα στους νεαρούς Ιρακινούς εθνικιστές την σημασία της σεχταριστικής ταυτότητας, όταν τα πράγματα γίνουν δύσκολα.

Ο JAMES FROMSON, υπότροφος Boren στο Ομάν, είναι πτυχιούχος φοιτητής στην Σχολή Woodrow Wilson του Πανεπιστημίου Princeton.
Ο STEVEN SIMON είναι καθηγητής στο Αmherst College και υπηρέτησε στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας στις διοικήσεις Κλίντον και Ομπάμα.

Την περασμένη Κυριακή, το Ιράκ πραγματοποίησε τον πρώτο γύρο των κοινοβουλευτικών εκλογών του [1] από τότε που ηττήθηκε το Ισλαμικό Κράτος (ISIS) [2]. Σε ένα εκπληκτικό αποτέλεσμα, ο κυριότερος νικητής ήταν ο ισχυρός Σιίτης κληρικός Moqtada al-Sadr, του οποίου η Συμμαχία Sairoon, ένας συνασπισμός μεταξύ του κόμματος του ίδιου του Σαντρ και του Κομμουνιστικού Κόμματος του Ιράκ, νίκησε τους συνασπισμούς υπό την ηγεσία του νυν πρωθυπουργού και προτιμώμενου των ΗΠΑ, Haider al-Abadi (ο οποίος τερμάτισε τρίτος), και τον υποστηριζόμενο από τον Ιράν, Hadi al-Ameri (ο οποίος ήρθε δεύτερος).

20052018-1.jpg

Ιρακινός στρατιώτης έξω από τη Μοσούλη, τον Νοέμβριο του 2016. ALAA AL-MARJANI / REUTERS
-------------------------------------------------------------------------

Η νίκη του Σαντρ δεν έρχεται ως ανακούφιση ούτε για το Ιράν ούτε για τις Ηνωμένες Πολιτείες, αμφότερους τους οποίους ο Sadr στόχευσε στην λαϊκιστική προεκλογική εκστρατεία του, η οποία υποσχόταν, όπως και εκείνη κάθε άλλου κόμματος, να απαλλάξει την χώρα από την διαφθορά και την ξένη επιρροή. Ο σύμμαχος του Ιράν, ο Αμερί, ήρθε δεύτερος, αλλά το κόμμα του έχει έλλειψη από συμμάχους με τους οποίους θα [μπορούσε να] σχηματίσει κυβέρνηση. Και η απροσδόκητα φτωχή τρίτη θέση του Abadi ήταν μια απογοήτευση για την Ουάσινγκτον, αν και εξακολουθεί να υπάρχει πιθανότητα να συμμετάσχει με τον Sadr στην διαδικασία διαμόρφωσης της κυβέρνησης και ακόμα και να παραμείνει πρωθυπουργός.

Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, υπάρχει λόγος για συγκρατημένη αισιοδοξία σχετικά με τα αποτελέσματα αυτά. Ο νέος πρωθυπουργός, όποιος κι αν καταλήξει να είναι, είναι απίθανο να είναι μαριονέτα των Ιρανών, ακόμη και αν βλέπει το Ιράν ως σύμμαχο. Επιπλέον, οι εκλογές δεν διεξήχθησαν κατά μήκος σεχταριστικών γραμμών -ο συνασπισμός του Sadr περιελάμβανε ορισμένους Σουνίτες και την δική του σιιτική βάση- αλλά για θέματα όπως η διαφθορά, και ήρθε σε μια εποχή που το ιρακινό κράτος (ή τουλάχιστον τμήματά του, όπως ο στρατός) απολαμβάνει ευρεία νομιμοποίηση για πρώτη φορά εδώ και χρόνια.

Ωστόσο, υπάρχουν και λόγοι για απαισιοδοξία. Ο σεχταρισμός ως κινητήριος μοχλός της πολιτικής ήταν υποτονικός, αλλά [αυτό έγινε] με την εκλογική νοθεία και την επιδίωξη κέρδους σε τεράστια κλίμακα -μια άσχημη στροφή που αντανακλάται στην χαμηλή προσέλευση [στις κάλπες]. Επιπλέον, η πρόοδος του Ιράκ τα τελευταία χρόνια ήταν προϊόν όχι μόνο των εσωτερικών εξελίξεων αλλά της ευνοϊκής γεωπολιτικής κατάστασης -δηλαδή της απόψυξης των σχέσεων μεταξύ Ουάσιγκτον και Τεχεράνης μετά την υπογραφή του Κοινού Ολοκληρωμένου Σχεδίου Δράσης (JCPOA) του 2015, δηλαδή της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν. Με την απόφαση του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Donald Trump, στις 8 Μαΐου να αποσυρθεί από το JCPOA [3], οι σχέσεις μεταξύ των ΗΠΑ και του Ιράν είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επιδεινωθούν, δημιουργώντας νέους κινδύνους για την εύθραυστη εσωτερική ειρήνη του Ιράκ.

