Το Ισραήλ περιχαρακώνεται αλλά αιμορραγεί | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το Ισραήλ περιχαρακώνεται αλλά αιμορραγεί

Πώς η Κατοχή Καταστρέφει τη Χώρα
Περίληψη: 

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για το Ισραήλ δεν είναι εξωτερικός, με τη μορφή της παλαιστινιακής αδιαλλαξίας, αλλά εσωτερικός. Η συνεχιζόμενη κατοχή εδαφών καταστρέφει τις αξίες και τη βιωσιμότητα του Ισραήλ. Εκτρέφει έναν επιθετικό, μισαλλόδοξο εθνικισμό και προκαλεί πολιτικό αδιέξοδο, ενισχύοντας μια θρησκευτικά φανατισμένη κατώτερη τάξη που αρνείται να συνεισφέρει στο σύνολο και ζει με δαπάνες του κράτους.

Ο RONALD R. KREBS διδάσκει πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα. Έχει γράψει το βιβλίο Fighting for Rights: Military Service and the Politics of Citizenship[1], και είναι ένας από τους επιμελητές του βιβλίου In Wars Wake: International Conflict and the Fate of Liberal Democracy[2].

Για την ισραηλινή Δεξιά και τους ανά τον κόσμο συμμάχους της ο μεγαλύτερος κίνδυνος για το μέλλον του Ισραήλ είναι η απροθυμία των Παλαιστινίων για ειρήνευση. Η ισραηλο-παλαιστινιακή σύγκρουση, όντως, απειλεί το Ισραήλ, όχι όμως επειδή, όπως θα ήθελε η ισραηλινή Δεξιά, οι φανατικοί ή ακόμη και οι μετριοπαθείς Παλαιστίνιοι βυσσοδομούν με σκοπό να ρίξουν τους Ισραηλινούς στη θάλασσα. Η σύγκρουση απειλεί το Ισραήλ μάλλον υπό την έννοια ότι διαβρώνει την εσωτερική πολιτική της χώρας. Από το 1968, όταν το Ισραήλ κατέλαβε τη Δυτική Όχθη και τη λωρίδα της Γάζας, η παρουσία του στην περιοχή έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της ισραηλινής πολιτικής, μεταμορφώνοντας μια χώρα που κάποτε ξεχείλιζε από αισιοδοξία σε έναν ολοένα και πιο κυνικό, κατηφή και ανελεύθερο τόπο.

Εμφυσώντας μια νοοτροπία οχυρού στους Ισραηλινούς, η κατοχή εξέθρεψε έναν επιθετικό εθνικισμό, που ευνοεί τα συμφέροντα των Ισραηλινών εις βάρος των Αράβων πολιτών. Οι τελευταίοι κατέληξαν στην πεποίθηση ότι δεν θα τους μεταχειριστούν ποτέ ισότιμα σε ένα Ισραήλ που προσδιορίζεται ως εβραϊκό κράτος. Ταυτόχρονα, έχοντας παραλύσει το ισραηλινό πολιτικό σύστημα, η κατοχή ενίσχυσε τα υπερορθόδοξα εβραϊκά κόμματα, τα οποία έχουν εκμεταλλευτεί τις διαφορές μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, με αποτέλεσμα να γίνουν ρυθμιστικοί παράγοντες του πολιτικού παιχνιδιού. Σε ανταπόδοση της κοινοβουλευτικής τους στήριξης, έχουν απαιτήσει οικονομικές χορηγίες προς τα μέλη τους, που συχνά αφιερώνονται στη μελέτη των ιουδαϊκών κειμένων αντί να συμμετέχουν στο εργατικό δυναμικό. Οι μορφωμένες, κατά κύριο λόγο κοσμικές ελίτ, απογοητευμένες από τους χαμηλούς μισθούς και την υψηλή φορολογία, επέλεγαν μέχρι πρόσφατα, και σε σημαντικά ποσοστά, τη μετανάστευση. Όσο συνεχίζεται η κατοχή, δεν φαίνεται να διαγράφονται μακροπρόθεσμες προοπτικές για ανατροπή αυτού του φαινομένου της «διαρροής εγκεφάλων». Αυτοί είναι οι πραγματικοί κίνδυνοι που απειλούν το όραμα των ιδρυτών του Ισραήλ για ένα δημοκρατικό, εβραϊκό και ακμαίο κράτος.

Ωστόσο, η ελπίδα δεν έχει σβήσει ακόμη. Ένας μετριοπαθής κυβερνητικός συνασπισμός θα μπορούσε να συγκρατήσει το Ισραήλ στον ολισθηρό του δρόμο προς την ανελευθερία, προσφέροντας στον αραβικό πληθυσμό του ισότητα και δικαιοσύνη, ωθώντας τον αυξανόμενο φανατικά ορθόδοξο πληθυσμό του να κερδίζει τα προς το ζην, παρά να συντηρείται από το κράτος, και προσφέροντας στη μορφωμένη τάξη των Ισραηλινών έναν λόγο να παραμείνει στη χώρα. Αυτό πρέπει να κάνει το Ισραήλ για να διατηρήσει την ανθηρή οικονομία του σε σφριγηλή κατάσταση και να διασφαλίσει ότι η προβληματική, αλλά παλλόμενη, δημοκρατία του μπορεί να ευδοκιμήσει. Ένας τέτοιος συνασπισμός, όμως, παραμένει ένα μακρινό όνειρο, από τη στιγμή που η κατοχή συνεχίζει να επισκιάζει την ισραηλινή πολιτική.

