Γιατί η Ρωσία μπορεί να κλείσει το Διαδίκτυο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί η Ρωσία μπορεί να κλείσει το Διαδίκτυο

Η μακρά εμμονή του Κρεμλίνου με τον κεντρικό έλεγχο

Το πρωί της Κυριακής 10 Μαρτίου, χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στο κέντρο της Μόσχας για να διαμαρτυρηθούν για την πρόταση νέας νομοθεσίας που καταστέλλει την ελευθερία του Διαδικτύου. Ανέμιζαν πλακάτ που έγραφαν «Σώστε το ίντερνετ, Σώστε την Ρωσία», «Απομόνωση - Είναι θάνατος» και «ΟΧΙ στην ψηφιακή σκλαβιά». Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, ο οποίος παρακολουθούσε τις διαμαρτυρίες στην τηλεόραση του, ήταν δυσάρεστα έκπληκτος. «Ένας από τους ομιλητές στην συγκέντρωση ισχυρίστηκε ότι το Κρεμλίνο ήθελε να πατήσει ένα κουμπί και να κλείσει το Διαδίκτυο», δήλωσε στο ρωσικό πρακτορείο Interfax. «Είναι απολύτως λάθος! Γιατί δεν ανησυχούν ότι κάποιος στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού θα πατήσει αυτό το κουμπί;».

31032019-1.jpg

Κατά την διάρκεια μιας διαδήλωσης ενάντια στον αυστηρότερο κρατικό έλεγχο του Διαδικτύου, στη Μόσχα, τον Μάρτιο του 2019. SHAMIL ZHUMATOV / REUTERS
-------------------------------------------------------------------------

Ο Πεσκόφ επανέλαβε την επίσημη προπαγάνδα, η οποία ισχυρίζεται ότι η νέα νομοθεσία είναι απαραίτητη για να σταματήσει την Αμερική από το να αποκόψει την Ρωσία από το Διαδίκτυο. Αλλά οι διαδηλωτές έχουν βάσιμους λόγους να πιστεύουν ότι είναι το Κρεμλίνο, κι όχι κάποια Δυτική συνωμοσία, που θέτει σε κίνδυνο την πρόσβασή τους στο Διαδίκτυο.

Τον Μάρτιο, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, υπέγραψε νόμο που καθιστά έγκλημα την δημοσίευση «ψευδών ειδήσεων» ή την «ασέβεια [έναντι] των Αρχών» στα κοινωνικά μέσα ενημέρωσης. Ένα άλλο νομοσχέδιο για την «ψηφιακή κυριαρχία» αποσκοπεί στο να παράσχει στο Κρεμλίνο την δυνατότητα να αποκόψει την Ρωσία, ή μια συγκεκριμένη ρωσική περιοχή, από το παγκόσμιο Διαδίκτυο. Τα δύο νομοσχέδια ασχολούνται με διαφορετικά πράγματα -το περιεχόμενο και την υποδομή- αλλά και τα δύο έχουν τον ίδιο στόχο, τον οποίο ο Πούτιν ήθελε να επιτύχει επί δύο δεκαετίες: Να στερήσει τον λαό από τα μέσα για να ξεκινήσει μια επανάσταση.

Το 1991, ο Πούτιν και οι σύντροφοί του από την KGB επλήγησαν από την απρόβλεπτη κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Δεν ήθελαν άλλες εκπλήξεις. Ήδη από το 1999, ο Πούτιν διακήρυξε [2] ότι στόχος του ήταν η πολιτική σταθερότητα -η διατήρηση του καθεστώτος. Οι σύμβουλοι του Πούτιν πρότειναν μια απλή λύση για την απειλή της επανάστασης: Τον έλεγχο των μέσων με τα οποία νόμιζαν ότι οργανώνονται οι άνθρωποι. Κατά την διάρκεια της πρώτης θητείας του Πούτιν, η κυβέρνηση γονάτισε τα συνδικάτα, τα κόμματα της αντιπολίτευσης και τα ανεξάρτητα τηλεοπτικά κανάλια. Αλλά όταν στις αρχές της δεκαετίας του 2000 άρχισε μια σειρά λαϊκών διαμαρτυριών, γνωστών ως οι χρωματιστές επαναστάσεις, σε αρκετούς γείτονες της Ρωσίας –στην Γεωργία, την Σερβία και την Ουκρανία- κατέστη σαφές ότι η ρωσική κυβέρνηση είχε στοχεύσει τα λάθος πράγματα. Το Κρεμλίνο πίστευε ότι οι χρωματιστές επαναστάσεις ήταν το προϊόν κινημάτων της νεολαίας που ξεκίνησαν από το μηδέν, ακολουθώντας –έτσι σκεπτόταν η Μόσχα- ένα πολιτικό εργαλείο σχεδιασμένο από το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ για να αντιμετωπίσει ειδικά χώρες όπως η Ρωσία.

Από τότε, το Κρεμλίνο έχει κλειδωθεί σε μια φανταστική κούρσα εξοπλισμών με το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ. Κάθε απροσδόκητη πολιτική αλλαγή σε μια γειτονική χώρα -και στην ίδια την Ρωσία- θεωρήθηκε ως εκδήλωση της συνεχώς εξελισσόμενης τακτικής των Αμερικανών. Το 2011, όταν οι Μοσχοβίτες βγήκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν για την επιστροφή του Πούτιν στην προεδρία, το Κρεμλίνο είδε τον σημαντικό ρόλο του Facebook και του Twitter στο να οργανώνει τις συγκεντρώσεις ως μια ακόμα πονηρή κίνηση από την Ουάσινγκτον, η οποία προφανώς βρήκε έναν τρόπο να χρησιμοποιήσει το Διαδίκτυο ενάντια στις απολυταρχίες. Ο ρόλος των κοινωνικών μέσων στις διαδηλώσεις προσέφερε μια οξεία προειδοποίηση: Οι Υπηρεσίες ασφαλείας θα μπορούσαν εύκολα να αποτύχουν να προλάβουν μια επανάσταση, καθώς οι διαδηλώσεις που οργανώνονται μέσω του Facebook δεν έχουν ηγέτες και δεν υπάρχουν οργανώσεις έξω από το ίντερνετ στις οποίες οι κυβερνητικοί πράκτορες θα μπορούσαν να διεισδύσουν και να τις διακόψουν.

Τα τελευταία έξι χρόνια, το Κρεμλίνο προσπαθεί να βρει λύση στο πρόβλημα του Διαδικτύου. Η κυβέρνηση έχει περάσει ένα μπαράζ κατασταλτικής νομοθεσίας για το Διαδίκτυο, συμπεριλαμβανομένων του να βάζει σε μαύρη λίστα απαγορευμένους ιστότοπους και του να καταστήσει έγκλημα το να χλευάζεται η επίσημη γραμμή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά χωρίς καμιά εμφανή επίδραση [στην καθημερινή ζωή]. Ευαίσθητες πληροφορίες, όπως οι αναφορές στην ρωσική στρατιωτική παρουσία στην Ουκρανία και την Συρία και οι εκθέσεις για την διαφθορά των αξιωματούχων του Κρεμλίνου, παραμένουν διαθέσιμες στο διαδίκτυο.

Το Κρεμλίνο ελπίζει ότι τα τελευταία δύο νομοσχέδια θα κάνουν μια σημαντική πρόοδο. Ο λεγόμενος νόμος των ψευδών ειδήσεων θα πρέπει να βοηθήσει στην εξάλειψη περιεχομένου που θα μπορούσε να προκαλέσει αναταραχές, και το σχέδιο νόμου για την ψηφιακή κυριαρχία δίνει στην κυβέρνηση τον έλεγχο της κίνησης στο Διαδίκτυο μέσα στην Ρωσία και πέρα από τα σύνορά της. Ο νόμος θα απαιτεί από τα σημεία ανταλλαγής (Internet exchange points) του ρωσικού Διαδικτύου, μέσω των οποίων οι πάροχοι υπηρεσιών Διαδικτύου ανταλλάσσουν κίνηση (traffic) μεταξύ των δικτύων τους, και από τους παρόχους υπηρεσιών Διαδικτύου να αναφέρουν σε μια κυβερνητική Υπηρεσία το πώς κατευθύνουν την κίνηση, και να εγκαθιστούν ειδικό εξοπλισμό που θα παρέχεται από το Κρεμλίνο.

Αυτός ο εξοπλισμός έχει δύο κύριες λειτουργίες: Να εμποδίζει την πρόσβαση σε πληροφορίες που θεωρούνται επιβλαβείς από τις Αρχές και να ανακατευθύνει ή να διακόπτει την κυκλοφορία [των δεδομένων στο ίντερνετ]. Ο πρώτος πρέπει να είναι ενεργός όλη την ώρα˙ ο δεύτερος προορίζεται να χρησιμοποιηθεί κατά την διάρκεια μιας κρίσης. Ήδη, η κυβέρνηση έχει δείξει πώς θα λειτουργήσει. Το περασμένο φθινόπωρο, η Ινγκουσετία, μια μικρή δημοκρατία στον Βόρειο Καύκασο, συνήψε μια συμφωνία επαναχάραξης των συνόρων της με την Τσετσενία. Έκτοτε, οι Ινγκουσέτιοι διαδηλωτές πραγματοποίησαν περιοδικές διαδηλώσεις ενάντια στην ανταλλαγή εδαφών. Σε απάντηση, ο περιφερειακός υποσταθμός της FSB ανέθεσε στους τοπικούς φορείς να διακόψουν την πρόσβαση στο Διαδίκτυο μέσω κινητών τηλεφώνων στην Ινγκουσετία για δύο εβδομάδες τον Οκτώβριο. Το ίδιο συνέβη στις 16 Μαρτίου, κατά την διάρκεια συνάντησης τοπικών ακτιβιστών στη Nazran, τη μεγαλύτερη πόλη της Ινγκουσετίας. Το κινητό Διαδίκτυο έκλεισε στην περιοχή μέχρι την λήξη της συνάντησης. Το Κρεμλίνο ελπίζει ότι ο νέος νόμος θα του επιτρέψει να ξεκινήσει παρόμοια κλεισίματα εξ αποστάσεως, δίνοντας σε ένα κέντρο διοίκησης στη Μόσχα το έλεγχο επί του εξοπλισμού που θα εγκατασταθεί στις εγκαταστάσεις όλων των παρόχων υπηρεσιών Διαδικτύου, των ανταλλαγών στο Διαδίκτυο, και των σημείων διέλευσης των συνόρων.

ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΜΗΧΑΝΗΜΑ

Αυτή η εμμονή με τον κεντρικό έλεγχο πηγάζει από το τραυματικό παρελθόν της Ρωσίας. Το Κρεμλίνο εξακολουθεί να στοιχειώνεται από το φάντασμα της ρωσικής επανάστασης. Τον Σεπτέμβριο του 1917, ο Βλαντιμίρ Λένιν είπε [3] στους υποστηρικτές του: «Πρέπει να ... καταλάβουμε αμέσως τις τηλεγραφικές και τηλεφωνικές επικοινωνίες, να μετακινήσουμε την έδρα της εξέγερσης στο κεντρικό τηλεφωνικό κέντρο». Λίγες εβδομάδες αργότερα, οι στρατιώτες της Κόκκινης Φρουράς έκαναν ακριβώς αυτό.

Οι άμεσοι διάδοχοι του Λένιν έμαθαν καλά το μάθημα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, η Central Telegraph (Κεντρική Τηλεγραφική), η οποία χειριζόταν το ρωσικό τηλεγραφικό σύστημα, έχτισε το αρχηγείο της σε απόσταση αναπνοής από το Κρεμλίνο, στην οδό Tverskaya. Ο έλεγχος επί των επικοινωνιών, [ως] το μέσο μιας πιθανής εξέγερσης, ήταν ουσιαστικός, οπότε οι σοβιετικές μυστικές Υπηρεσίες ήταν πάντα κοντά. Ο Genrikh Yagoda, ο τρομακτικός αρχηγός της μυστικής αστυνομίας του Στάλιν, διέθετε ένα ευρύχωρο γραφείο στο κτίριο, καθώς ήταν επίσης επίτροπος Επικοινωνιών. Ο Gennady Kudryavtsev, ο τελευταίος Σοβιετικός υπουργός Επικοινωνιών, μου είπε το 2014 ότι ένας προσωπικός ανελκυστήρας στο γραφείο του Yagoda στην Central Telegraph «οδηγούσε στο υπόγειο και στην συνέχεια στο μετρό. Το έλεγξα –το φρεάτιο του ανελκυστήρα ήταν ακόμα εκεί». Σήμερα, το κτίριο της Central Telegraph στεγάζει το Υπουργείο Επικοινωνιών της Ρωσίας και οι μυστικές Υπηρεσίες είναι ακόμα κοντά.

Οι Σοβιετικοί ήθελαν απεγνωσμένα να ελέγχουν όλες τις επικοινωνίες από μια κεντρική τοποθεσία, αλλά η τεχνολογία τους απογοήτευσε. Οι τηλεφωνικές γραμμές στην Σοβιετική Ένωση ήταν τόσο κακές ώστε οι κλήσεις δεν μπορούσαν να παρακολουθούνται από απόσταση, οπότε η KGB αναγκάστηκε να χτίσει εκατοντάδες σημεία παρακολούθησης σε ολόκληρη την χώρα.

Αυτές τις μέρες, η ρωσική τεχνολογία επικοινωνιών είναι πολύ πιο αξιόπιστη, χάρη στην ακμάζουσα ρωσική βιομηχανία πληροφορικής. Αυτό έδωσε την ελπίδα στο Κρεμλίνο ότι μπορεί τελικά να εκπληρώσει το σοβιετικό όνειρο να διευθύνει όλες τις επικοινωνίες της χώρας από μια θέση στη Μόσχα.

Είναι δύσκολο να πούμε πόσο εφικτή είναι η φιλοδοξία του Κρεμλίνου. Πολλοί ειδικοί, συμπεριλαμβανομένων ακτιβιστών από την Roskomsvoboda, τον μόνο ανεξάρτητο παρατηρητής λογοκρισίας στο Διαδίκτυο της Ρωσίας, πιστεύουν ότι οι επικοινωνίες στο Διαδίκτυο θα μπορούσαν να ελέγχονται κεντρικά για ορισμένες περιοχές και ορισμένες υπηρεσίες, όπως το YouTube, αλλά όχι για ολόκληρη την χώρα, και όχι για κάθε είδους κίνηση [δεδομένων]. Οι νέοι νόμοι ενδέχεται να πλήξουν την ρωσική υποδομή και να αφήσουν τους Ρώσους με χαμηλότερες ταχύτητες στο Διαδίκτυο, αν και η έκταση της ζημίας είναι δύσκολο να εκτιμηθεί. Ωστόσο, η ζημιά στην διεθνή φήμη των ρωσικών εταιρειών Διαδικτύου έχει ήδη γίνει.

Η Ρωσία είναι μια από τις λίγες χώρες με εγχώριες φίρμες Διαδικτύου που απολαμβάνουν ισχυρότερη φήμη στην χώρα από ότι οι ξένες. Οι εταιρείες του Διαδικτύου της Ρωσίας χτίστηκαν χωρίς καμία κρατική στήριξη, και αποτελούν πηγή εθνικής υπερηφάνειας. Για έξι χρόνια μετά τις διαμαρτυρίες του 2011, αντιστάθηκαν στην κυβερνητική πίεση, μερικές φορές εκφράζοντας ακόμη και δημόσια την ανησυχία τους με την ολοένα και πιο σοβιετική προσέγγιση που προωθεί το Κρεμλίνο για την ρύθμιση του Διαδικτύου. Αυτή η αντίσταση έληξε φέτος. Οι δύο μεγαλύτερες ρωσικές φίρμες του Internet –η Yandex (ρωσική έκδοση της Google) και η Mail.Ru [4] (που κατέχει τις δύο δημοφιλέστερες ρωσικές ιστοσελίδες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, την VKontakte και την Odnoklassniki)- βγήκαν προς υποστήριξη [5] του νόμου της ψηφιακής κυριαρχίας τον Ιανουάριο, όταν η κυβέρνηση υποσχέθηκε να πληρώσει για τον νέο εξοπλισμό. Σε μια παγκόσμια κοινωνία της πληροφορίας, η τεχνολογία μπορεί να βοηθήσει την αντίσταση στις αυταρχικές κυβερνήσεις, αλλά οι άνθρωποι που διαχειρίζονται τις εταιρείες τεχνολογίας συχνά δεν το κάνουν.

Copyright © 2019 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2019-03-29/wh...

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.amazon.com/Red-Web-Struggle-Dictators-Revolutionaries/dp/161...
[2] http://www.ng.ru/politics/1999-12-30/4_millenium.html
[3] https://www.marxists.org/archive/trotsky/1924/lessons/ch7.htm
[4] https://protect-us.mimecast.com/s/wP9LCER6q9CoNR6CZsHkn?domain=mail.ru
[5] https://www.themoscowtimes.com/2019/02/01/russia-flirts-with-internet-so...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition