Η Κίνα έχει κάνει παγκόσμιο τον πόλεμο των drones | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Κίνα έχει κάνει παγκόσμιο τον πόλεμο των drones

Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να μπουν στην αγορά ή να μείνουν πίσω

Ένας λόγος για τον οποίο οι μη δημοκρατίες έγιναν πιο πιθανό να αποκτήσουν οπλισμένα drones κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου είναι ότι, σε σύγκριση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα επιβάλλει σχετικά λιγότερους περιορισμούς [7] στον τρόπο με τον οποίο οι αγοραστές χρησιμοποιούν τα όπλα που εισάγουν. Ως εκ τούτου, οι αγοραστές έχουν την ελευθερία να χρησιμοποιούν τα όπλα όπως κρίνουν σκόπιμο, ακόμη κι αν αυτό παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Όπως είπε ο Xu Guangyu, στρατηγός ε.α. του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού [8], ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα της Κίνας στην πώληση όπλων είναι ότι δεν «επιβάλει απαιτήσεις για την θέση των άλλων καθεστώτων και τις εσωτερικές πολιτικές τους». Συγκριτικά, η πολιτική εξαγωγών drones των Ηνωμένων Πολιτειών το 2015 [9] -η οποία διευκρίνισε τους όρους για τις εξαγωγές αμερικανικών drones, δεδομένων των κατευθυντήριων γραμμών του 1987 και άλλων συμβατικών πολιτικών μεταβίβασης όπλων- απαιτούσε από τους παραλήπτες να «χρησιμοποιούν αυτά τα συστήματα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και το διεθνές δίκαιο για τα ανθρώπινα δικαιώματα» και να μην «χρησιμοποιούν στρατιωτικά UA[Vs] για να διεξάγουν παράνομη επιτήρηση ή να χρησιμοποιούν παράνομη βία εναντίον των εγχώριων πληθυσμών τους». Ακόμη και η Γαλλία, ένας στενός σύμμαχος της Αμερικής, χρειάστηκε την άδεια [10] της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών για να αναπτύξει οπλισμένα drones MQ-9 Reaper σε κάποιο σημείο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν την δυνατότητα να διακόψουν την προμήθεια ανταλλακτικών και πυρομαχικών σε χώρες που δεν συμμορφώνονται με τους κανόνες τους.

Για αυτούς τους λόγους, τα drones έχουν διαδοθεί σε πολύ μεγαλύτερο αριθμό από την Κίνα από όσο από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και η ετεροβαρύτητα αυτού του μοτίβου είχε συνέπειες. Οι αμερικανικοί περιορισμοί στις εξαγωγές drones δεν εμπόδισαν την διάδοση των όπλων. Αντίθετα, άφησαν τους δημοκρατικούς συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τις μη δημοκρατίες όσον αφορά την απόκτηση οπλισμένων drones. Η Κίνα, εν τω μεταξύ, έχει χρησιμοποιήσει τις εξαγωγές drones για να οικοδομήσει αμυντικές σχέσεις [11] με χώρες σε όλον τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων εταίρων των ΗΠΑ. Για παράδειγμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέρριψαν [12] αιτήματα [13] για οπλισμένα drones από την Ιορδανία, το Ιράκ, τα ΗΑΕ και την Σαουδική Αραβία. Έτσι, οι χώρες αυτές αγόρασαν κινεζικά οπλισμένα drones.

ΟΙ ΗΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ ΑΝΤΑΠΟΔΙΔΟΥΝ ΤΑ ΙΣΑ

Ως απάντηση σε αυτές τις δυσμενείς δυναμικές, η διοίκηση του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, αποφάσισε τον Ιούλιο του 2020 να «ερμηνεύσει ξανά» [14] το καθεστώς του 1987. Τα drones που ταξιδεύουν με ταχύτητες κάτω των 800 χιλιομέτρων ανά ώρα, όπως το Predator και το Reaper της General Atomics, θα ταξινομηθούν τώρα ως συστήματα κατηγορίας II, καθιστώντας τα ευκολότερα προς εξαγωγή. Μετά την αλλαγή της πολιτικής, η κυβέρνηση Τραμπ ενημέρωσε το Κογκρέσο ότι ενέκρινε πωλήσεις οπλισμένων drones στην Ταϊβάν [15] και στα ΗΑΕ [16], και ο υπουργός Εξωτερικών, Mike Pompeo, και ο τότε υπουργός Άμυνας, Mark Esper, πίεσαν [17] την Ινδία να αγοράσει οπλισμένα drones από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η αμερικανική προθυμία για εξαγωγή οπλισμένων drones είναι πιθανό να διαβρώσει το πλεονέκτημα που είχαν οι μη δημοκρατίες έναντι των δημοκρατιών στην αγορά των drones. Και ο συνολικός ρυθμός διάδοσής τους πιθανότατα θα αυξηθεί. Άλλοι πιθανοί προμηθευτές -όπως η Τουρκία- έχουν επίσης αυξήσει τις πωλήσεις τους τα τελευταία χρόνια και θα συμβάλουν στην ευρύτερη διάδοση των drones. Για παράδειγμα, το Αζερμπαϊτζάν χρησιμοποίησε [18] τουρκικά [19] drones για την διεξαγωγή αεροπορικών επιθέσεων στον πόλεμό του με την Αρμενία.

Η ΕΠΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΝΕΩΝ DRONES

Παρόλο που η συχνότητα των επιθέσεων με drones πιθανότατα θα αυξηθεί στο εγγύς μέλλον καθώς περισσότερες χώρες -και μη κρατικοί φορείς- αποκτούν οπλισμένα drones, η συνολική σοβαρότητα της απειλής που θέτουν παραμένει σχετικά χαμηλή, τουλάχιστον για την ώρα.

Εάν εντοπιστούν, τα drones της τρέχουσας γενιάς είναι σχετικά εύκολο να καταρριφθούν [20] σε σύγκριση με τα επανδρωμένα αεροσκάφη, καθώς είναι πιο αργά, λιγότερο ευέλικτα, και συνήθως δεν μπορούν να αμυνθούν. Το Ιράν, η Συρία, και οι Χούθι [21] κατέρριψαν drones των ΗΠΑ. Επομένως τα drones της τρέχουσας γενιάς έχουν περιορισμένη χρησιμότητα σε αμφισβητούμενους εναέριους χώρους και μπορεί να μην είναι τόσο πολύτιμα σε μια σύγκρουση μεταξύ εξελιγμένων στρατιωτικών δυνάμεων. Ωστόσο, πολλοί στρατοί είναι ευάλωτοι σε επιθέσεις από drones, όπως έμαθε η Αρμενία από τα χτυπήματα του Αζερμπαϊτζάν στα σοβιετικής εποχής συστήματα της αεροπορικής άμυνάς της. Η τεχνολογία που επιτρέπει στα αεροσκάφη να αμύνονται [22] ή να συρρέουν για να υπερκεράσουν τις εχθρικές άμυνες [23] θα μπορούσαν επίσης να κάνουν αυτά τα όπλα ακόμη πιο αποτελεσματικά στο μέλλον.

Μερικές έρευνες μέχρι που δείχνουν ότι η χρήση drones θα μπορούσε να συμβάλει στην σταθερότητα σε ορισμένες περιπτώσεις. Πειραματικά παίγνια πολέμου [24] έχουν δείξει ότι οι στρατιωτικοί υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων είναι πιο πιθανό να ευνοούν επιθετικές στρατιωτικές αντιδράσεις για την κατάρριψη ενός επανδρωμένου αεροσκάφους παρά για την [κατάρριψη] ενός μη επανδρωμένου drone. Για να δοθεί ένα παράδειγμα από τον πραγματικό κόσμο, σκεφτείτε την απόφαση του προέδρου Τραμπ στις 19 Ιουνίου να υποχωρήσει [25] από την έναρξη αεροπορικών επιθέσεων εναντίον του Ιράν μετά την πτώση ενός drone επιτήρησης RQ-4 Global Hawk αξίας 130 εκατομμυρίων δολαρίων. Για να δικαιολογήσει την απόφασή του, ο Τραμπ έγραψε στο Twitter [26] ότι τα αντίποινα σε αεροπορικές επιθέσεις δεν ήταν «ανάλογα με την κατάρριψη ενός μη επανδρωμένου drone».