ΑΝΟΙΓΜΑ ΤΩΝ ΣΥΝΟΡΩΝ

Στα χρόνια που ακολούθησαν την ανεξαρτητοποίηση, το Ισραήλ αναδείχθηκε σε ένα σπάνιο επιτυχές παράδειγμα μέσα στον μετα-αποικιακό κόσμο. Η χώρα κατάφερε να απορροφήσει εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες από όλον τον κόσμο, να προωθήσει την οικονομική ανάπτυξη και να συγκροτήσει έναν πανίσχυρο στρατό. Βέβαια, η δημοκρατία του ήταν ατελής (μια στρατιωτική διοίκηση κυβερνούσε τους Άραβες πολίτες του μέχρι το 1966, ενώ οι Εβραίοι της Βόρειας Αφρικής και αυτοί με αραβική καταγωγή υπολείπονταν σε σχέση με τους Ευρωπαίους ομολόγους τους), ήταν όμως υπαρκτή.

Τα επιτεύγματα αυτά έγιναν εφικτά εν μέρει χάρη στο γεγονός ότι μέχρι το 1967 τα σύνορα του Ισραήλ ήσαν δεδομένα. Οι γραμμές της ανακωχής που εδραιώθηκαν το 1949, με μια σειρά αμοιβαίων συμφωνιών μεταξύ του Ισραήλ και των Αράβων εχθρών του κατά το τέλος του πολέμου της Ανεξαρτησίας, έγιναν τα de facto σύνορα του κράτους. Οι Ισραηλινοί ηγέτες από όλο το πολιτικό φάσμα κατανόησαν ότι η νεότευκτη χώρα δεν ήταν σε θέση να κυνηγήσει το όνειρο για τη δημιουργία ενός κράτους που θα εκτεινόταν από τη Μεσόγειο μέχρι τον Ιορδάνη. Ένα θέμα που είχε κάποτε διχάσει βαθιά τους σιωνιστές φαινόταν τώρα πια άκαιρο, επιτρέποντας στους ηγέτες να αφοσιωθούν στα πρακτικά ζητήματα της οικοδόμησης ενός καινούργιου κράτους.

Όμως ο πόλεμος του Ιουνίου του 1967 επανέφερε το θέμα των συνόρων επί τάπητος, καταστρέφοντας μέσα σε έξι μέρες την πρόοδο που είχε επιτευχθεί μέσα σε είκοσι χρόνια. Έκτοτε, το ζήτημα των κατεχομένων εδαφών έχει παραλύσει την ισραηλινή πολιτική. Εξαρχής, υπήρχαν αυτοί που ήθελαν την προσάρτηση των περιοχών, είτε με σκοπό τη δημιουργία αμυντικού πλεονεκτήματος είτε για να εκπληρωθεί η θεϊκή εντολή. Κάποιοι προέβλεψαν ότι το Ισραήλ δεν θα μπορούσε σε μόνιμη βάση να διοικήσει τόσο εκτεταμένο μη εβραϊκό πληθυσμό χωρίς να υπονομεύσει τον εβραϊκό του χαρακτήρα ή τις δημοκρατικές του αρχές. Διχασμένος ανάμεσα σε επικράτεια και ασφάλεια, ο λαός του Ισραήλ δεν κατάφερε επανειλημμένως να δώσει μια σαφή εντολή στην Aριστερά ή στη Δεξιά, ενώ οι κυβερνητικοί συνασπισμοί που προέκυψαν στηρίζονταν συχνά σε ισχνές και ασταθείς κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες. Οι βασικές ρωγμές που είχε ανοίξει το ζήτημα των κατεχομένων επέτρεψαν σε κόμματα με στενό ορίζοντα να αλώσουν το σύστημα και να εκβιάσουν ακριβά τιμήματα για την υποστήριξή τους. Καλοπροαίρετες μεταρρυθμιστικές απόπειρες, όπως η θέσπιση της άμεσης εκλογής του πρωθυπουργού, που αποσκοπούσαν να κάνουν τον ισραηλινό λαό να τοποθετηθεί ενώπιον του κεντρικού προβλήματος, που είναι το μέλλον του Ισραήλ στα κατεχόμενα, φάνηκαν ελπιδοφόρες αρχικά, αλλά απλώς αποδυνάμωσαν τα βασικά πολιτικά κόμματα και συνέβαλαν στον κατακερματισμό του εκλογικού σώματος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να εξακολουθήσουν οι κυβερνήσεις του Ισραήλ να παραπαίουν από κρίση σε κρίση, ανίκανες να αναλάβουν την αντιμετώπιση των πλέον επειγόντων προβλημάτων της χώρας. Κάποιες προτάσεις για συνταγματική μεταρρύθμιση, με σκοπό την επίλυση τούτων των προβλημάτων συζητήθηκαν ένθερμα, αλλά άφησαν απ’ έξω την αιτία του κακού: την πολιτική για τα κατεχόμενα.

ΙΣΡΑΗΛ: ΣΩΣΤΟ Ή ΛΑΘΟΣ