Ευρώπη, πλήρωνε! | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ευρώπη, πλήρωνε!

Τι καταλαβαίνει ορθώς ο Trump για το ΝΑΤΟ

Ενώ η διεύρυνση του ΝΑΤΟ κινητοποίησε την Ρωσία, καθησύχασε την Δύση. Για να κερδίσουν εγχώρια αποδοχή της πολιτικής αυτής, οι Δυτικές κυβερνήσεις την απεικόνισαν ως μια ακίνδυνη χειρονομία καλής θέλησης από έναν οργανισμό που μεταμορφώθηκε από αμυντικός πολυεθνικός στρατός σε ένα καλοπροαίρετο κλαμπ δημοκρατιών. Η επέκταση, σύμφωνα με τους υποστηρικτές της, δεν θα απαιτούσε καμία προσπάθεια ή δαπάνη εκ μέρους των νυν μελών του ΝΑΤΟ. Ούτε η Ρωσία θα αντιτασσόταν σε αυτήν, πρόσθεταν, παρά τις σημαντικές αποδείξεις για το αντίθετο. Αυτοί οι ψευδείς ισχυρισμοί έχουν αφήσει τους τελικούς διαιτητές της τύχης του ΝΑΤΟ -τους ψηφοφόρους των χωρών-μελών της συμμαχίας- απροετοίμαστους για την ανανεωμένη απειλή στην Ευρώπη [6] και την ανάγκη για αυξημένες προσπάθειες προς αντιμετώπισή της.

Αξίζει να υπενθυμίσουμε την γκάφα της επέκτασης του ΝΑΤΟ και τις συνέπειες που είχαν οι παρεπόμενες Δυτικές πολιτικές στην Ρωσία, για την περίπτωση που η Ρωσία είχε, όπως όντως είχε στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου, μια κυβέρνηση πρόθυμη να συμμετάσχει σε μια τάξη ασφαλείας βασισμένη στην συνεργασία και την διαφάνεια. Σήμερα, ωστόσο, είναι ταυτόχρονα και πολύ αργά και πολύ νωρίς για μια τέτοια διευθέτηση.

ΠΙΣΩ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ

Η βασική προϋπόθεση που έδωσε ώθηση στο ΝΑΤΟ κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, μια απειλή από την ανατολή, επέστρεψε [7]. Αλλά δεν επανεμφανίστηκαν όλα τα χαρακτηριστικά της σύγκρουσης ΗΠΑ-Σοβιετικών. Η Ρωσία έχει τα τρία τέταρτα της επικράτειας και τον μισό πληθυσμό της Σοβιετικής Ένωσης. Θέτει μια συμβατική στρατιωτική απειλή μόνο στην Ευρώπη, όχι, όπως στην σοβιετική εποχή, σε χώρες αλλού. Η σημερινή Ρωσία στερείται επίσης το είδος της μεσσιανικής ιδεολογίας που καθοδηγούσε την σοβιετική εξωτερική πολιτική. Ωστόσο, προκαλεί όντως την Ευρώπη με δύο γνωστούς τρόπους.

Πρώτον, διαθέτει πυρηνικά όπλα, τα οποία άλλες ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να εξισορροπούν με τα δικά τους ή με εκείνα των Ηνωμένων Πολιτειών. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία έχουν διατηρήσει τα πυρηνικά οπλοστάσιά τους από την δεκαετία του 1950 και την δεκαετία του '60, αντίστοιχα. Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, τα άλλα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ, ιδιαίτερα η Δυτική Γερμανία, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι αυτά [τα πυρηνικά] δεν θα μπορούσαν να αποτρέψουν την Σοβιετική Ένωση από μόνα τους. Η αποτελεσματική αποτροπή απαιτούσε το πολύ μεγαλύτερο οπλοστάσιο των Ηνωμένων Πολιτειών. Τα γερμανικά πυρηνικά όπλα θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τα αμερικανικά, αλλά κανένας, τουλάχιστον από τους ίδιους τους Γερμανούς [8], δεν ήθελε να τα αποκτήσει η Γερμανία.

10062018-2.jpg

Αλεξιπτωτιστές του ΝΑΤΟ συμμετέχουν σε εκπαιδευτική άσκηση στην Βουλγαρία, τον Ιούλιο του 2017. STOYAN NENOV / REUTERS
--------------------------------------------------------------------------

Η ίδια αρχή ισχύει και σήμερα. Τον Μάιο, η καγκελάριος της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ, υπαινίχθηκε τη μείωση της εξάρτησης της Ευρώπης από τις Ηνωμένες Πολιτείες, λέγοντας σε πλήθος ανθρώπων σε μια πολιτική συγκέντρωση στο Μόναχο ότι «οι καιροί που μπορούσαμε να στηριχθούμε τελείως σε άλλους έχουν σε κάποιο βαθμό τελειώσει». Αλλά χωρίς τον γνωστό ρόλο των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, τα ευρωπαϊκά μέλη του θα αντιμετωπίσουν μια ανεπιθύμητη επιλογή μεταξύ της ρωσικής κυριαρχίας και των γερμανικών πυρηνικών όπλων.

Το δεύτερο πρόβλημα που έχει αναστήσει ο Πούτιν περιλαμβάνει τις τρεις χώρες της Βαλτικής, οι οποίες όλες ανήκουν στο ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με μια μελέτη της Rand το 2016 από τους αμυντικούς αναλυτές David Shlapak και Michael Johnson, επειδή η Εσθονία, η Λετονία και η Λιθουανία είναι τόσο μικρές και μοιράζονται σύνορα με την Ρωσία, «όπως είναι στημένες σήμερα, το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να τις υπερασπιστεί με επιτυχία» ενάντια σε μια ρωσική εισβολή. Κατά τον ίδιο τρόπο, κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η συμμαχία δεν μπορούσε να ελπίζει να υπερασπιστεί με επιτυχία το Δυτικό Βερολίνο, ένα μικρό Δυτικό νησί που ήταν περικυκλωμένο από την κομμουνιστική Ανατολική Γερμανία. Η πρόληψη μιας άμεσης σοβιετικής επίθεσης απαιτούσε ενεργητικές προσπάθειες από διαδοχικές αμερικανικές διοικήσεις για να πείσουν την Σοβιετική Ένωση ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν δεσμευμένες στο να κρατήσουν την πόλη απαλλαγμένη από τον κομμουνιστικό έλεγχο. Προκειμένου να προστατευθούν οι χώρες της Βαλτικής από τη Μόσχα σήμερα, η Ουάσιγκτον θα πρέπει να αναλάβει μια παρόμοια αξιόπιστη δέσμευση.

Τον Σεπτέμβριο του 2014, σε ομιλία του στην πρωτεύουσα της Εσθονίας, Ταλίν [9], ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, δήλωσε: «Θα υπερασπιστούμε την εδαφική ακεραιότητα κάθε κοινού σύμμαχου … επειδή η υπεράσπιση του Ταλίν και της Ρίγας και του Βίλνιους είναι εξίσου σημαντική με την υπεράσπιση του Βερολίνου και του Παρισιού και του Λονδίνου». Σε αντιδιαστολή, κατά την διάρκεια του ταξιδιού του στην Ευρώπη τον περασμένο Μάιο, ο Τραμπ απέτυχε να υποστηρίξει το άρθρο 5 της ιδρυτικής συνθήκης του ΝΑΤΟ, το οποίο δεσμεύει κάθε μέλος της συμμαχίας στην υπεράσπιση των άλλων. Μόνο τον Ιούνιο, σε συνέντευξη Τύπου με τον πρόεδρο της Ρουμανίας, Klaus Iohannis, ο Trump δέσμευσε τις Ηνωμένες Πολιτείες στην εν λόγω διάταξη της Συνθήκης.