Αποφεύγοντας τον πόλεμο μεταξύ Αμερικής και Κίνας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αποφεύγοντας τον πόλεμο μεταξύ Αμερικής και Κίνας

Τα μαθήματα από προηγούμενες κρίσεις

Οι σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας, όπως λέει η τρέχουσα σοφία, χρειάζονται μια θεμελιώδη επανεξέταση. Τον Οκτώβριο, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Μάικ Πενς, διακήρυξε την αποφασιστικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών να ανταγωνιστούν αμείλικτα για να «επανατακτοποιήσουν τις οικονομικές και στρατηγικές σχέσεις της Αμερικής με την Κίνα». Αλλά ακόμη και πριν από την ομιλία του Πενς, υπήρχαν εκκλήσεις να επανεξεταστούν οι υποθέσεις των ΗΠΑ για την Κίνα. Οι ελπίδες για φιλελευθεροποίηση πάνω στις οποίες στηρίχθηκε η προηγούμενη πολιτική, υποστήριξαν πρόσφατα οι πρώην αξιωματούχοι της κυβέρνησης Obama, Kurt Campbell και Ely Ratner [1], αποδείχθηκαν αβάσιμες. Ήρθε η ώρα να διερευνηθεί μια «καλύτερη προσέγγιση». Ακόμη και αν ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με την εμπορική διαμάχη, προειδοποιούν οι ειδήμονες, η ευρύτερη σχέση είναι απίθανο να βελτιωθεί πολύ. Η θεληματικότητα της Κίνας, η συμπεριφορά της στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας και η εσωτερική της καταστολή καθιστούν μια πραγματική détente [στμ: ύφεση των εντάσεων στις σχέσεις] με τις Ηνωμένες Πολιτείες δύσκολη, ίσως αδύνατη. Όπως και με τον Πελοποννησιακό Πόλεμο ή τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, μια ανερχόμενη δύναμη σημαίνει πρόβλημα -και είναι καιρός να το αναγνωρίσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Κάποιος μπορεί να συνταχθεί με την πολιτική του Trump ή να αναζητήσει μια εναλλακτική λύση. Όμως, σε κάθε περίπτωση, ένα νέο πρότυπο για την σχέση είναι προφανώς απαραίτητο.

04122018-1.jpg

Ένα κινεζικό πολεμικό πλοίο εκτοξεύει δοκιμαστικούς πυραύλους κατά την διάρκεια ασκήσεων στο Στενό της Ταϊβάν, τον Μάρτιο του 1996. XINHUA / REUTERS
----------------------------------------------------------------------------

Οι υψηλές έννοιες είναι σέξι. Αλλά το κυνήγι για καινούργιες από αυτές δεν πρέπει να αποσπά την προσοχή από την εξίσου σημαντική αναζήτηση των τετριμμένων κανόνων που θα επιτρέψουν σε όλους να επιβιώσουν στην τρέχουσα πυρετώδη ατμόσφαιρα. Ο εμπορικός πόλεμος είναι κακός, αλλά υπάρχει η δυνατότητα για μια πολύ χειρότερη σύγκρουση. Η Ουάσινγκτον είναι τόσο άστατη ώστε μια κατάσταση που θα μπορούσε εύκολα να επιλυθεί σε κανονικούς καιρούς, θα μπορούσε [τώρα] να αποδειχθεί εκρηκτική. Αργά ή γρήγορα, θα υπάρξει μια πραγματική κρίση. Η ιστορία δεν υποφέρει από έλλειψη ανησυχητικών παραδειγμάτων. Η κρίση των Στενών της Ταϊβάν το 1995-96, ο βομβαρδισμός της κινεζικής πρεσβείας στην Γιουγκοσλαβία το 1999 από τις ΗΠΑ και το συμβάν του κατασκοπευτικού αεροπλάνου στη [νήσο] Hainan το 2001, έφεραν [2] την Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες στο χείλος της ολοκληρωτικής σύγκρουσης [3]. Η μελέτη του τρόπου με τον οποίο οι πρωταγωνιστές κατάφεραν να βρουν την δική τους διέξοδο από εκείνες τις δυσκολίες, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα σχέδιο για το μέλλον. Η ιστορία για τις πηγές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, για παράδειγμα, όπως επεσήμανε ο ιστορικός Christopher Clark στον αριστοτεχνικό απολογισμό του, The Sleepwalkers, είναι «κορεσμένη από υπηρεσίες»: Οι αποφάσεις που ελάμβαναν οι άνθρωποι είχαν σημασία. Το ίδιο ισχύει και για κάθε μια από τις μετα-ψυχροπολεμικές κρίσεις στις ΗΠΑ και την Κίνα. Οι αποφάσεις επέτρεψαν την επικράτηση της ειρήνης μεταξύ της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών. Θα μπορούσαν να το κάνουν ξανά.

