Γιατί ο κόσμος χρειάζεται ακόμα την πυρηνική ενέργεια | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί ο κόσμος χρειάζεται ακόμα την πυρηνική ενέργεια

Κάνοντας την καθαρή ενέργεια ασφαλή και προσιτή

Στα χρόνια που ακολούθησαν τα μεγάλα ατυχήματα στο Three Mile Island το 1979 και το Τσερνομπίλ το 1986, η πυρηνική ενέργεια έπεσε σε δυσμένεια, και ορισμένες χώρες «πάγωσαν» τα πυρηνικά τους προγράμματα. Κατά την τελευταία δεκαετία, όμως, άρχισε μια αναβίωση των προγραμμάτων αυτών. Οι ανησυχίες για την κλιματική αλλαγή και την ατμοσφαιρική ρύπανση, καθώς και η αυξανόμενη ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια, οδήγησε πολλές κυβερνήσεις να επανεξετάσουν την αντίθεσή τους στην πυρηνική ενέργεια, η οποία εκπέμπει ελάχιστο διοξείδιο του άνθρακα και είχε δημιουργήσει ένα εντυπωσιακό ιστορικό ασφάλειας και αξιοπιστίας. Ορισμένες χώρες ανέτρεψαν την σταδιακή απομάκρυνσή τους από την πυρηνική ενέργεια, κάποιες επέκτειναν τη διάρκεια ζωής των υφιστάμενων αντιδραστήρων τους και πολλές ανέπτυξαν σχέδια για νέες πυρηνικές μονάδες. Σήμερα, περίπου 60 πυρηνικοί σταθμοί βρίσκονται υπό κατασκευή σε όλο τον κόσμο, οι οποίοι θα προσθέσουν περίπου 60.000 μεγαβάτ δυνητικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας - κάτι που ισοδυναμεί με το ένα έκτο της τρέχουσας πυρηνική δυνατότητας παγκοσμίως.

Αλλά η κινητικότητα αυτή έχασε τη δυναμική της το Μάρτιο, όταν ένας σεισμός μεγέθους της τάξης των 9 βαθμών και το τεράστιο τσουνάμι που προκλήθηκε κατέστρεψε τον πυρηνικό σταθμό της Fukushima στην Ιαπωνία. Τρεις αντιδραστήρες υπέστησαν σοβαρές ζημιές, παρουσιάζοντας τουλάχιστον μερικό «λιώσιμο» των πυρηνικών καυσίμων τους, απελευθερώνοντας ακτινοβολία μόνο λίγες φορές χαμηλότερη από όσο στο Τσερνομπίλ. Το γεγονός ξαναέφερε στην επιφάνεια ευρύτατες αμφιβολίες της κοινής γνώμης σχετικά με την ασφάλεια της πυρηνικής ενέργειας. Η Γερμανία ανακοίνωσε την επιτάχυνση του σταδιακού κλεισίματος των πυρηνικών αντιδραστήρων της, απολαμβάνοντας ευρεία δημόσια υποστήριξη και η Ιαπωνία έκανε μια παρόμοια δήλωση, ίσως λιγότερο πειστικά. Οι αποφάσεις τους έχουν γίνει ευκολότερες χάρη στο γεγονός ότι η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας έχει επιβραδυνθεί λόγω της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης αλλά και γιατί οι παγκόσμιες θεσμικές προσπάθειες για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής φαίνεται ότι είναι λιγότερο άμεσες τώρα από ό, τι πριν από μια δεκαετία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, μια ήδη αργή προσέγγιση για νέους πυρηνικούς σταθμούς επιβραδύνθηκε ακόμη περισσότερο ενόψει μιας μη αναμενόμενης αφθονίας φυσικού αερίου.

Θα ήταν λάθος, ωστόσο, το περιστατικό της Φουκουσίμα να οδηγήσει τις κυβερνήσεις στο να εγκαταλείψουν την πυρηνική ενέργεια και τα οφέλη της. Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας εκπέμπει περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα στις Ηνωμένες Πολιτείες από όσο οι μεταφορές ή η βιομηχανία και η πυρηνική ενέργεια είναι η μεγαλύτερη πηγή ηλεκτρικού ρεύματος στη χώρα χωρίς ταυτόχρονη έκλυση διοξειδίου του άνθρακα. Η παραγωγή πυρηνικής ενέργειας είναι και σχετικά φθηνή, κοστίζει λιγότερο από δύο σεντς του δολαρίου ανά κιλοβατώρα για την παραγωγή της, την σχετική συντήρηση των εργοστασίων και τα ίδια τα πυρηνικά καύσιμα. Ακόμα και μετά την καταστροφή στην Fukushima, η Κίνα, η οποία αντιπροσωπεύει περίπου το 40% των έργων κατασκευής νέων πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής στον κόσμο, και η Ινδία, η Ρωσία και η Νότια Κορέα, που από κοινού αντιπροσωπεύουν άλλο ένα 40%, δεν δείχνουν σημάδια υποχώρησης από την επιθυμία τους για πυρηνική ενέργεια.

Οι επιδόσεις της πυρηνικής ενέργειας στην εξασφάλιση καθαρής και αξιόπιστης ηλεκτρικής ενέργειας κρίνονται ευνοϊκά σε σχέση με άλλες πηγές ενέργειας. Οι χαμηλή τιμές του φυσικού αερίου, επί το πλείστον ως αποτέλεσμα της νέας πρόσβασης σε αποθέματα αερίου σε εδάφη σχιστόλιθου, ενίσχυσαν τις προοπτικές για αποδοτική καύση φυσικού αερίου στους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία θα μπορούσε να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και άλλων σχετικών ρύπων γρήγορα εκτοπίζοντας τα παλιά, αναποτελεσματικά εργοστάσια καύσης άνθρακα. Όμως, η ιστορική μεταβλητότητα των τιμών του φυσικού αερίου έχει κάνει τις εταιρείες κοινής ωφελείας δύσπιστες στο να βάλουν όλα τα αυγά τους σε αυτό το καλάθι. Εκτός αυτού, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η καύση φυσικού αερίου θα απελευθέρωνε ακόμη περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα. Η αιολική και η ηλιακή ενέργεια γίνονται όλο και πιο διαδεδομένες, αλλά η διακεκομμένη και μεταβλητή παραγωγική τους ικανότητα τις καθιστούν ακατάλληλες για χρήση σε μεγάλη κλίμακα, καθώς δεν υπάρχει ένας προσιτός τρόπος για την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας. Η υδροηλεκτρική ενέργεια, εν τω μεταξύ, έχει περιορίσει πολύ τις προοπτικές επέκτασής της στις Ηνωμένες Πολιτείες λόγω περιβαλλοντικών ανησυχιών αλλά και του μικρού αριθμούς των κατάλληλων τοποθεσιών για τέτοιου είδους έργα.

