Οι κίνδυνοι ασφαλείας ενός εμπορικού πολέμου με την Κίνα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι κίνδυνοι ασφαλείας ενός εμπορικού πολέμου με την Κίνα

Γιατί οι ΗΠΑ πρέπει να είναι επιφυλακτικές για την οικονομική αποσύνδεση

Παρόλο που η εταιρεία έλαβε πρόσφατα μια ανάσα ζωής -η Γερουσία των ΗΠΑ ψήφισε νομοσχέδιο για τις πιστώσεις για την άμυνα ύψους 716 δισ. δολαρίων την περασμένη εβδομάδα, το οποίο παρέλειψε την τροποποίηση που παρουσίασαν ο γερουσιαστής Marco Rubio (Ρεπουμπλικανός από την Φλόριντα) και ο Δημοκρατικός συνάδελφός του Chris Van Hollen (από το Μέριλαντ) να επαναφέρει την απαγόρευση του Υπουργείου Εμπορίου στην ZTE- οι Κινέζοι ηγέτες είναι όλο και περισσότερο πεπεισμένοι ότι το Πεκίνο δεν θα μπορέσει να κατακτήσει το πλήρες οικονομικό δυναμικό του εκτός και αν γίνει πιο αυτοδύναμο. Η Κίνα ήδη έχει δει την νομισματική κρίση που συγκλόνισε την Ασία-Ειρηνικό στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και την παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε μια δεκαετία αργότερα ως απόδειξη ότι έπρεπε να διαφοροποιηθεί από την κατανάλωση των ΗΠΑ. Μέχρι πρόσφατα, όμως, το Πεκίνο προσπαθούσε κατά κύριο λόγο να στηρίξει την εγχώρια αντοχή του, και να το κάνει αυτό με το να μειώσει τον εναγκαλισμό του με την Ουάσιγκτον με την πάροδο του χρόνου. Τώρα η Κίνα ίσως να επιδιώξει μια ταχύτερη αποσύνδεση, λιγότερο για οικονομικούς λόγους από όσο για στρατηγικούς. Οι ηγέτες της χώρας πιστεύουν ότι η υπάρχουσα μόχλευση των ΗΠΑ στην οικονομία της [Κίνας], θα μπορούσε να ανατρέψει τις φιλοδοξίες που έχει τοποθετήσει στο Made in China 2025, κάτι που ένας αξιωματούχος του Κομμουνιστικού Κόμματος αποκάλεσε πρόσφατα [5] ως «τον εγγυητή της κυριαρχίας και της ευημερίας» της Κίνας.

Στα τέλη Απριλίου, ο Xi δήλωσε [6] ότι «στο επόμενο βήμα της αντιμετώπισης [του ζητήματος] της τεχνολογίας, πρέπει να παραμερίσουμε τις ψευδαισθήσεις και να στηριχθούμε στον εαυτό μας». Το συμπέρασμά του είναι παράλληλο με αυτό του Trump, ο οποίος πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν διαβρώσει την ανταγωνιστικότητά τους στηρίζοντας την μεταπολεμική τάξη και εντασσόμενες σε πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες. Οι New York Times έχουν την άποψη [7] ότι αυτή η ευθυγράμμιση των απόψεων μπορεί να προκαλέσει "μια εποχή που οι οικονομικοί κινητήρες της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών δεν θα είναι τόσο στενά συνδεδεμένοι, ιδιαίτερα στις βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας”. Η χαλάρωση αυτών των δεσμών δεν θα είχε μόνο συνέπειες στην οικονομία, αλλά και στην ασφάλεια.

ΕΝΑ ΠΙΟ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΕΚΙΝΟ;

