Η επιστήμη δεν μπορεί να μας σώσει από τον πανικό του κορωνοϊού | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η επιστήμη δεν μπορεί να μας σώσει από τον πανικό του κορωνοϊού

Αλλά η καταστολή των πληροφοριών από τον Trump μπορεί σίγουρα να κάνει τα πράγματα χειρότερα
Περίληψη: 

Η επικοινωνία μιας επιδημίας βάζει τους αξιωματούχους της υγείας αντιμέτωπους με ένα δυσμενές δίλημμα. Αν μοιράζονται πάρα πολλές πληροφορίες ή δρουν πάρα πολύ γρήγορα για να εφαρμόσουν μέτρα που περιορίζουν την ελευθερία των θα επικριθούν για πρόκληση φόβου. Αν αποκρύψουν πληροφορίες για να διατηρήσουν την δημόσια ηρεμία, ίσως δεχθούν επικρίσεις ότι θέτουν σε κίνδυνο τις ζωές των ανθρώπων.

Η AMY LAUREN FAIRCHILD είναι κοσμήτορας του Κολλεγίου Δημόσιας Υγείας στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο.

Στις 24 Φεβρουαρίου, μετά την προειδοποίηση από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (Centers for Disease Control and Prevention, CDC) ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να προετοιμαστούν για ευρεία εγχώρια μετάδοση του νέου κορωνοϊού γνωστού ως COVID-19, ο πρόεδρος Donald Trump αντεπιχειρηματολόγησε [1] στην συμβουλή, στο Twitter. «Ο κορωνοϊός είναι πολύ υπό έλεγχο στις ΗΠΑ. Είμαστε σε επαφή με όλους και με όλες τις σχετικές χώρες. Τα CDC & η Παγκόσμια Υγεία εργάζονται σκληρά και πολύ έξυπνα. Το Χρηματιστήριο άρχισε να μου φαίνεται πολύ καλό!», δήλωσε ο πρόεδρος.

11032020-1.jpg

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Donald Trump, ο κυβερνήτης της Τζόρτζια, Brian Kemp, ο υπουργός Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών, Alex Azar και ο αναπληρωτής διευθυντής των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), Steve Monroe στο CDC στην Ατλάντα, τον Μάρτιο του 2020. Tom Brenner / Reuters
-------------------------------------------------

Δύο ημέρες αργότερα, εν μέσω επικρίσεων για την αντιμετώπιση της κρίσης του COVID-19 από τον πρόεδρο, ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε [2] ότι ο αντιπρόεδρος, Mike Pence, θα συντόνιζε όλα τα μηνύματα περί δημόσιας υγείας σχετικά με την επιδημία. Ο Δρ Anthony Fauci, ο διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου Αλλεργιών και Λοιμωδών Ασθενειών (National Institute of Allergy and Infectious Diseases), δήλωσε στην εκπομπή Hardball του τηλεοπτικού δικτύου MSNBC [3] ότι δεν είχε «φιμωθεί» αλλά σημείωσε ότι είχε λάβει άδεια για να εμφανιστεί στο πρόγραμμα.

Είναι εύκολο να απορριφθεί η καταστολή της επικοινωνίας της διοίκησης Trump ως μια επιθετική προσπάθεια περιορισμού της ροής πληροφοριών σχετικά με την ασθένεια και ελαχιστοποίησης της έκτασης της επιδημίας. Αλλά αντικατοπτρίζει επίσης μια αμερικανική πεποίθηση αιώνων ότι μπορεί να αποφευχθεί ο μαζικός πανικός με τον έλεγχο των πληροφοριών κατά την διάρκεια μιας ταχέως εξελισσόμενης κρίσης της δημόσιας υγείας [4].

Η αμερικανική εμπιστοσύνη τόσο στην επιστήμη και όσο και στην διαφάνεια χρονολογείται από την Προοδευτική εποχή, από το 1890 περίπου μέχρι τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν επικράτησε η θεωρία των μικροβίων κι άρχισε να μεταμορφώνει την δημόσια υγεία, την ιατρική περίθαλψη, και τις προσδοκίες για τον έλεγχο των ασθενειών. Αυτή η νέα εμπιστοσύνη ήταν εν μέρει δικαιολογημένη: Τα υγειονομικά τμήματα σημείωναν πραγματική πρόοδο κατά της απειλής μεταδοτικών ασθενειών κατά την διάρκεια εκείνων των ετών. Ο William Sedgwick, ένας επιδημιολόγος εκείνης της εποχής, συνόψισε το αίσθημα του επιστημονικού θριάμβου: «Πριν από το 1880 δεν ξέραμε τίποτα˙ μετά το 1890 τα ξέραμε όλα˙ ήταν μια ένδοξη δεκαετία».

Ειδικότερα, η ανοικτότητα αποτέλεσε σημαντικό εργαλείο για την πρόληψη των πανικών που σχετίζονται με ασθένειες. Ο κοινωνιολόγος Ρόμπερτ Ε. Παρκ, γράφοντας το 1904, δόμησε την υπόθεση για μια «νέα μέθοδο επικοινωνίας» βασιζόμενη στην «δύναμη των γεγονότων», που θα μπορούσε, όταν διαδοθούν, να μετατρέψουν έναν φρενήρη όχλο σε ένα μη υποψιασμένο, συγκαταβατικό κοινό. Κατά την διάρκεια της επιδημίας βουβωνικής πανώλης του 1907 στο Σαν Φρανσίσκο, ο λαϊκός τύπος διαλαλούσε την δημοσίευση «ειλικρινών και πλήρων αρχείων» ως μέσο για την καταπολέμηση τόσο της πανώλης όσο και του πανικού.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΟΒΟ

Από την αρχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η ελευθερία από τον φόβο θεωρήθηκε ως ένας άλλος θρίαμβος της θεωρίας των μικροβίων. Παρά την αυξανόμενη εμπιστοσύνη του κοινού στην επιστήμη και την ιατρική, οι αξιωματούχοι της υγείας άρχισαν να βλέπουν την διαχείριση του άγχους του κοινού κατά την διάρκεια της εμφάνισης ασθενειών ως τμήμα της δουλειάς τους. Μετά από την πανδημία της γρίπης του 1918, ο Επίτροπος Υγείας της πόλης της Νέας Υόρκης, Royal Copeland, έγραψε: «Στόχος μου ήταν να αποτρέψω τον πανικό, την υστερία, την διανοητική διαταραχή, και έτσι να προστατέψω το κοινό από εκείνη την κατάσταση του μυαλού που από μόνη της προδιαθέτει σε σωματικά δεινά».

Αλλά μια επιδημία αναπόφευκτα περιλαμβάνει επικοινωνία και λήψη αποφάσεων εν μέσω αβεβαιότητας και εξελισσόμενων στοιχείων. Η ικανότητα εντοπισμού της αιτίας μιας νόσου δεν επιτρέπει αμέσως στους αξιωματούχους της υγειονομικής περίθαλψης να απαντούν σε ερωτήσεις σχετικά με το πόσο εύκολα εξαπλώνεται, για πόσο χρόνο ένα μολυσμένο άτομο μπορεί να κολλήσει άλλους, ή πόσο θανατηφόρα θα είναι μια επιδημία. Η μόνη βεβαιότητα των επιδημιών μολυσματικών ασθενειών είναι ότι οι πληροφορίες σχετικά με αυτές θα αλλάζουν καθημερινά, ακόμη και από ώρα σε ώρα. Στην σύγχρονη εποχή, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενισχύουν την εξάπλωση και την ισχύ των μη βεβαιωμένων ή ψευδών πληροφοριών, περιπλέκοντας κατά πολύ το καθήκον των αξιωματούχων της υγείας.

Η επικοινωνία μιας επιδημίας βάζει τους αξιωματούχους της υγείας αντιμέτωπους με ένα εξίσου δυσμενές δίλημμα. Αν μοιράζονται πάρα πολλές πληροφορίες ή δρουν πάρα πολύ γρήγορα για να εφαρμόσουν μέτρα που περιορίζουν την ελευθερία των ανθρώπων -όπως απαγορεύσεις ταξιδιών ή καραντίνες [5]- θα επικριθούν για πρόκληση φόβου. Αν αποκρύψουν πληροφορίες για να διατηρήσουν την δημόσια ηρεμία, μπορούν να περιμένουν επικρίσεις ότι θέτουν σε κίνδυνο τις ζωές των ανθρώπων, ιδιαίτερα εάν στην συνέχεια εκδηλωθεί ένα χειρότερο σενάριο.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΩΝΤΑΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ

Η διοίκηση του Τραμπ είναι πιασμένη στην λαβή αυτού του διλήμματος. Η διοίκηση του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα [6] βρισκόταν σε παρόμοια θέση κατά την διάρκεια της επιδημίας του ιού Ebola την περίοδο 2014-16. Το CDC εξέδωσε αρχικά σαρωτικές διαβεβαιωτικές δηλώσεις. Όμως, το κοινό και οι υπεύθυνοι για την χάραξη πολιτικής υπεραντέδρασαν όταν το πρώτο κρούσμα της ασθένειας του ιού Ebola μεταδόθηκε μέσα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Νέα Υόρκη και το Νιου Τζέρσεϋ έθεσαν αμφότερες πρωτόκολλα καραντίνας που δεν είχαν επιστημονική αξία.