Παρόλα αυτά, η πυρηνική ενέργεια αντιμετωπίζει μια σειρά από προκλήσεις όσον αφορά την ασφάλεια, το κόστος κατασκευής μονάδων, τη διαχείριση των αποβλήτων και τη διασπορά των πυρηνικών όπλων. Μετά τη Fukushima, η Πυρηνική Ρυθμιστική Επιτροπή των ΗΠΑ (NRC), μια ανεξάρτητη ομοσπονδιακή υπηρεσία η οποία αδειοδοτεί μονάδες πυρηνικών αντιδραστήρων, επανεξέτασε τις κανονιστικές προϋποθέσεις του κλάδου, τις διαδικασίες λειτουργίας, τα σχέδια έκτακτης ανάγκης και τις απαιτήσεις σχεδιασμού ασφάλειας και διαχείρισης αναλωμένου πυρηνικού καυσίμου. Η NRC είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα εφαρμόσει ορισμένους από τους κανονισμούς που προέκυψαν και αναπόφευκτα το κόστος της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην πυρηνική ενέργεια στις Ηνωμένες Πολιτείες θα αυξηθεί. Τα πυρηνικά εργοστάσια τα οποία πλησιάζουν στο τέλος της αρχικής άδειας λειτουργίας (διάρκειας 40 ετών) και τα οποία παρουσιάζουν ελλείψεις σε ορισμένα σύγχρονα συστήματα ασφαλείας, θα αντιμετωπίσουν επιπλέον ελέγχους προκειμένου οι άδειές τους να παραταθούν.

Ταυτόχρονα, νέοι υπό κατασκευή αντιδραστήρες στη Φινλανδία και τη Γαλλία έχουν ξεπεράσει τους προϋπολογισμούς τους κατά δισεκατομμύρια δολάρια, δημιουργώντας αμφιβολίες για το πόσο οικονομικά προσιτοί μπορεί να είναι οι πυρηνικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής. Το ενδιαφέρον του κοινού σχετικά με τα ραδιενεργά απόβλητα εμποδίζει επίσης τη διάδοση της πυρηνικής ενέργειας για ηλεκτροπαραγωγή και, πράγματι, καμία χώρα δεν έχει ακόμη ένα λειτουργικό σύστημα διαχείρισής τους. Είναι γεγονός ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ πληρώνει δισεκατομμύρια δολάρια ως αποζημίωση σε εταιρείες πυρηνικής ενέργειας επειδή δεν μπορεί να τηρήσει την υποχρέωσή της να αποσύρει τα πυρηνικά απόβλητα από τις μονάδες πυρηνικών αντιδραστήρων. Ορισμένοι παρατηρητές ανησυχούν επίσης ότι η εξάπλωση των μη στρατιωτικών πυρηνικών ενεργειακών υποδομών θα μπορούσε να οδηγήσει στη διάδοση των πυρηνικών όπλων - ένα πρόβλημα που υπογραμμίζεται από το πρόγραμμα εμπλουτισμού ουρανίου του Ιράν.

Αν τα οφέλη της πυρηνικής ενέργειας πρόκειται να εφαρμοστούν στις Ηνωμένες Πολιτείες, κάθε ένα από τα εμπόδια που περιγράφηκαν ανωτέρω πρέπει να ξεπεραστεί. Όταν πρόκειται για την ασφάλεια, οι απαιτήσεις σχεδιασμού για πυρηνικούς αντιδραστήρες πρέπει να επανεξεταστούν υπό το πρίσμα των ενημερωμένων αναλύσεων των πρόσφατων ατυχημάτων. Όσον αφορά το κόστος, η κυβέρνηση και ο ιδιωτικός τομέας πρέπει να προωθήσουν νέα σχέδια τα οποία μειώνουν το οικονομικό ρίσκο κατασκευής πυρηνικών εργοστασίων. Η χώρα πρέπει επίσης να αντικαταστήσει το αποδιαρθρωμένο σύστημα διαχείρισης των πυρηνικών αποβλήτων με ένα πιο ευπροσάρμοστο σύστημα το οποίο θα διαχειρίζεται με ασφάλεια τα απόβλητα και θα τα αποθηκεύει για αιώνες. Μόνο τότε μπορεί να κερδηθεί η εμπιστοσύνη του κοινού.

ΑΣΦΑΛΕΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΦΘΗΝΟΤΕΡΑ

Το τσουνάμι που έπληξε την Ιαπωνία το Μάρτιο, σηματοδότησε την πρώτη φορά που ένα εξωτερικό συμβάν οδήγησε σε σημαντική έκλυση ραδιενέργειας από ένα εργοστάσιο πυρηνικής ενέργειας. Το ύψους 14 μέτρων κύμα ήταν πάνω από το διπλάσιο του ύψους κύματος που το εργοστάσιο στη Φουκουσίμα ήταν σχεδιασμένο να αντέξει και άφησε την πυρηνική μονάδα αποκομμένη από εξωτερική υποστήριξη αλλά και χωρίς τροφοδοσία με ηλεκτρισμό, κάτι απαραίτητο για την ψύξη του αντιδραστήρα και των δεξαμενών των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων. Τέτοιες φυσικές καταστροφές, αν και σπάνιες, θα πρέπει να έχουν προβλεφθεί στον σχεδιασμό ενός αντιδραστήρα: στο «Δαχτυλίδι του Πυρός» στον Ειρηνικό έχει καταγραφεί μια δωδεκάδα σεισμών μεγέθους από 8,5 έως 9,5 τα τελευταία εκατό χρόνια και η Ιαπωνία έχει τα περισσότερα καταγεγραμμένα τσουνάμι σε ολόκληρο τον κόσμο, με κύματα που μερικές φορές φθάνουν σε ύψος τα 30 μέτρα. Μόλις πριν από τέσσερα χρόνια, ο μεγαλύτερος πυρηνικός σταθμός του κόσμου, ο Kashiwazaki-Kariwa, έκλεισε λόγω ενός σεισμού που συγκλόνισε την εγκατάσταση περισσότερο από όσο είχε σχεδιαστεί να αντέξει και τρεις από τους επτά αντιδραστήρες του παραμένουν ως σήμερα αδρανείς.

