Οι κούφιες πετρελαϊκές απειλές της Σαουδικής Αραβίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι κούφιες πετρελαϊκές απειλές της Σαουδικής Αραβίας

Το Ριάντ δεν θα υπονομεύσει την πολιτική του Τραμπ για το Ιράν

Η Σαουδική Αραβία έχει περάσει χρόνια ενθαρρύνοντας την Ουάσινγκτον να αναλάβει πιο επιθετική δράση εναντίον του Ιράν, συμπεριλαμβανομένης της φερόμενης προτροπής [13] προς τον τότε υπουργό Άμυνας, Ρόμπερτ Γκέιτς, να ξεκινήσει στρατιωτική δράση κατά της Τεχεράνης το 2010. Η σαουδαραβική υποστήριξη στην εκστρατεία της διοίκησης του Τραμπ κατά του Ιράν δεν αποτελεί χάρη προς τις ΗΠΑ αλλά αντικατοπτρίζει το αυθεντικό άγχος του Ριάντ σχετικά με τις προθέσεις του Ιράν. Ως εκ τούτου, η Σαουδική Αραβία είναι εξαιρετικά απίθανο να λάβει οποιοδήποτε μέτρο που σκόπιμα θα ανακουφίσει την πίεση στην Τεχεράνη, και να διαταράξει την συνεργασία του βασιλείου με την διοίκηση Trump για να αντιμετωπιστεί ο περιφερειακός αντίπαλός της.

Η οικονομική λογική περί σαουδαραβικής αδιαλλαξίας είναι εξίσου μη πειστική. Αν και η χρήση του «πετρελαϊκού όπλου» από την Σαουδική Αραβία θα προκαλέσει βραχυπρόθεσμα ζημιά στις ΗΠΑ και τις παγκόσμιες οικονομίες, θα επιφέρει τελικά μεγαλύτερη ζημιά στην οικονομία της Σαουδικής Αραβίας μεσο-μακροπρόθεσμα. Ο λόγος για αυτό δεν είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιτύχει ενεργειακή ανεξαρτησία, αλλά ότι η επιρροή της Σαουδικής Αραβίας στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου έχει μειωθεί σταθερά. Μια μεγάλη αύξηση της τιμής του πετρελαίου θα είχε ως αποτέλεσμα οι υψηλότερου κόστους παραγωγοί ενέργειας, όπως οι σχιστολιθικοί (frackers) και η εναλλακτική βιομηχανία ενέργειας, να εκμεταλλευτούν μια πιο ευνοϊκή αγορά, παράγοντας περισσότερα καύσιμα. Το καθαρό αποτέλεσμα θα ήταν να οδηγήσουν ξανά προς τα κάτω τις τιμές του πετρελαίου, ενώ ταυτόχρονα θα έκλεβαν μερίδιο αγοράς από την Σαουδική Αραβία.

Με απλά λόγια, η Σαουδική Αραβία θα κατέληγε να πωλεί λιγότερο πετρέλαιο κοντά στις σημερινές τιμές, πράγμα που σημαίνει ότι θα έχανε έσοδα. Το βασίλειο ήδη υποφέρει από χαμηλότερα από τα αναμενόμενα έσοδα, τόσο που αναγκάστηκε να μειώσει τις υπηρεσίες και τα ωφελήματα προς τον ανθίζοντα νεαρό πληθυσμό του. Με το δημόσιο χρέος να υπερβαίνει το 20%, η Σαουδική Αραβία δύσκολα μπορεί να αντέξει οικονομικά να θυσιάσει πρόσθετα πετρελαϊκά έσοδα.

Ακόμα κι αν η Σαουδική Αραβία ήταν αρκετά αυτοκαταστροφική για να συμπεριφερθεί όπως φοβάται η διοίκηση Trump, ο αντίκτυπος στην πολιτική κυρώσεων της Ουάσιγκτον μπορεί να μην είναι τόσο δραματικός όσο αναμένεται. Η άσκηση σημαντικής πρόσθετης πίεσης στο Ιράν δεν απαιτεί από κάθε σημαντικό αγοραστή ιρανικού πετρελαίου να μειώσει τις εισαγωγές του στο μηδέν ή σχεδόν στο μηδέν. Όταν η κυβέρνηση Ομπάμα εφάρμοσε παρόμοιες κυρώσεις κατά την περίοδο 2012-2015, πολλές χώρες μείωσαν τις εισαγωγές τους, αλλά άλλες μείωσαν σταδιακά τις αγορές τους με την πάροδο του χρόνου, βάσει προβολών του πετρελαϊκού εφοδιασμού. Ωστόσο, οι εξαγωγές αργού πετρελαίου και ελαφρών καυσίμων από το Ιράν μειώθηκαν στα χαμηλότερα επίπεδα [14] των τελευταίων δεκαετιών και η Ισλαμική Δημοκρατία έχασε έσοδα δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Ο στόχος της κυβέρνησης να μηδενίσει τις εξαγωγές πετρελαίου του Ιράν ήταν πάντα φιλόδοξος και είναι απίθανο να επιτευχθεί μέχρι την προθεσμία του Νοεμβρίου, ιδιαίτερα δεδομένου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι επί του παρόντος σχετικά απομονωμένες στο [ζήτημα του] Ιράν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί ακόμη και να αντιμετωπίσουν ένα σημείο μείωσης οικονομικών και πολιτικών ωφελημάτων εάν πιέσουν υπερβολικά τους συμμάχους τους σε αυτό το πλαίσιο. Ήδη, η ΕΕ, η Ρωσία και η Κίνα έχουν ενωθεί με άνευ προηγουμένου τρόπο έχοντας την πρόθεση να παρακάμψουν τις δευτερεύουσες αμερικανικές κυρώσεις. Η αποτελεσματικότητα αυτής της προσπάθειας απομένει να φανεί.

Η πολιτική της διοίκησης Τραμπ για το Ιράν κινδυνεύει να αποτύχει, αλλά όχι λόγω των επιπέδων της πετρελαϊκής παραγωγής της Σαουδικής Αραβίας. Οι προοπτικές της πολιτικής εξαρτώνται πολύ περισσότερο από ακριβώς αυτούς τους συμμάχους, στην Ευρώπη και το P5 + 1, που η διοίκηση αποξένωσε μέσω της μονομερούς απόσυρσής της από την πυρηνική συμφωνία, παρά την συνεχή τήρηση [15] των όρων της από το Ιράν. Η μετατόπιση του δυναμικού και σύνθετου στρατηγικού υπολογισμού του Ιράν απαιτούσε ιστορικά ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους θα παρουσίαζαν ένα σταθερό, ενωμένο μέτωπο. Αυτό θα είναι ιδιαίτερα σημαντικό όσον αφορά τις ιρανικές πολιτικές [16] που η διοίκηση στοχεύει να αλλάξει.

Ωστόσο, η διοίκηση Τραμπ έδωσε στο Ιράν στρατηγικό πλεονέκτημα διασπώντας αυτή την ενότητα, στηριζόμενη αντ’ αυτής σε μονομερείς απειλές και πιέσεις, χωρίς παράλληλα να προσφέρει μια βιώσιμη πορεία για την διπλωματία. Η προσέγγιση της Ουάσιγκτον τροφοδότησε την αντίληψη μεταξύ των ηγετών του Ιράν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες προτίθενται να επιδιώξουν αλλαγή καθεστώτος. Η ανάφλεξη των ιρανικών αντιλήψεων περί απειλών έχει αμετάκλητα καταλάβει πολύτιμο διαπραγματευτικό χώρο, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολο για τις Ηνωμένες Πολιτείες να προσφέρουν αξιόπιστες διαβεβαιώσεις που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν παραχωρήσεις.

Θα ήταν ένας στρατηγικός λάθος υπολογισμός για τις Ηνωμένες Πολιτείες το να απαλλάξουν την σαουδαραβική ηγεσία από την ευθύνη για την δολοφονία του Khashoggi, ειδικά εάν το έπρατταν για να αποτρέψουν αντίποινα για την ιρανική πολιτική τους. Τέτοια αντίποινα είναι απίθανα και σε κάθε περίπτωση θα είναι διαχειρίσιμα. Όμως, το αποτέλεσμα της υπόθεσης Khashoggi είναι στην πραγματικότητα πολύ σχετικό με την πολιτική των ΗΠΑ για το Ιράν -ίσως όχι ακριβώς με τον τρόπο που φαίνεται να πιστεύουν οι Αμερικανοί ανώτεροι αξιωματούχοι.