Γιατί ο κόσμος χρειάζεται ακόμα την πυρηνική ενέργεια | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί ο κόσμος χρειάζεται ακόμα την πυρηνική ενέργεια

Κάνοντας την καθαρή ενέργεια ασφαλή και προσιτή
Περίληψη: 

Ο κόσμος δεν πρέπει να αφήσει την καταστροφή του Μαρτίου στη Fukushima της Ιαπωνίας να τον τρομάξει και να τον οδηγήσει σε παραίτηση από τα πλεονεκτήματα της πυρηνικής ενέργειας - μιας φθηνής, αξιόπιστης και ασφαλούς πηγής ηλεκτρικής ενέργειας. Παρόλα αυτά, γράφει ο πρώην υφυπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να εκσυγχρονίσουν τα πρότυπα ασφαλείας της και να ανασχεδιάσουν την διαχείριση των πυρηνικών αποβλήτων.

Ο ERNEST MONIZ είναι Διακεκριμένος Καθηγητής Φυσικής και Μηχανικής Συστημάτων καθώς και Διευθυντής της Πρωτοβουλίας για την Ενέργεια στο πανεπιστήμιο MIT. Διετέλεσε Υφυπουργός του Υπουργείου Ενέργειας των ΗΠΑ κατά το διάστημα 1997-2001.

Στα χρόνια που ακολούθησαν τα μεγάλα ατυχήματα στο Three Mile Island το 1979 και το Τσερνομπίλ το 1986, η πυρηνική ενέργεια έπεσε σε δυσμένεια, και ορισμένες χώρες «πάγωσαν» τα πυρηνικά τους προγράμματα. Κατά την τελευταία δεκαετία, όμως, άρχισε μια αναβίωση των προγραμμάτων αυτών. Οι ανησυχίες για την κλιματική αλλαγή και την ατμοσφαιρική ρύπανση, καθώς και η αυξανόμενη ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια, οδήγησε πολλές κυβερνήσεις να επανεξετάσουν την αντίθεσή τους στην πυρηνική ενέργεια, η οποία εκπέμπει ελάχιστο διοξείδιο του άνθρακα και είχε δημιουργήσει ένα εντυπωσιακό ιστορικό ασφάλειας και αξιοπιστίας. Ορισμένες χώρες ανέτρεψαν την σταδιακή απομάκρυνσή τους από την πυρηνική ενέργεια, κάποιες επέκτειναν τη διάρκεια ζωής των υφιστάμενων αντιδραστήρων τους και πολλές ανέπτυξαν σχέδια για νέες πυρηνικές μονάδες. Σήμερα, περίπου 60 πυρηνικοί σταθμοί βρίσκονται υπό κατασκευή σε όλο τον κόσμο, οι οποίοι θα προσθέσουν περίπου 60.000 μεγαβάτ δυνητικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας - κάτι που ισοδυναμεί με το ένα έκτο της τρέχουσας πυρηνική δυνατότητας παγκοσμίως.

Αλλά η κινητικότητα αυτή έχασε τη δυναμική της το Μάρτιο, όταν ένας σεισμός μεγέθους της τάξης των 9 βαθμών και το τεράστιο τσουνάμι που προκλήθηκε κατέστρεψε τον πυρηνικό σταθμό της Fukushima στην Ιαπωνία. Τρεις αντιδραστήρες υπέστησαν σοβαρές ζημιές, παρουσιάζοντας τουλάχιστον μερικό «λιώσιμο» των πυρηνικών καυσίμων τους, απελευθερώνοντας ακτινοβολία μόνο λίγες φορές χαμηλότερη από όσο στο Τσερνομπίλ. Το γεγονός ξαναέφερε στην επιφάνεια ευρύτατες αμφιβολίες της κοινής γνώμης σχετικά με την ασφάλεια της πυρηνικής ενέργειας. Η Γερμανία ανακοίνωσε την επιτάχυνση του σταδιακού κλεισίματος των πυρηνικών αντιδραστήρων της, απολαμβάνοντας ευρεία δημόσια υποστήριξη και η Ιαπωνία έκανε μια παρόμοια δήλωση, ίσως λιγότερο πειστικά. Οι αποφάσεις τους έχουν γίνει ευκολότερες χάρη στο γεγονός ότι η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας έχει επιβραδυνθεί λόγω της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης αλλά και γιατί οι παγκόσμιες θεσμικές προσπάθειες για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής φαίνεται ότι είναι λιγότερο άμεσες τώρα από ό, τι πριν από μια δεκαετία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, μια ήδη αργή προσέγγιση για νέους πυρηνικούς σταθμούς επιβραδύνθηκε ακόμη περισσότερο ενόψει μιας μη αναμενόμενης αφθονίας φυσικού αερίου.

Θα ήταν λάθος, ωστόσο, το περιστατικό της Φουκουσίμα να οδηγήσει τις κυβερνήσεις στο να εγκαταλείψουν την πυρηνική ενέργεια και τα οφέλη της. Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας εκπέμπει περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα στις Ηνωμένες Πολιτείες από όσο οι μεταφορές ή η βιομηχανία και η πυρηνική ενέργεια είναι η μεγαλύτερη πηγή ηλεκτρικού ρεύματος στη χώρα χωρίς ταυτόχρονη έκλυση διοξειδίου του άνθρακα. Η παραγωγή πυρηνικής ενέργειας είναι και σχετικά φθηνή, κοστίζει λιγότερο από δύο σεντς του δολαρίου ανά κιλοβατώρα για την παραγωγή της, την σχετική συντήρηση των εργοστασίων και τα ίδια τα πυρηνικά καύσιμα. Ακόμα και μετά την καταστροφή στην Fukushima, η Κίνα, η οποία αντιπροσωπεύει περίπου το 40% των έργων κατασκευής νέων πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής στον κόσμο, και η Ινδία, η Ρωσία και η Νότια Κορέα, που από κοινού αντιπροσωπεύουν άλλο ένα 40%, δεν δείχνουν σημάδια υποχώρησης από την επιθυμία τους για πυρηνική ενέργεια.

Οι επιδόσεις της πυρηνικής ενέργειας στην εξασφάλιση καθαρής και αξιόπιστης ηλεκτρικής ενέργειας κρίνονται ευνοϊκά σε σχέση με άλλες πηγές ενέργειας. Οι χαμηλή τιμές του φυσικού αερίου, επί το πλείστον ως αποτέλεσμα της νέας πρόσβασης σε αποθέματα αερίου σε εδάφη σχιστόλιθου, ενίσχυσαν τις προοπτικές για αποδοτική καύση φυσικού αερίου στους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία θα μπορούσε να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και άλλων σχετικών ρύπων γρήγορα εκτοπίζοντας τα παλιά, αναποτελεσματικά εργοστάσια καύσης άνθρακα. Όμως, η ιστορική μεταβλητότητα των τιμών του φυσικού αερίου έχει κάνει τις εταιρείες κοινής ωφελείας δύσπιστες στο να βάλουν όλα τα αυγά τους σε αυτό το καλάθι. Εκτός αυτού, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η καύση φυσικού αερίου θα απελευθέρωνε ακόμη περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα. Η αιολική και η ηλιακή ενέργεια γίνονται όλο και πιο διαδεδομένες, αλλά η διακεκομμένη και μεταβλητή παραγωγική τους ικανότητα τις καθιστούν ακατάλληλες για χρήση σε μεγάλη κλίμακα, καθώς δεν υπάρχει ένας προσιτός τρόπος για την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας. Η υδροηλεκτρική ενέργεια, εν τω μεταξύ, έχει περιορίσει πολύ τις προοπτικές επέκτασής της στις Ηνωμένες Πολιτείες λόγω περιβαλλοντικών ανησυχιών αλλά και του μικρού αριθμούς των κατάλληλων τοποθεσιών για τέτοιου είδους έργα.

Παρόλα αυτά, η πυρηνική ενέργεια αντιμετωπίζει μια σειρά από προκλήσεις όσον αφορά την ασφάλεια, το κόστος κατασκευής μονάδων, τη διαχείριση των αποβλήτων και τη διασπορά των πυρηνικών όπλων. Μετά τη Fukushima, η Πυρηνική Ρυθμιστική Επιτροπή των ΗΠΑ (NRC), μια ανεξάρτητη ομοσπονδιακή υπηρεσία η οποία αδειοδοτεί μονάδες πυρηνικών αντιδραστήρων, επανεξέτασε τις κανονιστικές προϋποθέσεις του κλάδου, τις διαδικασίες λειτουργίας, τα σχέδια έκτακτης ανάγκης και τις απαιτήσεις σχεδιασμού ασφάλειας και διαχείρισης αναλωμένου πυρηνικού καυσίμου. Η NRC είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα εφαρμόσει ορισμένους από τους κανονισμούς που προέκυψαν και αναπόφευκτα το κόστος της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην πυρηνική ενέργεια στις Ηνωμένες Πολιτείες θα αυξηθεί. Τα πυρηνικά εργοστάσια τα οποία πλησιάζουν στο τέλος της αρχικής άδειας λειτουργίας (διάρκειας 40 ετών) και τα οποία παρουσιάζουν ελλείψεις σε ορισμένα σύγχρονα συστήματα ασφαλείας, θα αντιμετωπίσουν επιπλέον ελέγχους προκειμένου οι άδειές τους να παραταθούν.