Το πραγματικό ερώτημα που αντιμετωπίζει τώρα το Ιράκ είναι το πώς το Ιράν θα επιλέξει να ανταποκριθεί [4] στην απόσυρση του Trump. Συγκεκριμένα, εάν τα ιρανικά «γεράκια», που ελέγχουν το χαρτοφυλάκιο της χώρας τους σχετικά με το Ιράκ, μπορούν να αντισταθούν στον πειρασμό να χρησιμοποιήσουν το Ιράκ για να εκφράσουν την οργή τους και τον φόβο τους για την διάλυση της συμφωνίας με το Ιράν, ενδεχομένως τραβώντας το Ιράκ πίσω στην σεχταριστική σύγκρουση που μάστιζε την χώρα από τότε που έγινε η αμερικανική εισβολή.

ΚΑΛΟΙ ΚΑΙΡΟΙ

Η άμεση αιτία της βελτιωμένης εσωτερικής κατάστασης του Ιράκ είναι η ήττα του ISIS [5], την οποία ανακοίνωσε επίσημα ο Αμπαντί τον Δεκέμβριο του 2017. Η νίκη του ιρακινού στρατού ενάντια στο ISIS στο πεδίο της μάχης, ιδιαίτερα σε μεγάλες εκστρατείες όπως η Μάχη της Μοσούλης, επιδιόρθωσε την ζημιά στην φήμη που είχε υποστεί μετά την εγκατάλειψη της πόλης το 2014 και του προσέδωσε υψηλό βαθμό νομιμοποίησης μεταξύ των Ιρακινών όλων των υποβάθρων. Οι υποστηριζόμενες από το Ιράν σιιτικές πολιτοφυλακές, γνωστές ως Λαϊκές Δυνάμεις Κινητοποίησης (PMF), απολαμβάνουν την ίδια λάμψη. Η επιτυχία της εκστρατείας κατά του ISIS και η συνεπακόλουθη κατάρρευση της σουνιτικής αδιαλλαξίας έχουν, με την σειρά τους, τονίσει τον ιρακινό εθνικισμό και ενθάρρυναν τη μη-σεχταριστική πολιτική διάθεση.

Η σταθερότητα και η ελπίδα για ένα νέο πολιτικό μοντέλο τόνωσαν επίσης την οικονομία. Μια επενδυτική διάσκεψη τον Φεβρουάριο στο Κουβέιτ, η οποία ζήτησε δεσμεύσεις για στήριξη της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης, απήλαυσε σημαντική αποδοχής από το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το Ιράκ κατάφερε να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου του [6] κατά περίπου 25% στην διάρκεια των χρόνων του πολέμου, παρά την τεράστια καταστροφή και τις εκτοπίσεις, γεγονός που βοήθησε στην άμβλυνση του οικονομικού χτυπήματος στην ιρακινή οικονομία από την εκτεταμένη κάμψη των παγκόσμιων τιμών του πετρελαίου.

Ωστόσο, τα αδιαμφισβήτητα επιτεύγματα των Ιρακινών επωφελήθηκαν επίσης από ένα ευνοϊκό διεθνές περιβάλλον -ειδικότερα την πραγματική συνεργασία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ιράν στον αγώνα κατά του ISIS, που έγινε δυνατή λόγω του περιβάλλοντος των διπλωματικών επαφών γύρω από το JCPOA, κάτι που έκανε λιγότερο αιρετικό για κάποιες φωνές στις Ηνωμένες Πολιτείες το να προτείνουν ότι το Ιράν μπορεί να μην είναι πάντα και παντού ο περιφερειακός κακός. Το 2014, για παράδειγμα, καθώς το ISIS κατέλαβε ευρύτατα τμήματα του Ιράκ ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Τεχεράνη διεξήγαγαν τις πυρηνικές διαπραγματεύσεις στην Βιέννη, ακόμα κι ένα πολύ γνωστό ως «γεράκι» για το Ιράν, ο γερουσιαστής Lindsey Graham της Νότιας Καρολίνας, μπόρεσε να παραδεχτεί [7] ότι «οι Ιρανοί μπορεί να προσφέρουν κάποια στοιχεία για να γίνει βέβαιο ότι η Βαγδάτη δεν θα πέσει».