ΟΙ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ Γ’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Δεδομένων των ισχυρών συναισθημάτων που προκαλεί η Ταϊβάν στην Κίνα, η κρίση των Στενών της Ταϊβάν το 1995-1996 ήταν ίσως η πιο επικίνδυνη μετα-ψυχροπολεμική αντιπαράθεση μεταξύ Πεκίνου και Ουάσινγκτον. Το 1995, ο πρόεδρος της Ταϊβάν, Lee Teng-hui, που φαινόταν έτοιμος για ανεξαρτησία για το νησί, έλαβε μια βίζα για να επισκεφθεί τις Ηνωμένες Πολιτείες και να μιλήσει στο Πανεπιστήμιο Cornell. Το Πεκίνο ήταν εξαγριωμένο. Ανακάλεσε τον πρεσβευτή του και ακύρωσε υψηλού επιπέδου αμυντικές συνομιλίες. Καθόλου ικανοποιημένο από αυτό, διοργάνωσε στρατιωτικές ασκήσεις και έστειλε πυραύλους να πετούν πάνω από το Στενό της Ταϊβάν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, για λόγους που παραμένουν μυστηριώδεις, δεν έκαναν τίποτα. Έτσι, το 1996, κατά την προετοιμασία για τις προεδρικές εκλογές της Ταϊβάν, η Κίνα αποφάσισε να δοκιμάσει περισσότερους πυραύλους και να διεξάγει περισσότερες ασκήσεις. Αυτή την φορά, η Ουάσιγκτον έστησε ένα αεροπλανοφόρο 200 μίλια ανατολικά της Ταϊβάν και έστειλε ένα άλλο να πλεύσει προς το θέατρο [των επιχειρήσεων]. Αν ο Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος επρόκειτο να ξεσπάσει, εκείνος ο καιρός ήταν τόσο εύλογος όσο οποιοσδήποτε άλλος.

Ο βομβαρδισμός της κινεζικής πρεσβείας στην Γιουγκοσλαβία το 1999 από τις ΗΠΑ ήταν, όπως θα εξηγούσαν επανειλημμένα οι Αμερικανοί, ένα ατύχημα. Στην Κίνα, πολλοί παραμένουν πεπεισμένοι ότι δεν υπήρξε τίποτα τυχαίο σε αυτό. Η Κίνα βρισκόταν στο επίκεντρο των συνομιλιών για την ένταξή της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ). Το Πεκίνο τις σταμάτησε. Κινέζοι διαδηλωτές περικύκλωσαν διπλωματικά κτήρια των ΗΠΑ στην Κίνα και έκαψαν αμερικανικές σημαίες. Δεν ήταν τόσο κακή όσο η κρίση των Στενών της Ταϊβάν, αλλά ήταν μια πιο εύφλεκτη στιγμή από όσο οποιαδήποτε κατάφεραν να παράγουν ο Τραμπ και ο Σι.