Η καταστροφή στη Φουκουσίμα θα προκαλέσει τις πυρηνικές ρυθμιστικές Αρχές σε ολόκληρο τον κόσμο να επανεξετάσουν τους όρους ασφαλείας -ιδίως εκείνους που καθορίζουν ποιά ατυχήματα πρέπει τα πυρηνικά εργοστάσια να είναι σχεδιασμένα να αντέχουν. Στα 40 χρόνια από την ανάθεση κατασκευής του πρώτου αντιδραστήρα στη Φουκουσίμα, η σεισμολογία και η επιστήμη των κινδύνων από τις πλημμύρες έχουν σημειώσει τεράστια πρόοδο, χρησιμοποιώντας την εξέλιξη των αισθητήρων, της κατασκευής μαθηματικών μοντέλων, καθώς και άλλες νέες δυνατότητες. Αυτή η νέα γνώση θα πρέπει να εφαρμοστεί όχι μόνο κατά το σχεδιασμό νέων μονάδων παραγωγής ενέργειας, αλλά και κατά την αναθεώρηση των απαιτήσεων ασφαλείας σε παλαιότερες εγκαταστάσεις, όπως συνέβαινε στη Φουκουσίμα πριν από το τσουνάμι. Οι παρωχημένες απαιτήσεις ασφαλείας δεν θα πρέπει να διατηρούνται σε ισχύ. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η επανεξέταση των σχετικών κανονισμών από την NRC οδήγησε σε μια σύσταση ότι οι φορείς εκμετάλλευσης πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής πρέπει να επανεκτιμούν τους κινδύνους από σεισμούς και από πλημμύρα κάθε δέκα χρόνια και να αναβαθμίζουν τον σχεδιασμό των εγκαταστάσεων και τις διαδικασίες λειτουργίας τους αναλόγως. Με λίγες εξαιρέσεις, οι αναγκαίες αναβαθμίσεις είναι πιθανό να αποδειχθούν μετριοπαθείς, αλλά ένα τέτοιο βήμα θα συμβάλει στη διασφάλιση ότι ο σχεδιασμός των πυρηνικών εργοστασίων θα αντανακλά τη σύγχρονη γνώση και εμπειρία.

Η επιτροπή NRC πρότεινε επίσης κανονισμούς που θα απαιτούσαν την ύπαρξη συστημάτων στους πυρηνικούς σταθμούς που θα τους επιτρέπουν να παραμένουν ασφαλείς, έστω και εάν δεν έχουν καμιά πρόσβαση στο εξωτερικό περιβάλλον ούτε ενέργεια από εξωτερική πηγή μέχρι και για τρεις ημέρες. Η επιτροπή (NRC) ξέδωσε κι άλλες συστάσεις που αφορούν θέματα όπως η εκτόνωση των συμπιεσμένων αερίων και η παρακολούθηση του αναλωμένου πυρηνικού καυσίμου στις δεξαμενές αποθήκευσης. Οι προτάσεις αυτές δεν σημαίνουν ότι η επιτροπή δεν έχει εμπιστοσύνη στην ασφάλεια των αμερικανικών πυρηνικών αντιδραστήρων. Οι επιδόσεις τους για το 90% του χρόνου λειτουργίας τους είναι ένας δείκτης καλών επιπέδων ασφάλειας κάτι που αναβαθμίζεται σε εξαιρετική ασφάλεια σε σύγκριση με άλλες μεθόδους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Παρ 'όλα αυτά, το περιστατικό στη Φουκουσίμα προτρέπει ξεκάθαρα για πρόσθετους κανονισμούς. Έτσι, οι συστάσεις της NRC θα πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή αμέσως μόλις είναι εφικτό.

Νέοι κανονισμοί θα αυξήσουν αναπόφευκτα το κόστος της πυρηνικής ενέργειας και οι πυρηνικοί σταθμοί, με ένα κόστος κατασκευής περίπου 6 - 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων ο καθένας, είναι ήδη πολύ πιο ακριβοί για να κατασκευαστούν από όσο οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα. Δεν είναι μόνο το κεφαλαιακό τους κόστος ιδιαίτερα μεγάλο. Ο μακρύτερος χρόνος κατασκευής τους σημαίνει ότι οι εταιρείες που τους διαχειρίζονται συσσωρεύουν σημαντικά χρηματοοικονομικά έξοδα πριν να μπορέσουν να πουλήσουν οποιαδήποτε ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας. Σε μια προσπάθεια να υλοποιήσουν οικονομίες κλίμακας, κάποιες επιχειρήσεις ενέργειας έχουν στραφεί στη δημιουργία ακόμη μεγαλύτερων αντιδραστήρων, χτίζοντας μονάδες που θα παράγουν μέχρι και 1.600 μεγαβάτ, αντί των τυπικών 1.000 μεγαβάτ. Αυτό ωθεί προς τα πάνω το κόστος των έργων και μεγεθύνει τις συνέπειες των λαθών στη διάρκεια της κατασκευής.

Όλα αυτά μπορούν κάνουν τα εργοστάσια πυρηνικής ενέργειας να φαίνονται σαν ριψοκίνδυνες επενδύσεις, οι οποίες με τη σειρά τους αυξάνουν τις απαιτήσεις των επενδυτών ως προς την απόδοση της επένδυσής τους αλλά και ως προς το κόστους δανεισμού για τη χρηματοδότηση των σχετικών έργων. Ωστόσο, η πυρηνική ενέργεια έχει χαμηλό λειτουργικό κόστος, το οποίο μπορεί να την κάνει ανταγωνιστική με βάση την τιμή ηλεκτρικής ενέργειας που απαιτείται για την ανάκτηση των κεφαλαιακών επενδύσεων στη διάρκεια ζωής του εργοστασίου. Και αν οι κυβερνήσεις τελικά καλύψουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα είτε με τέλη επί των εκπομπών είτε με μια κανονιστική προϋπόθεση, όπως είναι πιθανό να κάνουν μέσα στην επόμενη δεκαετία ή και λίγο αργότερα, τότε η πυρηνική ενέργεια θα είναι πιο ελκυστική σε σχέση με τα ορυκτά καύσιμα.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, υπάρχει ακόμη μεγάλη αβεβαιότητα όσον αφορά το κόστος των νέων πυρηνικών σταθμών. Έχουν περάσει σχεδόν 40 χρόνια από την τελευταία παραγγελία κατασκευής νέου εργοστάσιου πυρηνικής ενέργειας. Η Tennessee Valley Authority, μια κρατική εταιρεία, τελειώνει σήμερα την κατασκευή του αντιδραστήρα «Bar Watts Μονάδα 2», στο ανατολικό Τενεσί, που ξεκίνησε εδώ και πολύ καιρό, και σχεδιάζει να ολοκληρώσει έναν ακόμα, τον αντιδραστήρα «Bellefonte μονάδα 1», στο Χόλιγουντ της Αλαμπάμα. Οι πρώτες νέα πυρηνικές μονάδες σχεδιασμού επόμενης γενιάς μάλλον θα κατασκευαστούν στην Πολιτεία της Γεωργίας από τη Southern Company, μόλις δώσει την έγκρισή της η NRC. Σχεδιασμένο να ολοκληρωθεί το 2016, το προτεινόμενο έργο περιλαμβάνει δύο αντιδραστήρες, δυναμικότητας 2.200 μεγαβάτ με εκτιμώμενο κόστος 14 δισ. δολάρια. Θα επωφεληθούν από σημαντικές επιδοτήσεις (εγγυήσεις δανείων, φορολογικές ελαφρύνσεις επί της παραγωγής, αλλά και επιστροφή εξόδων που προκλήθηκαν από γραφειοκρατικές καθυστερήσεις) που θεσμοθετήθηκαν με το νόμο του 2005 για την Ενεργειακή Πολιτική, προκειμένου να δώσουν ώθηση στην κατασκευή νέων πυρηνικών εργοστασίων. Ακόμα και μετά από τη Fukushima, το Κογκρέσο και ο Λευκός Οίκος φαίνεται να εξακολουθούν να επιμένουν σε αυτό το πρόγραμμα ενισχύσεων. Η επιτυχία ή αποτυχία αυτών των κατασκευαστικών έργων ως προς την αποφυγή καθυστερήσεων και υπερβάσεων κόστους, θα βοηθήσει στον καθορισμό του μέλλοντος της πυρηνικής ενέργειας στις Ηνωμένες Πολιτείες.

ΜΙΑ ΜΙΚΡΟΤΕΡΗ ΛΥΣΗ

Οι προκλήσεις για την ασφάλεια και το κόστος κεφαλαίου που εμπλέκεται με τα παραδοσιακά εργοστάσια πυρηνικής ενέργειας μπορεί να είναι σημαντικές, αλλά μια νέα κατηγορία αντιδραστήρων που βρίσκεται στο στάδιο της ανάπτυξης υπόσχεται πολλά για την αντιμετώπισή τους. Οι αντιδραστήρες αυτοί, που ονομάζονται Μικροί Αρθρωτοί Αντιδραστήρες (small modular reactors, SMR), παράγουν ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ δέκα έως 300 MW, αντί των 1.000 μεγαβάτ που παράγονται από ένα τυπικό αντιδραστήρα. Ένα ολόκληρος αντιδραστήρας ή, τουλάχιστον, το μεγαλύτερο μέρος του, μπορεί να χτιστεί σε ένα εργοστάσιο και να μεταφερθεί αλλού για να συναρμολογηθεί, κάπου όπου πολλοί αντιδραστήρες μπορούν να εγκατασταθούν μαζί ώστε να συνθέσουν ένα μεγάλο πυρηνικό σταθμό. Οι SMR έχουν επίσης ελκυστικά χαρακτηριστικά ασφαλείας. Ο σχεδιασμός τους ενσωματώνει συνήθως χαρακτηριστικά φυσικής ψύξης που μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί σε περίπτωση απουσίας εξωτερικής πηγής ενέργειας αλλά και την υπόγεια τοποθέτηση των αντιδραστήρων και των δεξαμενών αποθήκευσης του αναλωμένου καυσίμου, σχεδιασμός που είναι πιο ασφαλής.

Καθώς οι SMR είναι μικρότεροι από τα συμβατικά πυρηνικά εργοστάσια, το κόστος κατασκευής των μεμονωμένων μονάδων είναι πιο διαχειρίσιμο και ως εκ τούτου οι όροι της χρηματοδότησης τους μπορεί να είναι πιο ευνοϊκοί. Και επειδή είναι συναρμολογούμενοι επιτόπου, ο χρόνος κατασκευής είναι μικρότερος. Η εταιρεία ενέργειας μπορεί να χτίσει την πυρηνική της δυνατότητα βήμα – βήμα, προσθέτοντας επιπλέον αντιδραστήρες ανάλογα με τις ανάγκες, πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να αποφέρει έσοδα από πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας συντομότερα. Αυτό βοηθά όχι μόνο τους ιδιοκτήτες της μονάδας, αλλά και τους καταναλωτές, οι οποίοι όλο και περισσότερο καλούνται να πληρώσουν υψηλότερα τιμολόγια σήμερα ώστε να χρηματοδοτηθούν νέες ενεργειακές επενδύσεις αύριο.
Η παραγωγή των SMR, που μοιάζει με γραμμή συναρμολόγησης, επίσης θα πρέπει να μειώσει το κόστος τους. Αντί να επιδιώκονται άπιαστες οικονομίες κλίμακας με τη δημιουργία μεγαλύτερων μονάδων, οι προμηθευτές SMR μπορούν να επωφεληθούν από την εξοικονόμηση στο στάδιο της κατασκευής: από ένα μόνιμο εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, από τον έλεγχο ποιότητας και τη συνεχή βελτίωση στο σχεδιασμό και την κατασκευή των αντιδραστήρων. Ακόμα κι αν η εγγενής τιμή ανά μεγαβάτ για τους SMR μπορεί να είναι υψηλότερη από ότι για έναν μεγάλης κλίμακας αντιδραστήρα, το τελικό κόστος ανά μεγαβάτ θα μπορούσε να είναι χαμηλότερο χάρη στους πιο ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης και τους μικρότερους χρόνους κατασκευής - μια πρόταση που θα πρέπει να δοκιμαστεί. Η σκοπιμότητα των SMR πρέπει να αποδειχθεί και η κυβέρνηση είναι σχεδόν βέβαιο ότι πρέπει να μοιραστεί ένα μέρος του ρίσκου για να γίνει αυτό.

Κανένας SMR δεν έχει ακόμη αδειοδοτηθεί από την NRC. Αυτή είναι μια χρονοβόρα διαδικασία για κάθε νέα πυρηνική τεχνολογία και θα είναι έτσι ακόμη περισσότερο για τα σχέδια κατασκευής των SMR που είναι κάτι καινούργιο και έξω από την εμπειρία της NRC. Μόνο αφού αδειοδοτηθούν και κατασκευαστούν θα γίνει σαφές το πραγματικό κόστος των SMR. Το κακό, ωστόσο, είναι ότι η εξοικονόμηση στην κατασκευή μπορεί να πραγματοποιηθεί και να κατανοηθεί μόνο αν υπάρχει μια αξιόπιστη ροή παραγγελιών για να κρατήσει τις γραμμές παραγωγής απασχολημένες πάνω στο ίδιο σχέδιο. Για να συμβεί αυτό, η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα πρέπει να υπολογίσει πώς να προστατέψει εκείνους που θα παραγγείλουν πρώτοι, από το να εγκλωβιστούν σε μια πρόωρη τεχνολογία.

Με τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό των ΗΠΑ υπό τεράστια πίεση, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τους φορολογούμενους να χρηματοδοτούν την παρουσίαση μιας νέας πυρηνικής τεχνολογίας. Αλλά εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες κάνουν μια διακοπή στη δημιουργία νέων επιλογών καθαρής ενέργειας - είτε πρόκειται για SMR είτε για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, για προηγμένους συσσωρευτές είτε για τεχνολογίες δέσμευσης και απομόνωσης άνθρακα – οι αμερικανοί σε δέκα χρόνια θα το μετανιώσουν. Θα υπάρχουν λιγότερες οικονομικά βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις για την αντιμετώπιση των αναγκών των Ηνωμένων Πολιτειών σχετικά με την ενέργεια και το περιβάλλον και η χώρα θα είναι λιγότερο ανταγωνιστική στην παγκόσμια αγορά τεχνολογίας.

Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΛΑΘΟΥ ΑΠΟΡΡΙΜΑΤΩΝ

Εάν η πυρηνική ενέργεια πρόκειται να απολαύσει μια διατηρούμενη αναγέννηση, η πρόκληση της διαχείρισης των πυρηνικών αποβλήτων για χιλιάδες χρόνια πρέπει να αντιμετωπιστεί. Η πυρηνική ενέργεια παράγεται από την διάσπαση του ουρανίου, αφήνοντας πίσω της επικίνδυνα ραδιενεργά υποπροϊόντα, όπως το καίσιο και το στρόντιο, που πρέπει να είναι απομονωμένα για αιώνες. Η διαδικασία παράγει επίσης στοιχεία υπερ-ουράνιου, όπως το πλουτώνιο, που είναι βαρύτερο από το ουράνιο, δεν απαντάται στη φύση και πρέπει να απομονωθεί για χιλιετίες. Υπάρχει μια εναλλακτική λύση για τη διάθεση των στοιχείων υπερ-ουρανίου: μπορεί να διαχωρίζονται από το πυρηνικό καύσιμο του αντιδραστήρα κάθε λίγα χρόνια και στη συνέχεια να ανακυκλώνονται σε νέα πυρηνικά καύσιμα ως πρόσθετη πηγή ενέργειας. Το μειονέκτημα, ωστόσο, είναι ότι αυτή η διαδικασία είναι περίπλοκη και δαπανηρή, και ενέχει και τον κίνδυνο εξάπλωσης των πυρηνικών όπλων καθώς από το πλουτώνιο μπορεί να κατασκευαστούν πυρηνικές βόμβες. Η συζήτηση για τα πλεονεκτήματα της ανακύκλωσης στοιχείων υπερ-ουρανίου δεν έχει ακόμη φέρει αποτελέσματα.

Αυτό που δεν αμφισβητείται είναι ότι τα περισσότερα πυρηνικά απόβλητα θα πρέπει να ταφούν βαθιά στη γη. Η επιστημονική κοινότητα έχει υποστηρίξει αυτή τη μέθοδο εδώ και δεκαετίες, αλλά η εξεύρεση χώρων για τις απαιτούμενες εγκαταστάσεις αποδείχθηκε δύσκολη. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Κογκρέσο ενέκρινε μια κανονιστική προσέγγιση, με τη θεσμοθέτηση ενός μόνο χώρου, στο όρος Yucca, στη Νεβάδα και ενός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος για την ταφή πυρηνικών αποβλήτων. Το τεράστιο έργο θα έπρεπε να χρηματοδοτηθεί από ένα «πυρηνικό Ταμείο» διαχείρισης αποβλήτων, στο οποίο οι εταιρείες πυρηνικής ενέργειας θα συνεισέφεραν περίπου 750 εκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο. Αλλά η στρατηγική απέτυχε και το πρόγραμμα παραπαίει. Η Νεβάδα αντέδρασε καθώς το πρόγραμμα καθυστέρησε δύο δεκαετίες, πράγμα που σημαίνει ότι η κυβέρνηση πρέπει να πληρώσει αποζημιώσεις στις εταιρείες πυρηνικής ενέργειας, όπως αποφάνθηκαν τα σχετικά δικαστήρια. Το 2009, η κυβέρνηση Ομπάμα ανακοίνωσε ότι ακύρωσε συνολικά το σχέδιο για το όρος Yucca, μην αφήνοντας καμιά εναλλακτική λύση στη θέση του για τη διάθεση των ραδιενεργών αποβλήτων από πυρηνικούς σταθμούς. Το Ταμείο για τα πυρηνικά απόβλητα στο μεταξύ έχει πλέον στα αποθεματικά του 25 δισεκατομμύρια δολάρια, αλλά δεν έχει κανένα πρόγραμμα διαχείρισης αποβλήτων για να υποστηρίξει.

