Το εμπόριο υπό τον Τραμπ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το εμπόριο υπό τον Τραμπ

Τι έχει κάνει μέχρι τώρα και τι θα κάνει στην συνέχεια
Περίληψη: 

Οι προηγούμενοι πρόεδροι των ΗΠΑ συνήθως λάμβαναν προστατευτικά βήματα μόνο όταν υπέκυπταν σε εσωτερική πολιτική πίεση. Ο Τραμπ, αντιθέτως, ενεργεί από πεποίθηση και όχι από πολιτικό υπολογισμό. Πιστεύει αληθινά ότι οι υψηλότεροι δασμοί είναι καλό πράγμα, είτε επειδή παράγουν «καλύτερες» εμπορικές συμφωνίες είτε απλά επειδή προστατεύουν τις εγχώριες βιομηχανίες.

Ο DOUGLAS A. IRWIN είναι καθηγητής Οικονομικών στο Dartmouth College και ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Clashing Over Commerce: A History of U.S. Trade Policy.

Κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2016, ο Donald Trump υποστήριζε επανειλημμένα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν θύματα εκμετάλλευσης από τους εμπορικούς εταίρους τους [1]. Οι κακές εμπορικές συμφωνίες, είπε, ήταν υπεύθυνες για τις χαμένες θέσεις εργασίας και την εμβάθυνση των εμπορικών ελλειμμάτων. Ωστόσο, δεν ανέφερε ποτέ λεπτομερώς τι σκόπευε να κάνει γι’ αυτό -και η εμπορική του πολιτική ως πρόεδρος δεν ήταν τίποτα άλλο παρά τυχαία. Οι ενδιάμεσες εκλογές αποτελούν μια καλή στιγμή για να γίνει απολογισμός της εμπορικής ατζέντας του Trump: Τι έχει κάνει μέχρι τώρα και τι θα μπορούσε να κάνει στην συνέχεια;

ΔΙΑΚΟΣΜΗΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ

Σε μια από τις πρώτες επίσημες πράξεις του, ο Trump απέσυρε [2] τις Ηνωμένες Πολιτείες από την [συμφωνία] Trans-Pacific Partnership (TPP). Έκανε αυτό το απότομο βήμα χωρίς καν να εξετάσει το ενδεχόμενο επαναδιαπραγμάτευσης ή επανασχεδιασμού του συμφώνου. Άλλες χώρες συνέχισαν να εφαρμόζουν την συμφωνία, αφήνοντας τις Ηνωμένες Πολιτείες έξω από τη μεγάλη εμπορική συμφωνία στον Ειρηνικό σε μια εποχή που άλλες κυβερνήσεις αμφισβητούν την δέσμευση της Ουάσινγκτον στην Ανατολική Ασία και οι εντάσεις με την Κίνα αυξάνονται. Η απόφαση αυτή μπορεί να καταγραφεί ως η αρχική αμαρτία της κυβέρνησης Trump, μια [αμαρτία] για την οποία μια μελλοντική διοίκηση θα πρέπει να εξιλεωθεί.

07112018-1.jpg

Ο Trump ανακοινώνει την Συμφωνία Ηνωμένων Πολιτειών-Μεξικού-Καναδά στον Λευκό Οίκο, τον Οκτώβριο του 2018. KEVIN LAMARQUE / REUTERS
---------------------------------------------------------------------------

Ο Trump απείλησε επίσης να αποσύρει τις Ηνωμένες Πολιτείες από τη NAFTA. Ωστόσο, σε αυτή την περίπτωση, συνετά επέλεξε να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις. Παρά την εχθρική στάση της κυβέρνησης κατά την διάρκεια των συνομιλιών, η επαναδιαπραγμάτευση αυτού που ο Trump αποκαλούσε ως η «χειρότερη εμπορική συμφωνία [που έγινε] ποτέ» κατέληξε με λίγες σημαντικές αλλαγές από την αρχική συμφωνία. Η νέα συμφωνία των Ηνωμένων Πολιτειών-Μεξικού-Καναδά (United States Mexico Canada Agreement, USMCA) αυξάνει το ποσοστό των ανταλλακτικών ενός αυτοκινήτου που πρέπει να προέρχονται από την Βόρεια Αμερική ώστε το όχημα να υπολογίζεται ότι κατασκευάστηκε μέσα στο μπλοκ, ανοίγει ελαφρά την αγορά γαλακτοκομικών προϊόντων του Καναδά σε Αμερικανούς και Μεξικανούς εξαγωγείς, καταργεί κάποιες προστασίες έναντι ξένων επενδυτών στο Μεξικό και ενημερώνει την παλαιά προ-Διαδικτύου NAFTA με διατάξεις σχετικά με το ηλεκτρονικό εμπόριο και τα ψηφιακά δεδομένα από την TPP. Παρόλο που ορισμένα μέρη της αναδιαπραγματευθείσας συμφωνίας θα προωθήσουν περισσότερο το εμπόριο εντός της Βόρειας Αμερικής, άλλα φαίνεται να το περιορίζουν˙ σε τελική ανάλυση, η συμφωνία δεν αποτελεί σημαντική αλλαγή από το status quo.

Αυτά τα μπαλώματα στα περιθώρια [της συμφωνίας] κατάφεραν να κρατήσουν τα περισσότερα μέρη αρκετά χαρούμενα. Εκείνοι στους οποίους άρεσε η NAFTA ανακουφίστηκαν για το ότι η συμφωνία δεν διαλύθηκε˙ όσοι δεν τους άρεσε, εξέφρασαν την λύπη τους για το γεγονός ότι εξακολουθούσε να υπάρχει, αλλά υποστήριξαν τις κινήσεις για την στροφή της σε λιγότερο φιλελεύθερη κατεύθυνση. Η διοίκηση υιοθέτησε μια παρόμοια προσέγγιση με την Συμφωνία Ελεύθερων Συναλλαγών ΗΠΑ - Κορέας, η οποία τροποποιήθηκε για να περιορίσει τις πιθανές εξαγωγές αυτοκινήτων της Κορέας και, φαινομενικά τουλάχιστον, άνοιξε λίγο περισσότερο την κορεατική αγορά αυτοκινήτων. Η επαναδιαπραγματευθείσα συμφωνία κινείται ελαφρώς προς την κατεύθυνση του πιο διαχειριζόμενου εμπορίου, αλλά δύσκολα αποτελεί μια επαναστατική αλλαγή αυτού που ο Trump είχε ονομάσει ως μια πολύ άδικη συμφωνία.

«ΘΕΛΩ ΔΑΣΜΟΥΣ»

Το 2017, παρόλο που ο Trump μιλούσε πολύ για τα οφέλη των προστατευτικών μέτρων, εφάρμοσε λίγα από αυτά. (Επέβαλε δασμούς σε πλυντήρια ρούχων και ηλιακούς συλλέκτες, αλλά οι υποθέσεις αυτές είχαν ξεκινήσει κατά την διάρκεια της διοίκησης του Ομπάμα.) Η καθυστέρηση δεν αντικατόπτριζε έλλειψη ενδιαφέροντος, μόνο έλλειψη εξουσίας. Οι πρόεδροι των ΗΠΑ δεν μπορούν να αλλάξουν τους δασμούς από ιδιοτροπία, και είναι το Κογκρέσο και όχι ο πρόεδρος που είναι συντακτικά υπεύθυνο για την ρύθμιση του εμπορίου. Ο Trump απογοητεύθηκε από την αδυναμία του να δράσει. Τον Αύγουστο του 2017, είπε σε ανώτερους υπαλλήλους του Οβάλ Γραφείου, «θέλω δασμούς, φέρτε μου κάποιους δασμούς».

Φέτος, το προσωπικό του έκανε ακριβώς αυτό. Στα μέσα του 2018, η διοίκηση ξεσκόνισε έναν παλιό νόμο που επέτρεπε στον πρόεδρο να επιβάλει δασμούς, εάν διαπίστωνε ότι ήταν απαραίτητοι για την εθνική ασφάλεια. Μετά την ολοκλήρωση των απαραίτητων ερευνών, η Trump επέβαλε δασμό 25% στον εισαγόμενο χάλυβα και δασμό 10% στο εισαγόμενο αλουμίνιο. Αυτό προκάλεσε ευχαρίστηση στην βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα, αλλά στεναγμούς από πολλές άλλες βιομηχανίες που χρησιμοποιούν χάλυβα για την κατασκευή άλλων αγαθών.

Παρά τους γεμάτους αυτοπεποίθηση ισχυρισμούς του προεδρικού συμβούλου Peter Navarro ότι άλλες χώρες δεν θα προέβαιναν σε αντίποινα, πολλές από αυτές το έκαναν. Ο Καναδάς, η Κίνα, το Μεξικό, η Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλοι επέβαλλαν περιορισμούς στις εξαγωγές των ΗΠΑ. Στόχευσαν τους σπόρους σόγιας, τις μοτοσικλέτες Harley-Davidson, το μπέρμπον και άλλα προϊόντα-κλειδιά ως τρόπο άσκησης πολιτικής πίεσης στην διοίκηση και στέλνοντας ένα μήνυμα σχετικά με το κόστος μιας περαιτέρω κλιμάκωσης. Όπως είπε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Jean Claude Juncker, «μπορούμε να κάνουμε και εμείς ανοησίες».

ΠΟΛΕΜΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΙΝΑ