Το τζαμί, το φράγμα και ο πολιτισμικός πόλεμος του Ερντογάν που διευρύνεται | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το τζαμί, το φράγμα και ο πολιτισμικός πόλεμος του Ερντογάν που διευρύνεται

Η συνδεδεμένη μοίρα δύο τοποθεσιών πολιτιστικής κληρονομιάς στην Τουρκία
Περίληψη: 

Ο πολιτιστικός πόλεμος του Ερντογάν ορίζει την πίστη, τον εθνικισμό και την υλική πρόοδο ως μέρος ενός αγώνα μηδενικού αθροίσματος με τους αντιπάλους του στο εξωτερικό και εγχωρίως. Είναι μια κοσμοθεωρία που αντηχεί σε πολλούς ψηφοφόρους.

Ο NICK DANFORTH είναι υπότροφος George F. Kennan στο Ινστιτούτο Kennan του Κέντρου Wilson.

Τις τελευταίες εβδομάδες, η τουρκική κυβέρνηση έχει φλερτάρει με την διεθνή καταδίκη για τον χειρισμό της μοναδικής πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας. Στις αρχές Ιουλίου, ανερχόμενα νερά από ένα νέο φράγμα πλημμύρισαν τον αρχαιολογικό χώρο της Hasankeyf, οδηγώντας τους New York Times να δηλώσουν [1] ότι η αρχαία κοιλάδα είχε «χαθεί λόγω της “προόδου”». Αμέσως μετά, ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ανακοίνωσε ότι η Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης -η αρχαία εκκλησία που μετατράπηκε σε τζαμί και μετά μετατράπηκε σε μουσείο- θα μετατραπεί πάλι σε τζαμί. Οι επικριτές ανησυχούν για το τι θα σημαίνει αυτό για τα περίτεχνα βυζαντινά ψηφιδωτά του κτηρίου [2], επισημαίνοντας το αυξανόμενο υλικό τίμημα των θρησκευτικών και αυταρχικών πολιτικών του Ερντογάν.

01082020-1.jpg

Ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μετέχει στις προσευχές της Παρασκευής στην Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη, τον Ιούλιο του 2020. Murat Cetinmuhurdar / Turkish Presidential Press Office / Reuters
-----------------------------------------------------

Στην πραγματικότητα, ο Ερντογάν καλωσορίζει την διεθνή καταδίκη. Παίρνει δύναμη από την συνεχή διαμάχη του με εγχώριους και ξένους εχθρούς, και οι μάχες για την Hasankeyf και την Αγία Σοφία τροφοδοτούν την στάση του της αγανάκτησης και του παραπόνου. Ο Ερντογάν παρουσίασε την επαναμετατροπή της Αγίας Σοφίας όχι μόνο ως πράξη ευσέβειας ή ως την διόρθωση μιας ιστορικής αδικίας, αλλά ως υπεράσπιση της κυριαρχίας της Τουρκίας. Στην περίπτωση της Χασάνκιφ, ο Ερντογάν πρότεινε ότι οι επικριτές αντιτίθενται στην δημιουργία του φράγματος όχι επειδή ανησυχούν για την πολιτιστική κληρονομιά ή το περιβάλλον, αλλά επειδή δεν θέλουν να ευημερήσει η Τουρκία.

Ο πολιτιστικός πόλεμος του Ερντογάν [3] ορίζει την πίστη, τον εθνικισμό και την υλική πρόοδο ως μέρος ενός αγώνα μηδενικού αθροίσματος με τους αντιπάλους του στο εξωτερικό και εγχωρίως. Είναι μια κοσμοθεωρία που αντηχεί σε πολλούς ψηφοφόρους. Ωστόσο, δεν έχει κάνει πολλά για να βελτιώσει την οικονομία της Τουρκίας, ενώ αφήνει την χώρα ολοένα και πιο καταπολεμούμενη στις σχέσεις της με τους γείτονές της. Η μαχητικότητα του προέδρου παράγει μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία: κατηγορεί τις εξωτερικές και τις ξένες δυνάμεις για τα προβλήματα που δημιουργούνται από την δική του επίμονη δημιουργία εχθρών του έθνους.

ΤΖΑΜΙ ΓΙΑ ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ

Ο βυζαντινός αυτοκράτορας Ιουστινιανός έχτισε την Αγία Σοφία τον έκτο αιώνα ως μέγα σύμβολο αυτοκρατορικής πίστης και ισχύος. Αφού οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη το 1453, ο Σουλτάνος Μεχμέτ Β' μετέτρεψε τον καθεδρικό ναό σε τζαμί για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Το 1934, ο Τούρκος πρόεδρος Κεμάλ Ατατούρκ, ο οποίος είχε ανακτήσει την Κωνσταντινούπολη αφού νίκησε βρετανικές και ελληνικές δυνάμεις, διέταξε το κτίριο να μετατραπεί σε μουσείο. Η πράξη είχε σκοπό να αναδείξει την κοσμική προοπτική της νέας τουρκικής δημοκρατίας, καθώς και να επικαλεστεί μια αίσθηση κοινών πολιτιστικών και πολιτισμικών αξιών με τις Δυτικές δυνάμεις που η Τουρκία μόλις είχε νικήσει. Αλλά πολλοί Ισλαμιστές και συντηρητικοί εθνικιστές απεχθάνονταν βαθιά αυτήν την απόφαση˙ η απο-ιεροποίηση της Αγίας Σοφίας ήταν προσβολή για τη μουσουλμανική ταυτότητα της Τουρκίας και μια δωροδοκία για τους Δυτικούς εχθρούς της Τουρκίας.

Όταν ανακοίνωσε το νέο καθεστώς της Αγίας Σοφίας [4], ο Ερντογάν χαρακτήρισε το κτίριο ως «η κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας». Ωστόσο, το υπόλοιπο της ομιλίας του διαβαζόταν σαν μια προειδοποίηση ενάντια σε οποιονδήποτε μπορεί να πάρει αυτή την φράση πολύ κυριολεκτικά. Επέμεινε ότι η αμφισβήτηση της απόφασής του να μετατρέψει την Αγία Σοφία ήταν επίθεση εναντίον των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Τουρκίας, όχι διαφορετική από την αμφισβήτηση της σημαίας της ή των συνόρων της. Λίγες μέρες αργότερα, απάντησε [5] στην κριτική από την ελληνική και την αμερικανική κυβέρνηση λέγοντας ότι η επίπληξή τους ήταν «ισοδύναμη με μια άμεση επίθεση στην κυριαρχία μας».

Για να τονίσει περαιτέρω τη νέα του συγχώνευση της πίστης και της τουρκικής κυριαρχίας, ο Ερντογάν επέλεξε μια συμβολικά σημαντική ημέρα –την 24η Ιουλίου- για να πραγματοποιήσει τις πρώτες επίσημες προσευχές στην επαναμετατραπείσα [σε τζαμί] Αγία Σοφία. Οι Συμμαχικές δυνάμεις υπέγραψαν την Συνθήκη της Λωζάνης εκείνη την ημερομηνία το 1923, αναγνωρίζοντας την εμφάνιση μιας ανεξάρτητης, σύγχρονης τουρκικής δημοκρατίας υπό την ηγεσία του Ατατούρκ. Όπως γράφτηκε για πρώτη φορά από τον ίδιο τον Ατατούρκ, οι παραδοσιακοί απολογισμοί της τουρκικής ιστορίας παρουσίασαν την Λωζάνη ως τον νομικό [έγγραφο] τίτλο της τουρκικής δημοκρατίας και την καθιέρωση της σκληρά κερδισμένης κυριαρχίας της. Με το να κάνει προσευχές στην Αγία Σοφία σε αυτήν την επέτειο, ο Ερντογάν απέρριψε και αναθεώρησε αυτόν τον απολογισμό. Υπονοούμενη στην αφήγηση του Ατατούρκ ήταν η ιδέα ότι έκανε την Αγία Σοφία μουσείο αφότου απελευθέρωσε την Τουρκία από τους Ευρωπαίους κατακτητές που θα είχαν μετατρέψει το κτίριο σε εκκλησία. Υπονοούμενη στην αφήγηση του Ερντογάν είναι η ιδέα ότι η ίδια η εκκοσμίκευση του Ατατούρκ αντιπροσώπευε ένα είδος συνεχιζόμενης ξένης κατοχής. Για τον Ataturk, με άλλα λόγια, η εκκοσμίκευση ήταν αναπόσπαστο μέρος της εγκαθίδρυσης της τουρκικής κυριαρχίας. Για τον Ερντογάν, η τουρκική κυριαρχία παραμένει τμηματική έως ότου η θρησκεία αποκατασταθεί στην δικαιωματική θέση της.