Γιατί έγιναν οι επαναστάσεις το 2011 | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί έγιναν οι επαναστάσεις το 2011

Η αδυναμία και η αντοχή των απολυταρχικών καθεστώτων στη Μέση Ανατολή
Περίληψη: 

Οι επαναστάσεις σπάνια πετυχαίνουν, γράφει ένας από τους παγκοσμίως κορυφαίους ειδήμονες επί του θέματος, εκτός αν πρόκειται για επαναστάσεις εναντίον διεφθαρμένων και προσωποπαγών «σουλτανικών» καθεστώτων. Αυτό μας βοηθά να κατανοήσουμε γιατί έπεσαν ο Μπεν Άλι στην Τυνησία και ο Μουμπάρακ στην Αίγυπτο, αλλά και γιατί κάποιες άλλες κυβερνήσεις στην περιοχή θα αποδειχθούν περισσότερο ανθεκτικές.

Ο Jack Goldstone είναι Καθηγητής στη Σχολή Δημόσιας Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Σχολή Δημόσιας Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο George Mason [1].

Το επαναστατικό κύμα που σάρωσε τη Μέση Ανατολή εμφανίζει μια εντυπωσιακή ομοιότητα με προηγούμενες πολιτικές αναταράξεις. Όπως είχε συμβεί και στην Ευρώπη το 1848, η άνοδος των τιμών και η υψηλή ανεργία πυροδότησαν λαϊκές εξεγέρσεις από το Μαρόκο ως το Ομάν. Κατ’ αναλογία με την Ανατολική Ευρώπη και τη Σοβιετική Ένωση το 1989, η διάψευση από τα κλειστά, διεφθαρμένα και ανεπαρκή πολιτικά συστήματα οδήγησε σε αποσκιρτήσεις από τις τάξεις των ελίτ και στην πτώση των κάποτε πανίσχυρων καθεστώτων στην Τυνησία, στην Αίγυπτο και στη Λιβύη. Ωστόσο, το 1848 και το 1989 δεν είναι ακριβώς ανάλογα με τα γεγονότα του περασμένου χειμώνα. Οι επαναστάσεις του 1848 επεδίωκαν την ανατροπή παραδοσιακών μοναρχιών, ενώ αυτές του 1989 στόχευαν στην κατάρρευση κομμουνιστικών κυβερνήσεων. Οι επαναστάσεις του 2011 μάχονται για κάτι αρκετά διαφορετικό: Τις «σουλτανικές» δικτατορίες. Μολονότι καθεστώτα αυτού του είδους μοιάζουν συνήθως ακλόνητα, στην πραγματικότητα είναι εξαιρετικά ευπαθή, εφόσον οι ίδιες οι στρατηγικές βάσει των οποίων διατηρούνται στην εξουσία τα καθιστούν εύθραυστα, ανελαστικά. Δεν είναι τυχαίο ότι, παρά τις λαϊκές εξεγέρσεις που έχουν επιφέρει κλυδωνισμούς σε πολλά σημεία της Μέσης Ανατολής, οι μόνες επαναστάσεις που πέτυχαν μέχρι τώρα, αυτές στην Τυνησία και την Αίγυπτο, στρέφονταν εναντίον σύγχρονων σουλτάνων.

Για να πετύχει μια επανάσταση, πρέπει να συντρέχει ένας αριθμός παραγόντων. Η κυβέρνηση πρέπει να εμφανίζεται τόσο ανεπανόρθωτα άδικη ή ανίκανη, ώστε να αντιμετωπίζεται ευρέως ως απειλή για το μέλλον της χώρας∙ οι ελίτ (και ιδιαιτέρως οι στρατιωτικές) πρέπει να έχουν αποξενωθεί από το κράτος και να μην διατίθενται πλέον να το υπερασπίσουν∙ πρέπει να κινητοποιηθούν πλατιά τμήματα του πληθυσμού, από εθνικές και θρησκευτικές ομάδες μέχρι κοινωνικο-οικονομικές τάξεις, αλλά και οι διεθνείς δυνάμεις πρέπει είτε να αρνούνται την παρέμβαση για χάρη της κυβέρνησης ή να την εμποδίζουν να χρησιμοποιήσει τη μέγιστη βία προς υπεράσπιση του εαυτού της.

Οι επαναστάσεις σπανίως πετυχαίνουν, επειδή αυτές οι προϋποθέσεις σπανίως συντρέχουν. Τέτοια είναι, ειδικά, η περίπτωση των παραδοσιακών μοναρχιών και των μονοκομματικών κρατών, οι ηγέτες των οποίων κατορθώνουν συχνά να διατηρήσουν το λαϊκό έρεισμα, επικαλούμενες τον σεβασμό στη βασιλική παράδοση ή τον εθνικισμό. Οι ελίτ, που συνήθως πλουτίζουν από τέτοιες κυβερνήσεις, θα τις εγκαταλείψουν, μόνο αν οι περιστάσεις ή η ιδεολογία των κυβερνώντων αλλάξει δραστικά. Και, σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, η πλατιά λαϊκή κινητοποίηση δύσκολα ευοδώνεται, αφού απαιτεί τη γεφύρωση των αποκλινόντων συμφερόντων που έχουν οι φτωχοί των πόλεων και της υπαίθρου, η αστική τάξη, οι φοιτητές, οι επαγγελματίες και οι διαφορετικές θρησκευτικές και εθνικές ομάδες. Η ιστορία βρίθει φοιτητικών κινημάτων, εργατικών απεργιών και αγροτικών ξεσηκωμών που εύκολα καταπνίγηκαν, επειδή παρέμειναν η εξέγερση μίας μόνο ομάδας, και όχι ενός ευρύτερου συνασπισμού. Τελικά, άλλες χώρες παρενέβησαν συχνά για να στηρίξουν τις ταλανιζόμενες κυβερνήσεις, προκειμένου να σταθεροποιηθεί το διεθνές σύστημα.

Παρά ταύτα, υπάρχει ένα άλλο είδος δικτατορίας που αποδεικνύεται συχνά πολύ περισσότερο ευπαθές, και το οποίο σπάνια διατηρεί την εξουσία πέραν της μίας γενεάς : Το σουλτανικό καθεστώς. Τέτοιες κυβερνήσεις αναδεικνύονται όταν ένας εθνικός ηγέτης απλώσει την προσωπική του ισχύ εις βάρος των τυπικών θεσμών. Οι σουλτανικοί δικτάτορες δεν επικαλούνται καμία ιδεολογία και ο σκοπός τους δεν είναι άλλος από τη διατήρηση της προσωπικής τους εξουσίας. Διατηρούν ενδεχομένως κάποιες τυπικές όψεις δημοκρατίας -εκλογές, πολιτικά κόμματα, εθνοσυνέλευση ή σύνταγμα- αλλά κυβερνούν αγνοώντας τις, τοποθετώντας υποτακτικούς υποστηρικτές τους σε θέσεις-κλειδιά και κηρύσσοντας ενίοτε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, υπό το πρόσχημα της απειλής εξωτερικών (ή εσωτερικών) εχθρών.

Στο παρασκήνιο, τέτοιοι δικτάτορες συγκεντρώνουν, γενικά, μεγάλο πλούτο, που τον χρησιμοποιούν για να αγοράσουν τη νομιμοφροσύνη των υποστηρικτών και την τιμωρία των αντιπάλων. Επειδή χρειάζονται πόρους για να τροφοδοτήσουν τον πελατειακό μηχανισμό τους, προωθούν τυπικά την οικονομική ανάπτυξη, μέσω της εκβιομηχάνισης, των εμπορικών εξαγωγών και της εκπαίδευσης. Προωθούν, επίσης, σχέσεις με ξένες χώρες, υποσχόμενοι σταθερότητα με αντάλλαγμα βοήθεια και επενδύσεις. Ο πλούτος μπορεί να εισρέει στη χώρα, το μεγαλύτερο μέρος του, όμως, διοχετεύεται προς τον σουλτάνο και τους έμπιστούς του.

Οι νέοι σουλτάνοι ελέγχουν τις στρατιωτικές ελίτ της χώρας τους κρατώντας τις διαιρεμένες. Τυπικά, οι δυνάμεις ασφαλείας χωρίζονται σε διαφορετικούς τομείς (στρατός, αεροπορία, αστυνομία, υπηρεσία πληροφοριών), καθένας εκ των οποίων δίνει αναφορά άμεσα στον ηγέτη. Ο ηγέτης μονοπωλεί την επαφή μεταξύ των στρατιωτικών διοικήσεων, μεταξύ στρατιωτών και πολιτών, καθώς και την επαφή με τις ξένες κυβερνήσεις, μια πρακτική που καθιστά τον σουλτάνο απαραίτητο για τον συντονισμό των δυνάμεων ασφαλείας, αλλά και για την αξιοποίηση της ξένης βοήθειας και των επενδύσεων. Για να εντείνουν τον φόβο ότι η ξένη βοήθεια και ο πολιτικός συντονισμός ενδέχεται να εξαφανιστούν χωρίς αυτούς, οι σουλτάνοι αποφεύγουν να ορίσουν τυπικά τους διαδόχους τους.

Για να διατηρήσουν τις μάζες σε απολιτική και ανοργάνωτη κατάσταση, οι σουλτάνοι ελέγχουν τις εκλογές και τα πολιτικά κόμματα και προμηθεύουν τον πληθυσμό με απαραίτητα αγαθά, όπως ηλεκτρικό, βενζίνη και είδη διατροφής. Τούτες οι προσπάθειες, σε συνδυασμό με τον έλεγχο των ΜΜΕ, τον εκφοβισμό και την επιτήρηση, εγγυώνται, γενικά, ότι οι πολίτες θα παραμείνουν ανοργάνωτοι και αδρανείς.