Όσο κι αν ήταν έντονος, ο θόρυβος για τον βομβαρδισμό της πρεσβείας ήταν συγκρατημένος σε σύγκριση με το περιστατικό του αναγνωριστικού αεροπλάνου [πάνω από τη νήσο] Hainan το 2001. Τα αμερικανικά αναγνωριστικά αεροσκάφη που πετούσαν πάνω από τα διεθνή ύδατα που ακουμπούν στην Κίνα είχαν παρενοχληθεί και παλαιότερα από Κινέζους πιλότους. Στην συνέχεια, τον Απρίλιο του 2001, ένας από αυτούς τους πιλότους, ο Wang Wei, χτύπησε ένα αεροπλάνο των ΗΠΑ εν πτήσει. Ο Wang και το αεροπλάνο του χάθηκαν στην θάλασσα˙ το αμερικανικό αεροσκάφος EP-3 κατόρθωσε να πραγματοποιήσει επείγουσα προσγείωση στο νησί Hainan. Εξοργισμένοι Κινέζοι αξιωματούχοι απαιτούσαν μια συγγνώμη. Εξίσου θυμωμένοι Αμερικανοί αξιωματούχοι αρνήθηκαν. Ήταν ο Κινέζος πιλότος, τόνισαν, ο οποίος είχε ενεργήσει μη επαγγελματικά στον διεθνή εναέριο χώρο.

Σε κανένα από αυτά τα περιστατικά δεν ήταν προκαθορισμένο ένα ειρηνικό αποτέλεσμα -ή ακόμα και πιθανό. Το τρομακτικό ζήτημα σχετικά με την κρίση των Στενών της Ταϊβάν είναι ότι παρά την τήρηση δύο από τους βασικούς κανόνες διαχείρισης κρίσεων -την διατήρηση ανοιχτών των καναλιών επικοινωνίας και την επικοινωνία των προθέσεων με σαφήνεια- οι δύο πλευρές και πάλι κατάφεραν να περιπέσουν σε μια κατάσταση όπου η Κίνα έριχνε πυραύλους στην Ταϊβάν και οι Ηνωμένες Πολιτείες αναρωτιούνταν πού να στείλουν την ομάδα μάχης των αεροπλανοφόρων για να απαντήσουν. Οι προειδοποιήσεις των ΗΠΑ δεν εμπόδισαν την Κίνα να πραγματοποιήσει στρατιωτικές ασκήσεις και να αναγγείλει δοκιμές πυραύλων (ίσως επειδή [4] η Κίνα είχε καταλήξει στο συμπέρασμα λόγω της αμερικανικής αδράνειας το 1995 ότι η Ουάσιγκτον δεν ενδιαφερόταν πολύ για την Ταϊβάν). Οι διαβεβαιώσεις της Κίνας ότι δεν είχε καμία πρόθεση να επιτεθεί στην Ταϊβάν δεν εμπόδισαν τις Ηνωμένες Πολιτείες να αποφασίσουν ότι η διατήρηση της αξιοπιστίας τους απαιτούσε μια στρατιωτική απάντηση (πιθανώς επειδή η Κίνα είχε επίσης δηλώσει ότι αν η Ταϊβάν κινηθεί προς την ανεξαρτησία, το Πεκίνο δεν θα περιμένει). Το Πεκίνο και η Ουάσιγκτον μιλούσαν μεταξύ τους σε όλο το διάστημα, αλλά οι συνομιλίες δεν έκαναν τίποτα για να διευκολύνουν την ένταση. Τα πράγματα θα μπορούσαν εύκολα να έχουν χειροτερέψει. Οι Κινέζοι θα μπορούσαν να συνεχίσουν να δοκιμάζουν πυραύλους ή ακόμη και να επιτεθούν ανοικτά στις δυνάμεις των ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί θα μπορούσαν, όπως υπογραμμίζει ο μελετητής της Κίνας, Wu Xinbo [5], να προκαλέσουν περαιτέρω πολεμική αντίδραση τοποθετώντας ένα αεροπλανοφόρο στο ίδιο το στενό. Η επιτυχημένη αποκλιμάκωση φαίνεται ότι δεν βασίστηκε στις εκτεταμένες επικοινωνίες σχετικά με προθέσεις και συμφέροντα αλλά σε δύο βασικές αποφάσεις: Την απόφαση των ΗΠΑ να μην τοποθετήσουν ένα αεροπλανοφόρο στο στενό, και την απόφαση της Κίνας να σταματήσει τις δοκιμές πυραύλων. Αυτές οι αποφάσεις ελήφθησαν όχι ως αποτέλεσμα των αιτημάτων που έγιναν [από την άλλη πλευρά], και αντιμετωπίστηκαν με την κάθε πλευρά να είναι σε μεγάλο βαθμό στο σκοτάδι για το τι θα συμβεί στην συνέχεια. Το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας: Ακόμα κι αν η επικοινωνία δεν καταφέρει να λύσει τα πράγματα, οι λογικές αποφάσεις μπορούν, με λίγη τύχη, να βοηθήσουν τους ανταγωνιστές να βουτήξουν στην ασφάλεια.

