Γιατί έγιναν οι επαναστάσεις το 2011 | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί έγιναν οι επαναστάσεις το 2011

Η αδυναμία και η αντοχή των απολυταρχικών καθεστώτων στη Μέση Ανατολή

Βάσει του μοντέλου αυτού, πολιτικά επιτήδειοι σουλτάνοι ανά τον κόσμο έχουν κατορθώσει να συγκεντρώσουν μεγάλο πλούτο και εξουσία. Μεταξύ αυτών στην πρόσφατη ιστορία είναι ο Πορφίριο Ντίαζ του Μεξικού, ο Μοχάμετ Ρεζά Σαχ Παχλεβί του Ιράν, η δυναστεία Σομόζα της Νικαράγουας, η δυναστεία Ντιβαλιέ της Αϊτής, ο Φερντινάντο Μάρκος των Φιλιππίνων και ο Σουχάρτο της Ινδονησίας.

Όπως όμως διδάχθηκαν όλοι αυτοί, και όπως ανακάλυψε η νέα γενιά σουλτάνων στη Μέση Ανατολή, ο Μπασάρ αλ-Άσαντ στη Συρία, ο Ομάρ αλ-Μπασίρ στο Σουδάν, ο Ζίνε ελ-Αμπιντίνε Μπεν Άλι στην Τυνησία, ο Χόσνι Μουμπάρακ στην Αίγυπτο, ο Μουαμάρ αλ-Καντάφι στη Λιβύη και ο Αλί Αμπντουλάχ Σαλέχ στην Υεμένη, η διατήρηση μιας υπερ-συγκεντρωμένης εξουσίας μπορεί ν’ αποδειχθεί δύσκολη υπόθεση.

ΧΑΡΤΙΝΕΣ ΤΙΓΡΕΙΣ
Παρά τις προσπάθειές τους να θωρακιστούν, οι σουλτανικές δικτατορίες έχουν μια εγγενή ευπάθεια, που μόνο αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου. Οι σουλτάνοι πρέπει να πετύχουν μια προσεγμένη ισορροπία μεταξύ του αυτο-πλουτισμού και της επιβράβευσης των ελίτ: Αν ο κυβερνών επιβραβεύει τον εαυτό του και αμελεί την ελίτ, ένα καθοριστικό κίνητρο της ελίτ για υποστήριξη του καθεστώτος εκλείπει. Καθώς όμως οι σουλτάνοι καταλήγουν να αισθάνονται όλο και περισσότερο ακλόνητοι και αναντικατάστατοι, η διαφθορά που τους χαρακτηρίζει γίνεται όλο και περισσότερο ασύστολη και συγκεντρώνεται σε έναν μικρό εσωτερικό κύκλο. Καθώς ο σουλτάνος μονοπωλεί την ξένη βοήθεια και τις επενδύσεις ή συνδέεται στενά με λαομίσητες ξένες κυβερνήσεις, αποξενώνεται ενδεχομένως ακόμη περισσότερο από τις ελίτ και τις λαϊκές ομάδες.

Ταυτόχρονα, καθώς η οικονομία αναπτύσσεται και η εκπαίδευση εξαπλώνεται υπό την εξουσία του σουλτανικού δικτάτορα, ο αριθμός των ατόμων με υψηλότερες φιλοδοξίες και μεγαλύτερη ευαισθησία απέναντι στην αστυνομική επιτήρηση και κατάχρηση, αυξάνεται. Και αν ο συνολικός πληθυσμός μεγαλώνει γρήγορα, ενώ τη μερίδα του λέοντος των οικονομικών κερδών αποθησαυρίζουν οι ελίτ, εξίσου ακολουθούν ανοδική πορεία η ανισότητα και η ανεργία. Καθώς το κόστος των παροχών και άλλων προγραμμάτων που χρησιμοποιούνται από το καθεστώς για τον κατευνασμό των πολιτών αυξάνει, η διατήρηση των μαζών σε απολιτική κατάσταση του ασκεί περισσότερη πίεση. Αν οι διαδηλώσεις ξεσπάσουν, οι σουλτάνοι ενδέχεται να προσφέρουν μεταρρυθμίσεις ή να επεκτείνουν τα ευεργετήματα της πατρωνίας τους, όπως έκανε ο Μάρκος στις Φιλιππίνες το 1984 για να αποφύγει την κλιμάκωση της λαϊκής οργής. Ωστόσο, όπως το εμπέδωσε καλά και ο Μάρκος το 1986, τα ξεροκόμματα δεν αρκούν, γενικά, από τη στιγμή που ο λαός αρχίσει να διαμαρτύρεται και να ζητά τον τερματισμό της σουλτανικής εξουσίας.

Η αδυναμία των σουλτανικών καθεστώτων μεγεθύνεται όταν ο ηγέτης γερνά και το ζήτημα της διαδοχής του γίνεται επιτακτικότερο. Οι σουλτανικοί ηγέτες έχουν κατορθώσει κάποτε να μεταβιβάσουν την ηγεσία σε νεότερα μέλη της οικογένειάς τους. Αυτό είναι εφικτό μόνο όταν η κυβέρνηση έχει λειτουργήσει αποτελεσματικά και διατηρεί την υποστήριξη των ελίτ (όπως στη Συρία το 2000, όταν ο πρόεδρος Χαφέζ αλ-Άσαντ μεταβίβασε την εξουσία στον γιο του Μπασάρ) ή αν κάποια άλλη χώρα στηρίζει το καθεστώς (όπως στο Ιράν το 1941, όταν οι δυτικές κυβερνήσεις υποστήριξαν τη διαδοχή του Σάχη Ρεζά από τον γιο του, Μοχάμεντ Ρεζά Παχλεβί). Αν η διαφθορά του καθεστώτος έχει αποξενώσει τις ελίτ της χώρας, ενδέχεται να αντιτεθούν σε αυτό και να εμποδίσουν τη δυναστική διαδοχή, επιδιώκοντας την ανάκτηση του ελέγχου επί του κράτους (ό,τι συνέβη στην Ινδονησία στα τέλη της δεκαετίας του ’90, όταν η ασιατική οικονομική κρίση κατέφερε πλήγμα στον πελατειακό μηχανισμό του Σουχάρτο).

Ο ίδιος ο αναντικατάστατος χαρακτήρας του σουλτάνου εμποδίζει, επίσης, την ομαλή μεταβίβαση της εξουσίας. Οι περισσότεροι υπουργοί και άλλοι ανώτατοι αξιωματούχοι είναι πολύ στενά ταυτισμένοι με τον ανώτατο άρχοντα, ώστε αδυνατούν να επιβιώσουν μετά την πτώση του καθεστώτος. Για παράδειγμα, η προσπάθεια του σάχη το 1978 να αποτρέψει την επανάσταση, απολύοντας τον πρωθυπουργό Σαπούρ Μπαχτιάρ και αναλαμβάνοντας ο ίδιος την αρχηγία της κυβέρνησης, δεν τελεσφόρησε∙ το καθεστώς κατέρρευσε ολοσχερώς τον επόμενο χρόνο. Σε τελική ανάλυση, τέτοιες κινήσεις δεν ικανοποιούν ούτε τις απαιτήσεις των εξεγερμένων μαζών που επιδιώκουν ευρύτερες οικονομικές και πολιτικές αλλαγές ούτε τις επιδιώξεις των αστικών και επαγγελματικών τάξεων που έχουν βγει στους δρόμους για να απαιτήσουν συμμετοχή στον έλεγχο του κράτους.

Υπάρχουν, βέβαια, και οι δυνάμεις ασφαλείας. Διαιρώντας τη διοικητική τους δομή, ο σουλτάνος μειώνει πιθανόν την απειλή που εκπροσωπούν. Η στρατηγική αυτή, όμως, καθιστά, επίσης, τις δυνάμεις ασφαλείας περισσότερο επιρρεπείς σε αποσκιρτήσεις κατά τις μαζικές εξεγέρσεις. Η έλλειψη ενότητας οδηγεί σε διασπάσεις στους κόλπους των υπηρεσιών ασφαλείας∙ από την άλλη, το γεγονός ότι το καθεστώς δεν στηρίζεται σε κάποια ελκυστική ιδεολογία ή σε ανεξάρτητους θεσμούς, οδηγεί στη μειωμένη προθυμία των στρατιωτικών για κατάπνιξη των εξεγέρσεων. Πολλοί από τους στρατιωτικούς θα αποφασίσουν ενδεχομένως ότι τα συμφέροντα της χώρας εξυπηρετούνται καλύτερα από μια αλλαγή στο καθεστώς. Αν μέρος των ενόπλων δυνάμεων αυτομολήσει, όπως συνέβη με τον Ντίαζ, τον σάχη του Ιράν και τον Σουχάρτο, η κυβέρνηση ενδέχεται να πέσει με εκπληκτική ταχύτητα. Τελικά, ο σαστισμένος ηγέτης, πεπεισμένος ακόμη για τον αναντικατάστατο και άτρωτο χαρακτήρα του, ανακαλύπτει αίφνης ότι είναι μόνος και ανίσχυρος.