Το αγοραστικό πάρτι της Κίνας στην Ευρώπη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το αγοραστικό πάρτι της Κίνας στην Ευρώπη

Πώς η λιτότητα στην Ευρώπη δημιουργεί επενδυτικές ευκαιρίες για το Πεκίνο
Περίληψη: 

Η συμφωνία στην Ε.Ε. να χρηματοδοτηθεί το χρέος της Ελλάδας μπορεί να ηρέμησε τις αγορές, αλλά τα συνεχιζόμενα μέτρα λιτότητας στην Ευρώπη αφήνουν ανοιχτή μια ανησυχητική πιθανότητα την οποία αυτοί που χαράζουν πολιτική δεν έχουν ακόμη αντιμετωπίσει: Την πιθανότητα να αγοράσει η Κίνα ευαίσθητα ευρωπαϊκά περιουσιακά στοιχεία σε εξευτελιστικές τιμές.

Ο MARK BLYTH είναι καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας στο Brown University.Το βιβλίο του, Austerity: The History of a Dangerous Idea, πρόκειται να εκδοθεί το 2012.

Η συμφωνία της 21 Ιουλίου στους κόλπους της Ε.Ε. προκειμένου να αναχρηματοδοτηθεί το χρέος της Ελλάδας μοιάζει να ηρέμησε τις αγορές σχετικά με μια ενδεχόμενη χρεοκοπία της Ελλάδας και κατά συνέπεια και σε άλλες χώρες της ευρωζώνης. Αλλά η ευρωπαϊκή αναχρηματοδότηση δεν ήταν η μόνη λύση που προσφερόταν: Τον Ιούνιο, μια τελείως διαφορετική λύση διαφαινόταν από μια ασυνήθιστη πλευρά.

Όταν ο κινέζος πρωθυπουργός Wen Jiabao βρισκόταν σε περιοδεία σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες τον Ιούνιο, επεσήμανε δύο πράγματα σε κάθε σταθμό του ταξιδιού του: Ότι μια σταθερή ευρωζώνη είναι ζωτικής σημασίας για την Κίνα και ότι η Κίνα είναι φίλη της Ευρώπης. Πράγματι, από την πλευρά που βλέπει τα πράγματα το Πεκίνο, σε ότι αφορά στην Ευρώπη το ιδιοτελές συμφέρον και ο αλτρουισμός συμπίπτουν. Αν η Κίνα αγόραζε μόνο το μισό από το εντυπωσιακό ελληνικό δημόσιο χρέος (μια ευκαιρία αξίας περίπου 220 δις. δολαρίων, δηλαδή ένα κλάσμα των κινεζικών δολαριακών αποθεμάτων) όχι μόνο θα τελείωνε την κρίση της ευρωζώνης και θα πρόσθετε κύρος στην Κίνα αλλά θα βοηθούσε και το Πεκίνο να αποκτήσει αυτά τα αποθέματα που έχει ανάγκη προκειμένου να διαφοροποιήσει τα συνολικά συναλλαγματικά της αποθέματα από το δολάριο. Σήμερα, το 70% των συναλλαγματικών αποθεμάτων της Κίνας είναι σε δολάρια (1) και η Κίνα δεν βρίσκεται καν στους πρώτους 40 πιστωτές της Ελλάδας. Αλλά γιατί η Κίνα δεν άρπαξε αυτή την ευκαιρία;

Κατά πρώτον, πιθανώς η Κίνα δεν έχει πολύ εμπιστοσύνη στην ικανότητα της Ε.Ε. να λύση την ευρωπαϊκή κρίση χρέους σε μακροπρόθεσμη βάση, όπως άλλωστε και οι διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές, επιφυλασσόμενες για περισσότερες οικονομικές διασώσεις. Αλλά είναι δυνατή και μια άλλη απάντηση – μια απάντηση που συνδέει την χρηματοοικονομική κρίση του 2008 με την κρίση ευρωπαϊκών ομολόγων του 2011και μια πιθανή κινεζική παράκαμψη του αμερικανικού νόμου του 2007 για το ζήτημα «Ξένες Επενδύσεις και Εθνική Ασφάλεια». Αυτός ο νόμος δυσκολεύει την Κίνα από το να διαφοροποιήσει τα δολαριακά συναλλαγματικά της αποθέματα που φθάνουν τα 3 τρισ. Δολάρια και να αγοράσει ευαίσθητα αμερικανικά στοιχεία όπως επιχειρήσεις που σχετίζονται με την αεροδιαστημική, την τεχνολογία ή και την άμυνα.
Σαν αποτέλεσμα των ακούσιων επιπτώσεων των αμερικανικών και ευρωπαϊκών ενεργειών στις χρηματοπιστωτικές αγορές, υπάρχει τώρα η δυνατότητα, ακόμη και μετά από την τελευταία διάσωση, η Κίνα να αγοράσει τέτοια ευαίσθητα οικονομικά στοιχεία στην Ευρώπη σε πολύ χαμηλές τιμές.

Για να δει κανείς πώς αυτό μπορεί να συμβεί, είναι απαραίτητο να ανατρέξει στο 2008, όταν μια ομάδα παγκοσμίως συνδεδεμένων και σημαντικά χρεωμένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών άρχισαν να αιμορραγούν οικονομικά εξαιτίας των στεγαστικών ομολόγων με υποθήκες επί αμερικανικών ακινήτων αλλά και των μη εξασφαλισμένων ασφαλιστηρίων συμφωνιών γνωστών ως Ασφάλιστρων Κινδύνου (σ.σ. credit default swaps ή αλλιώς CDS). Φοβούμενες την κατάρρευση του παγκόσμιου συστήματος πληρωμών, οι μεγάλες οικονομίες της Δύσης διέσωσαν τις τράπεζές τους. Όταν οι δαπάνες της διάσωσης αντικατοπτρίστηκαν στους κρατικούς προϋπολογισμούς, το ιδιωτικό χρέος μετατράπηκε σε δημόσιο χρέος. Για πολλά κράτη μέλη του Οργανισμού Οικονομικής Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), η σχέση χρέους προς ΑΕΠ (2) φούσκωσε κατά μέσο όρο 40%.

Αρχικά, η Ευρώπη φάνηκε να ξεφεύγει από τη χειρότερη προοπτική της κρίσης. Αλλά σύντομα έγινε φανερό ότι το τσουνάμι που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ έφτανε στις ευρωπαϊκές ακτές. Περί το καλοκαίρι του 2009 οι ανησυχίες ότι οι γερμανικές εξαγωγές θα μειώνονταν δραματικά έδωσαν τη θέση τους στο άγχος για τις υπερδανεισμένες ισπανικές τράπεζες και πολύ περισσότερο για το τεράστιο δημόσιο χρέος της Ελλάδας.

Εκείνη τη χρονική στιγμή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα έπρεπε να αγοράσει και να διακρατήσει το ελληνικό δημόσιο χρέος, τερματίζοντας την κρίση με ένα χτύπημα. Αλλά μια τέτοια κίνηση δεν ήταν δυνατή – η ΕΚΤ δεν είναι ο ύστατος δανειστής για τις ευρωπαϊκές οικονομίες όπως είναι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα (FED) στις ΗΠΑ. Η ευθύνη αυτή πέφτει στις πλάτες των φορολογουμένων της Γερμανίας και άλλων βόρειων ευρωπαϊκών χωρών που ίδρυσαν την ΕΚΤ. Έπρεπε, λοιπόν, να βρεθεί μια άλλη λύση.

Σε γενικές γραμμές, ένα κράτος έχει τέσσερις εναλλακτικές για να εξέλθει από μια οικονομική κρίση: Υποτίμηση, πληθωρισμός, αθέτηση χρέους ή αποπληθωρισμός. Για κάθε κράτος μέλος της ευρωζώνης, μονομερής υποτίμηση και πληθωρισμός δεν είναι δυνατές λύσεις αφού η κάθε χώρα δεν έχει δυνατότητα να τυπώσει χρήμα ή να ελέγξει την συναλλαγματική της ισοτιμία – αυτό το κάνει η ΕΚΤ. Έτσι μένουν ως μόνες επιλογές ο αποπληθωρισμός και η στάση πληρωμών.

Αλλά η αθέτηση πληρωμής είναι μια προοπτική απολύτως τοξική για μια βαριά χρεωμένη περιφερειακή χώρα όπως είναι η Ελλάδα, είναι προβληματική ακόμα και για χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία, εξ ου και οι επαναλαμβανόμενες διασώσεις. Αξιωματούχοι στο Παρίσι και το Βερολίνο αρέσκονται να κατηγορούν τα κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας για υπερβολικούς μισθούς στη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας όταν δεν συνδεόταν η αμοιβή με την παραγωγικότητα, αλλά κάποιος πρέπει να ρωτήσει πού βρήκαν τα χρήματα οι κυβερνήσεις των περιφερειακών χωρών για να ξοδέψουν αυτά που ξόδεψαν. Η απάντηση είναι «από Γαλλικές και Γερμανικές τράπεζες» οι οποίες ήταν πολύ πρόθυμες να αγοράζουν το εκφρασμένο σε ευρώ χρέος της ευρωπαϊκής περιφέρειας, πλημμυρίζοντάς τες με φθηνό χρήμα και πυροδοτώντας έτσι την κατανάλωση και την ανεξέλεγκτη οικοδόμηση.