Τα επακόλουθα της βομβιστικής επίθεσης της πρεσβείας της Γιουγκοσλαβίας το 1999 θα μπορούσαν επίσης να είναι πιο άσχημα. Τα πλήθη εθνικιστών που συγκεντρώθηκαν έξω από τις διπλωματικές εγκαταστάσεις των ΗΠΑ θα μπορούσαν να επιτεθούν στους Αμερικανούς που βρίσκονταν εκεί, καθιστώντας πιο δύσκολο για τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον, να προσφέρει μια ρητή συγγνώμη όπως έκανε. Εάν συνέβαινε αυτό, η σχέση ΗΠΑ-Κίνας θα είχε υποπέσει σε αμοιβαίες καταγγελίες, ίσως και σε άμεση βία. Το λιγότερο, τα κανάλια επικοινωνίας θα είχαν δηλητηριαστεί ως την στιγμή που έλαβε χώρα το συμβάν του κατασκοπευτικού αεροπλάνου στο Hainan. Ωστόσο, ευτυχώς, η ξεκάθαρη επικοινωνία λειτούργησε. Ο βομβαρδισμός διατάραξε τις σχέσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, αλλά δεν τις εκτροχίασε. Η Κίνα ήταν αποφασισμένη να χειριστεί το ζήτημα χωρίς να διακυβεύσει τον μακροπρόθεσμο στόχο της ένταξής της στον ΠΟΕ. Ο Κινέζος πρόεδρος, Ζιάνγκ Ζεμίν, συζητούσε την ένταξη της Κίνας στον ΠΟΕ με τον Κλίντον από τότε που οι δυο τους συναντήθηκαν στο Σιάτλ το 1993. Όταν βομβαρδίστηκε η πρεσβεία, η Κίνα σταμάτησε τις συνομιλίες με τους Αμερικανούς. Τον Μάιο, ο Κλίντον κάλεσε την Κίνα για να πει ότι λυπάται, και ότι ήθελε να επαναλάβει τις συνομιλίες. Ο Jiang αντέταξε ότι η τρέχουσα ατμόσφαιρα ήταν δυσμενής για συζήτηση. Τον Αύγουστο, ο Jiang είπε ότι ήταν πρόθυμος να αρχίσει να μιλάει ξανά, αλλά ο Κλίντον θα έπρεπε να γράψει μια επίσημη επιστολή απολογίας. Η Κλίντον το έκανε˙ η επιστολή έφθασε στις 27 Αυγούστου. Το κινεζικό Πολιτικό Γραφείο αποφάσισε ότι η επανέναρξη των συνομιλιών θα συνέβαλε στην σταθεροποίηση της σχέσης ΗΠΑ-Κίνας και θα ήταν προς το συμφέρον της Κίνας. Οι δύο χώρες άρχισαν τελικά να μιλούν και πάλι τον Σεπτέμβριο. Ο John Wayne είπε [κάποτε] ότι η απολογία είναι «ένα σημάδι αδυναμίας». Σε αυτή την περίπτωση, ήταν εκείνο που χρειαζόταν για να εκτονωθεί η κατάσταση.