Το ατύχημα στη Φουκουσίμα αφύπνισε το αμερικανικό κοινό και τα μέλη του Κογκρέσου σχετικά με το πρόβλημα της συσσώρευσης των ραδιενεργών αναλωμένων καυσίμων στις δεξαμενές ψύξης των αντιδραστήρων. Το αρχικό σχέδιο ήταν να αφήνουν τα αναλωμένα καύσιμα να κρυώσουν για περίπου πέντε χρόνια, μετά τα οποία είτε θα θάβονταν είτε ή εν μέρει θα ανακυκλώνονταν. Τώρα, τα αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα δεν έχουν να πάνε πουθενά. Πολλά εργοστάσια πυρηνικής ενέργειας έχουν μετακινήσει μερικά από τα αναλωμένα καύσιμα από τις δεξαμενές και σε ξηρές εγκαταστάσεις αποθήκευσης χτισμένες στους χώρους του εργοστασίου, κάτι που η επιτροπή NRC έχει κρίνει ασφαλές για έναν αιώνα περίπου. Οι ξηρές εγκαταστάσεις αποθήκευσης στη Φουκουσίμα δεν έπαθαν ζημιές από το σεισμό και το τσουνάμι, κάτι που είναι τελείως αντίθετο με τα προβλήματα που προέκυψαν στις δεξαμενές όπου η ψύξη δεν μπορούσε να διατηρηθεί. Για να αντιμετωπίσει το άμεσο πρόβλημα της δημιουργίας αποβλήτων σε δεξαμενές αντιδραστήρων, το Κογκρέσο θα πρέπει να επιτρέψει στο Ταμείο Πυρηνικών Αποβλήτων να χρηματοδοτήσει τη μετακίνηση των αναλωμένων καυσίμων που συσσωρεύονται σε δεξαμενές προς ξηρές μονάδες αποθήκευσης γύρω από τα πυρηνικά εργοστάσια. Αλλά ένα τέτοιο σταδιακό βήμα δεν πρέπει να υποκαταστήσει μια συνολική προσέγγιση για τη διαχείριση των αποβλήτων.

Αντί να αποθηκεύονται κοντά στους πυρηνικούς αντιδραστήρες, τα αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα θα πρέπει τελικά να διατηρούνται σε ξηρά βαρέλια σε ένα μικρό αριθμό ενοποιημένων χώρων που θα καθοριστούν από την κυβέρνηση και όπου τα απόβλητα αυτά θα μπορούν να αποθηκευτούν για έναν αιώνα. Τούτη η προσέγγιση έχει πολλά πλεονεκτήματα. Ο πρόσθετος χρόνος ψύξης θα παράσχει στο Υπουργείο Ενέργειας ή κάποια άλλη οργάνωση για το σκοπό αυτό, μεγαλύτερη ευελιξία στο να σχεδιάσει υπόγειους γεωλογικούς αποθηκευτικούς χώρους. Η κυβέρνηση δεν θα είναι υποχρεωμένη πλέον να πληρώνει τις επιχειρήσεις πυρηνικής ενέργειας επειδή δεν κατάφερε να τηρήσει το χρονοδιάγραμμα ως όφειλε και οι κοινότητες που βρίσκονται κοντά σε πυρηνικούς αντιδραστήρες θα είναι βέβαιες ότι τα αναλωμένα καύσιμα έχουν μια θέση για να αποθηκευτούν. Σε κάθε μονάδα, η γήρανση του καυσίμου θα παρακολουθείται, έτσι ώστε οποιαδήποτε προβλήματα προκύπτουν να μπορούν να αντιμετωπιστούν. Οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης θα κρατήσουν τις επιλογές της Ουάσιγκτον ανοικτές καθώς η συζήτηση για το αν τα αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα είναι απόβλητα ή ένας πόρος προς εκμετάλλευση, βρίσκεται σε εξέλιξη. Οι χώροι αυτοί, λοιπόν, θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο για τα Πυρηνικά Απόβλητα, μια αλλαγή που θα απαιτήσει την έγκριση του Κογκρέσου.
Παράλληλα, η Ουάσιγκτον πρέπει να βρει μια εναλλακτική λύση αντί του όρους Yucca για την αποθήκευση των πυρηνικών αποβλήτων σε μακροπρόθεσμη βάση. Καθώς θα το κάνει αυτό, θα πρέπει να υιοθετήσει και μια πιο ευπροσάρμοστη και ευέλικτη προσέγγιση από ό, τι την τελευταία φορά, κάνοντας από νωρίς διαπραγματεύσεις με τις τοπικές κοινωνίες, τις ιθαγενείς αμερικανικές φυλές και άλλα κράτη. Η Σουηδία αναβάθμισε το πρόγραμμα διάθεσης των πυρηνικών αποβλήτων της με ακριβώς μια τέτοια συναινετική διαδικασία. Άλλωστε, το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ έχει λειτουργήσει επί 12 χρόνια βαθείς γεωλογικούς αποθηκευτικούς χώρους για πυρηνικά απόβλητα κοντά Carlsbad, στο Νέο Μεξικό, με την ισχυρή υποστήριξη της τοπικής κοινότητας. Η κυβέρνηση θα πρέπει να εξετάσει επίσης νέες προσεγγίσεις για τη διάθεση των πυρηνικών αποβλήτων. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να έχει νόημα να διαχωριστούν τα μεγάλης διάρκειας ζωής στοιχεία υπερ-ουρανίου, που αποτελούν ένα δυσάρεστο αλλά πολύ μικρό πακέτο, και να απορριφθούν σε μια πολύ βαθιά γεώτρηση, ενώ τα συντομότερης ζωής ραδιενεργά υλικά να κατευθυνθούν σε αποθετήρια πιο κοντά στην επιφάνεια. Με δεδομένη τη συνεχή πρόκληση της διαχείρισης των πυρηνικών αποβλήτων, μια αναθεώρηση στο υφιστάμενο πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει τη δημιουργία μιας νέας ομοσπονδιακά χρηματοδοτούμενης οργάνωσης, κάτι που θα είναι μια ανακούφιση από τους βραχυπρόθεσμους πολιτικούς υπολογισμούς.

Μια άλλη ρήξη με το παρελθόν θα είναι η διαχείριση μη στρατιωτικών πυρηνικών αποβλήτων ξεχωριστά από τα στρατιωτικά πυρηνικά απόβλητα. Το 1985, η κυβέρνηση επέλεξε να συμπτύξει τα στρατιωτικά και τα πολιτικά πυρηνικά απόβλητα σε ένα κοινό γεωλογικό σχηματισμό. Αυτό είχε νόημα εκείνη την εποχή, αφού οι αρμόδιοι για το σχεδιασμό των εγκαταστάσεων στο όρος Yucca θεωρούσαν δεδομένο ότι οι νέες εγκαταστάσεις θα ήταν διαθέσιμες για την αποθήκευση ραδιενεργών υλικών και από τους δύο τύπους. Αλλά τώρα, φαίνεται ότι θα περάσουν πολλά χρόνια πριν λειτουργήσει μια μεγάλης κλίμακας νέα αποθήκη πυρηνικών αποβλήτων. Σήμερα, είναι πιο λογικό να δημιουργηθούν σχέδια για την αποθήκευση στρατιωτικών πυρηνικών αποβλήτων με ένα ξεχωριστό, πιο γρήγορο πρόγραμμα, δεδομένου ότι η διαδικασία είναι λιγότερο πολύπλοκη από ό, τι μια λύση για τα πολιτικά πυρηνικά απόβλητα. Κατ' αρχάς, υπάρχουν πολύ λιγότερα στρατιωτικά απόβλητα και ο όγκος τους δύσκολα θα αυξηθεί στο μέλλον. Επιπλέον, τα περισσότερα από τα στρατιωτικά πυρηνικά απόβλητα έχουν ήδη διαχωρίσει από τα αναλωμένα καύσιμα το ουράνιο και το πλουτώνιο, δεδομένου ότι ο στόχος ήταν να παραχθούν υλικά πυρηνικών όπλων. Έτσι, αυτό που μένει είναι σίγουρα για πέταμα και όχι ένας πόρος προς εκμετάλλευση.

Η γρήγορη προώθηση ενός στρατιωτικού προγράμματος αποβλήτων θα επιτρέψει στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της προς τα κράτη που φιλοξενούν εγκαταστάσεις πυρηνικών όπλων, από τις οποίες έχει συμφωνήσει να παραλαμβάνει τα ραδιενεργά απόβλητα. Επίσης, θα κάνει το κόστος της αποθήκευσης αποβλήτων πολύ πιο σαφές, δεδομένου ότι οι πυρηνικές επιχειρήσεις παραγωγής ηλεκτρισμού πληρώνουν για τη διαχείριση των αποβλήτων τους, ενώ είναι το Κογκρέσο που πρέπει να εγκρίνει τις πληρωμές για τα αμυντικά πυρηνικά απόβλητα. Και υποθέτοντας ότι μια εγκατάσταση αποθήκευσης στρατιωτικών πυρηνικών αποβλήτων θα κατασκευαστεί πρώτη, η πείρα που θα αποκτηθεί θα είναι ιδιαίτερα πολύτιμη όταν θα έρθει η ώρα για τη δημιουργία μιας εγκατάστασης αποθήκευσης πυρηνικών αποβλήτων από ειρηνικές χρήσεις.
Το δυσλειτουργικό σύστημα διαχείρισης πυρηνικών αποβλήτων των Ηνωμένων Πολιτειών έχει και μια δυσάρεστη διεθνή παρενέργεια: περιορίζει τις επιλογές αποτροπής άλλων χωρών από το να χρησιμοποιήσουν υποδομές πυρηνικής ενέργειας για την παραγωγή πυρηνικών όπλων. Αν χώρες όπως το Ιράν είναι σε θέση να εμπλουτίσουν ουράνιο για να παράξουν νέα καύσιμα για πυρηνικό αντιδραστήρα και να διαχωρίσουν το πλουτώνιο για να ανακτήσει την ενεργειακή αξία του, τότε έχουν πρόσβαση στις σχετικές τεχνολογίες και τα υλικά για ένα πρόγραμμα πυρηνικών όπλων. Οι διασφαλίσεις από τις συμφωνίες εντός του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας προορίζονται στο να βεβαιώσουν ότι τα προγράμματα πολιτικής χρήσης της πυρηνικής ενέργειας δεν θα έχουν καμιά επίπτωση σε στρατιωτικές χρήσεις, αλλά ο Οργανισμός έχει περιορισμένες ικανότητες για την αντιμετώπιση παράνομων προγραμμάτων.

Η ανάπτυξη εγκαταστάσεων εμπλουτισμού ή διαχωρισμού ραδιενεργών υλικών είναι δαπανηρή και είναι απίθανο να έχει οικονομικό νόημα για χώρες με μικρά προγράμματα πυρηνικής ενέργειας. Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο αυτές τις χώρες είναι να εξασφαλίσουν τον εφοδιασμό τους με καύσιμα για τους αντιδραστήρες αλλά και έναν τρόπο για να ελαφρυνθούν από το βάρος της διαχείρισης των αποβλήτων. Ένα πολλά υποσχόμενο σχέδιο για να κρατήσει τα σχάσιμα υλικά μακριά από τα χέρια εκείνων που θα ήθελαν να διαδώσουν τα πυρηνικά όπλα, περιλαμβάνει την επιστροφή των πυρηνικών αποβλήτων στον προμηθευτή των πυρηνικών καυσίμων (ή σε μια τρίτη χώρα). Στην πραγματικότητα, το πυρηνικό καύσιμο θα μπορούσε να είναι μισθωμένο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Η χώρα που παρέχει το πυρηνικό καύσιμο θα μεταχειριστεί τα επιστρεφόμενα πυρηνικά απόβλητα όπως και τα δικά της, απορρίπτοντάς στα σε ειδικούς αποθηκευτικούς χώρους ή προχωρώντας στην επεξεργασία τους. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το ποσό των επιπλέον αποβλήτων θα είναι μικρό σε σύγκριση με ό, τι η παραγωγός χώρα ήδη διαχειρίζεται. Σε αντάλλαγμα για την εγκατάλειψη της δυνατότητας επεξεργασίας καυσίμων και, συνεπώς, τον διαχωρισμό πυρηνικών υλικών για στρατιωτική χρήση, η χώρα που χρησιμοποιεί το καύσιμο θα απαλλαγεί από τις προκλήσεις που συνεπάγεται η διαχείριση των πυρηνικών αποβλήτων.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες λειτουργούν ήδη ένα παρόμοιο πρόγραμμα σε μικρότερη κλίμακα, μετά την παροχή πυρηνικών καυσίμων, συχνά άκρως εμπλουτισμένου ουράνιου, σε περίπου 30 χώρες για χρήση σε μικρούς ερευνητικούς αντιδραστήρες. Αλλά χωρίς ένα λειτουργικό εμπορικό σύστημα διαχείρισης αποβλήτων, το πρόγραμμα δεν μπορεί να επεκταθεί για να φιλοξενήσει τα απόβλητα από εμπορικές χρήσεις. Αντ 'αυτού, η Ουάσιγκτον προσπαθεί να χρησιμοποιήσει τη διπλωματία για να επιβάλει περιορισμούς σε κάθε χώρα ξεχωριστά, με την μάταιη ελπίδα ότι οι χώρες θα συμφωνήσουν να εγκαταλείψουν τον εμπλουτισμό και την επανεπεξεργασία με αντάλλαγμα την πυρηνική συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτή η ad hoc προσέγγιση θα μπορούσε να λειτουργήσει αν οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ο κυρίαρχος προμηθευτής πυρηνικής τεχνολογίας και καυσίμων στον κόσμο. Αλλά πλέον δεν είναι, και οι άλλοι μεγάλοι προμηθευτές, όπως η Γαλλία και η Ρωσία, εμφανίζονται αδιάφοροι για την επιβολή ανάλογων περιορισμών στις σχετικές εμπορικές συναλλαγές. Αν σχεδιαζόταν ένα συνεκτικό πρόγραμμα διαχείρισης των αποβλήτων, αυτό θα έδινε στις Ηνωμένες Πολιτείες ένα σημείο στήριξης σχετικά με τη δημιουργία ενός διεθνούς προγράμματος περιορισμού της εξάπλωσης των υποπροϊόντων των πυρηνικών καυσίμων.

Ή ΤΩΡΑ Ή ΠΟΤΕ

Καθώς τα αέρια του θερμοκηπίου συσσωρεύονται στην ατμόσφαιρα, η ανάγκη εξεύρεσης τρόπων για την παραγωγή καθαρής ενέργειας, σε λογική τιμή και με αξιόπιστο τρόπο γίνεται σταδιακά όλο και πιο πιεστική ανάγκη. Η πυρηνική ενέργεια δεν είναι πανάκεια, αλλά είναι μια μερική λύση που έχει αποδειχθεί εφαρμόσιμη σε μεγάλη κλίμακα. Οι χώρες θα πρέπει να ακολουθήσουν ένα συνδυασμό στρατηγικών για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, συμπεριλαμβανομένης της χαλιναγώγησης της ζήτησης για ενέργεια, υποκαθιστώντας τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής που καίνε άνθρακα με άλλες πιο καθαρές εγκαταστάσεις φυσικού αερίου αλλά και με επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και οι εφαρμογές δέσμευσης και απομόνωσης άνθρακα. Ο ρόλος της κυβέρνησης θα πρέπει να στοχεύει στο να βοηθήσει την παροχή προς τον ιδιωτικό τομέα μιας εύκολα κατανοητής σειράς επιλογών, συμπεριλαμβανομένης της πυρηνικής ενέργειας - όχι να προβλέψει ένα επιθυμητό μερίδιο αγοράς για κάθε συγκεκριμένη τεχνολογία.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να λάβουν ορισμένες αποφάσεις για τη διατήρηση και την εξέλιξη της επιλογής της πυρηνικής ενέργειας. Η αρχική αντίδραση της επιτροπής NRC στα διδάγματα ασφάλειας από τη Φουκουσίμα πρέπει να μεταφραστεί σε δράση. Το κοινό θα πρέπει να πεισθεί ότι η πυρηνική ενέργεια είναι ασφαλής. Η Ουάσιγκτον θα πρέπει να επιμείνει στο σχέδιό της να προσφέρει βοήθεια για την κατασκευή αρκετών νέων πυρηνικών αντιδραστήρων σε αυτή τη δεκαετία, διαδίδοντας τα διδάγματα που αντλήθηκαν από ολόκληρο τον κλάδο. Θα πρέπει να εντείνει την υποστήριξή της στις νέες τεχνολογίες, όπως οι SMR και τα προηγμένα υπολογιστικά εργαλεία μοντελοποίησης. Και όταν πρόκειται για τη διαχείριση των πυρηνικών αποβλήτων, η κυβέρνηση πρέπει να επανεξετάσει το ισχύον σύστημα και να πάρει στα σοβαρά την περίπτωση της μακροπρόθεσμης αποθήκευσης. Οι τοπικές ανησυχίες για τις πυρηνικές εγκαταστάσεις αποβλήτων δεν πρόκειται να εξαφανιστούν ως δια μαγείας. Πρέπει να αντιμετωπιστούν με μια πιο ευπροσάρμοστη, συνεργατική και διαφανή προσέγγιση σε ένα πρόγραμμα πυρηνικών αποβλήτων.

Αυτά δεν είναι απλά βήματα, και κανένα τους δεν θα συμβεί εν μία νυκτί. Αλλά κάθε βήμα είναι απαραίτητο για να μειωθεί η αβεβαιότητα στους πολίτες, στις εταιρείες ενέργειας και στους επενδυτές. Μια πιο παραγωγική προσέγγιση για την ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας - και την αντιμετώπιση των αυξανόμενων κινδύνων από την κλιματική αλλαγή – έχει ήδη καθυστερήσει εδώ και καιρό. Περαιτέρω καθυστέρηση, απλώς θα διογκώσει το διακύβευμα.

Πρωτότυπο: http://www.foreignaffairs.com/articles/136544/ernest-moniz/why-we-still-...

Copyright © 2002-2010 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.