Η πιο δύσκολη δουλειά της Christine Lagarde δεν είναι στα καθήκοντά της | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η πιο δύσκολη δουλειά της Christine Lagarde δεν είναι στα καθήκοντά της

Η αναβίωση της οικονομίας της Ευρώπης θα χρειαστεί περισσότερα από μια νομισματική πολιτική

Η ΕΚΤ αντιμετωπίζει ένα ρίσκο που οι άλλες κεντρικές τράπεζες δεν αντιμετωπίζουν, επειδή οι συμμετέχουσες εθνικές κυβερνήσεις μπορούν να αποχωρήσουν από το ευρώ ως κοινό νόμισμα. Μέχρι στιγμής, καμία χώρα δεν το έπραξε: Οι κυβερνήσεις στην ευρωζώνη έχουν κάνει μια σοβαρή δέσμευση στο ευρώ, και οι δημοσκοπήσεις [6] δείχνουν ότι το νόμισμα είναι πολύ δημοφιλές, ακόμη και αν η ίδια η ΕΚΤ δεν είναι. Επιπλέον, το κόστος εγκατάλειψης της ευρωζώνης θα ήταν καταστροφικό. Αλλά οι κυβερνήσεις αλλάζουν και το ίδιο κάνει και η κοινή γνώμη. Στην πιο σκοτεινή φάση της ελληνικής χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2015, υπήρξε μια σοβαρή συζήτηση στην Γερμανία σχετικά με το εάν θα έπρεπε να ζητηθεί από την Ελλάδα να εγκαταλείψει το ευρώ, έστω και προσωρινά. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς μια τέτοια συζήτηση να λαμβάνει χώρα στη Νέα Υόρκη προκειμένου το Μίτσιγκαν να εγκαταλείψει το δολάριο.

ΠΑΣΧΙΖΟΝΤΑΣ ΓΙΑ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ

Όπως και οι κεντρικές τράπεζες παντού, η ΕΚΤ κάποτε ήταν ένα αδιαφανές και μάλλον μυστηριώδες χρηματοπιστωτικό ίδρυμα. Ο πρώτος πρόεδρος της ΕΚΤ, ο Wim Duisenberg, εξέπληξε [7] τις αγορές μειώνοντας τα επιτόκια τον Απρίλιο του 1999. Ήταν προδήλως υπερήφανος για αυτό το επίτευγμα. Τώρα οι κεντρικές τράπεζες παντού -συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ- είναι πιο προσεκτικές στο να σηματοδοτούν τις αλλαγές πολιτικής πολύ νωρίτερα.

Στην τελευταία συνέντευξη Τύπου του ως πρόεδρος, ο Ντράγκι αναγνώρισε ότι η καλή νομισματική πολιτική πρέπει να είναι και δημόσια και δημοφιλής. Ενθάρρυνε την ΕΚΤ και τους εθνικούς ομολόγους της να «πασχίζουν για την διαφάνεια». Μια τέτοια ανοικτότητα, εξήγησε, όχι μόνο θα επηρεάσει τις αγορές αλλά και θα προστατεύσει την αυτονομία των κεντρικών τραπεζιτών, διότι «η ανεξαρτησία μιας κεντρικής τράπεζας είναι … βασισμένη στην υποστήριξη που απολαμβάνει».

Η Lagarde θα συνεχίσει να δίνει έμφαση στην διαφάνεια. Στις ακροάσεις για την έγκρισή της [8] ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Lagarde υπογράμμισε ότι «η αποτελεσματικότητα της νομισματικής πολιτικής μπορεί να ενισχυθεί με κατάλληλες εθνικές και ευρωπαϊκές πολιτικές, και από την εμπιστοσύνη του κοινού». Τόνισε επίσης ότι μια από τις «προτεραιότητες της [δικής της] προεδρίας … θα είναι να ενισχύσει αυτή την γέφυρα με το κοινό».

Η ίδια έχει σίγουρα τις ικανότητες για την επίτευξη αυτού του στόχου. Στο ΔΝΤ, η Lagarde έφερε την ανισότητα των φύλων [9] και των εισοδημάτων στην συζήτηση για την χάραξη μακροοικονομικής πολιτικής και, κάνοντας αυτό, επέβλεψε μια θεμελιώδη αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο σκέπτεται το ΔΝΤ αλλά και τον τρόπο με τον οποίο γίνεται [το ΔΝΤ] αντιληπτό [από το κοινό]. Αν μπορέσει να φέρει πειθαρχία και διαφάνεια στις επικοινωνίες των κεντρικών τραπεζών στην ευρωζώνη, ίσως να είναι σε θέση να αυξήσει την εμπιστοσύνη προς την ΕΚΤ -ιδίως σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, όπου οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι υστερεί περισσότερο.

Ταυτόχρονα, η Λαγκάρντ θα πρέπει να φέρει μαζί εκείνους τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τους πολιτικούς στην Γερμανία και αλλού, οι οποίοι είχαν διαφωνήσει πιο δυναμικά από το στυλ ηγεσίας του Ντράγκι. Η Γερμανίδα οικονομολόγος Isabel Schnabel πρόσφατα διορίστηκε [10] για μια θέση στο εκτελεστικό συμβούλιο της τράπεζας, όπου η παρουσία της μπορεί να δημιουργήσει ένα άνοιγμα. Η Schnabel είναι γνωστή μεταξύ των οικονομολόγων για την προθυμία της να συμμετάσχει σε δημόσιες συζητήσεις για την κεντρική τραπεζική και τη νομισματική πολιτική. Πιο σημαντικό, δεν ήταν στο Διοικητικό Συμβούλιο και συνεπώς επίσης δεν είχε εμπλακεί στις πολύ δημόσιες διαιρέσεις που ξέσπασαν κατά την διάρκεια της προεδρίας του Ντράγκι.

Ο διορισμός της παρέχει στην Lagarde την ευκαιρία να δημιουργήσει μια γέφυρα μεταξύ της ΕΚΤ και της γερμανικής οικονομικής κοινότητας. Εάν οι Lagarde και Schnabel μπορέσουν να διαμορφώσουν ένα κοινό όραμα για τον τρόπο λειτουργίας της ΕΚΤ, τότε θα προχωρήσουν πολύ προς την κατεύθυνση της επούλωσης των ρηγμάτων του Διοικητικού Συμβουλίου.

ΕΝΑ ΒΑΡΥ ΣΤΕΜΜΑ

Ο Draghi είναι ευρέως σεβαστός στον σφιχτοδεμένο κόσμο των κεντρικών τραπεζιτών για την γνώση και την εμπειρία του. Η ηγεσία του κατά την διάρκεια της οικονομικής κατάρρευσης της ευρωζώνης τον έκανε δημοφιλέστερο στο κοινό απ' όσο ήταν ποτέ οι προκάτοχοί του. Ακόμη και οι μη ειδικοί αναγνωρίζουν ότι ο Ντράγκι -περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο Ευρωπαίο νομοθέτη- ήταν εκείνος που τράβηξε την Ευρώπη από το χείλος της κρίσης.

Ωστόσο, οι ενέργειες του Ντράγκι τους τελευταίους μήνες έχουν ξανανοίξει παλιές πληγές και αναζωπύρωσαν διαξιφισμούς για τη νομισματική πολιτική. Από την αρχή της θητείας του, οι ισχυρότερες οικονομίες στην Ευρώπη αντιτάχθηκαν στις προσπάθειές του να χαλαρώσει τη νομισματική πολιτική με τις μεγάλης κλίμακας αγορές περιουσιακών στοιχείων επειδή ανησυχούσαν ότι αυτό θα ενθάρρυνε τις κυβερνήσεις στην περιφέρεια της ευρωζώνης να δανείζονται υπερβολικά με χαμηλά επιτόκια και να ζουν πέρα από τις δυνατότητές τους.

Η απόφασή του να εντείνει τα μέτρα αυτά τον Σεπτέμβριο προκάλεσε την επανεμφάνιση και την ανάπτυξη αυτής της αντιπολίτευσης. Στην κορύφωση της κρίσης το 2011 και το 2012, η Γερμανία ήταν ο πιο ηχηρός αντίπαλος των άμεσων αγορών περιουσιακών στοιχείων. Τώρα ο χορός έχει διευρυνθεί: Οι Γάλλοι συμμετέχοντες στο Διοικητικό Συμβούλιο έχουν καταγράψει την αποδοκιμασία τους για τα μέτρα ατά. Μετά από μήνες διαπραγματεύσεων, ο Ντράγκι κατάφερε να ξεπεράσει την γαλλική και την γερμανική αντιπολίτευση, αλλά μόνο με ένα κόστος στην αξιοπιστία και την θέση της τράπεζας.