Στο κάτω-κάτω, υπάρχουν λίγοι παράγοντες, πέρα από την εμπορική αλληλεξάρτηση, που αναγκάζουν τις δύο χώρες να ασκήσουν αμοιβαία αυτοσυγκράτηση και να συνεργαστούν πολύπλευρα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια νεαρή, φυλετικά διαφορετική δημοκρατία, της οποίας η αυτο-αντίληψη διαμορφώνεται εκ νέου μετά από κάθε κύμα μεταναστών. Η Κίνα είναι ένας πολιτισμός πέντε χιλιάδων ετών, κατά κύριο λόγο εθνικός, προσκολλημένος σε μια εν πολλοίς αμετάβλητη ταυτότητα. Οι δύο χώρες έχουν έντονα διαφορετικές, ενίοτε ρητά αντιθετικές, οπτικές όσον αφορά την εσωτερική διακυβέρνηση και την εξωτερική πολιτική -αποκλίσεις που ενισχύονται από την επιμονή της καθεμιάς επί της δικής της εξαιρετικότητας. Εν τη απουσία οικονομικής αλληλεξάρτησης, οι σχέσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας ίσως θα είχαν γίνει πιο έντονες, αν όχι ανταγωνιστικές, κατά τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες.

Μακροπρόθεσμα, μια Κίνα που αποσυνδέεται οικονομικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσε να περιορίσει την υφιστάμενη διμερή συνεργασία και να υιοθετήσει μια πιο εμφανή ρεβιζιονιστική στάση απέναντι στη μεταπολεμική τάξη. Η Elizabeth Economy από το Council on Foreign Relation, εξηγεί [8] στο νέο της βιβλίο ότι ο Xi "φιλοδοξεί να ηγηθεί, αλλά υιοθετεί την παγκοσμιοποίηση στον βαθμό που ελέγχει την ροή ιδεών, καθώς και το ανθρώπινο και οικονομικό κεφάλαιο". Το Πεκίνο θα μπορούσε να μειώσει σταθερά την οικονομική του στήριξη σε κορυφαίους οικονομικούς θεσμούς όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο˙ να δώσει προτεραιότητα στην ανάπτυξη ρυθμίσεων για την οικονομία και την ασφάλεια, οι οποίες επί του παρόντος εξαιρούν τις Ηνωμένες Πολιτείες (όπως η Περιφερειακή Ολοκληρωμένη Οικονομική Εταιρική Σχέση [Regional Comprehensive Economic Partnership] και ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης [Shanghai Cooperation Organization]) και να προχωρήσει στην δημιουργία νέων [οργανισμών] που επίσης θα τις εξαιρούν [τις ΗΠΑ]˙ να κάνει μια προνοητικότερη προσπάθεια να δημιουργήσει ρωγμές μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και μακρόχρονων συμμάχων τους, κάνοντας την Ουάσινγκτον να δείχνει ασυνεπής και αναξιόπιστος διαχειριστής της παγκόσμιας τάξης και διαβεβαιώνοντας ότι το Πεκίνο είναι πιο κατάλληλο για να προσαρμόσει αυτό το σύστημα στις σύγχρονες γεωπολιτικές πραγματικότητες˙ και να δώσει μια πιο συντονισμένη ώθηση για να αμφισβητήσει την Ουάσινγκτον σε ιδεολογικά εδάφη.

Το Πεκίνο θα μπορούσε επίσης να περιστείλει περαιτέρω την εκστρατεία "μέγιστης πίεσης" της διοίκησης Trump στην Βόρεια Κορέα. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, κατέθεσε τον Ιούνιο [9] ότι υπήρξε ένα "μέτριο ποσό" υποχώρησης της Κίνας από την επιβολή των πολυμερών κυρώσεων κατά της Πιονγκγιάνγκ, αναγνωρίζοντας ότι οι Κινέζοι “δεν επιβάλλουν έλεγχο στις διασυνοριακές περιοχές τους τόσο έντονα όσο πριν από έξι ή δώδεκα μήνες”. Αυτή η παραδοχή ήρθε λίγο πριν από τις εκθέσεις [10] μιας νέας αξιολόγησης των αμερικανικών [υπηρεσιών] πληροφοριών, βασισμένη σε στοιχεία που συλλέχθηκαν μετά την ιστορική συνάντηση του Trump με τον Βορειοκορεάτη ηγέτη Kim Jong Un στην Σιγκαπούρη, ότι η Πιονγκγιάνγκ όχι μόνο προσπαθεί να« εξαπατήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες για τον αριθμό των πυρηνικών κεφαλών "στο οπλοστάσιό της, αλλά ίσως επίσης να διατηρεί περισσότερες από μια μυστικές τοποθεσίες για εμπλουτισμό σχάσιμου υλικού.