Η κρίση του κατασκοπευτικού αεροπλάνου το 2001 είχε τα στοιχεία μιας τραγωδίας σε πολλά διαφορετικά σημεία. Καταρχάς, και οι δύο πλευρές αντέδρασαν με θυμό. Οι Κινέζοι υποστήριζαν ότι το αεροσκάφος των ΗΠΑ είχε χτυπήσει σκόπιμα το [κινεζικό] μαχητικό˙ απαίτησαν μια συγγνώμη και αποζημιώσεις. Ο πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών στην Κίνα, Joseph Prueher, ένας πρώην ναύαρχος που γνώριζε κάτι σχετικά με αυτά τα θέματα, επεσήμανε ότι ήταν αδύνατο για ένα πιο αργό αεροπλάνο να προλάβει και να χτυπήσει ένα πιο γρήγορο. Η Ουάσιγκτον εξοργίστηκε από την ανεύθυνη συμπεριφορά της Κίνας στον διεθνή εναέριο χώρο. Σε εκείνο το σημείο, τα πράγματα θα μπορούσαν να έχουν εκφυλιστεί. Το πλήρωμα των ΗΠΑ θα μπορούσε να υποστεί κακομεταχείριση στο [νησί] Χαϊνάν. Οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ θα μπορούσαν να συνεχίσουν να επιμένουν ότι οι Κινέζοι ήταν οι υπαίτιοι. Οποιαδήποτε από αυτές τις εξελίξεις θα μπορούσε εύκολα να προκαλέσει συγκρούσεις. Η ένταση εκείνης της σύγκρουσης θα εξαρτιόταν από περαιτέρω αποφάσεις, αλλά μόλις αρχίσει η βία, έχει την συνήθεια να κλιμακώνεται.

Σύντομα, όμως, τα πνεύματα ηρέμησαν. Ο Prueher, μετά από συνομιλία με τον Kenneth Lieberthal, πρώην αξιωματούχο του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας του Κλίντον ο οποίος συνέβη να βρίσκεται τότε στο Πεκίνο, αποφάσισε μια αλλαγή πλεύσης. Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Κόλιν Πάουελ, ήταν πρόθυμος να τον αφήσει να δοκιμάσει. Αν και συνέχισε να αρνείται να πληρώσει αποζημιώσεις και να προσφέρει μια επίσημη συγγνώμη, ο Prueher απέφυγε να κατηγορήσει τους Κινέζους για το περιστατικό και επικεντρώθηκε στην εξασφάλιση της απελευθέρωσης του πληρώματος. «Ο στόχος μας και ο στόχος των Κινέζων, ήταν ίδιοι: Να ανακτήσουμε το πλήρωμα», ανέφερε αργότερα. Οι Αμερικανοί αποφάσισαν ότι θα μπορούσαν να εκφράσουν θλίψη για το θάνατο του πιλότου και για την αποτυχία των Κινέζων να ακούσουν την κλήση του [αμερικανικού] αεροπλάνου, χωρίς όμως να ζητήσουν συγνώμη. Οι Κινέζοι αποφάσισαν ότι θα μπορούσαν να ερμηνεύσουν τέτοιες εκφράσεις ως σαν να αποτελούν μια συγγνώμη, παρόλο που οι Αμερικανοί είπαν ότι δεν ήταν τίποτε τέτοιο. Μια επιστολή που εξέφραζε αυτά τα αισθήματα έσωσε τα προσχήματα για όλους και αντιμετώπισε την ανάγκη περαιτέρω κλιμάκωσης. Το στοίχημα των Ολυμπιακών Αγώνων του 2008 ήταν ακόμη σε εκκρεμότητα˙ η ψηφοφορία για την ένταξη της Κίνας στον ΠΟΕ δεν έχει ακόμη διεξαχθεί˙ και όταν όλα είχαν ειπωθεί και γίνει, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Κίνας. Υπήρχαν τόσα πολλά για τα οποία η Κίνα χρειαζόταν τις Ηνωμένες Πολιτείες, που δεν μπορούσε να αντέξει να θυσιάσει τα συμφέροντά της μόνο για να υποδηλώσει κάτι για έναν νεκρό πιλότο.

Κάθε μια από αυτές τις περιπτώσεις περιείχε τους σπόρους του Γ’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι σπόροι αυτοί δεν κατάφεραν να βλαστήσουν χάρη στις αποφάσεις που έλαβε η κάθε πλευρά κατά την διάρκεια της κρίσης. Κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι η Κίνα ήταν πρόθυμη να υποχωρήσει στο παρελθόν όταν ένας πόλεμος θα ήταν αυτοκτονικός, αλλά δεν θα το έκανε τώρα που είναι ισχυρότερη. Αλλά αυτός ο κυνισμός αγνοεί δύο σημεία. Πρώτον, οι άνθρωποι συχνά κάνουν αυτοκτονικά πράγματα. Το ότι οι κρίσεις εκείνες κατέληξαν στο σημείο που έφτασαν, χρειάστηκε τεράστια ανευθυνότητα από κάθε πλευρά. Δεύτερον, ένας πόλεμος μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών και πάλι θα ήταν αυτοκτονικός. Οι πόλεμοι είναι δύσκολο να προβλεφθούν, αλλά ένα πράγμα είναι σαφές: Μια σύγκρουση μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας δεν θα είχε νικητές.

ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΩΣ ΕΜΠΝΕΥΣΗ

Αυτά τα παραδείγματα παρέχουν ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο, σε μια κρίση, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να πλοηγηθούν προς την ασφάλεια. Η πρώτη συνοψίζεται καλύτερα από το δόγμα του προέδρου των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, «Μην κάνετε ηλίθια πράγματα» (“Don’t do stupid shit”). Το να προσφέρονται ασυνάρτητες απαντήσεις, το να δοκιμάζονται πύραυλοι σε μια προσπάθεια επηρεασμού εκλογών, το να βομβαρδίζεται μια πρεσβεία και να καταρρίπτεται ένα αεροπλάνο, όλα είναι κακές ιδέες. Μέχρι στιγμής είναι τόσο προφανές, αλλά η ιστορία υποδεικνύει ότι στους κορυφαίους αξιωματούχους πρέπει να υπενθυμίζεται η σημασία του να μην κάνουν ηλίθια πράγματα. Οι κατώτεροι αξιωματούχοι, οι οποίοι συχνά είναι υπεύθυνοι για την λήψη αυτών των αποφάσεων, θα επωφεληθούν από αυτό το ίδιο μάθημα. Να μην βιάζονται να αλλάξουν τα πράγματα στην Ταϊβάν, να δίνουν στα ξένα σκάφη ευρύ αγκυροβόλιο στην θάλασσα, να μην εκτοξεύουν απειλές από τις οποίες κανείς δεν μπορεί να υποχωρήσει: Αυτοί οι κανόνες θα πρέπει να εσωτερικοποιηθούν από όλους όσους εργάζονται υπό οποιαδήποτε ιδιότητα στις αμερικανο-κινεζικές σχέσεις.

Το δεύτερο μάθημα είναι ότι ακόμα κι αν όλοι οι ενδιαφερόμενοι κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν, ηλίθια πράγματα και πάλι θα συμβούν, γενικά όταν το περιμένει κανείς λιγότερο. Μπορεί να χρειαστεί μόνο ένα λάθος για να πάνε όλα πάρα πολύ άσχημα. Αυτό σημαίνει ότι η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να ανταποκριθούν σε μελλοντικές κρίσεις, γεγονός που μας φέρνει στην τρίτη κατευθυντήρια γραμμή: Άσε στην άλλη πλευρά ένα καθαρό μονοπάτι εξόδου από το χάος. Οι άνθρωποι τείνουν να αντιδρούν άσχημα όταν είναι στριμωγμένοι σε μια γωνία. Δώσε τους έναν τρόπο να αναδυθούν με αξιοπρέπεια και ίσως να τον δεχθούν. Το ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έστειλαν αεροπλανοφόρο στο Στενό της Ταϊβάν έδωσε στην Κίνα περιθώριο για να αποκλιμακώσει, όπως έκανε και η απόφαση των ΗΠΑ να ζητήσουν συγνώμη για τον βομβαρδισμό της πρεσβείας. Το ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έγραψαν κάτι που θα μπορούσε να διαβαστεί ως συγγνώμη το 2001, έδωσε στους Κινέζους περιθώριο να απελευθερώσουν τους φυλακισμένους, γεγονός που με την σειρά του επέτρεψε στους Αμερικανούς να αποσυρθούν αξιοπρεπώς. Η ταπείνωση δεν πηγαίνει καλά με την ειρήνευση. Σε μια κρίση, κάθε πλευρά θα πρέπει να αναρωτηθεί: Η πορεία που ακολουθώ επιτρέπει στον ομόλογό μου να κερδίσει μια αξιοπρεπή υποχώρηση;

Το τελευταίο μάθημα είναι να θυμηθούμε τον κόσμο πέρα από την τρέχουσα κρίση. Ένα από τα πράγματα που μπορούν να βοηθήσουν να τερματιστούν οι αντιπαραθέσεις είναι η υπενθύμιση ότι η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τεράστια συμμετοχή [η μια χώρα] στην ευημερία της άλλης. Κατά την διάρκεια του τελευταίου τετάρτου αιώνα, η σχέση της Κίνας με τις Ηνωμένες Πολιτείες υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από την Ταϊβάν ή τα κατασκοπευτικά αεροπλάνα. Για την Κίνα, ήταν σχετικά με το εμπόριο, τις ανταλλαγές τεχνολογίας, την προσχώρηση στον ΠΟΕ, το στοίχημα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, η σχέση ήταν σχετικά με το να φέρει την Κίνα στην διεθνή κοινότητα. Υπήρχαν μεγαλύτερα διακυβεύματα από ό, τι φάνηκε κατά την διάρκεια της κάθε κρίσης. Αυτό παραμένει αληθές και σήμερα. Παρόλο που η επιχειρηματική κοινότητα, άλλοτε πολύ ηχηρή στα αιτήματά της για καλές σχέσεις, έχει απογοητευτεί, η σχέση πηγαίνει πέρα από το κέρδος (και οι επιχειρήσεις των ΗΠΑ έχουν δείξει απροθυμία να εγκαταλείψουν συνολικά την αγορά της Κίνας). Ένα πλήθος ζητημάτων –η κλιματική αλλαγή, η τρομοκρατία, το εμπόριο, η μείωση της φτώχειας, η αποφυγή ενός Αρμαγεδώνα- απαιτεί από τις δύο χώρες να τα πάνε καλά [μεταξύ τους] για δικό τους καλό. Μια λίστα με τα θέματα αυτά πρέπει να υπάρχει στον τοίχο όσων εργάζονται για τις σινο-αμερικανικές σχέσεις.

Αυτά τα διδάγματα μοιάζουν κοινότοπα, αλλά οι κοινοτοπίες έχουν σημασία. Σε περιόδους όπως αυτές, όταν οι συζητήσεις για συγκρούσεις είναι διαδεδομένες, [τα διδάγματα] χρειάζονται ενίσχυση. Ίσως οι Αμερικανοί και οι Κινέζοι αξιωματούχοι θα πρέπει να οργανώσουν μια σειρά συναντήσεων για να αναλύσουν παρελθούσες κρίσεις και να αναρωτηθούν: Πώς βγήκαμε από αυτές ζωντανοί; Και πώς μπορούμε να το κάνουμε και πάλι; Ο Christopher Clark έγραψε πρόσφατα [6] ότι «η αναζήτηση της ειρήνης» απαιτούσε «επιτεύγματα της φαντασίας τόσο διαρθρωμένα και εντυπωσιακά όπως η δημιουργικότητα της επιστημονικής φαντασίας και η μαγεία που επενδύουμε στους μελλοντικούς πολέμους». Οι Κινέζοι και οι Αμερικανοί που απέφυγαν τον πόλεμο στο παρελθόν πρέπει να ξεκινήσουν να υπολογίζουν το πώς θα μπορούσαν αυτά τα επιτεύγματα της φαντασίας να μοιάζουν τώρα.

Copyright © 2018 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2018-12-03/avoiding-war-be...

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2018-02-13/china-r...
[2] https://www.usip.org/sites/default/files/resources/PW61_FinalApr16.pdf
[3] http://carnegieendowment.org/2006/12/04/managing-sino-american-crises-ca...
[4] http://people.duke.edu/~niou/teaching/Ross.pdf
[5] http://www.cas.fudan.edu.cn/viewprofile.en.php?id=62
[6] https://www.nybooks.com/articles/2018/11/22/future-war-reality-not-threat/

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition